© Shutterstock
ΒΙΒΛΙΟ

Κι όμως, ο George Orwell ήταν πρώτα από όλα δημοσιογράφος

Η συλλογή Ανταποκρίσεις από τα χαρακώματα του 20ου αιώνα που μόλις κυκλοφόρησε ρίχνει φως σε μία άλλη πλευρά του Άγλλου συγγραφέα. Εκείνη του επίμονου αρθογράφου, ο οποίος παλεύει με νύχια και με δόντια να βρει την αλήθεια.

George Orwell, ο προφητικός συγγραφέας. George Orwell, η πένα πίσω από τις πιο σκληρές αλληγορίες του 20ου αιώνα. George Orwell, ο άνθρωπος πίσω από το 1984 και τη Φάρμα των Ζώων. Ναι, είναι η αλήθεια ότι ο κατά κόσμον Eric Arthur Blair είναι απόλυτα ταυτισμένος με τα δύο πιο γνωστά του έργα. Σχεδόν κανείς δε θυμάται ότι υπάρχουν άλλα τέσσερα μυθιστορήματα από τα χέρια του και άλλα τρία, ιδιαίτερα ενδιαφέροντα non-fiction κείμενα. Όσο για τα άρθρα του; Ειλικρινά, ποιος θυμάται τα άρθρα του;

Ο George Orwell πάντα ήθελε να γίνει συγγραφέας, ακόμα και όταν εργαζόταν ως αστυνομικός στη Βιρμανία. Βέβαια, το να ζήσεις από την τέχνη σου δεν ήταν ποτέ απλό πράγμα. Πόσο μάλλον τα δύσκολα χρόνια πριν και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Έτσι, έπρεπε να βρει μία κάποια λύση.

Τι κάνουν συνήθως οι γραφιάδες που ονειρεύονται να γίνουν συγγραφείς αλλά κανείς δεν εκδίδει τα κείμενά τους ή ακόμα και αν τα βιβλία του εκδοθούν κανείς δεν τα αγοράζει; Γράφουν άρθρα, δουλεύουν στα Media, και ελπίζουν.

Στα δημοσιογραφικά χαρακώματα

Ήταν η δημοσιογραφία, λοιπόν, ένα πάρεργο για τον Orwell; Μάλλον, όχι, – ή καλύτερα σε καμία περίπτωση όχι. Ο Άγγλος συγγραφέας υπήρξε ένας homo universalis της εποχής του με πλατύ ενδιαφέρον για σχεδόν τα πάντα γύρω του: μπορούσε να γοητευτεί από ένα υψηλό ιδανικό και να βρεθεί να πολεμάει στον Ισπανικό Εμφύλιο, να λατρεύει φανατικά το τσάι και να γράφει για αυτό, ή απλά να πηγαίνει για ψάρεμα. Ό,τι όμως και αν έκανε έπρεπε να το καταγραφεί με κάποιον τρόπο. Να το κάνει κείμενο, για να βγάλει από αυτό κάποιο πραγματικό νόημα.

Εργάστηκε για την Tribune, τον Observer, την Manchester Evening News αλλά και για αναρίθμητα άλλα περιοδικά και εφημερίδες, πολλά από τα οποία είχαν ριζοσπαστικό χαρακτήρα. Εργαζόταν με το κομμάτι ενώ τα κείμενά του δεν ήταν μόνο πολιτικά. Το αντίθετο, μπορούσε να γράψει για τα πάντα – αν και στα πάντα έβρισκε κοινωνικές απολήξεις, κρυφές παθογένειες και βαθύτερα μηνύματα εκεί που ο υπόλοιπος κόσμος δεν έβλεπε πέρα από την επιφάνεια.

Όταν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου κρίθηκε ανίκανος για το πολεμικό μέτωπο, βρέθηκε και πάλι στα δημοσιογραφικά χαρακώματα: ήταν υπεύθυνος για τις Eastern Services του BBC και μία σειρά προγραμμάτων που φιλοδοξούσαν να κλείσουν τα αυτιά του ινδικού πληθυσμού στις σειρήνες της γερμανικής προπαγάνδας. Ναι, ο George Orwell ήταν δημοσιογράφος.

Τα δοκίμια του George Orwell

1608063.jpg
PUBLIC.GR

ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΧΑΡΑΚΩΜΑΤΑ ΤΟΥ 20ΟΥ

Διορατικότητα, ενσυναίσθηση, διαρκής συνειδητοποίηση της κοινωνικής και φυλετικής ανισότητας.
7,99 7,19
ΑΓΟΡΑΣΕ ΤΟ

Πώς όμως μπορεί να έρθει κανείς σε επαφή με το μάλλον ξεχασμένο αυτό κομμάτι ενός τόσο σημαντικού συγγραφέα; Το Ανταποκρίσεις από τα χαρακώματα του 20ου αιώνα (εκδ. Οξύ) αποτελεί μία ιδανική ευκαιρία, καθώς ρίχνει φως στον δημοσιογραφικό λόγο του George Orwell μέσα από 10 διαφορετικά δοκίμια.

Μπορεί στο Υποβρύχιο Φεγγάρι να εξηγεί ενδελεχώς και με ιδιαίτερο χιούμορ το πώς ακριβώς πρέπει να είναι η ιδανική pub κατά την άποψή του, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι αφήνει τα κακώς κείμενα της εποχής του ασχολίαστα. Για τον Άγγλο δημοσιογράφο και συγγραφέα θα πρέπει να υπάρχει ιδανικά ένας μικρός κήπος στην πίσω αυλή, για να μαζεύετε εκεί όλη η οικογένεια και να μη λειτουργούν οι μπάρες σαν ποτίστρες μοναχικών αρσενικών.

Αν όμως το εν λόγω θέμα ακούγεται ακίνδυνο, δε συμβαίνει το ίδιο και με το Η χώρα μου Δεξιά ή Αριστερά. Εκεί υπάρχουν κομμάτια του άρθρου ικανά να προκαλέσουν -μέχρι σήμερα- θυελλώδεις συζητήσεις ανάμεσα σε μέλη πολιτικών συνευλέσεων. Είναι ή όχι ο πατριωτισμός το μεγάλο καταφύγιο της ακροδεξιάς;

Για τον αιρετικό Orwell, η συγκεκριμένη έννοια μπορεί να λειτουργήσει ακριβώς αντίστροφα: «Τι αποδεικνύει αυτό; Απλά και μόνο την πιθανότητα να χτίσεις έναν σοσιαλιστή στα θεμέλια ενός παραδοσιακού πατριώτη, τη δύναμη που έχει κάθε είδος αφοσίωσης να μεταλλάσσεται σε κάποια άλλη, την πνευματική ανάγκη για πατριωτισμό, για τον οποίο, όσο κι αν αυτό ενοχλεί κάποιους από τους χλιαρούς ζηλωτές της Αριστεράς, δεν έχει βρεθεί κανένα υποκατάστατο».

Στο Μαρακές περιμένει κανείς να δει ένα ταξιδιάρικο κείμενο, αυτό όμως που συναντά είναι η επισήμανση για το πόσο επικίνδυνες είναι οι θεωρίες συνωμοσίας ενάντια στους Εβραίους που κάνουν θραύση στα λαϊκά στρώματα. Στο Αθλητικό πνεύμα, όπου αναφέρεται στους φιλικά της Δυναμό Μόσχας επί βρετανικού εδάφους, προειδοποιεί για τον κίνδυνο της βίας και του φανατισμού ο οποίος παραμονεύει στις παρυφές των αθλητικών διοργανώσεων. Κάτι τέτοιες στιγμές, γίνεται φανερό ότι ο Orwell έβλεπε τον κόσμο μας με ένα διαφορετικό μάτι, αφού είχε την ικανότητα να κοιτάζει μία αόρατη σφαίρα προβλέποντας τις τρικυμίες που θα έρθουν στο μέλλον.

«Οι άνθρωποι μιλούν για τις φρίκες του πολέμου, όμως ποιο από τα τρομερά όπλα που έχουν εφευρεθεί μπορεί να προσεγγίσει έστω τη σκληρότητα από τις πιο κοινές ασθένειες;» αναρωτιέται σε κάποιο σημείο του Πώς πεθαίνουν οι φτωχοί. Όπως σωστά σημειώνει ο μεταφραστής Δημήτρης Πολιτάκης στην εισαγωγή του, ο George Orwell εκνευριζόταν με τους αριστερούς διανοούμενους που δεν μπορούσαν να κατανοήσουν τα πιο κοινά αισθήματα.

Εκείνος είχε ζήσει στα χαρακώματα δίπλα σε Ισπανούς αγρότες, είχε περάσει από πτωχοκομεία, είχε νοσηλευτεί σε δημόσια νοσοκομεία όπου η λέξη άνεση ήταν μία απατηλή πραγματικότητα. Γνώριζε καλά τον κόσμο. Πρώτα τον ζούσε στην ουσία του, και ύστερα τον κατέγραφε στο χαρτί. Έκανε έρευνα, τριβόταν με το αντικείμενο του ρεπορτάζ, έγραφε πράγματα που πολύ συχνά δυσαρεστούσαν ακόμα και τους πιο φανατικούς από τους αναγνώστες τους.

«Τι σε έπιασε και έβαλες όλα τα αυτά τα πράγματα; Θα ήταν ένα σπουδαίο βιβλίο και εσύ το μετέτρεψες σε δημοσιογραφία» του είχε πει ένας κριτικός για το Φόρος τιμής στην Καταλονία (εκδ. Μίνωας). Στα αυτιά του George Orwell αυτό λειτούργησε σχεδόν σαν κομπλιμέντο, όπως παραδέχεται στο δοκίμιο Γιατί γράφω. Δεν μπορούσε να αφήσει τους πρώην Τροτσκιστές συντρόφους να διαβάλλονται και μετά θάνατον ως συνωμότες. Έπρεπε να πει τα πράγματα όπως τα είδε και με το όνομά τους.

Εκείνος πάλευε για να βρει πρώτα και πάνω από όλα την αλήθεια. Δεν έκανε δημόσιες σχέσεις μέσα από τα κείμενά του, δεν χάιδευε τις όποιες εξουσίες, ούτε παραδινόταν στις απόλυτες αλήθειες της μίας ή της άλλης πλευράς. Σίγουρα, δεν ήταν τέλειος, κανείς δεν είναι άλλωστε. Ήταν όμως ένα δημοσιογράφος που έκανε καλά τη δουλειά του.

Και αυτό είναι κάτι που, δυστυχώς, έχουμε ξεχάσει. Ευτυχώς, όμως, τα άρθρα του βγαίνουν ξανά στο φως.