Κι όμως, οι πανδημίες πάντα έβρισκαν θέση στη λογοτεχνία
- 2 ΜΑΡ 2021
«Το φοβερότερο, όμως, απ’ όλα σε τούτο το κακό ήταν η κατάθλιψη, όταν καταλάβαινε κανείς ότι αρρώστησε (γιατί τους έπιανε αμέσως απελπισία, παραδίνονταν και δεν αντιστέκονταν), και το ότι, επειδή κολλούσαν την αρρώστια ο ένας από τον άλλο καθώς περιποιούνταν κάποιον, πέθαιναν αράδα σαν πρόβατα∙ κι αυτό ήταν το πιο ολέθριο» γράφει στο Β’ βιβλίο από τις Ιστορίες του ο Θουκυδίδης, δίνοντας μία ξεκάθαρη εικόνα για το τι προκάλεσε ο φριχτός λοιμός στην πολιορκημένη Αθήνα κατά τον 5ο αιών π.Χ. Αν όμως ο Αρχαίος ιστορικός έκανε επιτόπιο ρεπορτάζ, ήταν πολλοί εκείνοι οι συγγραφείς που, μέσα από τους αιώνες, χρησιμοποίησαν τη συνθήκη της φονικής επιδημίας για να μιλήσουν αλληγορικά για τη φύση του ανθρώπου.
Από το Δεκαήμερο του Βοκάκιου (1313-1375), όπου δέκα νέα παιδιά φεύγουν από τη Φλωρεντία για να γλιτώσουν από τον Μαύρο Θάνατο, μέχρι τη Χρονιά της Πανούκλας του Daniel Defoe (1660-1731), όπου ο συγγραφέας του Ροβινσώνα Κρούσου καταγράφει τα όσα έζησε ως μικρό παιδί στη Μεγάλη Πανώλη του Λονδίνου, οι συγγραφείς έπαιρναν έμπνευση από τις ακραίες συνθήκες που είχαν δει με τα ίδια τους τα μάτια. Αρρώστια, φόβος, αποδιοργάνωση, χαμηλά ένστικτα, θάνατος αλλά και πράξεις που ξεπερνούσαν τα ανθρώπινα μέτρα ήταν ιδανικός καμβάς για να ζωγραφίσουν τις ιστορίες τους. Γιατί, όμως, οι φονικές επιδημίες συνέχισαν να εμφανίζονται στη λογοτεχνία ακόμα και όταν οι μυθιστορηματογράφοι δεν είχαν ζήσει κάτι παρόμοιο;
Οι φονικές επιδημίες ως λογοτεχνική συνθήκη
ΤΟ ΚΟΡΑΚΙ
«Κάποια χρόνια αργότερα, ο Johnny Rivers είχε ηχογραφήσει ένα τραγούδι του Huei “Piano” Smith, το “Rocking Pneumonia and the Boogie-Woogie Flu”. O Λάρι Άντεργουντ το θυμόταν καλά και σκέφτηκε ότι ταίριαζε γάντι στην τωρινή κατάσταση» διαβάζουμε στο Κοράκι (εκδ. Κλειδάριθμος) του Stephen King. O μετρ του τρόμου συνέλαβε μία τρομακτική ιδέα στα τέλη των 70s και την εκτέλεσε εξαιρετικά: Τι θα συνέβαινε αν μία φονική γρίπη ξεπάστρευε το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού των ΗΠΑ; Η απάντηση δίνεται σε περισσότερες από χίλιες σελίδες και δεν είναι μία. Πέρα όμως από το θεοσκότεινο κλίμα, την επιστροφή στον πρωτογονισμό, τις εικόνες από μία post-apocalyptic Νέα Υόρκη και τα απόκοσμα οράματα, εκείνο που μένει, τελικά, είναι ότι με κάποιον (σχεδόν μαγικό) τρόπο στο τέλος η ανθρωπιά θριαμβεύει.
Φυσικά, για να συμβεί αυτό, πρέπει πρώτα να χαθούν εκατομμύρια άνθρωποι, να παιχτούν δεκάδες χιλιάδες μικρές και μεγαλύτερες τραγωδίες, οι ζωές όλων να τσαλαπατηθούν από τον οδοστρωτήρα της πανδημίας. Ή έστω από μία απροσδιόριστη καταστροφή που θυμίζει θεόσταλτο λοιμό. Έτσι, ενώ ο King δίνει τη δικιά του εκδοχή μέσα από την pulp λογοτεχνία, ένας άλλος μεγάλος των αμερικανικών γραμμάτων, βρίσκει -ή μπορεί και όχι- ψήγματα ελπίδας ακόμα και όταν η ίδια η ελπίδα μοιάζει νεκρή, μέσα από μία νιχιλιστική, λυρική γραφή που φέρνει στο μυαλό την Παλαιά Διαθήκη. Το απάνθρωπο road trip ενός πατέρα και του γιου του στο Ο δρόμος (εκδ. Καστανιώτη) του Cormac McCarthy δεν προτείνεται για ευαίσθητα αναγνωστικά στομάχια. Τίποτα δεν έχει σημασία παρά μόνο η ίδια η επιβίωση: «Δεν υπάρχει Θεός και εμείς είμαστε οι προφήτες του».
Μιλώντας για ανθρώπους που σκότωσαν τη θρησκεία μέσα τους, ο Νομπελίστας -και δεδηλωμένος άθεος- Jose Saramago έδωσε τη δικιά του αλληγορική εκδοχή στην πανδημία. Στο Περί τυφλότητας (εκδ. Καστανιώτη) η επιδημία κλέβει την όραση των κατοίκων μίας πόλης προκαλώντας πλήρη αποδιοργάνωση και ανάδυση των πιο ποταπών ενστίκτων: «Το χάος είναι απλά τάξη που περιμένει να αποκωδικοποιηθεί». Δεν υπάρχουν ονόματα, υπάρχουν ελάχιστα σημεία στίξης, κάποιοι θα μιλούσαν για ένα φιλοσοφικό δοκίμιο σε μορφή λογοτεχνίας, ο σπουδαίος Πορτογάλος όμως παραδίδει ένα συγκλονιστικό και συγκλονιστικά σκληρό μυθιστόρημα. Τόσο υπερβολικό αλλά και τόσο καλογραμμένο που σε κάνει να χάνεις τον ύπνο σου καθώς αναλογίζεσαι πως «ίσως μόνο σε έναν κόσμο τυφλών τα πράγματα γίνονται αυτό που πραγματικά είναι».
Καθώς τα τελευταία χρόνια η κλιματική αλλαγή δείχνει τα αιχμηρά της δόντια και επιστρέφοντας στα πάτρια εδάφη, συναντάμε τον γνωστό για τις περιβαλλοντικές του ανησυχίες Μιχάλη Μακρόπουλο. Το τελευταίο του βιβλίο Η Θάλασσα (εκδ. Κίχλη) γράφτηκε πριν τον κοροονοϊό, θα όμως μπορούσε κάλλιστα να είχε γραφτεί με αφορμή αυτόν. Σε μία σύντομη, αλλά πυκνή σαν μυθιστόρημα νουβέλα, παρακολουθούμε το ταξίδι μίας κοπέλας σε έναν κόσμο που αργοπεθαίνει από έναν φονικό ιό. Πώς θα επιβιώσουν οι άνθρωποι στα υπόγεια της Γης και πώς θα καταφέρουν να βγουν ξανά στο φως;
Οι πανδημίες σχεδόν πάντα είναι κάτι απόλυτα αρνητικό· κάτι το τρομερό· κάτι καταστροφικό. Μοναδική εξαίρεση σε αυτόν τον άγραφο κανόνα αποτελεί το εμβληματικό μυθιστόρημα της επιστημονικής φαντασίας O Πόλεμος των κόσμων (εκδ. Ψυχογιός). «Το Λονδίνο με ατένιζε σαν φάντασμα. Τα παράθυρα των άσπρων σπιτιών έμοιαζαν με τις άδειες κόγχες των ματιών νεκροκεφαλής. Παντού τριγύρω η φαντασία μου έβλεπε να κινούνται αόρατοι εχθροί» μονολογεί ο πρωταγωνιστής του H.G. Wells. Οι Αρειανοί επιτέθηκαν στη Γη και το τίμημα ήταν 1 δισ. νεκροί. Είχαν, όμως, υπολογίζει χωρίς τον ξενοδόχο ή μάλλον ταν ξενιστή: Τα γήινα μικρόβια στα οποία εμείς έχουμε αναπτύξει ανοσία αποδείχτηκαν για εκείνους θανατηφόρα.
Η πανούκλα
Αν υπάρχει, όμως, ένα κείμενο που έρχεται πρώτο στο μυαλό όταν μιλάμε για μεταδοτικές ασθένειες, αυτό δεν είναι άλλο από την Πανούκλα (εκδ. Καστανιώτη) του Albert Camus. Ο Γάλλος συγγραφέας σκηνοθετεί τη δράση του στον Οράν, μία πόλη της Αλγερίας, όπου ξαφνικά εμφανίζεται επιδημία πανώλης. Οι δρόμοι κλείνουν, τα σύνορα σφραγίζονται, κανείς δεν μπαίνει ούτε βγαίνει, μονάχα όλοι περιμένουν υπομονετικά τι τους επιφυλάσσει η μοίρα.
Άλλοι προσπαθούν να ξεφύγουν, κάποιοι βρίσκουν ευκαιρία να εκμεταλλευτούν την κατάσταση, μερικοί δίνουν ακόμα και τη ζωή τους για να σώσουν τους συνανθρώπους τους. Όσο, λοιπόν, οι περισσότεροι στοιβάζονται ο ένας πάνω στον άλλο στα μπαρ προσπαθώντας να γευτούν μία γουλιά ζωής, ο γιατρός Rieux, ένας άνθρωπος του καθήκοντος, ανακαλύπτει εκείνο που, τελικά, είναι το πλέον σημαντικό. Μία αλήθεια την οποία καλό είναι να μην ξεχνάμε ποτέ ακόμα και στις μεγαλύτερες συμφορές που μπορεί να μας επιφυλάξει ο κορονοϊός: «Αυτό που μαθαίνουμε σε καιρούς που μαστίζονται από επιδημίες, είναι ότι υπάρχουν περισσότερα πράγματα στους ανθρώπους που σε κάνουν να τους θαυμάζεις παρά να τους απεχθάνεσαι». Ας κρατήσουμε, λοιπόν, αυτό και όχι τα δυστοπικά σενάρια καταστροφής. Χρειαζόμαστε, άλλωστε, όσο τίποτα μία ελπίδα.