Οι κινηματογραφικές μελωδίες του Μίκη Θεοδωράκη
Με αφορμή τα τρία χρόνια από τον θάνατο του μυθικού συνθέτη, θυμόμαστε τις κινηματογραφικές μουσικές του που έμειναν στην ιστορία.
- 2 ΣΕΠ 2024
Μαζί με το σπουδαίο του έργο και την τεράστια κληρονομιά που άφησε πίσω μετά το θάνατό του (στις 2 Σεπτεμβρίου του 2021), ο Μίκης Θεοδωράκης έγραψε κινηματογραφικές μουσικές από τη φυλακή και από την εξορία, μουσικές που έφτασαν ως τις Χρυσές Σφαίρες, για ταινίες που βραβεύτηκαν με Όσκαρ, μουσικές που χόρεψε ο Άντονι Κουίν και διασκεύασαν οι Beatles, που καθόρισαν έργα και φιλμογραφίες, μελωδίες που μπορούσαν να έχουν προέλθει από μια συμφωνική ορχήστρα ή από μια πολυπαιγμένη κασέτα με 14 λεπτά ήχου.
Ένας κινηματογραφικός θρύλος πέραν όλων των άλλων πτυχών της προσωπικότητάς του, ο Θεοδωράκης κέρδισε για πρώτη φορά την προσοχή της διεθνούς κινηματογραφικής κοινότητας μερικά χρόνια πριν το Ζορμπά, όταν το Honeymoon Song επαναλαμβανόταν καθ’ όλη τη διάρκεια του Honeymoon του Μάικλ Πάουελ (1959). Ο μεγάλος σκηνοθέτης είχε μετακινηθεί στην Ισπανία και είχε συλλάβει την ταινία ελπίζοντας πως θα έκανε για το φλαμένκο ό,τι τα Κόκκινα Παπούτσια (το κλασικό αριστούργημα που είχε συν-σκηνοθετήσει με τον Έμερικ Πρεσμπέργκερ) για το μπαλέτο.
Το κομμάτι, πασίγνωστο εδώ ως Αν Θυμηθείς Τ’ Όνειρό Μου, διασκεύασαν αργότερα ακόμα και οι Beatles.
H εμβληματικότερη στιγμή της καριέρας του ήρθε το 1964 με τον Αλέξη Ζορμπά, αλλά και πριν από τη μνημειώδη εκείνη συνεργασία, είχε ήδη αφήσει το στίγμα του σε μια ιδιαίτερα ανθηρή περίοδο για το ελληνικό σινεμά και τους ανθρώπους του ελληνικού σινεμά. Συνέθεσε τη μουσική για τη Φαίδρα (1961) του Ζιλ Ντασέν με τη Μελίνα Μερκούρη και τον Άντονι Πέρκινς, καθώς και για την Ηλέκτρα (1962) του Κακογιάννη, σκηνοθέτη με τον οποίο απόλαυσε μια από τις πιο διαρκώς ανταποδοτικές συνεργασίες της καριέρας του.
O χορός του Ζορμπά τον είδε να φτάνει υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα και Γκράμι, την ώρα που η ταινία κάνει σπουδαία εμφάνιση στα Όσκαρ. Ο χορός του Άντονι Κουίν παραμένει μέχρι και σήμερα μια από τις πιο δυνατές, παγκόσμιες εικόνες της 7ης τέχνης, την ώρα που το διάσημο εκείνο συρτάκι ακούγεται και χορεύεται ακόμα μέχρι σήμερα, 56 χρόνια αργότερα, σα να γράφτηκε χτες.
Η διεθνής επιτυχία κάνει τον Θεοδωράκη γνωστό στο εξωτερικό, όπου το μουσικό αυτό μοτίβο μάλλον παραμένει το πιο άμεσα αναγνωρίσιμο κομμάτι του. Όμως συνεχίζει καθ’ όλη τη διάρκεια των ‘60s να δουλεύει παράγοντας μερικά από τα σπουδαιότερα έργα του ακόμα και σε κατάσταση πολιορκίας. Η μουσική του Θεοδωράκη ήταν πάντα άρρηκτα συνδεδεμένη με την πολιτική διάσταση της, και το ίδιο συμβαίνει και με τις δουλειές του στο σινεμά.
Το 1969, όσο βρισκόταν ακόμα σε εξορία, ο Θεοδωράκης καταφέρνει να έρθει σε επικοινωνία με τον Κώστα Γαβρά για τη μουσική επένδυση του μετέπειτα θρυλικού πολιτικού θρίλερ Ζ, για τη δολοφονία του Λαμπράκη. Η πλούσια, μανιασμένη, λεπτομερής παλέτα των ήχων του Θεοδωράκη ντύνει ιδανικά το φιλμ, το οποίο γνωρίζει τεράστια διεθνή αναγνώριση, κερδίζοντας δύο Όσκαρ. Ο ίδιος προτείνεται για BAFTA Μουσικής και το σάουντρακ γνωρίζει μεγάλη επιτυχία, έχοντας φτιαχτεί μέσα από παλιότερες μελωδίες του Θεοδωράκη, μελοποιημένα ποιήματα, και πειραγμένες μουσικές του.
Το 1972 η Κατάσταση Πολιορκίας του Κώστα Γαβρά φιλοξενεί συνθέσεις και ιδέες που σύντομα ο Θεοδωράκης θα τελειοποιούσε στο μεγαλόπνοο Canto General.
Ένας ακόμα μεγάλος σκηνοθέτης με τον οποίο συνεργάστηκε ο Θεοδωράκης ήταν ο Σίντεϊ Λιούμετ για το Σέρπικο (1973) με τον Αλ Πατσίνο. Όπως θυμάται ο ίδιος ο Λιούμετ, αναζήτησε τον Θεοδωράκη, που είχε πρόσφατα φύγει από την Ελλάδα, ακριβώς λόγω των αγώνων του και του στάτους του στην ευρωπαϊκή καλλιτεχνική ελίτ ως «στιβαρού αριστερού». Ο Θεοδωράκης, εν μέσω μιας μεγάλης περιοδείας στις ΗΠΑ, έδωσε στον Λιούμετ 14 λεπτά μουσικής τα οποία έντυσαν τη σπουδαία ταινία. Και πάλι, βρέθηκε υποψήφιος για BAFTA και Grammy για τη δουλειά του.
Με τον Κακογιάννη, για τον οποίον είχε συνθέσει και τις Τρωάδες (1971), θα δούλευε και στην Ιφιγένεια (1977), ενώ για τον Ντασέν συνέθεσε και τη Δοκιμή (1974) για την αντίσταση του Πολυτεχνείου. Το 1980 έγραψε τη μουσική του κλασικού πολιτικού φιλμ Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο του Νίκου Τζήμα, για τις τελευταίες μέρες του Μπελογιάννη. Μια καριέρα γεμάτη μουσικές αδιαπραγμάτευτα εθνικού και πολιτικού χαρακτήρα, γραμμένες υπό τις πιο δυσμενείς συνθήκες, αλλά ικανές να ταξιδέψουν σε κάθε άκρη του πλανήτη, να ντύσουν κλασικά φιλμ από την Ευρώπη ως το Χόλιγουντ, κερδίζοντας διακρίσεις και παραμένοντας εμβληματικές συνθέσεις ως και σήμερα. Οι κινηματογραφικές νότες του Μίκη Θεοδωράκη ήταν και θα είναι για πάντα, πανίσχυρες εικόνες από μόνες τους.
Ο Σίντνεϊ Λιούμετ για τον Μίκη και τα 14 λεπτά μουσικής του Σέρπικο
Μια από τις πιο ξεχωριστές κινηματογραφικές δουλειές του Θεοδωράκη ήταν με τον θρυλικό Σίντνεϊ Λιούμετ για την κλασική ταινία του 1973. Ο Λιούμετ μίλησε εκτενώς για το παρασκήνιο της συνεργασίας και για τον Έλληνα συνθέτη, μετά από μια προβολή του Σέρπικο τον Οκτώβριο του 2005 στο Museum of the Moving Image στη Νέα Υόρκη. Αυτό είναι ένα απόσπασμα από τη συνομιλία που ακολούθησε.
«Είχαμε μια τέλεια συνεργασία στην ταινία [σσ. με τον παραγωγό Ντίνο Ντε Λαουρέντις] μέχρι όταν την τελείωσα. Μετά εγώ δεν ήθελα μουσική στην ταινία. Και τότε δεν είχα το τελικό cut. Ο Ντίνο ήθελε μουσική, και ήξερα πως αν δεν έκανα εγώ κάτι για αυτό, θα πήγαινε την ταινία πίσω στην Ιταλία και ο Νίνο Ρότα θα άπλωνε πάνω της μια μουσική σαν ταπετσαρία. [γελάει]
Ανακάλυψα τότε τυχαία πως ένας θαυμάσιος συνθέτης και σπουδαίος πολιτικός ακτιβιστής που λεγόταν Μίκης Θεοδωράκης, ένας Έλληνας συνθέτης, είχε μόλις αποφυλακιστεί. Η Ελληνική κυβέρνηση εκείνη την περίοδο ήταν βασικά μια φασιστική κυβέρνηση, και ο Θεοδωράκης είχε κάνει φυλακή. Και σκέφτηκα τότε, τι διάβολο, θα χρειάζεται τα λεφτά! Τον βρήκα στο Παρίσι, 24 ώρες αφού ελευθερώθηκε. Έφυγε από την Ελλάδα κατευθείαν. Και του είπα την αλήθεια, του είπα, «Mikis, δε νομίζω πως η ταινία χρειάζεται μουσική, αλλά τρέμω τι θα συμβεί αν δεν βάλω καθόλου, επειδή τότε θα βάλει ο Ντίνο. Και σκέφτηκα πως μπορεί να είναι φανταστικό αυτό και για σένα γιατί μπορείς να ορθοποδήσεις με αυτά τα $75,000».
Έφτασε στη Νέα Υόρκη την επόμενη μέρα. Το αεροπλάνο του είχε καθυστέρηση, τον περίμενα στην Technicolor, στο δωμάτιο προβολής. Έφτασε στις 2 το βράδυ και βάλαμε την ταινία. Τη λάτρεψε. Μου είπε, «Έχεις απόλυτο δίκιο, δεν χρειάζεται μουσική… ωστόσο…» Και κάνει μια κίνηση και βγάζει από την τσέπη του μια κασέτα. Είπε, «πριν πολλά χρόνια, έγραψα ένα μικρό πράγμα που μπορεί να είναι σωστό για την ταινία». Λέω, «α, σπουδαία, σπουδαία». Μου λέει,
«Αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα. Δεν περίμενα αυτή την ταινία, και έχω κανονίσει μια περιοδεία στην Αμερική με μια μικρή Ελληνική ορχήστρα, και θα λείπουμε για 4 μήνες. Οπότε δε θα μπορώ να είμαι μαζί σου στο μοντάζ.» Με άλλα λόγια, μου έλεγε πως- αυτό ήταν. [γελάει] Και το βρήκα γοητευτικό, και του είπα, «Έχω ένα υπέροχο τζαζ πιανίστα εδώ, τον Μπομπ Τζέιμς, που θα ήταν τιμή του να δουλέψει μαζί σου. Οπότε μπορώ να κάνω το μοντάζ μαζί του και όσο για τη σύνθεση, ο Ντίνο με χαρά θα βάλει τον Μπομπ σε ένα αεροπλάνο για να έρθει σε όποια πόλη είσαι με τη μπάντα σου για να δείτε μαζί. Θα σου παίξει τις συνθέσεις και…»
Έτσι το δουλέψαμε. Ο λόγος που ήθελα τόσο πολύ τον Θεοδωράκη ήταν ότι είχε ήδη συνεργαστεί εκπληκτικά με τον Ζιλ Ντασέν. Και ήξερα πως τον έβλεπαν με καμάρι στην Ευρώπη, ένας στιβαρός αριστερός, είχε υποστεί φυλάκιση. Και ήξερα πως ο Ντίνο Ντε Λαουρέντις θα το θεωρούσε τιμή του να κάνει ο Θεοδωράκης την ταινία. Κι όπως βλέπετε, υπάρχουν 14 λεπτά μουσικής σε όλη την ταινία».