Κοίτα μαμά, χωρίς να τρώω (σχεδόν) τίποτα
- 9 ΣΕΠ 2015
Διαβάζοντας τον τίτλο είμαι σίγουρος ότι σκέφτηκες πως δεν πρωτοτυπώ ιδιαίτερα, παραδεχόμενος ότι ως παιδί δεν έτρωγα αρκετά φαγητά. Σιγά το νέο, τα περισσότερα παιδιά δεν αγαπάνε ιδιαίτερα τις σαλάτες, τα ψάρια και γενικά οτιδήποτε υγιεινό, δεν πρόκειται και για κανένα μυστικό.
Δεν είναι φυσικά ότι δεν μου άρεσε η πίτσα, δεν είμαι πια και τόσο παράξενος. Απλά, δεν ήθελα να τη δοκιμάσω και είχα πείσει τον εαυτό μου ότι αποκλείεται να μου αρέσει. Βασικά τώρα που το σκέφτομαι, ήμουν ακόμα πιο παράξενος. Θυμάμαι χαρακτηριστικά να πηγαίνουμε οικογενειακά για φαγητό σε γνωστή αλυσίδα που φημίζεται για την πίτσα της κι εγώ να επιλέγω μακαρόνια. Σε ακούω που γελάς, όμως πολύ καλά κάνεις, συνέχισε.
Γενικά όσο θυμάμαι τον εαυτό μου έχω την εντύπωση πως μέχρι κάποια ηλικία τρεφόμουν μόνο με μακαρόνια, δεχόμενος να κάνω εξαιρέσεις για ελάχιστα και φυσικά επιλεγμένα φαγητά. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Τα πρώτα χρόνια: Τρώγοντας μόνο τα απαραίτητα
Όπως κατάλαβες κι από την αναφορά μου σχετικά με την πίτσα, τα πρώτα 10 χρόνια της ζωής μου ήταν πολύ δύσκολα σε ότι έχει να κάνει με το φαγητό. Για μένα, τους γονείς μου, τους γονείς των φίλων μου και γενικά για όποιον έπρεπε να ταΐσει τον μικρό, μίζερο Κωνσταντίνο.
Οτιδήποτε πράσινο, οτιδήποτε ασυνήθιστο και φυσικά οτιδήποτε μύριζε ή έμοιαζε έστω και λίγο παράξενο, ήταν για μένα απαγορευμένος καρπός. Προφανώς το κριτήριό μου δεν ήταν γευστικό. Σιγά μην έμπαινα στον κόπο να δοκιμάσω κάτι καινούριο. Τι ήμουν, κανένας λιλιπούτειος γευσιγνώστης; Προδίκαζα πως δεν θα μου αρέσει ό,τι δεν μου γέμιζε το μάτι και καθάριζα.
Ζυμαρικά (εκτός της απαγορευμένης πίτσας φυσικά), κρεατικά και πιθανότατα γλυκά. Με αυτά έφτασα μέχρι τα 10 μου χρόνια και αποτελεί πραγματικό θαύμα το γεγονός ότι ήμουν αδύνατος και ψήλωνα κανονικά. Σαλάτες, ψάρια, γάλα, όσπρια και οι υπόλοιπες τροφές που προσφέρουν στον οργανισμό τα απαραίτητα για να, εχμμ, ζήσει, είχαν μπει στη μαύρη λίστα. Από μακριά κι αγαπημένοι.
Οι πρώτες υποχωρήσεις: Πίτσα καλωσόρισες στη ζωή μου
Αφού έκλεισα μια δεκαετία με λίγα και καλά, οι επισκέψεις στα σπίτια φίλων μου είχαν αρχίσει πλέον να πυκνώνουν και οι γονείς μου αποφάσισαν πως δεν μπορούν να βγάζουν άλλο τα κάστανα από τη φωτιά για λογαριασμό μου.
Αν δεν μου άρεσε το φαγητό που μου προσέφεραν, μπορούσα απλά να μείνω νηστικός. Επειδή όμως ήμουν (και παραμένω) ντροπαλό παιδί, δυσκολευόμουν να εξηγήσω σε ξένους ανθρώπους πως δεν τρώω σχεδόν τίποτα, απλά και μόνο επειδή δεν καταδέχομαι να το δοκιμάσω κι έτσι ήρθαν οι πρώτοι συμβιβασμοί.
Επειδή κατά βάθος ήμουν ένα φυσιολογικό παιδί και διέθετα κανονικά την αίσθηση της γεύσης, η πίτσα προφανώς και μου άρεσε πάρα πολύ κι έτσι προστέθηκε με συνοπτικές διαδικασίες στο κλειστό κλαμπ των τροφών που παίρνουν το πράσινο φως για να βρεθούν στο τραπέζι μου.
Ταυτόχρονα όμως, λειτούργησε και σαν δούρειος ίππος, φέρνοντας μαζί της και μερικά ακόμα “απαγορευμένα” φαγητά. Βλέπεις ο μικρός Κωνσταντίνος σκέφτηκε πως “αφού τόσα χρόνια δεν έτρωγα πίτσα και τελικά μου αρέσει τόσο, σίγουρα θα υπάρχουν κι άλλα πράγματα που χάνω επειδή δεν τα έχω δοκιμάσει ποτέ”.
Έτσι, άνοιξα τους ορίζοντές μου, προσθέτοντας στο μενού μου κάποια ψάρια αλλά και μερικά όσπρια. Όχι όλα φυσικά. Στο μπαρμπούνι και την τσιπούρα λέμε ναι, σχεδόν σε όλα τα υπόλοιπα όχι. Στις φακές λέμε ναι, στη φασολάδα λέμε “με τίποτα”. Μην ψάχνεις να βρεις μια λογική εξήγηση. Μάλλον δεν μπορούσα να ρίξω τόσο τον εγωισμό μου, κάμπτοντας όλες μου τις αντιστάσεις με τη μια. Ήθελα το χρόνο μου.
Άλλωστε κι οι ορίζοντές μου άνοιξαν, αλλά δεν έφτασαν μέχρι τέλους. Πρασινάδες, ντομάτες και λοιπά ζαρζαβατικά εξακολουθούσαν να είναι απαγορευμένα.
Η εφηβεία: Έπεσε το οχυρό “ντομάτα”
Οι επόμενες υποχωρήσεις άργησαν και πάλι μερικά χρόνια. Έτσι κι αλλιώς έτρωγα πίτσα, δεν χρειαζόμουν τίποτα άλλο. Η μητέρα μου όμως, βλέποντας πως έχω ρίξει πια νερό στο κρασί μου, έσπευσε να εκμεταλλευτεί τις αδυναμίες μου με έναν μεγάλο στόχο: να μάθω να τρώω σαλάτα.
Για την ακρίβεια, εκμεταλλεύτηκε τη μεγαλύτερη αδυναμία μου, που δεν είναι άλλη από την λατρεία που τρέφω προς τη φέτα. Η πρότασή της να δοκιμάσω ντομάτα με λίγη φέτα, αρχικά με βρήκε κάθετα αντίθετο. Αλλά είπαμε, δεν ήμουν πια το κακομαθημένο, μίζερο παιδί που δεν δοκίμαζε τίποτα. Έπειτα από μερικές προσπάθειες τα είχε καταφέρει.
Αυτό ήταν. Αφού δέχτηκα να φάω ντομάτα και μου άρεσε, πλέον δεν με φόβιζε τίποτα. Τη ντομάτα διαδέχτηκε το μαρούλι, το μαρούλι το αγγούρι και κάθε φορά που δοκίμαζα κάτι καινούριο είχα το ύφος ενός ατρόμητου κομάντο που παραμερίζει όλο θάρρος τους φόβους του. Στην πραγματικότητα, το μόνο που έκανα ήταν να βάζω στο στόμα μου μια απειροελάχιστη ποσότητα λαχανικού, την οποία έτρωγα κλείνοντας τα μάτια, όσο πιο αργά μπορούσα. Αλλά δεν πειράζει, σημασία έχει ότι ένιωθα κομάντο.
Βέβαια δεν υποχώρησα σε όλα, διατήρησα κι εγώ σαν άλλος Τσίπρας τις κόκκινες γραμμές μου. Μπάμιες, φασολάδα, πιπεριές, φάβα και πολλά ακόμα εξακολουθούσαν να βρίσκονται στη μαύρη λίστα. Βρισκόμουν όμως κοντά στο να θεωρηθώ φυσιολογικός, οι παραξενιές μου είχαν μειωθεί στα επίπεδα του μέσου ανθρώπου, εδώ έτρωγα ντομάτες γεμιστές και αγγουροσαλάτα, τι συζητάμε τώρα.
Το σήμερα: Με λένε Κωνσταντίνο και τρώω σχεδόν τα πάντα
Φτάνουμε αισίως στο σήμερα. Ένα σήμερα το οποίο ο 9χρονος Κωνσταντίνος δεν πίστευε ποτέ ότι θα ζήσει. Ένα σήμερα που περιλαμβάνει ψητές μελιτζάνες, γεμιστές πιπεριές, φάβα, μελιτζανοσαλάτα, φούσκες και πολλά ακόμα ανδραγαθήματα.
Κάποτε έβλεπα τα παντζάρια και γελούσα, απορώντας με αυτούς που επιλέγουν συνειδητά να τα παραγγείλουν, να τα φάνε και να τα πληρώσουν κιόλας. Πλέον, έχω υπάρξει ένας από αυτούς που κορόιδευα και δεν το μετανιώνω καθόλου.
Ακόμη υπάρχουν φαγητά που δεν τρώω, όμως η μεγάλη διαφορά με το παρελθόν είναι πως πλέον δεν φοβάμαι να τα δοκιμάσω, όσο αποκρουστικά κι αν είναι στο μάτι, όσο περίεργα κι αν μυρίζουν.
Παρά το γεγονός πως πέρασα αρκετά χρόνια μακριά από σαλάτες, ψάρια και όσπρια, κατάφερα να μεγαλώσω κανονικά, με ένα φυσιολογικό βάρος κι ένα ικανοποιητικό ύψος. Στερήθηκα όμως νόστιμα φαγητά λόγω πείσματος, κάτι που ως λάτρης πλέον του φαγητού, δεν ξέρω αν θα μου το συγχωρήσω ποτέ.