ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Κώστα Φασουλόπουλε, γιατί φοβόμαστε την pulp λογοτεχνία;

Μία συζήτηση με τον 38χρονο συγγραφέα για όσα γράφει, όσα διαβάζει, για τη σοβαροφάνεια που σκοτώνει την αστυνομική λογοτεχνία, για τη διαφορά ανάμεσα το cult και το trash, αλλά και για την ελληνική πραγματικότητα που δίνει πολύ ψωμί στο crime fiction.
Τον γνωρίσαμε μέσα από μία απρόσμενη underground επιτυχία στον χώρο της αστυνομικής λογοτεχνίας: Ο Εξευγενισμός (εκδ. Εύμαρος) εμφανίστηκε τελείως ξαφνικά, μίλησε για το σοβαρό ζήτημα του gentrification στο κέντρο της Αθήνας, πήγε πολύ καλύτερα από τις προβλέψεις και κατάφερε -πράγμα καθόλου εύκολο- να μεταφραστεί και στα Γαλλικά.

Τώρα, ο Κώστας Φασουλόπουλος αποφάσισε να κάνει κάτι τελείως διαφορετικό, αφού αντί για μυθιστόρημα έγραψε τρεις σύντομες νουβέλες, αντί για κεντρικό ήρωα έναν αστυνομικό επέλεξε τύπους που ζουν στις παρυφές της νομιμότητας, και αντί για το κέντρο της Αθήνας έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο στα Δωδεκάνησα. (Βέβαια, η τεράστια αγάπη και οι αναλυτικές περιγραφές για τα δίτροχα και τετράτροχα θαύματα της αυτοκίνησης είναι πάντα εκεί).

Η πιο μεγάλη όμως αλλαγή έχει να κάνει με το ύφος του συγγραφέα και μέλους της ΕΛΣΑΛ: Το Τρεις μύγες σε κόκκινο βελούδο (εκδ. Αλεξάνδρεια) ανήκει ξεκάθαρα και χωρίς περιστροφές σε αυτό που ονομάζουμε pulp λογοτεχνία.

Ναι, τα εγκλήματα βρίσκονται και πάλι σε πρώτο πλάνο, η αίσθηση όμως είναι πολύ πιο σκοτεινή (χωρίς να λείπει το μαύρο χιούμορ), πολύ πιο λούμπεν, αγγίζοντας την αισθητική των b-movies. Θα μπορούσε, δηλαδή, να είναι ένα βίαιο κόμικ ή μία ξεχασμένη βιντεοκασέτα κάποιου συνοικιακού βίντεο κλαμπ.

Τι όμως έχει να πει ο 38χρονος συγγραφέας που εργάζεται στον χώρο της ναυτιλίας για όσα γράφει, όσα διαβάζει, όσα παρακολουθεί στην οθόνη αλλά και για όσα βαριέται φριχτά;


Τι θα έπρεπε να σου δώσει ένας εκδότης για να παρατήσεις την καθημερινή σου δουλειά;

Δύο εκατομμύρια δολάρια και την εγγύηση ότι θα εκδίδω τις ιστορίες που γράφω, χωρίς σοβαρές επεμβάσεις και αλλαγές. Μέχρι τώρα, οι εκδότες που έχω συνεργαστεί μου έχουν εξασφαλίσει το δεύτερο. Το πρώτο ακόμα το παζαρεύουν. 

Αστυνομικό μυθιστόρημα χωρίς αστυνομικούς γίνεται;

Ο όρος «αστυνομικό μυθιστόρημα» είναι από μόνος του καταχρηστικός. Οι Αγγλοσάξονες αναφέρονται στο είδος ως “crime fiction”, όπου είναι σύνηθες και ενδιαφέρον οι πρωταγωνιστές να μην είναι αστυνομικοί, αλλά παράνομοι, ή καθημερινοί άνθρωποι. 

Η Patricia Highsmith, ο Donald Westlake κι ο Jim Thompson έχουν γράψει εξαιρετικές ιστορίες με αμφιλεγόμενους, περιθωριακούς πρωταγωνιστές και σε αυτά τα χνάρια προσπάθησα κι εγώ να βαδίσω. 

Στο Εξευγενισμός πρωταγωνιστούσαν οι κομπίνες του gentrification, στο νέο βιβλίο βλέπουμε περισσότερο λούμπεν ήρωες και καταστάσεις. Τι να περιμένουμε μετά;

Ο Εξευγενισμός είχε μια συμβατική φόρμα, όπου ο αστυνομικός ερευνούσε μια δολοφονία, για να καταλήξει σε συνωμοσίες από ακροδεξιούς και μεγαλομεσίτες. Στο καινούριο βιβλίο πειραματίστηκα με διαφορετικούς ήρωες, πιο περιθωριακούς, ή πιο καθημερινούς (όπως ο κουρέας της δεύτερης ιστορίας), αλλά και με αφήγηση στο πρώτο πρόσωπο (στην τρίτη ιστορία που εξελίσσεται στη Λέρο). Αυτή την εποχή οργανώνω τις σημειώσεις μου για μια ένα ερωτικό θρίλερ με femme fatale, στα χνάρια του Double Indemnity. Είναι κάτι που δεν έχω κάνει στο παρελθόν και φαντάζει σα μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόκληση. 

Υπάρχει κι άλλο ζουμί για crime fiction στα Δωδεκάνησα ή το εξάντλησες σε δύο διηγήματα;

Η Ρόδος και (λιγότερο) η Λέρος είναι μέρη που γνωρίζω αρκετά καλά. Στη Ρόδο έχω περάσει περισσότερο από ένα χρόνο, είναι το αγαπημένο μου μέρος στην Ελλάδα και οι μόνιμοι κάτοικοι παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλομορφία: καλλιεργημένοι μεγαλοαστοί, νεόπλουτοι επιχειρηματίες, παράγοντες ερασιτεχνικού αθλητισμού, μεγαλοξενοδόχοι, αξιωματικοί και επαγγελματίες οπλίτες, κάγκουρες και αρχόντοι. 

Ο μπαχτσές έχει από όλα, δημιουργώντας έμπνευση για ενδιαφέροντες λογοτεχνικούς χαρακτήρες. Ναι, θα ήθελα να γράψω κι άλλες ιστορίες που εξελίσσονται στα Δωδεκάνησα. 

Για να γράψεις για τον «υπόκοσμο» πρέπει να τον έχεις γνωρίσει από πρώτο χέρι;

Με κάποιες εξαιρέσεις, οι συγγραφείς crime fiction γνωρίζουν τον υπόκοσμο από αφηγήσεις, από διάβασμα και από τον κινηματογράφο. Φυσικά, υπάρχουν ήρωες και καταστάσεις που βασίζονται στην πραγματικότητα: Ο Mario Puzzo λέγεται ότι γνώριζε καλά τη Μαφία της Νέας Υόρκης, ενώ κι ο John Carpenter εμπνεύστηκε τον Snake Plissken από έναν περιθωριακό, που είχε ένα μεγάλο φίδι τατουάζ στον κορμό του (μάλιστα το έκανε να κινείται, σφίγγοντας το στήθος του όπως κάνουν οι body builders). 

Στην περίπτωσή μου, εμπνέομαι πολύ για τη δημιουργία ηρώων από μυθοπλασία στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, αλλά κι από την παρακολούθηση της δραστηριότητας και της δημόσιας εικόνας υπαρκτών προσώπων, όπως ο Γιώργος Τράγκας και ο Αλέξης Κούγιας. Και οι δύο είναι (ή ήταν) εξαιρετικά θεατρικοί και με αμφιλεγόμενο βιογραφικό, μακρύ σαν σεντόνι. 

Η σχέση σου με τον Donald Westlake ποια είναι;

Ο Donald Westlake είναι ένας δημιουργός που έχει ορίσει το crime fiction, με συνεπή παρουσία για πέντε δεκαετίες και έργα πολύ διαφορετικά μεταξύ τους: Έχει γράψει hard boiled ορόσημα, με πρωταγωνιστή τον κλέφτη Parker, χιουμοριστικά crime με πρωταγωνιστή τον Dortmunder, πορνογραφία με ψευδώνυμο (ναι, πορνογραφία), μυθιστορήματα με αυτοβιογραφικά στοιχεία (Αντίος Ζεχραζάντ, Εκδόσεις ΑΓΡΑ), crime fiction με κοινωνικοπολιτικό σχόλιο (The Ax) και γενικά ότι κατέβαζε ο νους του. 

Υπήρξε πραγματικός εργάτης του γραψίματος, πάντοτε σαρκαστικός και χιουμορίστας, ποτέ σοβαροφανής και δικαίως γνώρισε τεράστια επιτυχία στη χώρα του. Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι σκηνοθέτες όπως ο John Boorman, ο John Flynn και ο Κώστας Γαβράς μετέφεραν έργα του στη μεγάλη οθόνη. Είναι από τους αγαπημένους μου συγγραφείς, εξαιρετικά παραγνωρισμένος στην Ελλάδα και εύχομαι κάποτε να μεταφράσω βιβλία με τον Parker στη γλώσσα μας.

Γιατί φοβόμαστε την pulp λογοτεχνία τόσο πολύ στην Ελλάδα;

Γιατί ο χώρος του πολιτισμού στην Ελλάδα διακατέχεται από σοβαροφάνεια κι ανασφάλειες. Δες ην κινηματογραφική παραγωγή: Από τη μία πλευρά έχουμε αμιγώς εμπορικές δουλειές, με γνωστούς πρωταγωνιστές και ιδέες σιγουράντζες, για να κόψουν εισιτήρια τη σεζόν που παίζονται και να ξεχαστούν αμέσως μετά. Από την άλλη πλευρά, έχουμε αφηρημένο arthouse cinema, φτιαγμένο μονάχα για προβολή σε φεστιβάλ και αυτοθαυμασμό.

Στο ενδιάμεσο, δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα. Λες και οι παραγωγοί αδιαφορούν εντελώς για το κοινό που θέλει να ψυχαγωγηθεί με λαϊκό, αλλά όχι χυδαίο και φτηνό σινεμά. Το ίδιο συμβαίνει και με τη λογοτεχνία, ακόμα και με την αστυνομική λογοτεχνία. Εν έτει 2022 υπάρχουν αρκετοί στην Ελλάδα που θεωρούν το pulp ως ευτελές και παραλογοτεχνία. Προσωπικά, αν αποδίδεται στα γραπτά μου ο χαρακτηρισμός pulp θα το θεωρήσω μεγάλο παράσημο. 

Όταν γράφεις τι μουσική ακούς;

Heavy Metal, σχεδόν ολόκληρο το φάσμα του, τα τελευταία τριάντα χρόνια. Την τελευταία δεκαετία ακούω πολύ κινηματογραφική μουσική –ειδικά όταν γράφω– κυρίως έργα των Goblin. Tangerine Dream, John Carpenter, Franco Micalizzi και Lalo Schifrin. 

Τι πρεσβεύει ένα Tesla και τι μια καλοστημένη Lancia Fulvia HF από τα 70s για σένα;

Το Tesla και σχεδόν κάθε ηλεκτρικό αυτοκίνητο πρεσβεύει ένα αναπόφευκτο μέλλον. Φυσικά, είμαι υπέρ της μείωσης των ρύπων, όμως τα συγκεκριμένα οχήματα που φαίνονται υπερβολικά ουδέτερα και αποστειρωμένα. 

Μια Fulvia HF είναι ένα αυτοκίνητο, φτιαγμένο για ανθρώπους που τους αρέσουν τα αυτοκίνητα. Μικρή, κομψή, πανάκριβη στην εποχή της, με φοβερό αγωνιστικό παλμαρέ, είναι ένα αυτοκίνητο που αν είχα στην κατοχή μου, δύσκολα θα το αποχωριζόμουν, ακόμα κι αν έπρεπε να κάνω μεγάλες θυσίες. 


Αν έπρεπε να διαλέξεις δύο ταινίες από το ευρωπαϊκό crime cinema, ποιες θα ήταν αυτές;

Le Deuxieme Souffle, του Jean Pierre Melville και Milano Calibro 9, του Fernando Di Leo. 

Θα ‘θελες να δεις μια ιστορία σου στην τηλεόραση;

Θεωρώ ότι το Από τα Λέπιδα με Αγάπη που περιλαμβάνεται στις Μύγες είναι μια ιστορία που θα μπορούσε να αποτυπωθεί όμορφα στην τηλεόραση. 

Τι χωρίζει τις cult ιστορίες από την trash-ίλα τελικά;

Η cult ιστορίες μιλάνε σοβαρά και δουλεμένα για απλοϊκά, ή ακόμα και για ευτελή θέματα και τελικά δημιουργούν ατμόσφαιρα που συνεπαίρνει αυτόν που τις διαβάζει, ή τις παρακολουθεί σε μια οθόνη. Η trash-ίλα επιδιώκει τον πρόσκαιρο εντυπωσιασμό, με φτηνά, ρηχά κόλπα και αδούλευτα jumpscare.

Επειδή οι αυστηροί ορισμοί είναι για επιστήμονες, συγκρίνετε μια ταινία του Tarantino με μια του Russ Meyer, ή του Kinji Fukasaku με τις αντίστοιχες του Godfrey Ho και θα σας λυθούν όλες οι απορίες. 

Τι βαριέσαι τρομερά σε ένα βιβλίο;

Φλυαρίες, σοβαροφάνειες και υπερβολικά λυρικές αφηγήσεις. Ειδικά στο crime fiction, αυτά τα στοιχεία καταστρέφουν ένα βιβλίο. 

Και τι είναι εκείνο που ψάχνεις σαν αναγνώστης;

Συγγραφείς που γράφουν πρωτότυπα, αυτό που έχουν στο μυαλό τους και όχι αυτό που πιστεύουν ότι εγώ θέλω να διαβάσω. 

Η τωρινή κοινωνική-οικονομική-πολιτική κατάσταση δίνει τροφή για crime fiction;

Βεβαίως, και μια σύντομη επίσκεψη στην πρωινή ειδησιογραφία μπορεί να αποτελέσει εξαιρετική πηγή έμπνευσης. 

Exit mobile version