ΣΙΝΕΜΑ

Αν όχι τώρα, πότε; Το 14ωρο ‘La Flor’ είναι ένα κινηματογραφικό σύμπαν σε επιτάχυνση

Μια από τις σημαντικότερες ταινίες της περασμένης δεκαετίας, το 14ωρο αργεντίνικο 'La Flor', είναι σινεμά σε 6 επεισόδια: από μιούζικαλ δράμα και κατασκοπικές περιπέτειες, μέχρι b-movie φαντασίας.

«Πρέπει να επινοήσεις μια ιστορία. Δεν έχει σημασία το θέμα.»

Πρώτα, μια ιστορία φαντασίας, για μια καταραμένη μούμια και αποκλεισμένους επιστήμονες. Μετά, ένα μιούζικαλ δράμα. Το τρίτο είναι κατασκοπικό έπος πολλών προσώπων και timelines. Μετά, ποιος ξέρει τι θα γίνει.

***

Κάπου ανάμεσα στην 9η και την 10η ώρα του μεγαλειώδους «La Flor», ένας σκηνοθέτης συζητά απεγνωσμένος με το συνεργείο του, σε μια ταινία την οποία προσπαθεί μάταια να ολοκληρώσει. Βρίσκεται εν μέσω γυρισμάτων ενός μεγαλεπίβολου πρότζεκτ αλλά αισθάνεται παγιδευμένος στους κανόνες που έχει θέσει στον εαυτό του. Αντί για τις πρωταγωνίστριές του (που μπορεί και να είναι μάγισσες) προτιμά να κινηματογραφεί δέντρα, αφήνοντας το τοπίο να διαμορφώνει την ιστορία του πέρα από οτιδήποτε εκείνος θα είχε εξαρχής συλλαβει.

Ένας συνεργάτης του προτείνει μια νέα δομή, προκαλώντας τον να σπάσει την ταινία σε κομμάτια και να τη φτιάξει απ’την αρχή, μεταπηδώντας από το κάθε είδος στο επόμενο με τρόπο που το ένα να αποτελεί κάτι σαν απάντηση για το άλλο.

Πρώτα, εξηγεί, έχεις μια ιστορία φαντασίας. Μετά, ένα μιούζικαλ δράμα. Το τρίτο, του λέει, θα πρέπει να είναι κάτι ανάμεσα σε αυτά τα δύο. «Κάτι με ληστές τραπεζών ή απατεώνισες». Ή κάτι σαν μια κατασκοπική περιπέτεια. Μετά, το σινεμά θα πάρει το τιμόνι, το σινεμά θα τον οδηγήσει. Εκείνος πρέπει απλά να επινοήσει μια ιστορία. Δεν έχει σημασία το θέμα. Πρέπει να μελετήσει όμως ό,τι έχει προηγηθεί, να διαβάσει τους κλασικούς συγγραφείς, να κοιτάξει στο ίντερνετ, να βουτήξει στην παράδοση των μεγάλων αφηγήσεων, και να σκεφτεί μια ιστορία.

***

Μια δεκαετία ετοιμάζει το «La Flor» ο αργεντίνος Mariano Llinás, από τότε δηλαδή που ολοκλήρωσε την προηγούμενη ταινία του «Historias extraordinarias», μια επίσης πειραματικής διάθεσης αφηγηματική εξερεύνηση στην οποία πρωταγωνιστεί μάλιστα ο ίδιος. Δέκα χρόνια μετά, η εμφάνισή του στην οθόνη περιορίζεται σε δύο στιγμές στην 14ωρη διάρκεια του έργου του. Στη δεύτερη, ευχαριστεί το κοινό. Στην πρώτη, στην εναρκτήρια σκηνή, βρίσκεται μπροστά μας αποκαμωμένος, εξηγώντας μας τη δομή αυτού που πρόκειται να δούμε.

Το «La Flor» αποτελείται από 6 επεισόδια διαφορετικού ύφους, διάρκειας και δομής. Σε όλα (πλην ενός) πρωταγωνιστούν οι ίδιες 4 ηθοποιοί, σε άλλους κάθε φορά ρόλους. Όλα ανήκουν σε διαφορετικό κινηματογραφικό είδος.

Το πρώτο είναι ένα b-movie φαντασίας «από αυτά που κάποτε οι αμερικάνοι έκαναν με κλειστά τα μάτια αλλά τώρα πια δε μπορούν να γυρίσουν», με μια απειλητική μούμια σαν αρχαία κατάρα. Το δεύτερο, ένα μιούζικαλ δράμα που διατηρεί μεγάλο μέρος της ελαφρότητας και του χιούμορ του πρώτου, κυρίως μέσα από ένα b-story που εμπλέκει ένα μυστηριώδες καλτ αθανασίας(;!). Το τρίτο, και μεγαλύτερο όλων, είναι ένα κατασκοπικό δράμα εποχής με τα δικά του ξεχωριστά κεφάλαια, με τεράστια flashbacks στις ιστορίες προέλευσης της κάθε κατασκόπου, που ο Tarantino θα έβλεπε και θα έτριβε τα χέρια του. Το τέταρτο είναι αυτό με το οποίο ανοίξαμε το κείμενο: μια meta παρέλαση ιδεών, για έναν σκηνοθέτη που προσπαθεί να ολοκληρώσει μια φιλόδοξη ταινία με 4 ηθοποιούς την ώρα που ένας άντρας διεξάγει μια έρευνα που μας κάνει να αναρωτιόμαστε τι είναι μυθοπλασία, τι είναι πραγματικότητα, και τι -τελικά- σημασία έχει.

Κανένα από τα 4 πρώτα επεισόδια δεν ολοκληρώνεται ποτέ.

Όλα κομμένα σε νευραλγικό σημείο της πλοκής τους, σαν μια επαναλαμβανόμενη άκυρη εκκίνηση, σαν ένα διαρκώς μεταλασσόμενο πρότζεκτ που ξεγλιστρά από τα χέρια του δημιουργού του.

Το πέμπτο επεισόδιο έχει αρχή και τέλος αλλά δεν έχει τις 4 πρωταγωνίστριες, και είναι ριμέικ του «Εκδρομή στην Εξοχή» του 1936, μια ταινία της οποίας τα γυρίσματα δεν ολοκλήρωσε ο ίδιος ο σκηνοθέτης Jean Renoir.

Το έκτο και τελευταίο επεισόδιο δεν έχει αρχή, αλλά έχει τέλος. Μέσα από μια αφηρημένη τελική πράξη και με τα πρόσωπα των ηρωίδων θολά, ο Llinás θα μπορούσε να έχει γράψει το τέλος όσων ιστοριών δεν κατάφερε να ολοκληρώσει, ταινιών που απλώς ξεκίνησαν ή που δεν γράφτηκαν ποτέ.

***

Ο Llinás γνώρισε τη θεατρική ομάδα Piel de Lava το 2005 μετά από μια θεατρική τους παράσταση και το 2009 ξεκίνησαν τη συνεργασία τους. Οι 4 ηθοποιοί της ομάδας (Elisa Carricajo, Valeria Correa, Pilar Gamboa, Laura Paredes) πρωταγωνίστησαν σε κάθε ένα από τα κεφάλαια-επεισόδια του «La Flor», τα οποία γυρίζονταν με χρονολογική σειρά.

Από επεισόδιο σε επεισόδιο τις βλέπουμε να μεγαλώνουν, να αλλάζουν, να γερνάνε- ακόμα και να μένουν έγκυες. Ο χρόνος που περνά χαράζει πάνω τους ολόκληρες μυθολογίες και σημεία (αυτο)αναφοράς για το σύνολο του πρότζεκτ. Ιστορία μετά την ιστορία, αποκτούμε διαφορετική, υποκειμενική σχέση ως θεατές με την κάθε ηθοποιό, με το τι περιμένουμε από την κάθε μία, με το πότε τη βλέπουμε σε κόντρα ρόλο, πότε μοιάζει παθιασμένη ή παραιτημένη ή αδιάφορη.

Είναι σαν ολοκληρη καριέρα σε fast-forward.

Το «La Flor» δεν είναι ούτε μια ταινία, ούτε 6 ταινίες, ούτε 5 μισές ταινίες κι ένα ριμέικ. Είναι αυτό ακριβώς, ένα ολόκληρο κινηματογραφικό σύμπαν σε επιτάχυνση. Ο Llinás επισκέπτεται το ένα είδος μετά το άλλο όχι για να σκηνοθετήσει κάποιο παστίς κομμάτι ή για να αποδώσει -μόνο- φόρο τιμής. Το φλερτ του με τα διάφορα είδη ξεπερνά την άσκηση ύφους και μοιάζει με αφοσιωμένη εξερεύνηση της αφήγησης μέσα από διαφορετικά θέματα και τεχνοτροπίες.

Τότε γιατί όμως νιώθουμε σαν τα πάντα να ανήκουν μαζί; Επειδή το σινεμά είναι ένα, και έχει πάντα τον έλεγχο.

Επειδή ο Llinás αντιμετωπίζει το σινεμά με τον τρόπο που θα αντιμετώπιζε έναν πύραυλο της NASA ένα τρίχρονο παιδάκι αν είχε γνώσεις μηχανικού- επιδεικνύοντας συγκλονιστικό έλεγχο φόρμας και αφήγησης, ξεβιδώνει τα πάντα, τα απλώνει προσεκτικά στο πάτωμα, και τα επανασυναρμολογεί με κάθε πιθανό τρόπο. Είναι (όλο) το σινεμά, μπροστά στα μάτια μας.

«Πρέπει να επινοήσεις μια ιστορία. Δεν έχει σημασία το θέμα». Πράγματι.

*Το ‘La Flor’ είναι διαθέσιμο με διάφορους τρόπους. Για παράδειγμα στην Αμερική διατίθεται μέσω streaming ενώ η εταιρεία παραγωγής El Pampero Cine ξεκίνησε να το διαθέτει δωρεάν στις υπόλοιπες χώρες στο YouTube, δυστυχώς προς το παρόν χωρίς υπότιτλους.

*Το κείμενο γράφτηκε αρχικά το Νοέμβριο του ’18 για το περιοδικό Πρώτο Πλάνο, με αφορμή την προβολή της ταινίας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

***

Δέκα χρόνια μετά το τέλος του ‘Lost’, η ομάδα του POP για τις Δύσκολες Ώρες επιστρέφει στο Νησί. Με καλεσμένο τον υπερφανατικό Lostάκια και υπάλληλο της Dharma Initiative, Θέμη Καίσαρη, αναλύουμε τα κυριότερα σημεία της 5ης σεζόν και εξετάζουμε τη σοβαρή πιθανότητα να είναι κρυφά η καλύτερη σεζόν της σειράς-φαινόμενο.