Φεστιβάλ Λοκάρνο: Μάγισσες, εκδίκηση και μεταφυσικές αλληγορίες
Τρεις σκηνοθέτες που βραβεύτηκαν στο Λοκάρνο μιλούν στο OneMan για τις ταινίες τους και για τη σχέση τους με το σινεμά είδους.
- 23 ΑΥΓ 2021
Μια παραμυθένια κωμόπολη, ένα τεράστιο open air σινεμά, το Beckett, ο Gaspar Noe κι ο Terminator. Μικρές ανταποκρίσεις από ένα μεγάλο Φεστιβάλ.
***
Μια αισθηματική περιπέτεια πολεμικών τεχνών με φόντο μια χώρα σε ακινησία. Ένα θρίλερ μαγισσών στο σήμερα, πάνω στην εκδίκηση και το legacy. Μια μεταφυσική κοινωνική αλληγορία στην Ελλάδα μέσα από τα μάτια ενός κοριτσιού στο περιθώριο της κοινωνίας.
Τρεις βραβευμένες ταινίες στο φετινό Φεστιβάλ του Λοκάρνο χρησιμοποιούν το σινεμά είδους ώστε να αγγίξουν βαθύτερες, προσωπικές και πολιτικές αφηγήσεις. (Μία εξ αυτών, Ελληνική. To Ελληνικό σινεμά, εξάλλου, συνεχίζει να κερδίζει.)
Ήταν ένα ενδιαφέρον εγχείρημα το φετινό Λοκάρνο, όπως γράφαμε κατά τη διάρκεια της διοργάνωσης από την Ελβετία, μια προσπάθεια να έρθει κοντά το avant-garde σινεμά που ανέκαθεν χαρακτήριζε το συγκεκριμένο Φεστιβάλ, με πιο mainstream παραγωγές που όμως έχουν γράψει την ιστορία τους στην πορεία του στουντιακού σινεμά. Συνολικά δεν ήταν το πλουσιότερο πρόγραμμα που έχουμε δει, και σε μεγάλο βαθμό αυτό έχει να κάνει με την κρίση της τελευταίας διετίας που οπωσδήποτε έπληξε την παραγωγή- ειδικά στο ανεξάρτητο επίπεδο.
Όμως ακόμα κι έτσι, τόσο ως πρόθεση, αλλά και ως τελικό αποτέλεσμα, έχει κανείς πολλά να πάρει από το φετινό Λοκάρνο. Περί πρόθεσης και περί mission statement τα γράφαμε σε προηγούμενο report. Όσο για τα περί αποτελέσματος;
Φεστιβάλ Λοκάρνο: Τα μεγάλα βραβεία
Τα βραβεία ανέδειξαν όντως τις καλύτερες ταινίες του φετινού προγράμματος, ανάμεσα στις οποίες πολλές νέες φωνές ή κάποιες ακατηγοριοποίητες δουλειές που έχουν πολύ να ωφεληθούν από ένα μεγάλο βραβείο. Η Χρυσή Λεοπάρδαλη του Λοκάρνο πήγε στο Ινδονησιακό διαμάντι Vengeance Is Men, All Others Pay Cash, για το οποίο έχουμε ήδη μιλήσει και το οποίο ελπίζουμε να έρθει στα μέρη μας, είτε στις Νύχτες Πρεμιέρας είτε στη Θεσσαλονίκη.
Το βραβείο Σκηνοθεσίας πήρε ο σπουδαίος Abel Ferrara για το θρίλερ Zeros and Ones με τον Ethan Hawke, το οποίο δυστυχώς προβλήθηκε αφότου είχαμε αποχωρήσει από την Ελβετία- αλλά λόγω αναγνώρισης ονομάτων είναι εκείνο που αναμφίβολα θα βρει το δρόμο του προς το κοινό.
Μεγάλο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζουν και τα δύο βραβεία για πρωτοεμφανιζόμενους σκηνοθέτες. Το βραβείο λοιπόν σκηνοθετικού ντεμπούτου πήγε στην Charlotte Colbert για το φεμινιστικό θρίλερ She Will, όπου μια μεγάλη ηθοποιός, ξεχασμένη πια από τον κόσμο και ύστερα από μια διπλή μαστεκτομή, ταξιδεύει σε μια απομονωμένη βίλα κάπου στην επαρχιακή Σκωτία προκειμένου να ξεπεράσει τον πόνο και να βρει εκ νέου τον εαυτό της. Εκεί, μαζί με τη νεαρή της νοσοκόμα, θα έρθουν σε επαφή με μυστηριώδεις δυνάμεις που κάνουν την εκδίκηση πραγματικότητα – αν και μόνο στα όνειρά της. Ίσως!
Μυστηριώδεις δυνάμεις συναντάμε και στο έτερο βραβευμένο ντεμπούτο, την Αγία Έμυ της Αρασέλης Λαιμού, που τιμήθηκε με Ειδική Μνεία για πρώτη σκηνοθετική δουλειά. Στην ταινία, οι αδερφές Έμυ και Τερέζα ζουν στην κλειστή τους καθολική κοινότητα Φιλιππινέζων στον Πειραιά, κι όταν η Τερέζα μείνει έγκυος, η Έμυ αρχίζει να ελκύεται από δυνάμεις που βρίσκονται μέσα της κι εκφράζονται με ολοένα και πιο σοκαριστικούς τρόπους. Και στα δύο αυτά φιλμ, αφηγήσεις απελευθέρωσης και χειραφέτησης εκφράζονται μέσα από σκληρές πινελιές του σινεμά του φανταστικού.
Σινεμά του φανταστικού ή κάτι παραπάνω
Μάλιστα, αν κάτι συνδέει όλες τις βραβευμένες ταινίες, είναι πως αποτελούν, πρωτίστως, ταινίες είδους. Η κάθε μία με τον τρόπο της μεν, αλλά όλες συνδέονται με είδη που συνήθως δεν συναντάμε στο πάνω-πάνω ράφι των φεστιβαλικών βραβεύσεων. Θα μπορούσε ίσως να πρόκειται για μια τάση;
Πρόσφατα γράφαμε για την απίστευτη περίπτωση του φετινού Χρυσού Φοίνικα των Καννών, το Titane της Julia Ducournau, άλλο ένα φιλμ τόσο αναπολογητικά βουτηγμένο στην ακρότητα και στη σημειολογία του genre, που ακόμα μοιάζει τρελό το ότι όντως πήρε το μεγαλύτερο βραβείο του παγκόσμιου φεστιβαλικού στερεώματος. Λίγους μήνες νωρίτερα στο Βερολίνο, ο ρουμάνος Radu Jude έπαιρνε τη Χρυσή Άρκτο με το Bad Luck Banging or Loony Porn (ας το πούμε για την ώρα, εχμ, Κακότυχο Γαμήσι ή Παλαβό Πορνό), μια ακατηγοριοποίητη ταινία-δοκίμιο για την εποχή που ζούμε αυτή τη στιγμή. Οπωσδήποτε όχι ένα φιλμ είδους, αλλά κοιτάζει την άμεση, τωρινή πραγματικότητα μέσα από μια τέτοια ακραία και αναρχική εστίαση, που μοιάζει τελικά σαν παραληρηματικό παραμύθι.
Οι βραβευμένοι σκηνοθέτες του Λοκάρνο μίλησαν στο OneMan για τις ταινίες τους και για τη σχέση τους με την κινηματογραφική παράδοση την οποία συνεχίζουν. Ζει όντως μια ιδιαίτερη στιγμή το σινεμά είδους ή πρόκειται για κάτι το συμπτωματικό; (Ολόκληρες οι συνεντεύξεις των σκηνοθετών θα δημοσιευτούν όταν οι ταινίες βρουν τον δρόμο τους προς Ελλάδα, είτε σε διανομή, είτε σε Φεστιβάλ, είτε σε streaming.)
Η Αγία Έμυ και η απεικόνιση του αίματος
«Μου άρεσε πολύ η ιδέα να έχει στοιχεία είδους η ταινία, αλλά επειδή έχει πολύ να κάνει με το αίμα η συγκεκριμένη ιστορία, μου άρεσε να δούμε το αίμα με έναν διαφορετικό τρόπο. Ενώ δηλαδή κάνει νεύμα σε ταινίες είδους, τελικά το αίμα συνδέεται πιο πολύ με μια περισσότερο γυναικεία εμπειρία. Μήπως, κάπως, είναι και η δύναμή της», λέει η Αρασέλη Λαιμού εξηγώντας τη σχέση της νεαρής της ηρωίδας, Έμυ, με την εικονογραφία του φανταστικού.
«Ενώ σκέφτεσαι ότι είναι ταινία είδους, στο τέλος να είναι και λίγο μέρος της εμπειρίας της. Είναι τα δάκρυά της, είναι το ίδιο της το σώμα. Είναι μια πιο θηλυκή προσέγγιση του αίματος, που συνήθως είναι περισσότερο συνδεδεμένο με τη βία. Ενώ στην ταινία δεν είναι και τόσο».
Μιλώντας για το σασπένς της όλης εμπειρίας, η σκηνοθέτης μας λέει πως αυτή ήταν η πρώτη φορά εδώ και καιρό που μπήκε σε αίθουσα. «Λόγω Covid όλο αυτό τον καιρό δε μπορούσαμε να τη δούμε σε μεγάλη αίθουσα την ταινία, την βλέπαμε συνέχεια στο κομπιούτερ. Τι ωραία που είναι σε μεγάλη οθόνη!», λέει με ενθουσιασμό. «Παρατηρώ πάρα πολύ διαφορετικά πράγματα, και τους ρυθμούς της. Αν και…», συνεχίζει γελώντας, «το σασπένς της ταινίας γκρεμίζεται με το που ένας άνθρωπος βήξει. Μετά η αγωνία μεταφέρεται στην αίθουσα!».
She Will και η ανατροπή του είδους
Στο She Will της Charlotte Colbert, το ίδιο το σινεμά μοιάζει να έχει μια σημαντική θέση μέσα σε αυτή την ιστορία εκδίκησης. «Αγαπώ το σινεμά και νιώθω πως το να λέμε ιστορίες είναι ο μόνος τρόπος που μπορούμε να συνδεθούμε μεταξύ μας, όπως τώρα που συζητάμε σε αυτό το τραπέζι», λέει η σκηνοθέτης. «Το σινεμά λειτουργεί ως άγκυρα στις αφηγήσεις μας σε αυτό τον κόσμο, και το κάνει εδώ και πολύ καιρό. Σε αυτή την ιστορία υπάρχει πολύς επαναπροσδιορισμός των αφηγήσεών μας», παραδέχεται.
«Η κεντρική ηρωίδα επαναπροδιορίζεται με την έννοια της σωματικότητας και των πληγών, στην αρχή είναι κάτι που την σπάει αλλά αργότερα γίνεται η δύναμή της, γίνεται μια αμαζόνα θεότητα. Επανερμηνεύει τις αφηγήσεις της, παίρνεις τις πληγές και παίρνει τον πόνο και λέει άντε γαμήσου!!!“».
Κοινώς, το φιλμ ακολουθεί μια συγκεκριμένη παράδοση του σινεμά του φανταστικού, που θέλει τις γερασμένες ηρωίδες αδύναμες, ακόμα και απειλητικά τρομακτικές, που θέλει τις νεαρές ηρωίδες ως θυσίες στις πατριαρχικές δομές- αλλά την υπηρετεί μέχρι να την ανατρέψει. «Η αυτοαναφορική φύση των αφηγήσεων έχει σημασία, καθώς και το πώς μεταδίδουμε αυτές τις αφηγήσεις μεταξύ μας. Ποιες αφηγήσεις βλέπουμε, τελικά;»
Vengeance is mine και οι b-movies περιπέτειες των 80s
Τελικά, η Χρυσή Λεοπάρδαλη πήγε στο Ινδονησιακό φιλμ Vengeance Is Mine, All Others Pay Cash, το οποίο συνθέτει ένα σωρό διαφορετικές επιρροές με έναν τρόπο όμως απρόσμενα νηφάλιο. «’80s αμερικάνικες b-movies συναντούν ταινίες πολεμικών τεχνών του Χονγκ Κονγκ, Chow Yun-fat, με λίγο από Ινδονησιακές μυστικιστικές ιστορίες, το κινηματογραφικό μας horror folk», λέει ο σκηνοθέτης Edwin, επιχειρώντας να συνοψίσει το εύρος της ματιάς του φιλμ του. «Οι Ινδονησιακές b-movies είναι μίξη τρόμου και πολεμικών τεχνών κι είναι πολύ δημοφιλείς εδώ», μας εξηγεί.
Αλλά τονίζει πως: «Όσο αφορά το σινεμά είδους, δεν είναι ξανά όλα αυτά τα παλιά φιλμ. Απλά πήρα από αυτά ό,τι θυμόμουνα». Ίσως, γι’αυτό και παρά τη γέννηση της ταινίας μέσα από την αλφάβητο παλιότερων b-movies, δεν υπάρχει τίποτα το γλυκερό ή το νοσταλγικό στη χροιά της.
«Νιώθω πως κάθε κινηματογραφικό στοιχείο του σινεμά είδους μπορεί να εξελιχθεί σε κάτι άλλο, κάτι όχι συνηθισμένο σε αυτή τη χρήση», λέει καθώς μοιάζει να σκέφτεται κι ο ίδιος τη σχέση του με αυτή την κινηματογραφική παράδοση. «Νομίζω αξιολογούμε ξανά τα πάντα, ειδικά μετά την πανδημία. Είμαστε τώρα σε μια εποχή που μπορούμε να βρούμε πολλά πράγματα, τόσο σε ποπ όσο και σε κλασικά είδη, από δράση μέχρι τρόμο, είμαστε πολύ ανοιχτοί σε μια νέα ανάγνωση του είδους και σε μια νέα χρήση κλασικών τεχνοτροπιών για διαφορετικούς σκοπούς».
«Αυτό θα είναι ενδιαφέρον για το σινεμά είδους», καταλήγει. «Οι άνθρωποι αυτή τη στιγμή μοιάζουν να ψάχνουν κάτι».
*Ευχαριστούμε το Φεστιβάλ του Λοκάρνο για τη φιλοξενία.