Πώς το Love and Monsters έφτασε αναπάντεχα μέχρι τα Όσκαρ
- 20 ΑΠΡ 2021
Σε αυτό, τον σπουδαιότερο ρόλο τον έχουν παίξει τα ίδια τα τέρατα του Love and Monsters που τώρα βρίσκεται στο Νο.1 του Netflix, και φυσικά η δημιουργική ομάδα που τα κατασκεύασε. Στα 80 μίλια που έχει να περπατήσει ο Joel, θα αντιμετωπίσει μεταλλαγμένα έντομα, αμφίβια και καρκινοειδή. Τα τέρατα δηλαδή που έχουν γίνει πια μόνιμοι κάτοικοι του πλανήτη, αποτίοντας φόρο τιμής στον θρυλικό Ray Harryhausen και τα δικά του γιγάντια πλάσματα. Αυτά ήταν που οδήγησαν την ταινία στην κατηγορία των Όσκαρ για τα Καλύτερα Οπτικά Εφέ, χωρίς να το περιμένει κανείς από την ομάδα: Τον Matt Sloan, την Genevieve Camilleri, τον Matt Everitt και τον Brian Cox που επιμελήθηκαν τα τέρατα.
«Είχε πλάκα όταν ανακοινώθηκε», περιγράφει ο Sloan, «γιατί ήμουν σε καραντίνα εκείνη την περίοδο επειδή ετοιμαζόμουν να αρχίσω σε άλλη ταινία και καθόμουν σε ένα ξενοδοχείο στη Νέα Υόρκη και το παρακολουθούσα. Φώναξα “ζήτω!” αλλά δεν υπήρχε κανείς γύρω μου για να το κολλήσουμε ή οτιδήποτε […] Όταν είχαμε μάθει ότι ήμασταν μέσα στις 20 ταινίες που θα λάμβαναν υπόψη για τις υποψηφιότητες, μας είχαν πει ότι χρειαζόταν να ετοιμάσουμε ένα έγγραφο και μία μικρή παρουσίαση, κάτι που δεν κάναμε. Οπότε όταν μπήκαμε στο shortlist των 10 ταινιών σοκαριστήκαμε ξανά».
Η μεγάλη μάχη της κατηγορίας φαίνεται πως θα δοθεί μεταξύ του Tenet και του Midnight Sky. Το φιλμ του Christopher Nolan χρησιμοποίησε μόνο 300 καρέ με VFX με το CGI να επεμβαίνει μονάχα εκεί που ήταν απολύτως απαραίτητο, όμως το κόνσεπτ της αντιστροφής του χρόνου στις σκηνές μάχης και τα ανθρωποκυνηγητά ήταν ζωτικής σημασίας για την ταινία. Για το Midnight Sky πάλι η δημιουργική ομάδα κατασκεύασε διαστημόπλοια, αντικατέστησε πρόσωπα με CGI, έκανε την έγκυο Felicity Jones να επιπλέει στο διάστημα, και απογείωσε τη δυναμική της σεκάνς θανάτου στον αεροφράκτη με έναν ρευστό συνδυασμό όλων των παραπάνω. Το Tenet έχει ήδη επίσης το BAFTA των Καλύτερων Εφέ που χαρτογραφεί ελαφρώς ένα στάτους πολύ υψηλών πιθανοτήτων, όμως το Love and Monsters μπορεί ακόμα να κάνει την έκπληξη.
Ο επικεφαλής των εφέ, Matt Sloan, αποδίδει την επιτυχία της δουλειάς τους στην αδιανόητη οργάνωση και συντονισμό μεταξύ των τμημάτων του art με τη σκηνογραφία του Dan Hennah, των πρακτικών εφέ, των σπέσιαλ εφέ, και των οπτικών εφέ, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη συμβολή του Steve Boyle των πρακτικών εφέ που για τυπικούς λόγους δε βρίσκεται στους υποψηφίους. Τα πρακτικά τέρατα που κατασκευάστηκαν χρησιμοποιήθηκαν για όσο περισσότερο ήταν δυνατόν στα γυρίσματα, και μετά ερχόταν η σειρά του CGI για την τελειοποίηση.
Το Love and Monsters, όπως οι ανθρώπινοι χαρακτήρες του, είναι και αυτό ένα είδος υπό εξαφάνιση. Είναι μία ταινία μεσαίου μπάτζετ, από αυτές τις άλλοτε πιο αξιόπιστες εισπρακτικά, που το Hollywood έχει σχεδόν τελείως πια ξεχάσει. Αυτό σήμαινε πως υπήρχε ένα σεβαστό ποσό για τα εφέ, όχι όμως χωρίς περιορισμούς.
«Σε αναγκάζει να σκεφτείς πιο δημιουργικά», εξηγεί ο Everitt. «Νομίζω δεν είναι κακό να έχεις περιορισμούς. Σε υποχρεώνει να κοιτάξεις πίσω σε ό,τι έχεις κάνει στην καριέρα σου και να βρίσκεις τις έξυπνες λύσεις σε περίπλοκα προβλήματα. Και αν αυτές είναι το να κάνεις κάτι πρακτικά στο σετ αντί να πεις “έλα μωρέ θα το κάνω αργότερα στο CGI”, τότε τέλεια. Φέρνει πιο κοντά και το συνεργείο γιατί πρέπει να λειτουργήσετε συλλογικά για να λυθούν τα προβλήματα, δεν μπορείς απλά να πετάξεις λεφτά για να λυθεί το θέμα».
Τα τέρατα του Love and Monsters είναι συνολικά 13 και αρχικά σχεδιάστηκαν από τον Hennah και τον designer πλασμάτων, Andrew Baker, μέχρι ένα αρκετά προχωρημένο επίπεδο. Ο στόχος ήταν να γίνουν μεγαλοποιημένες μορφές των αληθινών πλασμάτων στα οποία βασίζονται, και να επινοηθούν ιστορίες για το καθένα ξεχωριστά. Κάποια όπως το Sand-Gobbler είναι πεινασμένα και αποφασισμένα να σκοτώσουν. Άλλα όπως το σαλιγκάρι θέλουν απλά να τσιλάρουν στην ησυχία τους. Το HellCrab από την άλλη, μάλλον η ατραξιόν της ταινίας και το αγαπημένο τέρας της ομάδας, είναι στην πραγματικότητα ένα φοβισμένο θύμα εκμετάλλευσης. Ήταν κιόλας ένα από τα τέρατα που θα παρουσιαζόταν στην ταινία στο φως του ήλιου, άρα ο Sloan και οι υπόλοιποι έπρεπε να δώσουν τεράστια βάση στις λεπτομέρειες.
«[Το καβούρι] είχε εκατοντάδες κομμάτια που περιελάμβαναν δακτυλίους, βαλάνους και φύκια. Ήταν προφανές ότι θα το βλέπαμε σε δυνατό φως οπότε ήταν πρόκληση. Έπρεπε να χορογραφήσουμε την καταστροφή με τρόπο που θα έβγαζε νόημα αλλά δε θα ξέφευγε, και αμέσως μετά να μπορούμε να αλλάξουμε τόνο».
Ήταν η πιο διασκεδαστική στιγμή των γυρισμάτων.
«Εκείνο το φουσκωτό καβούρι ήταν ένα από τα καλύτερα πράγματα που έχουν συμβεί στην καριέρα μου», περιγράφει ο Sloan. «Νομίζω είχε 30 πόδια διάμετρο και 15 πόδια ύψος. Τα αρχικά του χρώματα θα ήταν διαφορετικά, οπότε τον κατασκεύασαν, τον έβαψαν και μας τον έστειλαν. Νομίζω κόστισε 700 δολάρια και ήρθε σε εννέα μέρες. Εντυπωσιαστήκαμε τόσο πολύ που πήραμε δύο». Το ένα από τα δύο το χάρισαν σε έναν από τους μακινίστες. Έχει μία μπάντα που τη λένε Σπασμένα Καβούρια, οπότε του άξιζε.
Η Camilleri παρακολούθησε την ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων από την Αυστραλία. Την παρέσυραν φίλοι της.
«Νομίζω ήταν μεσάνυχτα. Σκεφτόμουν να κοιμηθώ και να ξυπνήσω το πρωί για να δω αν είχαμε την υποψηφιότητα ή όχι, αλλά μετά μου έλεγαν οι φίλοι μου ότι θα έμεναν ξύπνιοι για να το δουν και είπα, “εντάξει, θα μείνω ξύπνια να τις δω”. Μετά άκουσα “Love and Monsters” και αυτό ήταν, δε μπορούσα να κοιμηθώ μετά. Το μόνο που θα ήθελα να προσθέσω είναι ένα ειδικό ευχαριστώ σε κάθε ένα μέλος του συνεργείου που δούλεψε μαζί μας».