Στις 17 Κλωστές, ο Σωτήρης Τσαφούλιας είχε άγχος για την πρώτη του ερωτική σκηνή
Ο Σωτήρης Τσαφούλιας μιλάει για τις 17 Κλωστές, το bullying που δημιουργεί τέρατα και το άγχος για το γύρισμα της πρώτης του ερωτικής σκηνής.
- 17 ΙΑΝ 2024
Ο Σωτήρης Τσαφούλιας μιλάει για τις 17 Κλωστές, το bullying που δημιουργεί τέρατα και το άγχος για το γύρισμα της πρώτης του ερωτικής σκηνής.
Σε μία σκηνή στο δεύτερο επεισόδιο του 17 Κλωστές που σκηνοθέτησε ο Σωτήρης Τσαφούλιας και είδαμε ένα press event της Cosmote TV, τη μεταφορά του true crime βιβλίου του Πάνου Δημάκη, ο χαρακτήρας του Πάνου Βλάχου χτυπάει την καμπάνα της εκκλησίας ενός χωριού κρατώντας ένα μαχαίρι. Κάτι κακό πρόκειται να συμβεί. Ως θεατής το νιώθεις. Ο Αντώνης είναι ο πιο αγαπητός λυράρης των Κυθήρων, το προκομμένο παιδί των γονιών του, ένας ταλαντούχος μαθητευόμενος τσαγκάρης, και ένας ερωτευμένος νεαρός άνδρας που θέλει να παντρευτεί την αγαπημένη του όσο πιο γρήγορα μπορεί. Τι δουλειά έχει με το μαχαίρι;
Η σειρά 17 Κλωστές, τέταρτη σειρά μυθοπλασίας της Cosmote TV, διαδραματίζεται στα έτη 1906-1909 στα Κύθηρα και εξιστορεί μία από τις μαζικότερες δολοφονίες που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα. Ο Τσαφούλιας, ο δημιουργός του Έτερος Εγώ, διασκευάζει το βιβλίο από το σενάριο της Μιρέλλας Παπαοικονόμου και της Κάτιας Κισσονέργη. Το έγκλημα στο κέντρο της ιστορίας δεν είναι αχαρτογράφητα νερά για εκείνον δημιουργικά. Η διάσταση ωστόσο μίας σειράς εποχής, η διαχείριση των ερωτικών σκηνών και οι απαιτήσεις ενός νησιού ως τοποθεσία ανοιχτών σετ, ήταν.
Βρέθηκε στο press event μαζί με τις σεναριογράφους, τον Πάνο Βλάχο και το υπόλοιπο βασικό καστ της σειράς (Θοδωρής Κατσαφάδος, Μαρίνα Ψάλτη, Ντένια Στασινοπούλου, Μελίνα Βαμπούλα), για να μας μιλήσει για τη διαδικασία δημιουργίας της. Όπως είπε, ξεκινώντας τη συνέντευξη Τύπου, όταν θα μεγαλώσει και θα λέει κι εκείνος τις ίδιες ιστορίες ξανά και ξανά, «εμένα θα μου μείνουν τα Κύθηρα».
Από τις σελίδες, στη μικρή οθόνη
Πάνος Βλάχος: Για τον ρόλο προετοιμάστηκα με την οδηγία του Σωτήρη για το πώς θα επικοινωνούσαμε αυτό το θέμα ιδεολογικά, μέσα από τον καλλιτέχνη που έχω εγώ μέσα μου και επικοινωνώ λίγο με τη μουσική, και το πώς με πονάει η αδικία του κόσμου και η κοινή γνώμη ως άνθρωπο. Επειδή αυτά τα θέματα αφορούν και τον ίδιο, κάναμε συζήτηση σε σχέση με κοινωνικές απόψεις. Αυτό αποτυπώθηκε κάπως σε μένα, αλλά μου έδωσε και πολύ χώρο. Τον ευχαριστώ γι’ αυτό.
Σωτήρης Τσαφούλιας: Η ενασχόληση του Πάνου ξεκίνησε αρκετά πριν ξεκινήσουμε το γύρισμα, θέλω να αναφέρω ότι έχασε κοντά στα 10 κιλά μυικής μάζας για τις σκηνές των φυλακών, πήγαινε σχεδόν κάθε μέρα ιππασία επί ένα τρίμηνο, έκανε μαθήματα λύρας – όλα τα παιξίματα λύρας που βλέπετε στη σειρά τα κάνει ο ίδιος – και πήγαινε και σε τσαγκαράδικο για να μάθει την ορολογία. Πραγματικά δουλέψαμε όπως ονειρευόμασταν, και στο pre-production και στο μετά.
Αυτό που εξακολουθεί να κάνει η Cosmote κόντρα στον καιρό, να μην ευτελίζει τα προϊόντα και να μας δίνει τις δυνατότητες να μπορούμε να αποτυπώνουμε σωστά αυτό που ονειρευόμαστε. Εμείς με τον Πάνο δεν πάμε να κάνουμε μία σειρά λέγοντας, «θα κάνουμε μία πολύ ωραία σειρά για τα ελληνικά δεδομένα». Λέμε «θα κάνουμε μία ωραία σειρά». Αναμετριόμαστε με μεγέθη που βλέπουμε, που έχουμε ζήσει – ο Πάνος έχει παίξει και σε σειρά του Netflix – και είμαι πάρα πολύ χαρούμενος. Με τον Πάνο γνωριστήκαμε το 2017 στο Λος Άντζελες. Τον ήξερα ως ηθοποιό, δεν τον ήξερα σαν άνθρωπο. Από τη στιγμή που σφίξαμε τα χέρια κατάλαβα ότι με αυτόν τον άνθρωπο μπορώ να γίνω πολύ καλος φίλος και πολύ καλός συνεργάτης.
Είχαν περάσει διάφορα από το μυαλό μου, αλλά έλεγα «δεν είναι η στιγμή». Μόλις η Μιρέλλα με την Κάτια μού έστειλαν το σενάριο, τον πήρα τηλέφωνο και ήταν σαν και οι δυο μας, στη μέχρι τώρα πορεία μας, να προετοιμαζόμασταν για να συναντηθούμε σε αυτή τη σειρά, με αυτά τα δεδομένα.
Μεταφέροντας ένα ιστορικό μακελειό
Τσαφούλιας: Αναρωτιόμαστε τι φταίξαμε και μας κάνει αυτό το πράγμα αυτό το τέρας. Όταν εμείς οι ίδιοι έχουμε συνεισφέρει με τη συμπεριφορά μας στην εκτροπή των συνανθρώπων μας. Βλέπουμε θύματα να ενοχοποιούνται. Ακούς ότι βιάστηκε γυναίκα έξω από το μπαρ και η πρώτη ερώτηση είναι «τι δουλειά είχε στο μπαρ με τη μίνι φούστα;». Κάτι τέτοιο λέει η ιστορία. Το πώς ένας άνθρωπος με πολύ καλή πρόθεση φτάνει εκεί. Εμένα με ιντρίγκαρε και κάτι παραπάνω, ότι όλοι οι τριγύρω του έχουν καλές προθέσεις. Από την καλή πρόθεση ή την ανασφάλεια του καθενός εδώ, συγκλίνουν οι ενέργειες και γίνεται κάτι κακό. Το πρόβλημα είναι το πώς στέκονται οι άνθρωποι αφού γίνει το κακό. Γιατί το κακό μπορεί να γίνει.
Αυτός ήταν ο πυρήνας της ιστορίας, που είναι ελληνική, που είναι αληθινή και που τη βλέπω να επαναλαμβάνεται μέχρι και σήμερα με άλλα ρούχα, με άλλα γκάτζετ και με άλλα αξεσουάρ τριγύρω μας.
Μιρέλλα Παπαοικονόμου: Αφού διάβασα το βιβλίο, ξεκίνησα το σενάριο και μετά κάναμε με τον Δημάκη δύο φορές παρουσίαση του βιβλίου με αφορμή τη σειρά που θα γινόταν. Μεταξύ των ανθρώπων που τις παρακολούθησαν υπήρχαν άτομα που ήταν απόγονοι θυμάτων. Ήταν πολύ συγκινητικό γιατί θα μπορούσαν να μην έχουν έρθει καθόλου διότι κάποιοι από τους ανθρώπους τους είχαν σφαχτεί με τον χειρότερο τρόπο. Η προσπάθειά μας δεν ήταν να δικαιώσουμε τον Καστελάνη, που πιέστηκε τόσο πολύ από το bullying και την κακή μεταχείριση του κόσμου για να φτάσει σε αυτό το σημείο.
Αυτός ο άνθρωπος καταρχάς, και ως ιδιοσυγκρασία, ήταν φοβερά εσωστρεφής, ένα ιδιαίτερο παιδί. Όταν σε έναν άνθρωπο συμπεριφέρεσαι άσχημα και εκτονώνεται με κάποιον τρόπο – με καβγά, με θυμό, ή με το να αντιλέγει – υπάρχει μία εκτόνωση. Αυτός ο χαρακτήρας ήταν ιδιαίτερος. Μάζευε, μάζευε, μάζευε, μέχρι που έσκασε. Αυτό προσπαθήσαμε να περάσουμε, ότι αυτός ο άνθρωπος είχε μία προδιάθεση για να φτάσει στο σημείο να εκραγεί κατ’ αυτόν τον τρόπο. Άρα, λοιπόν, μπορείς να τον καταλάβεις, αλλά δεν δικαιώνεται για τους φόνους που έκανε εναντίον ανθρώπων που δεν έφταιγαν. Μιλήσαμε και σε συγγενικά πρόσωπα και ήταν όλοι πολύ θετικοί με την προσπάθειά μας.
Τσαφούλιας: Και στη σκηνή της σφαγής, δύο από τα θύματα που θα δείτε είναι πραγματικοί απόγονοι που ήθελαν να παίξουν για να τιμήσουν τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους. Ήρθε μία κυρία με το μπαστούνι της, η οποία ήταν η μόνη που ενώ κάναμε διακοπές δεν ήθελε ούτε καρεκλίτσα, ούτε νερό, ούτε τίποτα. Ήταν εκεί 7 ώρες, ακούνητη. Μας ευχαρίστησε μετά για τη δουλειά που κάναμε και μας είπε ότι είχε χάσει τη μητέρα της στη σφαγή. Αυτό που μας έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση ήταν ότι, πολλές φορές και με τον Πάνο περπατούσαμε με τον Πάνο στο νησί και ήταν όλοι κάπως μαζεμένοι. Ήταν κάποιοι που ρωτάγανε, «τώρα ήρθατε εδώ να μας κάνετε να φανούμε κακοί;». Μετά όσο προχωρούσαμε, τα στόματα άνοιγαν. Όταν λέγαμε τη ζωή του Καστελάνη, η γενική ατάκα από τους ντόπιους ήταν «τον τρελάνανε τον άνθρωπο».
Εμείς με τη Μιρέλλα είχαμε παιδευτεί πολλά βράδια και μέχρι σήμερα διαφωνούμε, γιατί εγώ δεν πιστεύω ότι είχε προδιάθεση. Υπήρχαν, βέβαια, κι άλλοι παράγοντες που έπαιξαν ρόλο. Αφενός το χασίσι, αφετέρου ότι όταν επέστρεψε στα Κύθηρα έπιασε δουλειά στην επεξεργασία του λιναριού. Το λινάρι είναι οπιοειδές και κατεργάζεται με το στόμα. Οπότε ο συνδυασμός της επήρειας του χασισιού, του λιναριού που είναι οπιοειδές, και του να βλέπεις τη μάνα σου να σαπίζει μες στο σπίτι και κανείς να μην έρχεται – ε, και προδιάθεση να μην είχε, θα την αποκτούσε. Το ότι έγινε το μπέρδεμα και έσφαξε λάθος χωριό, είναι και αυτό επίκαιρο. Στην Αμερική το βλέπουμε συχνά να γίνεται bullying σε ένα παιδί και μετά να παίρνει ένα όπλο, να μπαίνει μέσα, και να σκοτώνει τρεις άλλες τάξεις. Όχι αυτή που τον έβλαψε. Σε καμία από τις περιπτώσεις, δεν δικαιώνεται η πράξη. Γι’ αυτό και όλη τη σεκάνς της σφαγής τη δείξαμε όσο πιο ωμά μπορούσαμε, ακριβώς για να φανεί η κτηνωδία της πράξης και να μην πάρει θέση η σειρά προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Από τη στιγμή που σκοτώνεις δύο παιδιά και άλλους δέκα ανθρώπους δεν συζητάμε για δικαίωση. Δεν είναι μία σειρά για τον Καστελάνη. Είναι για αυτούς που τον δημιουργούν.
Από την κλειστοφοβία του Έτερος Εγώ, στην ανοιχτωσιά των Κυθήρων
Τσαφούλιας: Δεν είμαι από τους ανθρώπους που θα πουν ότι έχω ένα στιλ και αυτό είναι ό,τι και αν μου δώσει ένας δημοσιογράφος. Το στιλ της κινηματογράφησης, τον ρυθμό, το χρώμα, τη γραμμή των ερμηνειών, στην υπαγορεύει το σενάριο. Για μένα ο σκηνοθέτης πρέπει να είναι όσο λιγότερο εγωιστής και νάρκισσος γίνεται για να μπορέσει να ακούσει το σενάριο.
Το Έτερος Εγώ ήταν ένα σύμπαν που είχα φτιάξει από την αρχή και πήγε προς αυτή την κατεύθυνση. Εδώ ήταν μία άλλη ιστορία, την οποία άρχισα εγώ να την αφουγκράζομαι με έναν συγκεκριμένο τρόπο, και άρχισα να γνωρίζω τους ηθοποιούς μου και να συζητάμε για το πώς το φανταζόμαστε. Φανταστείτε ότι εγώ πάντα, πριν πάω σε ένα γύρισμα, έχω παραδώσει στον διευθυντή φωτογραφίας μου όλα τα επεισόδια με το ντεκουπάζ, δηλαδή στην κάθε σκηνή, στην κάθε ατάκα το ποιος είναι ο φακός, ποιο είναι το κάδρο, ώστε να ασχολούμαι με τους ηθοποιούς και τις συνθήκες και όχι με το στήσιμο. Όταν πήγα στα Κύθηρα και έκανα την πρώτη βόλτα στους χώρους, το πέταξα. Το πέταξα γιατί μου έδωσαν τόσα γενναιόδωρα πράγματα οι ηθοποιοί που εγώ δεν μπορούσα να πω «εγώ το είχα έτσι στο μυαλό μου». Έβγαινε κάτι που ξεπερνούσε εμένα. Ήρθαν άνθρωποι με τόση θετική ενέργεια και ταλέντο που τι θα πεις; Δεν θέλω το ταλέντο σας και την πρότασή σας γιατί το έχω έτοιμο στο μυαλό μου;
Είναι μία ομαδική δουλειά. Ρωτήστε τους ηθοποιούς αν κάναμε έστω μία κουβέντα πριν την έναρξη των γυρισμάτων για το ποια είναι η γραμμή του ρόλου ή πώς θα πουν την ατάκα. Ρωτήστε τους πόσες φορές πήγα στο αυτί τους και τους είπα όχι, θα το κάνεις έτσι. Καμία. Η τελική αίσθηση της σειράς είναι ότι κύλησε όπως θα έπρεπε να κυλούν οι φιλίες και οι έρωτες – νερό, πήγε μόνη της.
«Τα πρώτα θύματα της πατριαρχίας ήταν οι ίδιοι οι άνδρες»
Τσαφούλιας: Εγώ μεγάλωσα στα Ψαρά. Είμαστε 250 άνθρωποι. Φανταστείτε πριν από 15 χρόνια, όταν η μεγάλη μου κόρη ήταν 3, ήρθε άνθρωπος να δώσουμε τα χέρια. Ο εγγονός του ήταν 5 και ήθελε όταν τα παιδιά θα πήγαιναν δεκαπέντε να λογοδοθούν και 16 να παντρευτούν. Όλη αυτή την προσέγγιση και το «σαλόνι της γιαγιάς» τα έχω ζήσει και μου κάνει τρομερή εντύπωση που στα Ψαρά δεν έχει γίνει κάποιο έγκλημα. Αυτό το λέω σε ό,τι αφορά την ενέργεια με την οποία προσεγγίζεις ένα φαινόμενο. Δεν μου ήταν ξένο ένα προξενιό ή δύο άντρες να μιλούν για τις ελιές.
[…] Με τον Θοδωρή μας γεννήθηκε μία σκέψη στα γυρίσματα. Εάν είσαι υγιής στο μυαλό σου ως άνδρας – αν δεν είσαι απλά αρσενικός δηλαδή και έχεις γίνει άντρας – τα πρώτα θύματα αυτού που λέμε πατριαρχία ήταν οι ίδιοι οι άνδρες.
Το ότι εμένα ο πατέρας μου δεν είδε ποτέ την πάνα μου γιατί δεν με άλλαζε, πράγμα που εγώ έκανα κατά κόρον με τις κόρες μου, πιστεύω ότι ήταν κάτι που έχασε. Εγώ θεωρώ τον εαυτό μου κερδισμένο. Άρα θεωρώ πως πολλοί άνδρες, με αυτό το μοντέλο της πατριαρχίας υπέφεραν γιατί δεν μπορούσαν να κλάψουν, να αγκαλιάσουν, να αλλάξουν το παιδί τους, να φερθούν όπως θα ήθελαν.
Σε μία σκηνή μού έβγαλε μία πολύ ωραία συγκίνηση ο Θοδωρής και του είπα, πάμε να κάνουμε τον Νικήτα τον Καμπίτη έναν τέτοιου είδους πατέρα; Ναι, που θα βάλει τη φωνή, θα το ρίξει το χαστούκι, αλλά δεν θα του είναι εύκολο. Ο Θοδωρής το απογείωσε.
Το άγχος της ερωτικής σκηνής
Ντένια Στασινοπούλου: Το γύρισμα της ερωτικής σκηνής ήταν μία πολύ συγκινητική ημέρα. Είχα κάποια άγχη που τελικά κατά τη διάρκεια προέκυψαν εντελώς άλλα πράγματα, αλλά αυτό που ένιωθα εκείνη την ώρα, αυτό το απόλυτο δόσιμο με έναν τρόπο, ήταν μία πάρα πολύ χρήσιμη αίσθηση για τη σκηνή που γυρίζαμε. Η μέρα αυτή τελείωσε, ήμασταν στο Καψάλι και τρώγαμε, και ένιωθα τόσο συγκινημένη και γεμάτη που ήμουν με αυτούς τους συνεργάτες, που κάναμε κάτι τόσο δύσκολο με τόσο όμορφο τρόπο. Η συγκίνηση του Σωτήρη είναι από τα πιο γλυκά πράγματα που έχω ζήσει. Έγιναν όλα άψογα, έμειναν μόνο όσοι χρειάζονταν να είναι εκεί. Ήταν φοβερή στιγμή.
Τσαφούλιας: Εγώ ήμουν έξω με ένα μόνιτορ. Μέσα ήταν μόνο ο Claudio και τα παιδιά.
Βλάχος: Εγώ έχω πάντα τη διάθεση να κάνω χιούμορ. Σε αυτή τη σειρά ήταν πολύ λίγες οι ευκαιρίες γι’ αυτό. Γενικά η διαδικασία ήταν βαριά για όλους μας. Προσπαθούσαμε να βρούμε τον χώρο για χιούμορ και δεν γινόταν. Εκεί όμως που κάναμε την ερωτική σκηνή και ο Claudio την έκανε μονοκάμερο, ήταν κοντά μου και κάποια στιγμή τον χάιδευα κι αυτόν (γέλια). Τι να κάνω, τέσσερις μήνες ήταν μαύρο σκοτάδι.
Τσαφούλιας: Οι ηθοποιοί είναι πολύ ευαίσθητα και εκτεθειμένα πλάσματα. Πρέπει να βγάλουν την ψυχή τους και την ενέργειά τους μπροστά σε έναν φακό. Προσθέστε τώρα σε αυτό και τη γύμνια. Ήταν η πρώτη ερωτική σκηνή που έκανα καταρχάς. Δεν κάνω πράγματα αν δεν τα έχει ανάγκη το έργο. Εκεί θεώρησα ότι ήταν αναγκαία. Ήμουν έτοιμος να την πάω πολύ πιο μαζεμένα και προστατευμένα, αλλά ήταν και η αγάπη των ηθοποιών εκεί για αυτό που συνέβαινε στους χαρακτήρες. «Μην το λογοκρίνεις. Πάμε. Εμείς έχουμε έχουμε συνεννοηθεί. Θα το κάνουμε όσες φορές θες, εσύ πάρε αυτό που θες». Τελικά νομίζω κάναμε τρία μονοπλάνα. Όταν μου περιέγραψαν τα παιδιά τι θέλουν να κάνουν, είπα στον Claudio «μείνε στα πρόσωπα, μείνε στα χέρια, μείνε στα σώματα και από εκεί και πέρα ό,τι πιάσεις έπιασες και θα δούμε τι θα κάνουμε μετά».
Ήταν πολλή η αγωνία. Είχα άγχος. Ζούμε σε δύσκολες εποχές. Δεν ξέρεις πραγματικά τι μπορεί να τραυματίσει ψυχικά έναν άνθρωπο. Πολλές φορές μπορεί να μην το ξέρεις και να συμβαίνει. Μπορεί να το βλέπεις και να μη μπορείς να το σταματήσεις για χίλιους δυο λόγους. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να διασφαλίσεις ότι όλα θα πάνε καλά. Αν κάτι τελικά δεν πήγαινε καλά είναι πάρα πολύ δύσκολο στην προσπάθειά σου να το κουρδίσεις. Μπορεί να γίνει χειρότερο. Αν κάποια στιγμή συνειδητοποιήσω ότι εν γνώσει μου τραυμάτισα ηθοποιό, θα σταματήσω τη σκηνοθεσία και από το θέατρο και από το σινεμά. Η δουλειά του σκηνοθέτη δεν είναι μόνο τα φώτα και η τροχονομία. Είναι να ερμηνεύει τις λέξεις, να διαβάζει τις ψυχές και να δημιουργεί τις συνθήκες για να είναι αυτές οι ψυχές καλά.
Οι 17 Κλωστές θα κάνουν πρεμιέρα τη Δευτέρα 22 Ιανουαρίου. Θα προβάλλεται κάθε Δευτέρα στις 23:00 αποκλειστικά στο COSMOTE CINEMA 1HD. Αμέσως μετά την προβολή του στο κανάλι, κάθε νέο επεισόδιο της σειράς θα είναι διαθέσιμο on demand, σε 4Κ ανάλυση.