ΒΙΒΛΙΟ

Μία ομάδα νέων κάνει το ‘τράβα πλύνε κανά ρούχο’ πραγματικά αξιέπαινο

Το Oneman παρακολούθησε το πρότζεκτ Ithaca, την πρώτη κινητή μονάδα πλυντηρίων της πόλης για αστέγους, εν ώρα εργασίας.

Την ώρα που ένας κινηματογραφικός ποιητής θα το απέδιδε ως ‘τα όμορφα κλισέ, όμορφα καίγονται’ και ένας λιγότερο κουλτουριάρης θα το γυρνούσε σε Ρε ματζόρε και ‘τα κλισέ της γειτονιάς σου με πειράζουνε, πάλι μεθυσμένος είσαι μου φωνάζουνε’, εγώ δίχως μπουζούκι στα χέρια ή κάποια μούσα διαθέσιμη, θα ξεκινήσω με το κλισέ ότι τα ‘κλισέ είναι για να καταρρίπτονται’. Κάτι σαν τους κανόνες με τις εξαιρέσεις ένα πράγμα.

Από το πρώτο κιόλας λεπτό που βρέθηκα στο μικρό πλατειάκι που βρίσκεται όχι στην όμορφη δυνατή εκδοχή του, αλλά στην αισθητά πιο καθαρή, απέναντι από την Βαρβάκειο Αγορά, ήξερα ότι η συζήτηση που λίγα λεπτά αργότερα, θα λάμβανε χώρα πάνω σε μία τσιμεντένια γλάστρα (όπως κοιτάς αριστερά) δεν θα είναι μία από τις κλασικές συνεντεύξεις σε τέσσερα παιδιά με μία καλή ιδέα που υλοποιήθηκε. Δεν ξέρω γιατί. Πιθανολογώ ότι ευθύνεται ο τύπος που αμέσως μόλις έφτασα (ούτε συνεννοημένoι να ήμασταν) πέρασε στους ώμους την κιθάρα του και άρχισε να την γρατζουνάει στις μελωδίες του Τσακνή και του Μαχαιρίτσα. Μαζί του ήταν μία παρέα (;) ομάδα (;) εθελοντών που ο καθένας τους κουβαλούσε και κάτι. Μία καρέκλα, μία σακούλα του σούπερ μάρκετ, ένα σκαμπό. Κάτι.

Φωτογραφίες: Θοδωρής Μάρκου

Ήταν 20.30 και είχε ακόμη λίγο φως ημέρας ώστε να μπορείς να ξεχωρίσεις τους καλεσμένους από τους διοργανωτές. Το μάτι της φουφούς, όπως θα την έλεγε μία ωραία, κλασική γιαγιά των παλαιών χρόνων που ‘ήταν ωραία, αλλά πάνε τώρα’ ήταν στο δυνατό. Ένα τραπεζάκι τη συγκρατούσε. Μικρό, και μάλλον πλαστικό (είχε τραπεζομάντιλο και δεν κατάφερα να καταλάβω). Γύρω από αυτό, σε σχήμα ‘π’ άρχισαν να μπαίνουν οι καρέκλες. Περιστροφικά ώστε οι φιλοξενούμενοι να έχουν όλοι οπτική επαφή. Να μπορούν να τραγουδήσουν κοιτώντας ο ένας τα χείλη του άλλου. Ή τα μάτια του.

 

Το βαν της Ithaca, πάρκαρε ακριβώς δίπλα από αυτό το σκηνικό. Στα πεζούλια αριστερά και δεξιά της πλατείας είχε ήδη μαζευτεί κόσμος. Δεν είχαν όλοι να δώσουν ρούχα. Μερικοί περίμεναν για κούρεμα, άλλοι για φαγητό, άλλοι για πλυντήριο, άλλοι για όλα αυτά μαζί, όλοι για την παρέα.

 

Το πρώτο κλισέ που μου κατέρριψαν ο Κωνσταντίνος Σπηλιωτόπουλος, ο Θάνος Σπηλιόπουλος, ο Φάνης Τσόνας, η Μαριλού Στεφάνου (από αριστερά προς τα δεξιά όπως φαίνονται στην κεντρική φωτογραφία) και η Ανδήλη Ραχούτη (που δεν ήταν εκεί, αλλά ως μέλος της ομάδας οφείλω να αναφέρω τόσο το όνομα όσο και την νοητή παρουσία της στα γενόμενα) ήταν ότι μία παρέα 23χρονων παιδιών μπορεί να ενδιαφέρεται για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα της κοινωνίας όπως αυτό των αστέγων. Ναι, κάπου κάπως κάποτε και εγώ, πίστεψα ότι η νέα γενιά είναι αδιάφορη. Και αμέτοχη. Ναι, κακώς. Και ναι, συγνώμη.

 

Εγώ, ο Θάνος, ο Φάνης και ο Κωνσταντίνος βολευτήκαμε σε μία γλάστρα από τσιμέντο και αρχίσαμε να μιλάμε ενώ η Μαριλού, μάζευε τα ρούχα από τους άστεγους και μιλούσε μαζί τους.

 

Πού και πού, ερχόταν και προς το μέρος μας να δει τι γίνεται και άλλαζε θέση με κάποιον από τους τρεις. Σωματοφύλακες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Και όχι, δεν υπερβάλω όσο και αν αυτό που έγραψα, διαβάζεται βαρύγδουπο.

 

Μία μπουγάδα στα πιο κεντρικά σημεία της πόλης

 

Θάνος: “Είναι μία κινητή μονάδα καθαρισμού ρούχων για αστέγους η οποία αποτελείται από ένα βαν δύο πλυντηρίων και δύο στεγνωτηρίων, ευγενική χορηγία της LG HELLAS την οποία ευχαριστούμε ιδιαιτέρως για τη στήριξη“.

Μία άνω τελεία και ενός λεπτού σιγή για τις εντελώς ψεύτικες, αναγκαστικές ευχαριστίες που έχουμε ακούσει και διαβάσει. Και συγνώμη για τη διακοπή, αλλά είναι συναρπαστική η διαφορά και τόσο μα τόσο άξιος αναφοράς αυτός ο διαχωρισμός ειλικρινούς ευχαριστίας από την αντίστοιχη, ‘ας τα να πάνε’.

Στα δικά μας όμως. Το παιδί με την κιθάρα, πιάνει τώρα τις ψιλές του Μαχαιρίτσα, ενώ ο κόσμος μαζεύεται σιγά σιγά σε ένα αυτοσχέδιο, αξιοζήλευτο παρεάκι.

 

Φάνης: “Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της πρωτοβουλίας μας είναι ότι πρόκειται για μία κινητή μονάδα καθαρισμού και αυτό διότι μας δίνει τη δυνατότητα να είμαστε ευέλικτοι στο να εξυπηρετούμε συνανθρώπους μας που δεν έχουν τη δυνατότητα μετακίνησης γιατί δεν θέλουν να αφήσουν τα σημεία τους. Πολλοί άστεγοι αποφεύγουν τη μετακίνηση από φόβο μήπως χάσουν το ‘χώρο’ τους“.

Θάνος: “Επίσης, ένα ακόμη πλεονέκτημα της κινητής μονάδας είναι ότι διατηρούμε το κόστος χαμηλό“.

Λειτουργούμε απέναντι από τη Βαρβάκειο στο χώρο του ΣυνΑθήνα Τρίτες (22.00-02.00) και Τετάρτες (20.30-23.30). Τις Τετάρτες λειτουργούμε στα πλαίσια του One Stop μαζί με άλλες τέσσερις ομάδες οι οποίες παρέχουν φαγητό, συμβουλευτική, κούρεμα, πρώτες βοήθειες και διασκέδαση με μουσική. Το One Stop είναι μία πιο ολοκληρωμένη δράση“.

Συνεργαζόμαστε με την Γέφυρα, την Παρέα, την Πράξις, την Έμφασις, τη Σχεδία στο κομμάτι της επικοινωνίας. Είναι σημαντικό να αλληλοϋποστηριζόμαστε“.

*’Γεννιέσαι, την έχεις μητέρα, πηδάς στον αέρα, σκας στο πάτωμα. Εκείνη, σε βάζει στην κούνια, στα μάτια σαπούνια και γαλάκτωμα’. Τώρα, το γύρισε στο Φοίβο. Τον Δεληβοριά.

 

Θάνος: “Τις Πέμπτες (09.00-15.00) είμαστε στο Σταθμό Λαρίσσης στον κόμβο αλληλοβοήθειας πολιτών του Δήμου Αθηναίων, όπου εξυπηρετούμε κυρίως ανθρώπους που είναι άποροι και όχι τόσο άστεγοι. Τις Τρίτες και τις Τετάρτες αναλαμβάνουμε εμείς την λειτουργία των πλυντηρίων με τη βοήθεια εθελοντών (μέχρι τώρα έχουν δεκαπέντε εγγεγραμμένους). Τις Πέμπτες, αναλαμβάνει η κοινωνική υπηρεσία του Δήμου“.

Άρχισαν να μυρίζουν έντονα, κόκκινα φασόλια. Ο Κωνσταντίνος με ενημέρωσε, ότι επρόκειτο για βραδιά Μεξικάνικου. ‘Γιάμι’ του απάντησα, σαν παιδάκι και επανήλθα στο επαγγελματικό προφίλ που μου επιτάσσει το ενεργό μαγνητοφωνάκι που είχα ακουμπισμένο στα πόδια.

Φάνης: “Επόμενή μας στάση θα είναι μάλλον ο Πειραιάς. Η συνεργασία μας με το Δήμο Αθηναίων είναι αγαστή και ελπίζουμε το ίδιο να συμβεί και με τον Πειραιά. Ήδη υπάρχει μία πρώτη επικοινωνία“.

Σαν βγήκαν στον πηγαιμό για την Ithaca

Κωνσταντίνος: “Θυμάμαι τον Θάνο, να με παίρνει τηλέφωνο πριν από ενάμιση χρόνο όταν γινόταν ο διαγωνισμός του Ιδρύματος  Angelopoulos CGIU Fellowship και να μου λέει ‘γίνεται αυτό, θέλεις να δηλώσουμε συμμετοχή;’, του είπα ναι αλλά μετά, θα είμαι ειλικρινής, το ξέχασα τελείως. Ευτυχώς ο Θάνος δεν το άφησε. Συμπλήρωσε την αίτηση και έτσι τον πήρανε για μία εβδομάδα στην Αμερική με υποτροφία“.

Στο εξωτερικό, άστεγος θεωρείται και ο homeless, αυτός που δεν έχει σπίτι, δικό του προσωπικό χώρο αλλά άστεγος θεωρείται και αυτός δεν έχει στέγη, ο roofless. Πέρσι, οι άστεγοι και με τους δύο όρους στην Ελλάδα, ήταν 17000 με βάση τις τελευταίες μετρήσεις“.

Φάνης: “Το πρότζεκτ το δουλεύουμε από το Μάρτιο του 2015. Η κατασκευή μάς πήρε γύρω στους δυόμιση με τρεις μήνες“.

Αρχίσαμε να μιλάμε λίγο για τις δυσκολίες της αρχής. Τις χορηγίες, την αναζήτησή τους. Άλλη μία άνω τελεία, άλλο ένα λεπτό σιγής για το πώς αντιμετώπισαν και πάλι αυτό το ζήτημα. Πώς το παρουσίασαν, όντας πραγματικά υπερήφανοι για την εμπιστοσύνη που ‘εμπνέουν’.

 

Θάνος: “Επικοινωνιακά, πρέπει να πούμε ότι μετά το πρώτο βήμα του Ιδρύματος Angelopoulos CGIU Fellowship, μας έχουν βοηθήσει και προσεγγίσει αρκετά από σχεδόν πριν βγούμε στους δρόμους. Παρά το γεγονός ότι το αναμενόμενο, θα ήταν να συμβεί το αντίθετο. Αν το καλοσκεφτείς, το πιο φυσιολογικό είναι ο άλλος να σε αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό (όπου άλλος βλέπε εταιρεία) όταν πηγαίνεις και του ζητάς 10 και 20 χιλιάδες ευρώ χορηγία και είσαι μόλις 20 κάτι ετών. Όμως δεν έγινε αυτό. Ίσα ίσα“.

Μία πληροφορία που μεταδίδεται από στόμα σε στόμα, όπως παλιά

 

Φάνης: “Η πληροφορία για την ύπαρξη του πλυντηρίου αστέγων γίνεται κυρίως, δια ζώσης. Προτείνουμε σε αυτούς που έρχονται να την επικοινωνούν και σε άλλους, ζητάμε από άλλες οργανώσεις με μεγαλύτερο δίκτυο να ενημερώνουν τον κόσμο τους, πλησιάζουμε εμείς οι ίδιοι ανθρώπους και τους ενημερώνουμε. Έχουμε φτιάξει και έναν λογαριασμό στο Facebook περισσότερο για να γνωστοποιήσουμε την ενέργεια και στον υπόλοιπο κόσμο και τους εθελοντές“.

Κωνσταντίνος: “Στην Ελλάδα είναι δύσκολο να προσεγγίσεις τους άστεγους γιατί δεν είναι όλοι μαζεμένοι σε ένα σημείο. Στην Ευρώπη οι δομές των κρατών είναι κατά κύριο λόγο ποιο οργανωμένες, γεγονός το οποίο διευκολύνει τη λειτουργία δράσεων όπως η δική μας“.

Θάνος: “Υπήρχαν δύο σταθερές δομές με ντους και πλυντήρια ρούχα, τα μέσα ωστόσο ήταν απαρχαιωμένα, η εξυπηρέτηση ήταν αργή και η πρόσβαση ήταν αρκετά δύσκολη για τους ωφελούμενους. Αφενός γιατί μπορεί να μην είχαν τρόπο να πάνε και αφετέρου γιατί τους ζητούσαν χαρτιά που ενδεχομένως δεν είχαν. Εμείς προσπαθούμε να τους το κάνουμε όσο το δυνατόν πιο εύκολο. Και άμεσο“.

Ένα ακόμη μουσικό διάλειμμα: Καθώς το σούρουπο πέφτει, περνάμε στα πιο βαριά. Και μικρούτσικα. Θάνο, πού πας; Ποια καράβια; Εδώ έχουμε βαν.

Θάνος: “Το πλυντήριο, πέρα από τους άστεγους, μπορεί να εξυπηρετήσει και μία μερίδα ανθρώπων που για παράδειγμα μπορεί να μένουν σε έναν ξενώνα ή σε ένα σπίτι δίχως ηλεκτρικό και το να πλύνουν τα ρούχα τους τους κοστίζει χρήματα. Το να δώσει ένας άνθρωπος χωρίς δουλειά ή / και σπίτι 10 ευρώ, δεν είναι εύκολο“.

Μία συζήτηση-επαφή, είδος πρώτης ανάγκης

 

Κωνσταντίνος: “Είναι τρομερό το γεγονός ότι παρότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν πιο άμεσες ανάγκες όπως το να είναι καθαροί ή υγιείς, εκείνο που ουσιαστικά βλέπεις να ψάχνουν είναι η επικοινωνία. Το έχουν πολύ μεγάλη ανάγκη. Σε πλησιάζουν και θέλουν να σου μιλήσουν, να σου πουν την ιστορία τους. Νιώθουν πολύ μεγάλη μοναξιά“.

Σε εκείνο το σημείο, τα μάτια του Αλέξανδρου μου ήρθαν στο μυαλό και εκείνη η τόσο συγκινητική αλλά αληθινή ατάκα του: “Εγώ δεν θέλω να πουλήσω περιοδικό, ας έρθει ο άλλος να μου πει μία καλημέρα“. Ναι μελό η σκέψη, το ξέρω. Αλλά δεν θα μπορούσα να μην τη μοιραστώ. Θα ήταν τουλάχιστον άδικο.

 

Θάνος: “Ένας από τους πρωταρχικούς μας στόχους ήταν το βαν πέρα από την προβλεπόμενη λειτουργία του, λόγω της κινητής του φύσης να γίνει και ένας πυρήνας συζήτησης, ένας πόλος έλξης και άλλων οργανώσεων. Θέλουμε να παράγει κάτι παραπάνω από ένα καθαρό ρούχο. Παρότι και το ίδιο το καθαρό ρούχο, δίνει από μόνο του ένα μεγαλύτερο θάρρος σε έναν άνθρωπο να επιδιώξει την επανένταξή του στην κοινωνία“.

Φάνης: “Ένας από τους επόμενους στόχους του πρότζεκτ είναι να το λειτουργούν οι ίδιοι οι άνθρωποι που το έχουν ανάγκη ώστε να εξασφαλίζουν και κάποιο εισόδημα και να νιώθουν ενεργοί“.

Μαριλού: “Ήδη οι άστεγοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο μας βοηθούν. Σκουπίζουν ή μας λένε ‘θα τα βάλω μόνος μου τα ρούχα μου, δεν θέλω να κουράζεστε’“.

Η συζήτηση περιστρεφόταν κυρίως γύρω από τους ‘άλλους’, από αυτούς που έχουν ανάγκη. Γιατί τα παιδιά, την ύπαρξη αυτής της ανάγκης θέλουν να προωθήσουν. Όχι τα δικά τους επιτεύγματα. Σπουδές, πτυχία, βραδινές βόλτες με ποτά, έρωτες, απογοητεύσεις, πράγματα τα οποία τέλος πάντων, απευθύνονται στην ηλικία τους. Το μοναδικό πράγμα που μοιράστηκαν μαζί μου, την τόση ώρα που ήμουν εκεί, και αφορούσε τους ίδιους ήταν αυτό που πραγματικά, δεν περίμενα να ακούσω.

 

Θάνος: “Το πρότζεκτ της Ithaca βοηθάει και εμάς. Μας δίνει τη δυνατότητα να δούμε πολλά πράγματα στην πράξη. Πράγματα που έχουμε δει θεωρητικά στο Πανεπιστήμιο. Ταυτόχρονα, έχουμε τη δυνατότητα να διευρύνουμε τις γνώσεις μας πέρα από το αντικείμενό μας“.

Ένας χρόνος από τώρα, στην Ithaca

 

Η μόνη ερώτηση στην οποία χαμογέλασαν και οι τέσσερις.

Φάνης: “Θα είμαι ικανοποιημένος αν έχουμε ένα στάνταρ ποσοστό ανθρώπων που εξυπηρετούνται και έχουν γίνει οι πρώτες ενέργειες ώστε να καταφέρουμε να προσεγγίσουμε το μακροπρόθεσμο στόχο μας, αυτό το πρότζεκτ να λειτουργεί από τους ίδιους τους ανθρώπους που το έχουν ανάγκη“.

Κωνσταντίνος: “Εγώ ανεξαρτήτως εξέλιξης, νιώθω την ανάγκη να κοιτάξω το παρόν και να πω ότι όλα αυτά που μας έχει δώσει μέχρι τώρα η πράξη, μου είναι υπεραρκετά. Με έχουν γεμίσει“.

Μαριλού: “Να έχουμε γίνει ένα σταθερό σημείο για τους ανθρώπους, να μας εμπιστεύονται περισσότερο και να μας νιώθουν πιο κοντά τους“.

Θάνος: “Ιδανικά, να μην υπάρχει η ανάγκη του βαν. Κλισέ αλλά αλήθεια. Σε ένα δεύτερο επίπεδο τώρα, θα ήθελα έχει ξεπεράσει εμάς όλο αυτό το εγχείρημα και να ανήκει σε εκείνους για τους οποίους εξαρχής, δημιουργήθηκε“.

Να μην μείνουμε στάσιμοι“.

Η τελευταία φράση των τεσσάρων σωματοφυλάκων για τη διατήρηση της καθαριότητας των αστέγων αυτής της πόλης στο ερώτημα τι δεν θα ήθελαν να συμβεί σε ένα χρόνο από τώρα στην Ithaca τους, ήταν κοινή. Όπως και ο στόχος τους: “Θέλουμε να βοηθήσουμε τους ανθρώπους αυτούς να ξαναβρούν την αξιοπρέπεια τους και να τους φέρουμε ένα βήμα πιο κοντά στη δική τους Ιθάκη, όποια και να είναι αυτή“.

 

Φήμες λένε ότι αυτός που κάπου, κάπως, κάποτε, καθισμένος σε έναν καναπέ, καθώς κοιτούσε το ταβάνι και ενώ έξυνε το λεκέ κάποιας λιχουδιάς πολλών λιπαρών που από την προηγουμένη κοσμεί την κάπως μεγαλούτσικη κοιλιά του, έκανε την διαπίστωση ότι η νέα γενιά, είναι αδιάφορη. Και, αμέτοχη.