Η Ναταλία Swift δε θα σταματήσει ποτέ να παλεύει
Μιλήσαμε με την ανερχόμενη πρωταγωνίστρια για τη σαρωτική εμπειρία των 42°C, την επέλαση του #MeToo και τη γυναικεία αλληλεγγύη.
- 27 ΜΑΙ 2021
Την πρώτη φορά που την είδα δεν ήθελε να μου πει πολλά spoilers για τους 42°C και ας τη διαβεβαίωσα ότι δε με ενοχλούν. Η σειρά είναι ένα νεο-νουάρ ερωτικό δράμα, γυρισμένο με καθαρόαιμη ελληνική ταυτότητα από τον Γιώργο Παπαβασιλείου και γραμμένο από τον Σέργιο Κωνσταντινίδη και την Κάλλια Παπαδάκη των βραβευμένων Δενδριτών. Μέχρι να ξαναδώ τη Ναταλία την είχα κάνει μαραθώνιο. Το ίδιο είχε κάνει και εκείνη παρέα με τους συμπρωταγωνιστές της, οπότε βρεθήκαμε να αναλύουμε τα πάντα στο σαλόνι της με ακραία επιφωνήματα. Εκτός από σημαντικά ονόματα όπως αυτά της Κατερίνας Λέχου, του Χρήστου Λούλη και του Theo Alexander, οι 42°C είναι φυτώριο φρέσκου ελληνικού ταλέντου στα πρώτα του βήματα που θα ακούμε μέσα στα επόμενα χρόνια.
Οι 42°C προβάλλονται αποκλειστικά στην COSMOTE TV
«Θέλω να είναι κάτι που θα κάνει τον κόσμο να θέλει να δει κι άλλο. Θα θέλει να βάλει το επόμενο επεισόδιο, και το επόμενο, και το επόμενο. Και μετά να πρέπει να κοιμηθεί για να πάει στη δουλειά αλλά να πει γαμώτο, θα ήθελα να δω ένα ακόμα. Νιώθω ότι έχουμε δημιουργήσει πολύπλευρους χαρακτήρες, πραγματικούς ανθρώπους».
Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή.
Ready, set, go
«Το Swift προκύπτει από τον μπαμπά μου, είναι από την Αγγλία. Έχω καταγωγή από το Preston. Έχω πάει στο Λονδίνο επειδή είναι η κολλητή μου εκεί και σπουδάζει. Στο Preston δεν έχω πάει ποτέ. Θέλω κάποια στιγμή να το κάνω, αλλά σε σχέση με συγγενείς δεν έχουμε πολλή επαφή. Είναι κάτι τέταρτα-πέμπτα ξαδέρφια. Εγώ μεγάλωσα στην Αγία Παρασκευή και μετακόμισα στο 2ο έτος της σχολής στο Παγκράτι.
Στο Γυμνάσιο ήμουν του 19. Μετά το Λύκειο έπεσα στο 15. Ήξερα από πάντα όμως τι ήθελα να κάνω. Δεν είχα βλέψεις να σπουδάσω κάτι άλλο. Μπήκα στο Θεατρικών Σπουδών και σπούδασα για 2 χρόνια που είναι πολύ συναφές, αλλά μετά το παράτησα. Ήταν το μόνο που με ενδιέφερε. Έγινε πάρα πολύ θεωρητικό για μένα. Με έχουν διαγράψει πιστεύω», λέει γελώντας.
«Με πήγαιναν πολύ θέατρο και σινεμά οι γονείς μου. Υπήρχε πάντοτε ένα τέτοιο περιβάλλον ως προς την τέχνη. Στην Έκτη Δημοτικού όμως πήρα μέρος σε ένα θεατρικό. Έκανα τη Mary Poppins στα Αγγλικά και μετά ήταν ξέρεις… αυτό. Τώρα κάνουμε αυτό. Είχα πολλή στήριξη από τους δικούς μου. Δεν έζησα αυτά τα “ναι, όχι, αλλά, μην, κράτα το για χόμπι, πάρε ένα πτυχίο, δε θα ‘χεις λεφτά” που είναι και πολύ συνηθισμένα.
Πέρασα στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών και το ήθελα πολύ. Και λόγω φίλων που είχαν αποφοιτήσει και λόγω καθηγητών. Είναι 4 χρόνια οπότε, όπως συμβαίνει στην οποιαδήποτε σχέση που δημιουργείς με ένα οποιοδήποτε πράγμα, υπήρχαν καλές και κακές στιγμές. Μου έδωσε πάρα πολλά το Ωδείο. Είσαι εκεί 12 ώρες. Ήμασταν προετοιμασμένοι εξαρχής – δεν είναι ότι το πιστέψαμε βέβαια! – αλλά μας είχαν ενημερώσει από την πρώτη μέρα. Παιδιά, αυτό είναι! Κάθε μέρα, Δευτέρα με Σάββατο, και μετά από κάποια στιγμή ο ελεύθερός σου χρόνος είναι πρόβες. Το καλό είναι ότι δημιουργήσαμε μία πάρα πολύ ωραία ομάδα γιατί το Ωδείο στοχεύει σε αυτό, να μη δημιουργεί ατομικότητες τύπου “ο νέος πρωταγωνιστής της γενιάς του”. Με ενδιέφερε πάρα πολύ αυτό. Πώς μπορώ δηλαδή να εξελιχθώ σε σχέση με άλλους ανθρώπους. Είναι ένα επάγγελμα που είναι ομαδικό. Μόνος σου δεν πας πουθενά. Αν προσπαθήσεις να το κάνεις την πάτησες. Μπορεί να τα καταφέρεις, αλλά δε θα έχεις και τίποτα στην ψυχούλα σου.
Τελείωσα τώρα, το καλοκαίρι που μας πέρασε. Οι σχέσεις με αρκετούς από τους συμφοιτητές μου παραμένουν. Είναι η παρέα μου, είναι οι φίλοι μου. Γνώρισα και ανθρώπους που μου άλλαξαν τον τρόπο που βλέπω το θέατρο. Είχα τη φοβερή τύχη να έχω για δύο χρόνια τον Ακύλλα Καραζήση που είναι φοβερός δάσκαλος. Πέρα απ’ το ότι είναι ένας υπέροχος άνθρωπος, πέρα απ’ το ότι είναι ένας άνθρωπος με μία σκέψη που μου ταιριάζει πάρα πολύ – και άσχετα με το θέατρο, στο πώς αντιλαμβάνεται τα πράγματα και τον κόσμο – κάνει το θέατρο που θέλω να κάνω. Μου έμαθε μαζί με τη Μαριλένα τη Ρασιδάκη πώς να μιλάω σαν άνθρωπος. Ακούγεται περίεργο, αλλά εννοώ το να υπάρχω πάνω σε μία σκηνή και να μιλάω όπως μιλάμε τώρα και να μη μετατρέπομαι ξαφνικά στον Ηθοποιό Που Θα Σου Μεταφέρει Όλη τη Σοφία της Ζωής. Να είμαι προφορική. Να μας βλέπει ο θεατής και να βλέπει εκείνον. Όχι να μη μεταφέρουμε την ουσία των πραγμάτων, αλλά το πολύ σωστό που λέει ο Ακύλλας είναι ότι εγώ υπάρχω σα Ναταλία πάνω στη σκηνή και μπορεί να παίζω την Οφηλία αλλά δε θα προσπαθήσω να σε πείσω ότι είμαι η Οφηλία. Ούτε εσύ είσαι χαζός, ούτε εγώ. Δε θα σε κοροϊδέψω».
«Έκανα μετά τη Μελατονίνη με τον Νίκο τον Πάστρα που την έχω πάρα, πάρα πολύ κοντά στην καρδιά μου. Είναι από τα πιο όμορφα πράγματα που έχω κάνει. Έκανα το Όταν Γελάω Κλείνουν τα Μάτια Μου του Daniel Bolda που επίσης έχω στην καρδιά μου. Αυτά τα δύο για μένα ήταν δουλειές που δεν ήταν δουλειές. Πήγαμε με τα παιδιά και φτιάξαμε κάτι μαζί. Ήταν πολύ συνεργατικό. Ήμασταν και μικρό συνεργείο, οπότε υπήρχε πολύ η αίσθηση της οικογένειας. Είναι και οι δύο φανταστικοί σε αυτό που κάνουν, στην άνεση που σου δημιουργούν και στην ελευθερία που σου αφήνουν να προτείνεις πράγματα».
Η συνθήκη αυτή δεν είναι ακριβώς συνηθισμένη στη δουλειά της και τη ρωτάω αν φοβάται μήπως κάποια στιγμή τη χάσει.
«Πάρα πολύ. Είναι και πολύ δύσκολο να το διαχειριστείς. Μου έχει συμβεί στη σχολή. Εκεί βέβαια είναι άλλη συνθήκη. Είναι πιο περίπλοκα τα πράγματα γιατί κι ο άλλος αναλαμβάνει και έναν ρόλο δασκάλου. Το φοβάμαι γιατί δεν ξέρω και πώς θα αντιδρούσα. Επειδή μου είναι τόσο πολύτιμο μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να αντιδρά άσχημα. Είναι και θέμα ανθρώπου, το τι βλέπεις από τον άλλον. Αν σε σέβομαι και σε εκτιμώ και μου λες που δε μπορώ να καταλάβω γιατί το λες, θα δοκιμάσω τον τρόπο σου και θα δούμε. Αν μου λες κάτι που με κάποιον τρόπο παραβιάζει άλλα πράγματα δικά μου, εκεί ξεκινάει το πρόβλημα.
Μου είναι αρκετά εύκολο να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους και να δημιουργήσω σχέσεις. Αυτό που μου έμαθε η σχολή που είναι πολύ σημαντικό είναι ότι ουσιαστικά αυτό που θέλουμε είναι ένας λευκός καμβάς που κάθε φορά θα τον χρησιμοποιείς αλλιώς. Χωρίς να μπαίνεις κάθε φορά με μία απόλυτη γνώση των πραγμάτων γιατί δεν ξέρεις τίποτα στην τελική κι αυτό είναι ok. Είναι ok να ανέβεις πάνω στη σκηνή και να παραδεχτείς ότι δεν ξέρεις τι κάνεις, ότι δεν ξέρεις τίποτα καλύτερο από εσάς εκεί κάτω. Ένα άλλο βασικό κομμάτι ήταν ότι μου επιτρέπεται να ανέβω πάνω στη σκηνή και να κάνω μαλακία. Ότι μου επιτρέπεται να κάνω λάθος. Αν δεν κάνεις λάθος δε θα μάθεις».
Αποκαλεί τη φράση της κλισέ, αλλά συμφωνούμε πως τα κλισέ έγιναν κλισέ επειδή κρύβουν αλήθειες μέσα τους.
Ο υδράργυρος στους 42°C
«Ήταν μεγάλη η διαδικασία των οντισιόν. Έκανα κάποιες με τον σκηνοθέτη, μετά έκανα οντισιόν με παιδιά για τον ρόλο του Νίκου, μετά με ηθοποιούς για τον ρόλο των γονιών, ήταν πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία γιατί το πήγαν σε σχέση με το πώς ταιριάζαμε όλοι μεταξύ μας. Δεν επιλέχθηκε ο καθένας μόνος του. Είδαν τη χημεία μας. Αυτές οι σχέσεις ήταν πολύ ανταποδοτικό κομμάτι της εμπειρίας. Οι ουσιαστικές σχέσεις που αναπτύσσεις με ανθρώπους και μετά βλέπεις να αποτυπώνονται και στη δουλειά. Επικοινωνείς με τον άλλον οπότε μπορείς να δουλέψεις μετά μαζί του και να δεις τι λειτουργεί και τι όχι. Αυτό είναι πάρα πολύ όμορφο πράγμα.
Πέρα από το γεγονός ότι ταιριάξαμε – ήταν πολύ ευτυχές γεγονός της χημείας – ήταν και λόγω συνθήκης. Ήμασταν 2,5 μήνες εκτός έδρας, μέναμε όλοι μαζί και βγαίναμε όλοι μαζί. Κάθε βράδυ μετά το γύρισμα καθόμασταν παρέα, μιλούσαμε, γίναμε παρέα. [Εν μέσω πανδημίας] μου φάνηκε τεράστιο δώρο. Ήταν ιδανική συνθήκη. Σου λένε μέσα στον κορονοϊό ότι θα φύγεις εκτός Αθήνας, θα κάνεις αυτό που γουστάρεις, θα κάνεις και τα μπάνια σου».
«Το πιο δύσκολο μέρος ήταν το κομμάτι της δικιάς μου απειρίας. Ήταν η πρώτη τόσο μεγάλη παραγωγή οπότε δεν ήξερα κάποια τεχνικά πράγματα που έπρεπε να μάθω γρήγορα γιατί έπρεπε να γίνει η δουλειά. Τουλάχιστον είχαμε την τύχη να έχουμε μίνιμουμ 8 ημέρες για κάθε επεισόδιο, που δε συμβαίνει συχνά στην Ελλάδα. Αυτό είναι περιουσία».
Η νέα σελίδα που φαίνεται να ανοίγει στην ελληνική τηλεόραση μέσα από παραγωγές όπως της COSMOTE TV της φαίνεται πιο φιλική στην ιδιοσυγκρασία της.
«Όταν έχεις να πει μία ιστορία και αυτή είναι χωρισμένη σε 8 επεισόδια, αυτόματα θα την πεις πιο μεστά. Είναι φορμάτ που λειτουργεί πολύ κι έχει και ενδιαφέρον για τον ηθοποιό. Αυτή τη στιγμή δε μπορώ να με δω σε κάτι μεγαλύτερο σε διάρκεια. Δε μπορώ να με δω γιατί κι εγώ δεν είμαι έτοιμη. Δε νιώθω ότι μπορώ να ανταπεξέλθω όπως εγώ θα ήθελα σε μια τέτοια δουλειά. Δεν το λέω καθόλου μειωτικά. Εκτιμώ τρομερά τους ανθρώπους που μπορούν και το κάνουν. Έχουν τη δύναμη για κάτι που εμένα μου φαίνεται αδιανόητα δύσκολο. Είναι πολύ δύσκολο να κρατήσεις ένα νήμα για τόσο μεγάλη διάρκεια. Δηλαδή μπράβο!».
Το παρελθόν της Λένας που υποδύεται στους 42°C είναι σκοτεινό. Το παρόν της ακόμη περισσότερο. Η νεαρή γυναίκα επιστρέφει στο νησί απ’ όπου κατάγεται για το μνημόσυνο της μητέρας της, σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που δεν τη σηκώνει καθόλου, και την ίδια μέρα βρίσκεται αντιμέτωπη με το εξής τραγικό συμβάν: Η αδερφή της βρίσκεται νεκρή στην ίδια τοποθεσία όπου είχε εντοπιστεί η σωρός της μητέρας της έξι χρόνια πριν. Πρόκειται για σύμπτωση ή προμελετημένη πράξη; Η εξερεύνηση της υπόθεσης την οδηγεί σε πολλά μονοπάτια, κυρίως εσωτερικά.
«Συμβαίνουν πράγματα μες στη σειρά που δε θυμίζουν ελληνική τηλεόραση. Δεν υπάρχει η αίσθηση του να μην προκαλέσουμε, να μην πούμε και πολλά, να φέρουμε κάτι απ’ έξω- απ’ έξω. Η σειρά έχει να κάνει με τις παθογένειες της ελληνικής οικογένειας που τις κρύβουμε, τις βάζουμε κάτω από το χαλί και δε μιλάμε γιατί εντάξει, πρέπει να δείξουμε στον κόσμο ότι είμαστε η σωστή οικογένεια. Προφανώς υπάρχει ενοχή στη Λένα. Μιλάμε και για μία ηλικία όπου υπάρχουν ενοχές για τα πάντα και που πρωτοανακαλύπτεις μία σεξουαλικότητα που τη νιώθεις ένοχη από μόνη της».
«Δεν ήταν εύκολο να αποδοθεί χωρίς υπερβολή η Λένα, απλά κατοικώντας τη δηλαδή. Βρήκα όμως πολλά κοινά στοιχεία μαζί της. Την εσωστρέφειά της ας πούμε, την καταλαβαίνω πολύ. Επίσης το ζήτημα των κρίσεων πανικού που παθαίνει. Έχω αγχώδη διαταραχή οπότε μου είναι πολύ οικείο. Υπήρχαν πράγματα βέβαια που αρχικά δεν είχα ιδέα πώς να τα προσεγγίσω. Το ζήτημα της οικογένειας ας πούμε. Έχω μία πάρα, πάρα πολύ καλή σχέση με την οικογένειά μου οπότε ήταν κάτι εντελώς ξένο αυτό που βιώνει. Η Λένα έχει επίσης επιληψία, το οποίο ήθελε πάρα πολλή έρευνα. Το πώς να το προσεγγίσεις με έναν σεβασμό. Γιατί είναι κάτι πραγματικό, δε μπορείς να κάνεις ό,τι σου κατέβει στο κεφάλι. Το έψαξα πολύ γιατί υπάρχουν και διαφορετικά είδη επιληψίας που προκαλούν άλλες κρίσεις, με άλλα συμπτώματα. Καταλαβαίνω ότι υπάρχουν άνθρωποι που θα δουν αυτή τη σειρά που μπορεί να τους συμβαίνει αυτό. Να βλέπεις ότι μία έκφανση δικιά σου παρουσιάζεται αληθώς».
Αντιλαμβάνομαι πως το ζήτημα της εκπροσώπησης είναι τεράστιο για εκείνη.
«Σε αυτά τα πράγματα δε σταματάς ποτέ να παλεύεις. Δε μπορείς να φτάσεις σε μία ιδανική κοινωνία. Το ζήτημα είναι να νιώθεις ότι υπάρχει λόγος να παλέψεις και για κάτι παραπάνω. Να μη φτάσεις σε ένα σημείο που εσύ είσαι ok και να πεις έλα, εντάξει είμαστε. Γιατί κάποιος άλλος δε θα είναι εντάξει».
Για την επέλαση του #MeToo
«Δεν περίμενα να φτάσει στην Ελλάδα. Μου έκανε τεράστια εντύπωση. Δεν περίμενα ότι υπήρχε αυτή η διάθεση στον χώρο μας. Ένιωθα με πάρα πολλή στενοχώρια ότι ήμασταν πιο πίσω από αυτό. Αυτό που κατάφεραν αυτοί οι άνθρωποι ήταν να σπάσουν τον φόβο.
Δε γίνεται να πηγαίνουμε σε δουλειές και να φοβόμαστε. Και εγώ και η καθεμία, και ο καθένας, και το καθένα, να μπαίνει κάπου και να αγχώνεται αν θα του πουν κάτι, αν θα το πιάσουν περίεργα, πώς θα αντιδράσει, να φοβάται αν θα το διώξουν αν μιλήσει, αν θα γελάσει κάποιος και θα πει έλα μωρέ αστείο ήταν».
«Δεν πιστεύω καθόλου ότι θα πληγεί το θέατρο. Είναι μία εξυγίανση του χώρου αυτή. Δε μπορώ να καταλάβω πώς γίνεται να λέμε για το οποιοδήποτε πράγμα ότι αφαιρώντας τα σιχαμένα, μελανά στοιχεία, το πλήττουμε. Άμα έχεις ένα φυτό που σαπίζει και κόψεις το σαπισμένο κλαρί, δεν καταστρέφεις το φυτό. Το βοηθάς να ανθίσει. Μόνο καλό θα κάνει αυτό στο θέατρο και δε θα αποτρέψει κόσμο απ’ το να μπει σε αυτό.
Οι άνθρωποι έχουν αρχίσει και μιλάνε και υπάρχει στήριξη. Χωρίς να λέω ότι τα πράγματα τώρα είναι τέλεια και κάνουμε κάποια βηματάκια και τελείωσε, νιώθω μεγαλύτερη ασφάλεια. Έχουμε απίστευτα πολλά βήματα μπροστά μας και υπάρχει μεγάλη κακοποίηση στον χώρο που είναι συγκαλυμμένη ακόμα, που δεν είναι περιστατικά τρανταχτά και σαφέστατα. Παραμένουν όμως κακοποητικά και δεν έχουμε φτάσει στο σημείο να ξέρουμε πώς να τα αγγίζουμε, πώς αγγίζουμε την έννοια της εξουσίας».
«Για μένα το πολύ βασικό είναι σε αυτές τις περιπτώσεις, μέχρι να υπάρχουν αποδείξεις, να είσαι με τους ανθρώπους που μιλάνε. Με τα θύματα. Αν αποδειχθεί το αντίθετο ωραία, να σου ζητήσω και συγνώμη, αλήθεια. Αλλά δε γίνεται να μπαίνεις με μία διάθεση του να καταρρίψω τα λεγόμενά σου επειδή δεν υπάρχει το ένα ή το άλλο. Έτσι θάβονται τα πράγματα και έχουν θαφτεί ήδη πράγματα επειδή περιμέναμε να δούμε. Επίσης δεν αντέχω άλλο το “γιατί δεν τα ‘λεγες την ώρα που συνέβησαν;”, “γιατί τα λες τώρα;”. Γιατί τώρα το ‘νιωσε η ψυχή μου να τα πω! Οι άνθρωποι που τα λένε αυτά μιλάνε από μία θέση προνομίου. Από μία θέση ανθρώπου που δεν ξέρουν πώς είναι να έχεις κακοποιηθεί, τι σου αφήνει αυτό, πόση δύναμη θέλει για να μιλήσεις. Πόσο θάρρος και τι φόβος υπάρχει για την περίπτωση που μιλήσεις και δε σε πιστέψουν, και καταστραφεί η δική σου καριέρα, κι είσαι εσύ ο αφερέγγυος της υπόθεσης που ρίχνει λάσπη. Θέλει φοβερή γενναιότητα».
Η μεγαλύτερη ασφάλεια που νιώθει αυτές τις μέρες οφείλεται στον δρόμο που έχει ανοίξει, αλλά και στο κεφάλαιο της γυναικείας αδελφότητας.
«Επειδή έχει δημιουργηθεί μία σχέση με την Κατερίνα [Λέχου] για παράδειγμα, θα μου πει σε τι να έχω το νου μου. Υπάρχει μία προσοχή, μία στήριξη ενός ανθρώπου που ξέρει καλύτερα, που έχει βιώσει περισσότερα πράγματα, που νιώθει σχεδόν ένα χρέος να προστατεύσει ανθρώπους που μπαίνουν τώρα σε αυτό. Υπήρξε πάρα πολύ μεγάλη προστασία. Στα πάντα. Πιστεύω πολύ στη γυναικεία αλληλεγγύη και αδελφικότητα και το βίωσα πολύ στη σειρά».