Nick Cave στα 67, ένας σκοτεινός τύπος που έκλεισε τις πληγές του
Με την κυκλοφορία του Wild God, ο Nick Cave ολοκλήρωσε το τελευταίο και σημαντικότερο κεφάλαιο της μέχρι τώρα ζωής του: αυτό της αποδοχής.
- 22 ΣΕΠ 2024
Σαν σήμερα (22/9/1957) γεννήθηκε ο Nick Cave και μιας και φτάσαμε καθυστερημένοι στο πάρτι των μουσικοκριτικών που στήθηκε με αφορμή το νέο του άλμπουμ, κάνουμε μια απέλπιδα προσπάθεια να φτάσουμε από τους πρώτους σε αυτό των γενεθλίων, μιλώντας ωστόσο -κυρίως- για το Wild God και τις πνευματικές του αναζητήσεις, αυτές που συνοδεύουν την τελευταία του κυκλοφορία.
Η μετάβαση από το φως στο σκοτάδι είναι συνήθως κατηφορική, άρα και σχετικά εύκολη. Η επιστροφή από το σκοτάδι στο φως, αν όχι πολύ δύσκολη, είναι σίγουρα ιδιαίτερη και απαιτεί χρόνο.
Ο Nick Cave, με την κυκλοφορία του Wild God, δείχνει πως πήρε το χρόνο του και πλέον απολαμβάνει την ακτίνα φωτός που μπαίνει από την τριχωτή χαραμάδα του καρέ του, αυτή που φωτίζει, μεταξύ άλλων, τη δημιουργική του διαδικασία η οποία για χρόνια, μάς τραβούσε μαζί της σε κάτι που έμοιαζε περισσότερο με ίλιγγο παρά με κατάθεση προβληματισμών.
Στα 67 του πλέον, ο άλλοτε ανηλεής Cave κάνει προσπάθειες να απαλλαγεί ή να αφήσει πίσω του τέλος πάντων τη δριμύτητα της νιότης του – αυτή που τόσο καλά διατηρεί στις ζωντανές του εμφανίσεις – και να υποκύψει δημιουργικά στην ευκολία που προσφέρει ο αριθμός στην τούρτα που μόλις έσβησε – η ευκολία έχει να κάνει με την ωριμότητα και την αποδοχή των καταστάσεων, πράγμα που στη συγκεκριμένη περίπτωση μόνο εύκολη δεν ήταν.
Και κάπου εδώ εντοπίζεται το πρόβλημα, που δεν είναι ακριβώς πρόβλημα: στον καπνό των κεριών που διαλύεται προς τα πάνω, ένας καπνός που για αρκετούς, είναι αποτέλεσμα της αποτέφρωσης πολλών αναμνήσεων. Όχι του Cave, των δικών τους. Άλλωστε οι αναμνήσεις αποτελούν πηγή έμπνευσης για κάθε καλλιτέχνη, ο Cave και οι Bad Seeds δεν πρόκειται να τις αφήσoυν έτσι απλά να χαθούν.
Με την κυκλοφορία του Wild God είδαμε πολλούς στα social media να αφήνουν λουλούδια πάνω στο φέρετρο της νιότης τους, υποστηρίζοντας πως ο Cave άλλαξε, είδε το φως το αληθινό, στράφηκε στις ανώτερες δυνάμεις και τελικά βρέθηκε να μεταλαμβάνει σαν κοινός θνητός. Έγινε ένας από τους πολλούς.
Μιλάμε για τον άνθρωπο που τραγουδούσε το “Papa Won’t Hurt you Henry” σαν ιεροκήρυκας που λίγο πριν είδε τα δόντια ενός σκύλου με λύσσα να τρυπούν τη γάμπα του. Ο ίδιος είναι, δεν άλλαξε και τόσο, απλώς μεταφέρει όσα σκέφτεται, μουσικά και στιχουργικά, με διαφορετικό τρόπο, ξεκινώντας όχι από το 2024 και το Wild God, αλλά από το 2013 και το Push the Sky Away.
Λένε ότι υπάρχουν πολλά μέσα μας, στο ασυνείδητο, που περιμένουν ένα απλό κλικ, ένα συγκεκριμένο ερέθισμα για να ενεργοποιηθούν. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, του Cave ξύπνησαν με τον θάνατο των παιδιών του. Όμως ήταν πάντα εκεί. Αυτό το ξύπνημα έφερε το Skeleton Tree (προσωπικό αγαπημένο), το Ghosteen, το διάλειμμα με το Carnage και τώρα το Wild God, έναν δίσκο που μοιάζει περισσότερο με μήνυμα/υπενθύμιση τόσο στον ίδιο όσο και στο κοινό: Η ζωή συνεχίζεται και μπορεί να συνεχιστεί ακόμα και αν το πλαίσιο είναι κάπως σκοτεινό.
Γιατί στη νέα δουλειά του Cave και των Bad Seeds εξακολουθούν να υπάρχουν όλα τα στοιχεία που τους χαρακτηρίζουν: πόνος, δυστυχία και θάνατος. Είναι όλα εκεί. Μόνο που ο θάνατος λειτουργεί αυτή τη φορά αλλότροπα, σχεδόν λυτρωτικά για τον Cave που, ξαπλωμένος στο κρεβάτι, βλέπει ένα φάντασμα (μάλλον του γιου του) με τεράστια αθλητικά. Το ακούει να γελάει και ύστερα να του μεταφέρει κάτι που μοιάζει με επιθυμία: Ναι στην αναπόφευκτη θλίψη, ναι και στη χαρά που πρέπει να ακολουθήσει.
Εκτός από το “Joy”, βρίσκουμε και ένα κομμάτι για την πρώην συνεργάτιδα και σύντροφο του Cave, Anita Lane. Το τραγούδι είναι το “O Wow O Wow (How Wonderful She Is)” και είναι μελωδικό, γλυκό, με πολλές δόσεις νοσταλγίας λόγω του ηχητικού της Lane που θυμάται το παρελθόν τους. Και σε αυτή την περίπτωση, ο Cave μιλάει για τον θάνατο σαν να αποδέχεται το μόνιμο κενό που προέκυψε. Και το αποχαιρετά, το αφήνει δίπλα του και όχι πίσω του ώστε να συνεχίσει. Η σημασία της αποδοχής.
Στο “Frogs”, ο Cave επιστρέφει με τα πόδια από την εκκλησία όταν βλέπει έναν βάτραχο, «έκπληκτο από την αγάπη, έκπληκτο από τον πόνο, έκπληκτο που ξαναβρίσκεται στο νερό». Και πάλι, το ζητούμενο είναι ο βάτραχος να συνεχίσει τις προσπάθειές του παρά τον πόνο, να κινείται, να προχωράει με τη ζωή του, να κάνει άλματα, διαφορετικά δεν θα εκπλήσσεται με τίποτα.
Στο σύνολό του, το Wild God είναι γεμάτο και από επιλογή δυσκίνητο – αν εξαιρέσουμε το ομώνυμο κομμάτι το οποίο ρυθμικά ξεφεύγει από τα υπόλοιπα- με πολλές όμορφες μελωδίες, αρκετές πινελιές γκόσπελ και πολλές, πάρα πολλές εκστατικές στιγμές είτε μέσω των μουσικών οργάνων είτε μέσω της φωνής. Μια τέτοια ακούμε προς το τέλος του “Song of the Lake”, στα ντραμς του Thomas Wylder όπως και στο “Conversion”, το κομμάτι που παίζει στο repeat από την κυκλοφορία του δίσκου και μετά, στα ακουστικά μου.
Και κάπου εδώ, μιας και αναφέρθηκε το “Conversion” (προσηλυτισμός), είναι μια καλή στιγμή να επανέλθουμε στις πνευματικές, έντονες είναι αλήθεια, αναζητήσεις του Nick Cave. Η σχέση του με τον Θεό είναι περίεργη, μια διαρκής αναζήτηση. Κάποτε είχε πει ότι δεν πιστεύει, στη συνέχεια δήλωσε ότι ως καλλιτέχνης είναι σημαντικό να υπάρχει κάποιο θεϊκό στοιχείο μέσα στα τραγούδια του. Πλέον πηγαίνει στην εκκλησία.
Και όσο εμείς προσπαθούμε να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει με τον Nick Cave και τα πιστεύω του, εκείνος μοιάζει να βρήκε επιτέλους την ηρεμία του μέσα από έναν διαφορετικό δυναμισμό ο οποίος δεν είναι απαραίτητο να πιστεύεις σε θεούς για να τον αισθανθείς ως ακροατής.
Μέσω του Wild God ο Nick Cave βρίσκει τις πληγές του και τις κλείνει. Το σημάδι τους παραμένει εκεί και δεν έχει κανένα πρόβλημα με αυτό – σε αντίθεση με πολλούς δικούς του πιστούς, που βλέπουν τις rock ‘n’ roll αναμνήσεις τους να μένουν πίσω και να εξαφανίζονται. Εκείνος όμως προχωράει, έχει τις αναμνήσεις στο πλάι του, κάνει άλματα και σαν τον βάτραχο του “Frogs”, συνεχίζει να εκπλήσσεται και να μας εκπλήσσει.