O Bloody Hawk ραπάρει τα αδιέξοδα και τη θλίψη του
- 30 ΝΟΕ 2018
Έξω από το Piraeus Academy 117, τον πιο must συναυλιακό χώρο της Αθήνας, επικρατεί συνήθως μία πολύ παράξενη ησυχία. Τα ρολά της εισόδου είναι κατεβασμένα. Τα σιδερένια κάγκελα του γκισέ κάνουν αόρατη την ταμία, η οποία εκτός από τα λεφτά που αποθηκεύει σε κάποιο απόκρυφο ντουλαπάκι ή σε κάποιο προφανές συρτάρι (ένα είναι όλο κι όλο), υπολογίζει με ένα προσποιητό χαμόγελο τα ρέστα και τις αντοχές της. Ακριβώς απέναντι, σε ένα από τα πιο κεντρικά κτίρια του ΟΤΕ, τα διάσπαρτα ανοιχτά φώτα τρεμοπαίζουν.
Κάθε όροφος από τους συνολικά έξι ή εφτά του πολυόροφου κτιρίου, έχει τον δικό του workaholic που πριονίζει υπερωρία με την υπερωρία την καρέκλα του διευθυντή του και ονειρεύεται μία μέρα να αποκτήσει αυτός το γενικό πρόσταγμα. Βάζω στοίχημα ότι το Σάββατο το βράδυ, έξι ή εφτά τέτοια ζευγάρια μάτια είχαν κολλήσει τη μουτσούνα τους στα χνωτισμένα τζάμια του γραφείου τους και κοιτούσαν με ένα θλιβερό μαράζι την ουρά που είχε σχηματιστεί κατά μήκος της Πειραιώς.
Παιδιά με φαρδιά jeans, μοδάτα φούτερ και 200 αδικαιολόγητες απουσίες, έφηβοι με σκουλαρίκια, τατουάζ και κουρέματα αλά Peaky Blinders, φοιτητές που έχουν ξεχάσει ότι είναι φοιτητές (εγώ και ο ξαδερφός μου θα αποφοιτήσουμε από τη μεγάλη των ρεμαλιών σχολή) αλλά έχουν προλάβει στα 20 τους να πάρουν με άριστα ένα μεταπτυχιακό και ένα διδακτορικό στο underground ραπ, ερωτευμένα ζευγαράκια που βρίσκονται μέσα στα σιρόπια και τα μέλια όπως και ανασφαλείς γονείς που έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά με τα καμάρια τους, είχαν μετατρέψει το ανηφορικό ρεύμα της Πειραιώς σε κεντρικό πεζόδρομο.
Το κυκλοφοριακό χάος που ακολούθησε δεν είχε επιστροφή. Μπροστά στο μποτιλιάρισμα, οι περισσότεροι οδηγοί έχασαν την ψυχραιμία τους. Κάποιοι πίεζαν την κόρνα τους μέχρι να ξελαρυγγιαστεί, άλλοι έκαναν μανούβρες όπως-όπως περνώντας ξυστά από τα προστατευτικά και τους ανυποψίαστους θεατές ενώ οι πιο ψύχραιμοι περίμεναν ιπποτικά ένα νεύμα, ένα γράμμα, μία συλλαβή από τους υπεύθυνους της εισόδου.
Η συναυλία του Bloody Hawk, του ράπερ που ξερνάει τις πιο αλληγορικές και βαθυστόχαστες ρίμες στη Βόρεια Ελλάδα, ήταν προγραμματισμένη για το περασμένο Σάββατο βράδυ, στις 9. Είκοσι ολόκληρα λεπτά μετά την επίσημη ώρα έναρξης της συναυλίας, τα δύο φύλλα της πόρτας παρέμεναν ακόμη ερμητικά κλειστά και οι πιο διστακτικοί και νομοταγείς οδηγοί κολλημένοι στο ίδιο σημείο. O Signore Falco, αυτό είναι το εφεδρικό ψευδώνυμο του Bloody, κρατούσε μυστική την κρυψώνα του. Οι προβλέψεις έδιναν και έπαιρναν.
Ο καθένας έλεγε το μακρύ του και το κοντό του. “Ο Bloody Hawk είναι στο σπίτι ενός φίλου του.”, “O Bloody Hawk δεν έχει φύγει ακόμα από το δωμάτιο του ξενοδοχείου του.”, “Ο Bloody Hawk χαλαρώνει στο backstage με τους κολλητούς του.”, είναι οι τρεις υποθετικές φράσεις που έπαιζαν ξανά και ξανά έξω από το διακριτικό Piraeus Academy 117. Για και εγώ δεν ξέρω πόσα κλάσματα του δευτερολέπτου (όσα κι αν ήταν τελικά, εμένα μου φάνηκαν σαν σωστός αιώνας), πίστεψα ότι ήμουν περικυκλωμένος από μία dream team παπατζήδων. Πάλι καλά που δεν μου έκαναν την κλασική ερώτηση: “Εδώ Bloody Hawk, εκεί Bloody Hawk, που είναι τελικά ο Bloody Hawk”;
Ώσπου επιτέλους, η μπροστινή είσοδος άνοιξε διάπλατα και ένα ανομοιόμορφο ανθρώπινο κύμα (εύσωμοι, λεπτεπίλεπτοι, ψηλοί, κοντοί, μία σχετικά ηλικιωμένη κυρία και εγώ) ξεχυθήκαμε σε κάθε γωνιά του μουσικού πολυχώρου. Στο μαγαζί που είχε πρώτο τραπέζι πίστα κοντομάνικα και πουλόβερ με το λογότυπο Bloody Hawk, στις δύο αντικριστές μπυραρίες, στο ισόγειο που έμοιαζε με γήπεδο ποδοσφαίρου χωρίς διαχωριστικές γραμμές και στιβαρά δοκάρια, στις μπροστινές θέσεις που είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να σου συμβεί σε μία συναυλία και στο πάνω διάζωμα που έχει παραδοσιακά τη φήμη του φτωχού συγγενή.
Στην υπερυψωμένη εξέδρα, δεν φαινόταν πουθενά ο Bloody. Ξεχώριζαν μόνο οι δύο DJ με την κονσόλα και τον υπολογιστή τους. Η playlist τους έπαιζε μόνο ξένο hip hop. Instrumental κομμάτια. Φρέσκες και ξεχασμένες μελωδίες. Γνωστές και άγνωστες επιτυχίες. Διάσημα και λιγότερο διάσημα άσματα του Drake και του Kendrick Lamar. Με λίγα λόγια, τραγούδια που όταν ηχούν στα κλαμπ, τα κλαμπ παύουν να υπάρχουν γιατί παραδίνονται στις άγριες διαθέσεις των hip hop οπαδών.
Τελείως απότομα και αναπάντεχα, η μουσική χαμήλωσε. Τα φώτα έπεσαν. H ώρα του Bloody Hawk είχε φτάσει. Οι φίλοι, οι συνεργάτες και το ‘Φθείρομαι’, το συγκρότημά του, έκαναν κανονική απόβαση πάνω στη σκηνή. Όλοι είχαν πάρει τη θέση τους πάνω στην παλλόμενη εξέδρα. Όλοι, εκτός φυσικά από τον Bloody Hawk, ο οποίος για πολλοστή φορά εκείνο το βράδυ δεν είχε δώσει ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Το intro του ‘Φτάνουμε’, του πιο ρυθμικού και αυτοβιογραφικού του τραγουδιού, άναψε το πράσινο φως για την είσοδό του στο stage.
Δεν έχω δει ξανά άνθρωπο να αφήνει κάθε ικμάδα της ενέργειάς του πάνω στη σκηνή. Το παραπλανητικό παρουσιαστικό του (φοράει γυαλιά, δεν έχει ούτε ένα χιλιοστό λίπους πάνω του και δεν ξεπερνάει σε ύψος το 1,75) δεν προμηνύει μία τέτοια κατάθεση ψυχής. Σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας, από το πρώτο ρεφρέν έως και το τελευταίο κουπλέ, ο Bloody Hawk έκανε επίδειξη πάθους και φυσικής κατάστασης. Στα undersized ξεσπάσματά του, το κοινό παραληρούσε. Ένα σύμπλεγμα από ξεχαρβαλωμένα σώματα, αυθύπαρκτα χέρια και πόδια χοροπηδούσαν πάνω-κάτω. Στο ρυθμό του ‘Signore Falco’ και στις επιταγές του ‘Βαλς’.
Για χάρη της συναυλίας και των πιστών θαυμαστών του, ο Bloody Hawk επανέφερε στο προσκήνιο και μερικά δικά του αγαπημένα κομμάτια, τα οποία έχουν ξεχαστεί ή παραγκωνιστεί λόγω της απρόσμενης επιτυχίας του περσινού του άλμπουμ. Μετά από έναν μαραθώνιο 20 και πλέον κομματιών, καινούριων και παλιών, περισσότερο και λιγότερο γνωστών, ο Bloody Hawk είχε ξεμείνει από ανάσες και φωνητικές χορδές. Ο Epel και ο Spave, δηλαδή το σώμα και η ψυχή του ‘Φθείρομαι’, ανέλαβαν να δώσουν συνέχεια στο λυρικό παραλήρημα του κολλητού τους. Με το δικό τους ανατριχιαστικό παραλήρημα, με τις δικές τους ανατριχιαστικές ρίμες.
Προς την εκπνοή της συναυλίας, το μικρόφωνο κατάπιε τον ήχο και τον αντίλαλό του. Σχεδόν ταυτόχρονα, ο Bloody Hawk, o Epel, ο Spave, o Troufone και όσοι άλλοι βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή πάνω στη σκηνή, κραύγασαν το όνομα του Nimbus D. Του φίλου και κολλητού τους που ένα ζεστό πρωινό πριν από μία πενταετία βούτηξε στο κενό.
O Bloody δεν είναι μόνο ο πιο κυνικός και ευθύς ράπερ στην Ελλάδα. Μεταξύ πολλών άλλων, είναι και ο καλύτερος γιατί γράφει με δύο χέρια. Με το δικό του και με του Nimbus D.
Κεντρική Φωτογραφία: Nikos On The Run (Facebook Page)
ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ: