Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου- Watkinson
ENTERTAINMENT

Ο Δημήτρης Μεντζέλος δεν ήθελε ούτε τα χρήματα, ούτε τη δόξα

Μια συζήτηση με τον πρωτομάστορα του χιπ χοπ, που ποτέ δε σταμάτησε να κάνει αυτό που του αρέσει.

Υπάρχουν άνθρωποι με τους οποίους αποκτάς ένα ιδιαίτερο δέσιμο, παρακολουθώντας για χρόνια την επαγγελματική πορεία τους. Ακόμη και χωρίς να τους έχεις γνωρίσει ποτέ από κοντά, ακόμη και αν δεν έχετε ανταλλάξει την παραμικρή κουβέντα, τους νιώθεις δικούς σου, μέρος της παρέας σου. Έτσι ένιωθα για καιρό και για τον Δημήτρη Μεντζέλο, τον ΔΜ από τα Ημισκούμπρια, τον άνθρωπο που σύστησε ουσιαστικά το χιπ χοπ στη χώρα μας και ο οποίος ακόμα και σήμερα παραμένει έτσι ακριβώς όπως τον είχα στο μυαλό μου. Προσγειωμένος, εύστροφος, καυστικός όπου χρειάζεται, αλλά πάνω από όλα, κολλημένος και αφοσιωμένος σε αυτό που κάνει όλα αυτά τα χρόνια.

Ημισκούμπρια άκουγα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Για την ακρίβεια, πρέπει να ήταν από τα πρώτα ακούσματα που είχα. Στην αρχή μου άρεσαν εξαιτίας του αστείου στίχου τους, γιατί για να λέμε και την αλήθεια, τότε δεν καταλάβαινα πολλά σχετικά με το νόημά τους. Φαντάζομαι και αρκετά άτομα της γενιάς μου. Στη συνέχεια, ξεκίνησα να τους προσέχω περισσότερο και καταλάβαινα όλο και καλύτερα τα μηνύματα που ήθελαν πολλές φορές να περάσουν με το δικό τους τρόπο. Αν δεν υπήρχε, όμως, το πάθος του Μεντζέλου για τη μουσική και τη hip hop κοινότητα, τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε γίνει πραγματικότητα.

Μπορεί να έχουν περάσει περισσότερα από 20 χρόνια από την πρώτη εμφάνιση των Ημισκουμπρίων στη δισκογραφία, μπορεί να έχουν αλλάξει πολλά, αλλά αυτό που δεν πρόκειται να αλλάξει είναι ο σεβασμός όλης της χιπ χοπ και ραπ σκηνής σε έναν από τους πρωτομάστορες του είδους. Ο Δημήτρης Μεντζέλος έχει καταφέρει να κερδίσει τους πάντες με τη μουσική, καθώς φυσικά και με το χαρακτήρα του.

Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου- Watkinson

(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου- Watkinson)

Συναντηθήκαμε σε έναν δρόμο πάνω από την Τεχνόπολη στον Κεραμεικό κι αφού κάναμε μια μικρή βόλτα στα γύρω στενά, στην οποία άρχισε να μου διηγείται ιστορίες από τη ζωή του, τα Ημίζ, το γιο του, αλλά και το πάθος του για τη μουσική, φτάσαμε στο Upupa Epops, για χάρη της φωτογράφισης, την οποία έδειχνε να απολαμβάνει. Βλέπεις, ο ΔΜ είναι από τους πιο κουλ ανθρώπους που θα γνωρίσεις. Ένας αιώνιος έφηβος, που δεν έκανε ποτέ τίποτα για χρήματα ή για δόξα. Κι αυτό είναι και το γαμάτο στην περίπτωσή του.

“Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Χολαργό. Δεν έφυγα ποτέ από την Αθήνα. Εδώ πήγα και σχολείο, όπου μπορώ να σου πω πως ήμουν σοβαρός, καλός μαθητής και πολύ ντροπαλός γενικά. Φαντάσου κάποια στιγμή ο δάσκαλος του τζούντο που πήγαινα ήθελε να με κατεβάσει σε πανελλαδικούς αγώνες και δεν πήγα γιατί φοβόμουν να με δει ο κόσμος. Κάτι πραγματικά οξύμωρο αφού στη συνέχεια έκανα αυτό ακριβώς και εμφανιζόμουν μπροστά σε κόσμο”.

 

 

Δεν έζησα την εφηβεία στην ώρα της. Έχασα τον πατέρα μου στα 14 και μεγάλωσα με τη μητέρα μου και τη μικρότερη αδερφή μου. Ήταν πολύ δύσκολο όλο αυτό που βίωσα σε αυτή την ηλικία. Δεν είχα τη δυνατότητα να κάνω τον επαναστάτη, αναγκάστηκα να μεγαλώσω γρήγορα, αλλά κατάφερα να ζήσω τη δική μου εφηβεία λίγο αργότερα, όταν φτιάξαμε τα Ημισκούμπρια.

Η αγάπη μου για τη μουσική ξεκίνησε πολύ νωρίς. Ουσιαστικά, από την πέμπτη δημοτικού όταν άρχισα να καταλαβαίνω τον εαυτό μου. Η μητέρα μου είχε στο σπίτι πολλούς δίσκους. Beatles, Elvis και πολλά ακόμα από αυτά που άκουγαν στα ‘60s. Από την άλλη, ο πατέρας μου είχε Μπιθικώτση, Μοσχολιού και πάει λέγοντας, οπότε τα έπιασα κι αυτά. Και κάπως έτσι ξεκίνησα να ακούω μουσική, από ροκ εν ρολ, μέχρι ρεμπέτικα. Παράξενα ακούσματα για ένα παιδάκι.

Πάντα είχα στο μυαλό μου ότι ήθελα να κάνω κάτι σχετικό με τη μουσική. Το ραδιόφωνο ήταν το μεγάλο μου όνειρο και στην δεκαετία του ’80 οι τότε ραδιοφωνικοί παραγωγοί ήταν σταρς. Μπορεί να μην κατάφερα να μπω σε κάποιο μεγάλο ραδιόφωνο, όμως ξεκίνησα το 1991 σε έναν μικρό σταθμό στο Χαλάνδρι, στον Space FM. Εκεί άρχισαν όλα.

Το ξεκίνημα

Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου- Watkinson

(Styling: Έφη Καρύδη / Ρούχα: Beneto Maretti)

Γνωρίστηκα με τον Μιθριδάτη και τον Πρύτανη που με άκουγαν τότε και φτιάξαμε το συγκρότημα. Φυσικά και δεν περιμέναμε όλο αυτό που έγινε μετά. Ήρθε κάπως απότομα, αλλά όταν σε πετάνε μέσα στο νερό, θα πρέπει να μάθεις να κολυμπάς, θες δεν θες.

 

 

Όταν δημιουργήσαμε τον πρώτο μας δίσκο στο βινύλιο, το κάναμε απλά για να ακούσουμε τη φωνή μας. Αφού το κάναμε, είπαμε ΟΚ, εδώ είμαστε, τελειώσαμε. Πετύχαμε αυτό που θέλαμε. Μετά ο δίσκος έγινε χρυσός και μας καλούσαν σε όποιο μέρος της Ελλάδας μπορείς να φανταστείς. Αυτό που κάναμε ήταν να μιλήσουμε ανοιχτά για τη νοοτροπία των ανθρώπων γύρω μας, σε πολλά και διάφορα πράγματα, από το δημόσιο μέχρι το σεξ. Κάναμε ένα θεατρικό χιπ χοπ, πιάνοντας θέματα που θα μπορούσαν να γίνουν και βίντεο κλιπ.

Το στιλ μας ήταν πάντα χιουμοριστικό. Βέβαια τα τελευταία χρόνια, στους Prejudice Reborn που μου έδωσαν βήμα, έχω περάσει σε άλλο στίχο. Όλη μου τη ζωή γράφω, δε σταματάω ποτέ.

Άκουγα πάντα μέταλ. Κάποια στιγμή, όμως, σταμάτησα γιατί δεν μπορούσα να το παρακολουθήσω. Πέρασα από όλο το κλασσικό μέταλ της εποχής, από Iron Maiden, Motörhead, AC/DC. Με βοήθησαν πάρα πολύ επίσης οι Aerosmith με τους Run-D.M.C. και οι Public Enemy με τους Anthrax που έκαναν τα crossovers και πέρασα εύκολα και στο hip hop. Έτσι, μετά από πολλά χρόνια θέλησα να το κάνω κι εγώ αυτό το πράγμα, κάπως αργοπορημένα βέβαια.

 

 

Το κοινό το δέχθηκε θετικά. Δεν μου είπε κανείς, τι πας και κάνεις και τέτοια. Μάλιστα, δημιουργήθηκε κι ένα νέο κοινό, που ίσως δεν με άκουγε προηγουμένως.

Η hip hop και η trap

Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου- Watkinson

Έχουν γραφτεί για μένα πολλά κουλά όλα αυτά τα χρόνια. Το κλασσικό εντάξει ότι με έχουν πεθάνει και με ξανανασταίνουν ή ότι έχω παντρευτεί τέσσερις φορές.

Αν πρέπει να διαλέξω τρεις στιγμές από τη ζωή που με έχουν στιγματίσει, σίγουρα μία από αυτές είναι όταν υπογράψαμε το πρώτο μας συμβόλαιο με δισκογραφική εταιρεία. Από φαν της μουσικής, ξαφνικά περάσαμε στην άλλη πλευρά και γίναμε επαγγελματίες. Δυνατή ήταν επίσης η στιγμή που συνεργάστηκα με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη για ένα κομμάτι. Έναν άνθρωπο τον οποίο τον άκουγα από παιδάκι στο σπίτι και κατάφερα να βρεθώ μαζί του στον ίδιο χώρο και να συνεργαζόμαστε. Και φυσικά αυτό που άλλαξε όλη μου τη ζωή ήταν η γέννηση του γιου μου. Μπορεί να μην έχει να κάνει με καλλιτεχνικά δρώμενα, αλλά τα επηρέασε.

Πρόσφατα, ο γιος μου μού δήλωσε πως ακούει τα νέα trap κομμάτια που ακούν οι φίλοι του. Και ξεκίνησε να μου τραγουδάει ‘πίσω από το τιμόνι κάνω business’. Οι νέοι ακούν κάτι τελείως διαφορετικό, εντάξει. Και οι ράπερς σήμερα ακολουθούν την Αμερική, δεν είναι κάτι παράξενο αυτό. Είναι μια φυσική συνέχεια. Τώρα το πόσο θα κρατήσει όλο αυτό, θα το δείξει ο κόσμος.

Δεν νομίζω ότι ταιριάζει στην αισθητική μου, οπότε δε θα έκανα trap κομμάτι. Θα ακουγόμουν εγώ γελοίος και δε θα ήθελα να απογοητεύσω τον κόσμο που με στηρίζει.

Η κάθε γενιά έχει τα δικά της πρότυπα και τον δικό της κώδικα. Όταν ξεκινήσαμε κι εμείς, υπήρχαν πολλοί που έλεγαν ‘τι είναι αυτά που ακούτε’ και ‘είναι μουσική τώρα αυτό;’. Ακόμα κι αυτοί μετά μας αποδέχθηκαν. Αν και η τωρινή, λοιπόν, γενιά γράψει τη δική της πορεία, θα βγουν και θα το αποδεχθούν πολλοί μετά. Προσωπικά, δε θα κατηγορήσω για κανένα λόγο τους νέους ράπερς. Δε θέλω να φανώ ο γελοίος μπάρμπας που δείχνει με το δάχτυλο. Επειδή τα άκουσα κι εγώ κάποτε, δε θέλω να τα πω τώρα. Όπως στο στρατό που πήγαινες νέος και σου έκαναν καψόνια. Αν ήσουν έξυπνος και σωστός, όταν γινόσουν παλιός, αυτά δεν τα έκανες μετά σε άλλους.

30 χρόνια επιτυχίες

Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου- Watkinson

Είναι καταπληκτικό αυτό που συμβαίνει ακόμα και σήμερα με τα τραγούδια μας. Υπήρχε η πρώτη γενιά με τα ‘30 χρόνια επιτυχίες’, ακολούθησε η δεύτερη γενιά, αυτή της Λόλας και του Greek Lover και φτάσαμε τώρα σε μια τρίτη γενιά.

Όλη μου τη ζωή παίζω και ως DJ σε διάφορα μαγαζιά. Και ουσιαστικά τώρα παίζω αυτό που κάποτε ήταν mainstream και τώρα το αποκαλούμε special party. Δεν με ενοχλεί ο όρος ‘trash’ που χρησιμοποιείται. Το έχουν περάσει όλο αυτό ως κάτι ’90s’. Ο κόσμος περνάει πάρα πολύ καλά με αυτές τις μουσικές. είτε είναι Backstreet Boys, είτε είναι Αλέξια. Αυτό που θέλω είναι να διασκεδάζει ο κόσμος και να παίζει ο καθένας ότι γουστάρει. Τα μαγαζιά που παίζω χρόνια και μπορεί εύκολα να με βρει κάποιος είναι ο Ανανάς στη Θεσσαλονίκη, το Prestige στη Λιβαδειά και το Escobar στην Κόρινθο. Είμαι on the road συνέχεια και είναι ωραίο όλο αυτό. Είναι ωραίο το κλίμα πλέον, γιατί στο παρελθόν έχουμε πέσει και σε περιπτώσεις.

Ούτε πίναμε, ούτε κάναμε ναρκωτικά. Είχαμε natural high. Έχουμε πέσει, όμως, σε πολλές λαμογιές. Έχουμε συναντήσει απατεώνες, managers, αλλά και haters. Όλα αυτά με την πάροδο του χρόνου έστρωσαν και μάθαμε κι εμείς να αντιμετωπίζουμε διαφορετικά τις καταστάσεις.

Από τα πιο τρελά που μου έχουν τύχει on stage ήταν σε ένα live στο Βόλο, που γλίστρησα και έβγαλα τον ώμο μου. Ο κόσμος δεν το κατάλαβε, αλλά οι άλλοι δύο τρελάθηκαν. Έβγαλαν τη συναυλία μέχρι το τέλος, πήγαμε νοσοκομείο και εγώ να έχω μείνει με το ένα χέρι όρθιο. Εκεί ένας νοσοκόμος μου έδωσε να κρατήσω ένα παγούρι με νερό και με την κουβέντα το χέρι κατέβηκε και τελικά ο γιατρός το έβαλε στη θέση του. Θα το θυμάμαι πάντα το συγκεκριμένο περιστατικό. Μετά συνέχισα το τουρ με δεμένο χέρι.

Όταν κλείσουμε 30ετία με τα Ημισκούμπρια μπορεί να κάνουμε κανένα grand επετειακό live. Θα ήταν ωραίο. Χρονολογείται το 2026, θα δούμε. Ίσως γίνει κάτι big για να κλείσει έτσι η ιστορία.

Αιώνιος έφηβος

Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου- Watkinson

Στο σπίτι πρέπει να έχω περίπου 2.500 βινύλια. Έχω πολλά συλλεκτικά, αλλά υπάρχουν τρία που έχω συναισθηματικό δέσιμο μαζί τους. Ο δίσκος των Beastie Boys το Licensed to Ill, σίγουρα το βινύλιο των Iron Maiden τo ‘Number of the Beast’, γιατί πέρα από το γεγονός πως είναι δισκάρα ήταν ο δίσκος που με έβαλε στο μέταλ και έκανε τη μάνα μου να κοντέψει να πάθει εγκεφαλικό με τον Eddie να κρατάει τον διάβολο, αλλά και ‘Το μινόρε της αυγής’ με τα υπέροχα ρεμπέτικα.

Διαβάζω πάρα πολλά βιβλία και κόμιξ, είναι η αγάπη μου. Άρρωστος με Marvel από μικρός. Έχω και δύο τατού με σούπερ ήρωες, τον Wolverine στο χέρι και τον Daredevil, στο πόδι. Ο δεύτερος είναι και ο αγαπημένος μου, είναι η τυφλή δικαιοσύνη. Εντωμεταξύ θα είχα και τεράστια συλλογή κόμιξ, αλλά πολλά τα πέταξε η μάνα μου όταν πήγα στρατό. Αυτό το πρόβλημα που αντιμετωπίσαμε πολλοί.

Ως πατέρας πλέον, έχω πιάσει κάποιες φορές τον εαυτό μου να λέει πράγματα που έλεγε και ο δικός μου πατέρας. Με το που το καταλάβω, το κόβω στο επόμενο δευτερόλεπτο. Θέλω να είμαι ανοιχτός με το γιο μου, να συζητάμε, αλλά να είμαι και πατέρας του και να τον καθοδηγήσω εκεί που πρέπει. Είναι σε δύσκολη ηλικία τώρα, στα 11 και με αντιγράφει σε πολλά πράγματα. Πρέπει να είμαι πολύ προσεκτικός τι κάνω και τι λέω, γιατί αν κάνω εγώ κάτι και μετά το κάνει, δε θα μπορώ να του πω και κάτι. Εκεί είναι το δίκοπο μαχαίρι και είμαι πολύ προσεκτικός.

Παρακολουθώ λίγο ξένο ποδόσφαιρο, γιατί το ελληνικό εντάξει, το βλέπεις πώς είναι. Από τη δεκαετία του ‘80 υποστήριζα τη Λίβερπουλ και ακόμα την παρακολουθώ όσο μπορώ. Ο γιος μου δεν ασχολείται με το ποδόσφαιρο, συμπαθεί περισσότερο το μπασκετάκι. Του έχω μάθει και τον Γκάλη, γιατί τον άκουγε στους στίχους και με ρώταγε. Μια φορά με τα Ημίζ τον είχαμε γνωρίσει κι από κοντά και μας είχε πει ‘τι έγινε ρε παιδιά με την πάρτη μου’. Ε, του είπαμε είσαι ο καλύτερος, δεν γινόταν να μη σε βάλουμε. Τηλεόραση δεν βλέπω καθόλου, για κανένα λόγο. Έχω βάλει Netflix, όμως, και χαζεύω ατελείωτα σειρές και ταινίες.

Δεν σταματάω ποτέ να νιώθω έφηβος. Συνεργάζομαι επίσης με το Thessaloniki Comic Convention τα τελευταία δύο χρόνια, τους έχω φτιάξει και κομμάτι. Γράφω συνεχώς, συνεχίζω και σόλο και με τους Prejudice Reborn και ετοιμάζω και κάτι καινούργιο. Όταν έρθει η ώρα θα το πω.

Δεν είμαι από αυτούς που ήθελαν το χρήμα και τη δόξα. Ήθελα απλά να να ζω από την μουσική και να κάνω αυτά που μου αρέσουν. Και το κατάφερα. Δεν είναι στο χαρακτήρα μου να λέω μεγάλα λόγια ή να θέλω να το παίξω κάποιος.

* Ευχαριστούμε θερμά το Upupa Epops The Bar (Αλκμήνης 7, Αθήνα) για τη φιλοξενία του.