Ο Φώτης Βάρθης και ο Χρυσόστομος Τσαπραϊλης φτιάχνουν σκοτεινά παραμύθια για ενήλικες
Ζητήσαμε από τους δημιουργούς της εκδοτικής έκπληξης Γυναίκες που επιστρέφουν να μας εξηγήσουν πώς κατάφεραν να ενώσουν τόσο διαφορετικά πράγματα μεταξύ τους: Δημοτικά τραγούδια και heavy metal, χαρακτική και λογοτεχνία, αρχαία μοτίβα και γυναικεία δικαιώματα.
- 10 ΦΕΒ 2021
Είναι η λαϊκή παράδοση ικανή να προσεγγίζει τις σημερινές γυναικείες διεκδικήσεις; Μήπως υπάρχει κάποια κρυφή σχέση ανάμεσα στα δημοτικά τραγούδια και το black metal; Οι απαντήσεις στα δύο αυτά παράξενα ερωτήματα δίνονται μέσα από τις 79 σελίδες του Γυναίκες που επιστρέφουν (εκδ. Αντίποδες). Ενός πρωτότυπου βιβλίου που συνδυάζει τη χαρακτική με τα διηγήματα από τη μία, και τη βυζαντινή τέχνη με το folk horror από την άλλη, ώστε να μιλήσει για κάτι πραγματικά επίκαιρο: τον πόνο των γυναικών που δε γνωρίζει χρονικούς περιορισμούς και σύνορα.
Τον χαράκτη Φώτη Βάρθη, οι περισσότεροι τον γνωρίζουν από τον τελευταίο δίσκο των Villagers of Ioannina City, Age of Aquarius. Η φιγούρα στο εξώφυλλο είναι δικό του έργο. Όπως δικιά του ήταν και η ιδέα για εννιά έργα χαρακτικής εμπνευσμένα από τις παραλογές (σ.σ: παραδοσιακά τραγούδια με φανταστικά στοιχεία και επικολυρικό χαρακτήρα) και τα αρχετυπικά μοτίβα της θυσίας, του αποχωρισμού, της κακοποίησης. Ο Χρυσόστομος Τσαπραϊλης μας συστήθηκε πριν τρία χρόνια μέσα από τη Facebook σελίδα Παγανιστικές δοξασίες στη θεσσαλική επαρχία, οι ιστορίες της οποίας έγιναν βιβλίο γεμάτο σκοτεινές, λυρικές εικόνες για να λάβουν στη συνέχεια εξαιρετικές κριτικές.
Στο Γυναίκες που επιστρέφουν κλήθηκε να διηγηθεί, από τη δική του σκοπιά, τις παραλογές που έδωσαν έμπνευση στον Φώτη Βάρθη, δημιουργώντας κατάμαυρα παραμύθια που αψηφούν τον χώρο και χρόνο. Η χαρακτηριστική του πινελιά είναι φανερή σε φράσεις όπως αυτή: «Έχουν τη μοίρα του πηγαδιού και του σκοινιού, του τάφου και του βυθού, και σκορπίζουν πόνο βαθύ σε συγγενείς και αγαπητικούς».
Τι έχουν όμως να πουν για τη συνεργασία τους, τα γυναικεία δικαιώματα, τις παραδοσιακές τέχνες και το heavy metal οι δύο δημιουργοί;
Σκύβοντας ξανά πάνω στα δημοτικά τραγούδια, τι έχουμε να μάθουμε από αυτά;
Φ.Β: Ανάλογα με τη διάθεση που θα τα κοιτάξεις, υπάρχει ένας τεράστιος θησαυρός θεμάτων με τα οποία μπορεί να ασχοληθεί κανείς. Ο τρόπος που παρουσιάζουν καθημερινά θέματα ποτισμένα με λαϊκή φιλοσοφία είναι ένας ολόκληρος κόσμος, ο οποίος έχει πολύ μεγάλο νόημα να τον εξερευνήσουμε. Όπως μεγάλη αξία έχει να εξετάσουμε και το πως έχουν χωνέψει την αρχαία τραγωδία ώστε να την αποδώσουν με άλλες φόρμες και να την παραδώσουν ξανά στους ανθρώπους.
Είναι τελικά παραμυθάκια ή δυνατά θρίλερ που κρύβουν σκληρές αλήθειες για την ανθρώπινη φύση;
Φ.Β: Το κλειδί βρίσκεται στη λέξη «αλήθεια». Οι αφηγήσεις αυτές έχουν όντως να μας μάθουν πολλά και φωτίζουν διάφορες πτυχές της ύπαρξής μας. Μπορεί στο μυαλό κάποιον να φαίνονται κωμικά, εγώ όμως δεν το βλέπω έτσι. Ο Tolkien βάζει έναν ολόκληρο στρατό νεκρών να πολεμήσουν για εξιλέωση ενώ ο Brandon Lee ανασταίνεται στο Κοράκι για να πάρει εκδίκηση. Αντίστοιχα, o Κωσταντής στο δημοτικό τραγούδι του Νεκρού αδελφού έρχεται ξανά στη ζωή για να εκπληρώσει την υπόσχεσή του. Αυτό για μένα είναι ένας εκπληκτικός συνδυασμός επικού και goth στοιχείου. Οτιδήποτε μπορεί να μεταφραστεί κωμικά, μας το έδειξαν με τον καλύτερο τρόπο οι Monty Python, αλλά στην περίπτωσή μας δεν είναι αυτό το ζητούμενο.
Τι σχέση έχουν οι ιστορίες των διηγημάτων με τα όσα βιώνει σήμερα το γυναικείο φύλο;
Χ.Τ: Παρότι οι τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίστηκαν από ένα θεωρητικά προοδευτικό πνεύμα, οι ουσιαστικές θετικές αλλαγές όσον αφορά την προβληματική αντιμετώπιση των γυναικών είναι πολύ λιγότερες από όσες νομίζουμε (πρόσφατα, μάλιστα, είχαμε δυσοίωνες κατακρημνίσεις σκληρά κερδισμένων δικαιωμάτων, όπως για παράδειγμα αυτού στην έκτρωση στην Πολωνία).
Καταπίεση, υποτίμηση, κακοποίηση υπάρχουν ακόμη (όπως άλλωστε γίνεται φανερό αυτές τις μέρες με το εγχώριο κίνημα #metoo) και είναι τόσο βαθιά εγγεγραμμένες στην κοινωνία που φαντάζουν αόρατες στην πλειοψηφία. Τα δεινά, λοιπόν, που βιώνουν οι πρωταγωνίστριες των διηγημάτων του βιβλίου είναι μια απόπειρα αποτύπωσης κάποιων αρχετυπικών στιγμιότυπων του γυναικείου πόνου. Κάποιων καταστάσεων που προκύπτουν ξανά και ξανά από επικρατούσες δομές, θεωρήσεις και σχέσεις εξουσίας που αποδεικνύονται τρομακτικά ανθεκτικές κατά μήκος της ιστορίας – χωρίς αυτό να σημαίνει πως είναι ανίκητες.
Κιρίσα, Σαγίτρα, Αρκαλέα. Τα ονόματα των ηρωίδων ακούγονται τουλάχιστον εξωτικά. Υπάρχει κάποιο κρυφό νόημα πίσω από αυτά;
X.T: Στις περισσότερες ιστορίες τα ονόματα των γυναικών δίνουν ένα στοιχείο για τον γεωγραφικό χώρο όπου διαδραματίζεται το συγκεκριμένο διήγημα. Όταν ξεκινούσα να γράφω κάθε ιστορία είχα κατά νου μια περιοχή, επηρεασμένος από την εκάστοτε εικόνα του Φώτη και την προέλευση ή/και αισθητική της αντίστοιχης παραλογής. Έτσι, προσπάθησα να χτίσω ονόματα με βάση τη γλώσσα/γλωσσικό ιδίωμα των εκάστοτε περιοχών.
Για παράδειγμα, στο ομώνυμο διήγημα, η εικόνα του Φώτη με έκανε να φανταστώ την ηρωίδα ως τον ήλιο, ενώ η παραλογή (του νεκρού αδελφού) αναφέρει τη μακρινή (και εξωτική) ανατολή ως τόπο ξενιτιάς για την πρωταγωνίστρια. Το όνομα, λοιπόν, της Σαμίσσας προέκυψε από την αραβική λέξη για τον ήλιο.
Κάποιοι συγγραφείς που σε έχουν επηρεάσει περισσότερο από άλλους;
Χ.Τ: J.R.R. Tolkien (και ειδικά η Ελληνίδα μεταφράστριά του Ευγενία Χατζηθανάση-Κόλλια), H.P. Lovecraft, Arthur Mahen, Νικόλαος Πολίτης και διάφοροι black metal στιχουργοί.
Πώς σου φαίνεται ο όρος folk horror για αυτή τη συλλογή διηγημάτων;
Χ.Τ: Όντας και ο ίδιος συντάκτης και αναγνώστης, πέρα από συγγραφέας, αγαπώ τις ταμπέλες, όχι μόνο επειδή λειτουργούν ως (ενίοτε άκομψες, ομολογουμένως) σημαδούρες μέσα στον ωκεανό των έργων τέχνης αλλά και γιατί δημιουργούν κοινότητες – αυτό ισχύει ιδιαίτερα για είδη όπως fantasy, horror.
Όσον αφορά το folk horror, είναι ένα είδος που λατρεύω παρά τα κάποια θέματα που έχω μαζί του (όπως η τάση του να βλέπει τις απομονωμένες κοινότητες με τη ματιά του σύγχρονου επισκέπτη, δίχως να προσπαθεί να προσεγγίσει το μυαλό των γηγενών). Σε κάποιες από τις ιστορίες των Γυναικών υπάρχουν σίγουρα στοιχεία folk horror αλλά δεν είμαι σίγουρος πως το σύνολο μπορεί να καταταχτεί στο είδος τόσο εύκολα όσο οι Παγανιστικές δοξασίες της θεσσαλικής επαρχίας (εκδ. Αντίποδες).
Τι σχέση έχετε με τον σκληρό ήχο και πιο συγκεκριμένα το heavy metal;
Φ.Β: Για μένα ήταν η πρώτη ουσιαστική επαφή μου με τη μουσική, νομίζω πως αυτό που με τράβηξε ήταν ο ίδιος ο παραμορφωμένος ήχος της ηλεκτρικής κιθάρας και στη συνέχεια η ποικιλία των θεματικών στους στίχους. Όλο το χαρτζιλίκι μου πήγαινε τότε στην αγορά νέων δίσκων και την ανακάλυψη συγκροτημάτων που δεν είχα ακούσει ξανά. Μιας και μιλάμε για εποχές που δεν υπήρχε το YouTube όλο αυτό είχε τη μαγεία της εξερεύνησης. Ο ίδιος δίσκος έπαιζε ξανά και ξανά για καιρό μέχρι την αγορά του επόμενου.
Χ.Τ: Ακούω metal για πάνω από 20 χρόνια και γράφω για αυτό τα τελευταία δέκα. Πρόκειται για μια μουσική και (υπο)κουλτούρα που με έχει διαμορφώσει -τόσο αισθητικά όσο και σε άλλους τομείς- σε μεγάλο βαθμό, κάτι που θεωρώ ότι γίνεται εμφανές στα γραπτά μου. Μπορεί να έχει πολλά θέματα (πολιτικοκοινωνικά), αλλά παραμένει τεράστια αγάπη.
Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
ΦΒ: Γνώρισα το έργο του Χρυσόστομου μέσα από το πρώτο του βιβλίο και μου άρεσε πάρα πολύ η ατμόσφαιρα που δημιουργούσε στις ιστορίες του. Όταν δούλευα τις Έννεα σπουδές στον πόνο, οι οποίες είναι εμπνευσμένες από παραλογές των δημοτικών τραγουδιών, ήθελα να επιστρέψουν πίσω στο κείμενο από μια νέα όμως αφήγηση.
Η αρχική μου ιδέα ήταν την κάθε ιστορία να την αναλάβει και διαφορετικός συγγραφέας/ποιητής αλλά όταν ξεκινήσαμε τις συζητήσεις με τον Κώστα Σπαθαράκη από τις εκδόσεις Αντίποδες καταλήξαμε πως θα ήταν καλύτερα να είναι μόνο ένας. Κάτι που όντως πιστεύω πως ήταν, τελικά, η πιο σωστή απόφαση. Μίλησα με τον Χρυσόστομο γιατί ένιωθα ότι είναι από τα πιο κατάλληλα άτομα για να γράψει πάνω σε αυτή τη θεματική και προς μεγάλη μου χαρά δέχτηκε. Ο τρόπος που έπλεξε τις ιστορίες των Γυναικών ήταν εξαιρετικός.
Χ.Τ: Το φθινόπωρο του 2019 ο Φώτης μου πρότεινε να γράψω διηγήματα για μια σειρά από έργα που ετοίμαζε, τα οποία ήταν βασισμένα στον γυναικείο πόνο όπως αυτός αποκαλύπτεται στις παραλογές. Γνωρίζοντας και θαυμάζοντας το έργο του, δέχτηκα με μεγάλη χαρά.
Επόμενα σχέδια;
Χ.Τ: Βρίσκομαι στα μισά μίας συλλογής διηγημάτων βασισμένων στους στίχους του De Mysteriis dom Sathanas των Mayhem, ενώ παράλληλα θα ήθελα να μεταφράσω κάποιους σχετικά άγνωστους στην Ελλάδα συγγραφείς της λεγόμενης weird λογοτεχνίας, όπως οι Robert Aickman, Mark Valentine, Colin Insole, και John Howard.
Φ.Β: Αυτή τη στιγμή δουλεύω μια ξυλογραφία για το εικαστικό ενός ντοκιμαντέρ με θέμα την Ήπειρο που με χαροποιεί πολύ, επειδή είναι μια σπουδαία συνεργασία με σκηνοθέτες και μουσικούς και θα παρουσιαστεί σε λίγο καιρό. Έχω κατά νου ποια θα ήθελα να είναι η επόμενη σειρά έργων που θα ξεκινήσω και είμαι στη φάση που ερευνώ το θέμα μαζί με κάποιες άλλες λεπτομέρειες. Η επιθυμία μου είναι να υπάρχει ξανά συνεργασία της χαρακτικής με άλλες τέχνες.
Στον ψηφιακό κόσμο που ζούμε, τι μέλλον μπορεί να έχει η χαρακτική;
Φ.Β: Το κάθε τι έχει τον λόγο του, αν αυτός ο λόγος πάψει, τότε θα σταματήσει να υπάρχει και η χαρακτική όπως και οτιδήποτε άλλο.Αν μπορώ να κάνω μία αναλογία, μίας και μιλήσαμε για μουσική πιο πριν, είναι ίσως ο ίδιος λόγος που το βινύλιο συνεχίζει να ανθεί ενώ υπάρχουν τα mp3s. Καλύπτουν άλλες ανάγκες. Η χαρακτική είναι μια χρονοβόρα διαδικασία. Αν αυτό σε κάποιες περιπτώσεις ίσως είναι αρνητικό, για άλλες πάλι αποτελεί ακόμα έναν λόγο που δίνει αξία στην απόφαση.
Μπορούν οι εικαστικές τέχνες και η λογοτεχνία να συναγωνιστούν τον καταιγισμό από εύκολη πληροφορίας που δεχόμαστε στο ίντερνετ;
Φ.Β: Η απάντηση μου είναι, επί της ουσίας, ίδια με πριν. Το κάθε τι καλύπτει άλλες ανάγκες και δηλώνει διαφορετικά πράγματα. Μιας και η συζήτηση γίνεται με αφορμή τις Γυναίκες που επιστρέφουν θα δώσω ένα παράδειγμα με βάση αυτές: Η χρήση του σχεδίου και της χαρακτικής γίνεται με σκοπό να αποδώσουν την ουσία του πόνου που μπορεί να έχει βιώσει κάθε γυναίκα, οποιαδήποτε στιγμή. Αν αντί για αυτό υπήρχε μια selfie κάποιας γυναίκας που έχει βιώσει κάτι παρόμοιο η έννοια του έργου θα άλλαζε τελείως. Για εμένα σημασία έχει ο λόγος για τον οποίο γίνεται το κάθε τι. «Αρχή παντός έργου λόγος, και προ πράξεως βουλή» όπως διαβάζουμε και στην Παλαιά Διαθήκη.