Ο Joaquin Phoenix δίνει την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του στο C’Mon C’Mon: 4 ταινίες + 2 σειρές για το ΣΚ
- 10 ΔΕΚ 2021
Ξεκινάμε από την ταινία του Mike Mills με τον Joaquin Phoenix γιατί φοβάμαι πως είναι η πιο εύκολη να παραγκωνιστεί:
ΤΑΙΝΙΕΣ:
C’Mon C’Mon
Το σινεμά του Mike Mills ως τώρα (Beginners, 20th Century Women) ήταν αναμνήσεις που τρεμόπαιζαν στη μεγάλη οθόνη. Εμείς παρακολουθούσαμε ανθρώπους να θυμούνται διαμορφωτικές περιόδους της ζωής τους, αποτελούμενες από γεγονότα φαινομενικά ασήμαντα για τότε, και εκείνοι επεξεργάζονταν τη διαδρομή τους μέσα από οράματα του παρελθόντος – αλλάζοντας αναμνήσεις κατά βούληση στο Beginners ή με τη γυαλιστερή ζωηράδα των χρωμάτων στο 20th Century Women (άλλωστε πόσοι προτιμάμε να κοιτάμε το παρελθόν μέσα από ροζ φακό;).
Το C’Mon C’Mon όμως είναι βαθιά ριζωμένο στο σήμερα κι ας είναι ασπρόμαυρο.
Ο Joaquin Phoenix υποδύεται τον Johnny, έναν δημοσιογράφο ραδιοφώνου που ενδιαφέρεται για τα όνειρα και τις απόψεις της νεότερης γενιάς και ταξιδεύει σε όλη τη χώρα για να μιλήσει μαζί τους. Μετά από έναν άσχημο χωρισμό, την απώλεια της μητέρας του και την τεταμένη σχέση με την αδερφή του, Viv (Gaby Hoffman), ο Johnny έχει κλειστεί από όλους και όλα εκτός από τη δουλειά του. Και αυτή τη στιγμή η δουλειά του είναι να μιλάει σε παιδιά.
Σύντομα θα αποκτήσει το δικό του, τον ανιψιό του, Jesse (Woody Norman), που θα χρειαστεί να προσέχει για κάποιες εβδομάδες, και τότε η ταινία γίνεται ένας προσεκτικός χορός γύρω από τη σχέση τους, τη σχέση τους με τη μνήμη και τον χρόνο, το άγχος των ανθρώπων να αποκτούν σημασία και το πώς νιώθουμε ότι την εξασφαλίζουμε απαθανατίζοντας τις στιγμές μας στο μικρόφωνο και στον φακό.
Ο Mills που εξερευνά σταθερά τις διαγενεακές οικογενειακές σχέσεις γνωρίζει πολύ καλά πως για ορισμένους από εμάς, ακόμα και το να σκεφτόμαστε απλώς την οικογένειά μας ή κάποιες πλευρές της, είναι σα να πιέζουμε επίμονα μια μελανιά μας. Αυτό διατρέχει όλους τους βασικούς χαρακτήρες του C’Mon C’Mon που προσπαθούν απεγνωσμένα να συνδεθούν μεταξύ τους, με τον Jesse να τους παρακινεί όπως μόνο η ωμότητα ενός μικρού παιδιού μπορεί να πετύχει. Το μοντάζ της Jennifer Vecchiarello είναι βασικό κλειδί στον ρυθμό που ακολουθούν οι σχέσεις στην ταινία, μεταβαίνοντας από μία συνομιλία σε μία άλλη, ή ανοίγοντας τον κόσμο μίας αναδρομής μέσα από ένα σιωπηλό τηλεφώνημα.
Ο Joaquin Phoenix ειδικά που μπορεί να “ανάψει” αμέσως μια πληγωμένη παιδικότητα στις ερμηνείες του συντονίζεται ιδανικά στις ανάγκες του φιλμ, ακτινοβολώντας ζεστασιά από την αρχή ως το τέλος του. Είναι βελούδινος και ανοιχτόκαρδος, μίλια μακριά από τον ζόφο των τελευταίων του πρότζεκτ, επιδεικνύοντας κάτι φαινομενικά εύκολο αλλά καθόλου απλό στην υποκριτική: την ικανότητα απλώς να είναι.
Όταν στο τέλος της ταινίας ο Jesse κλαίει γιατί μαθαίνει πως μεγαλώνοντας οι αναμνήσεις που μόλις έφτιαξε με τον θείο του μπορεί να σβήσουν, συγκινήθηκα όσο με καμία φετινή αμερικανική παραγωγή και σκεφτόμουν πως το C’Mon C’Mon δε θα μπορούσε να μην είναι ασπρόμαυρο. Τα πολύχρωμα visuals δε θα ταίριαζαν στην επαφή του με τον Johnny αυτή τη στιγμή. Όταν μεγαλώσει θα ντύσει αυτές τις αναμνήσεις με τα κατάλληλα χρώματα που θα ξυπνούν τα συναισθήματά του. Του το εύχομαι.
Η ταινία κυκλοφορεί από την Tanweer.
West Side Story
«Υπάρχει πάντα μία νεράιδα στο αυτί του Steven που του λέει να μετατρέπει πράγματα σε μιούζικαλ», έχει αναφέρει η Bonnie Curtis, pαραγωγός του Spielberg στο Saving Private Ryan, το Artificial Intelligence και το Minority Report. «Από τη μέρα που γνώρισα τον Steven λέει ξανά και ξανά, συνέχεια, “θέλω τόσο πολύ να κάνω ένα μιούζικαλ. Θεέ μου, πόσο πολύ θέλω να το κάνω”».
Παρακολουθώντας το δικό του West Side Story, ένα έργο που βάσισε στην παράσταση του 1957 με εμφανείς τις επιρροές από την οσκαρική ταινία του 1961, ο Spielberg δεν αποδεικνύεται απλώς ένας πολύ καλός σκηνοθέτης για μιούζικαλ. Μοιάζει αυτονόητος.
Ο πιο επιτυχημένος εμπορικά σκηνοθέτης στην ιστορία, πάντοτε άχαστος τεχνικά, βρίσκει στο West Side Story την πιο δυναμική του ταινία εδώ και χρόνια.
Διάβασε αναλυτικά την κριτική της ταινίας εδώ.
Η ταινία κυκλοφορεί από τη Feelgood.
Don’t Look Up
Τι θα συνέβαινε εάν μαθαίναμε πως ο κόσμος θα τελείωνε μέσα σε έξι μήνες και, κυρίως, εάν κανείς δεν έμοιαζε να θέλει να κάνει κάτι γι’ αυτό; Ο Leonardo DiCaprio, η Jennifer Lawrence και ο Rob Morgan υποδύονται μία τριάδα επιστημόνων που προσπαθούν μάταια να προειδοποιήσουν τον κόσμο και τους ηγέτες του για μία επικείμενη πρόσκρουση αστεροειδή, που σίγουρα θα τερματίσει τη ζωή στον πλανήτη αν δεν τον αποπροσανατολίσουν πριν πλησιάσει τη Γη.
Βλέποντας την απροθυμία της αμερικανικής κυβέρνησης να ανταποκριθεί στο κατεπείγον – η Meryl Streep έχει πλάκα ως Τραμποειδής Πρόεδρος των Η.Π.Α. αλλά ο Jonah Hill στον ρόλο του γιου της είναι ακριβώς ό,τι χρειαζόταν η ταινία παίζοντας τον χαρακτήρα του σε στιλ “αν το Fyre Festival ήταν άνθρωπος” – ο καθηγητής Mindy (DiCaprio) και η Dibiasky (Lawrence) θα προσπαθήσουν να διαδώσουν την πληροφορία στον απλό κόσμο ελπίζοντας ότι θα κινητοποιηθούν και θα προκαλέσουν την εκτροπή του αστεροειδή.
Οι δυο τους θα πραγματοποιήσουν μία περιοδεία στα μέσα μαζικής ενημέρωσης που θα τους οδηγήσει, από τους αυτάρεσκους παρουσιαστές ενός πρωινού talk show ονόματι Daily Rip (Tyler Perry και Cate Blanchett), σε μία κοινωφελή συναυλία που οργανώνουν ποπ σταρ (Ariana Grande και Kid Cudi). Σύντομα όμως θα μάθουν τι συμβαίνει όταν η πανικόβλητη απόγνωση των ειλικρινών ανθρώπων συναντά την ηθελημένη άγνοια ενός κοινού που προτιμά να παρακολουθεί τους χωρισμούς διασημοτήτων παρά το τέλος του κόσμου.
Όταν ο Adam McKay κόλλησε με τις πολιτικές ταινίες (The Big Short, Vice), άρχισε να φτιάχνει κοινωνικές σάτιρες που περνούν στην πλευρά της νιχιλιστικής κωμωδίας. Κάνει το ίδιο και εδώ θέλοντας να μιλήσει για τη συλλογική απραξία των έχοντων δύναμη μπροστά στην κλιματική κρίση. Οι πολιτικοί ασχολούνται περισσότερο με την επανεκλογή τους, οι CEOs έχουν χρήματα να βγάλουν, και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μαζί με τα media ψάχνουν το επόμενο αστραφτερό κουτσομπολιό.
Ο McKay αναρωτιέται φωναχτά αν είναι πολύ αργά για όλους μας, μέσα από μία ταινία όμως τελικά πολύ κουρασμένη – η διάρκειά της δε δικαιολογείται σε καμία περίπτωση! – και τρομερά θυμωμένη για να αποδώσει όλα τα αστεία στα οποία στοχεύει.
Από τη μία εκτιμά κανείς τον θυμό του, όπως και το γεγονός ότι μετά από όσα έχουμε ζήσει επί Covid-19 καμία παράλογη αντίδραση ανθρώπων στο Don’t Look Up δε μοιάζει πια παράλογη. Από την άλλη η ταινία δε μπορεί να συγκρατήσει τον σωστό της τόνο της όταν τον πετυχαίνει. Ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα με τον McKay είναι πως νιώθει ότι είναι ο επόμενος Paddy Chayefsky και ότι όφειλε να παραδώσει το επόμενο Network πυροβολώντας ανείπωτη σοφία από ψηλά σε όλους εμάς τους ανίδεους. Έχει επενδύσει πολύ στην εκστρατεία του και η αυταρέσκειά του μολύνει πια τη διαδικασία του. Όσο επιδεικτικό κι αν ήταν το Big Short, τουλάχιστον ήταν τσαντισμένο εκ μέρους μας. Με το Vice και τώρα τούτο ο McKay είναι τσαντισμένος μαζί μας, όταν οι άνθρωποι που βλέπουμε τις ταινίες του συμφωνούν ήδη μαζί του.
Τότε γιατί έχω το Don’t Look Up στις προτάσεις μου;
Γιατί η ταινία γίνεται fun σε αρκετά σημεία της και έχει ένα αδιανόητο, πολύ αφοσιωμένο καστ. Κάποιες μέρες της ζωής σου δε χρειάζεσαι και πολλά περισσότερα απ’ το να βλέπεις τους αγαπημένους σου αστέρες να περιδινούνται μεταξύ μανιακού πανικού και ζεν πραγματικότητας.
Η ταινία κυκλοφορεί από την Odeon.
Daniel 16
Μετά τον πολυβραβευμένο Μανάβη, ο Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος επιστρέφει με μια συγκινητική ιστορία εμπνευσμένη από αληθινά γεγονότα. Το Daniel 16 ακολουθεί έναν έφηβο Γερμανό παραβάτη (Nikolas Kisker) που μεταφέρεται σε άγνωστη δομή φιλοξενίας στην Ελλάδα. Κοντά στα τουρκικά σύνορα και τις μεταναστευτικές διαδρομές, το προσωρινό νέο του σπίτι θα τον φέρει σε επαφή με πρόσφυγες προκαλώντας τον να αλλάξει γνώμη για τις δικές του συνθήκες.
Συμπονετικό, τρυφερό δράμα ηπίων τόνων από τον Κουτσιαμπασάκο όπου το παρελθόν του στα ντοκιμαντέρ είναι χειροπιαστό, δίνοντας ευπρόσδεκτο νατουραλισμό στο Daniel 16. Με συμμετοχές σε δεκάδες φεστιβάλ και Βραβείο Κοινού Fischer “Meet the Neighbors” στο 60ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, η ταινία μιλά με αφοπλιστική ειλικρίνεια για ένα θέμα που λίγοι Έλληνες γνωρίζουμε.
Η ταινία κυκλοφορεί από το Cinobo.
ΣΕΙΡΕΣ:
And Just Like That…
Δε χρειάζεται συστάσεις. Το Sex & the City επιστρέφει παρά την απουσία της Kim Cattrall. Έχω αγνή περιέργεια για το πώς θα λειτουργήσει αυτό σε μία σειρά που διακήρυττε τη φιλία των γυναικών ως τη μεγαλύτερη αγάπη της ζωής τους.
Η σειρά προβάλλεται από το Vodafone TV.
The Expanse: Season 6
Το Expanse είναι το μικρό sci-fi show που τα κατάφερε. Υπήρξε συνεκτικό και, για πολλούς από τους φαν του και τους κριτικούς, ολοένα και καλύτερο.
Καθώς η σειρά μπαίνει στην έκτη και (τουλάχιστον στο Amazon) τελευταία σεζόν του, και με τα επεισόδιο της μειωμένα περίπου στα μισά, το Expanse καλείται να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις σε έναν φαινομενικά άπειρο αριθμό ερωτήσεων, όσο θα παρέχει ταυτόχρονα εύλογα φινάλε για χαρακτήρες με τόσο διαφορετικά συμφέροντα, που ένα αίσιο τέλος θα φάνταζε πραγματικά επιστημονική φαντασία. Για να δούμε.
Η σειρά στριμάρει στο Amazon Prime Video.