Ο Λέοναρντ Κοέν δεν θα μας παρηγορήσει άλλο
Λίγες λέξεις για το θάνατο ενός (ίσως του τελευταίου) αναγεννησιακού ανδρός.
- 11 ΝΟΕ 2016
Ποιητής. Λογοτέχνης. Τραγουδοποιός. Καναδός. Άπατρις. Κοσμοπολίτης. Εβραίος. Βουδιστής. Κάποτε βλάσφημος. Άλλοτε καλός Σαμαρείτης. Μυστικιστής. Πρώην αλκοολικός. Συνήθως καταθλιπτικός. Μετανοητής. Αμετανόητος. Ξεροκέφαλος σαν τις σκουπιδοσακούλες που ο χρόνος δεν μπορεί να αποσυνθέσει. Ήσυχος. Βροντερός. Κατά διαστήματα εξαφανισμένος. Ενίοτε λουφαγμένος. Πάντα έτοιμος να πάρει εφτά – οκτώ λέξεις και να τις μετατρέψει σε “δώσ’ μου ένα Χριστό ή δώσ’ μου μια Χιροσίμα”.
Ο Λέοναρντ Κοέν αποχαιρέτησε πριν από μερικές μέρες τον κόσμο που έκανε πιο υποφερτό με τα τραγούδια, τα ποιήματα και τα μυθιστορήματά του (στις 7/11, εμείς το μάθαμε σήμερα, πριν από λίγες ώρες, από μια λιτή ανακοίνωση στο Facebook). Ήταν 82 ετών κι έζησε περίπου 82 ζωές. Αυτή ήταν η υπερδύναμή του: να απλώνει το χρόνο. Κάποτε, όταν ήταν ακόμα νέος, αποτραβήχτηκε στην Ύδρα, για τέσσερα – πέντε χρόνια. Πολύ αργότερα, στα 65 του, αποτραβήχτηκε σε ένα βουδιστικό κοινόβιο. Κλείστηκε εκεί μέσα για πέντε χρόνια. Στον δικό του, απλωμένο χρόνο, προλάβαινες να τα κάνεις όλα δύο, πέντε, δεκαπέντε φορές. Και μετά να χαθείς. Και να επιστρέψεις. Back on boogie street. Και να ξαναχαθείς. Στο πολυτελές σύμπαν του Λέοναρντ Κοέν ο χρόνος ήταν πάντα πολύτιμος και για πέταμα.
Την πρώτη φορά που κολύμπησα σ’ αυτόν τον ωκεανό του απλωμένου και διαρκώς αναδιπλούμενου χρόνου, φορούσα στ’ αυτιά μου κάτι ακουστικά με τριμμένα σφουγγαράκια και το φωτάκι του walkman φωσφόριζε στην κοιλιά μου σαν πλαγκτόν. Ήμουν ναυαγισμένος, ήταν νύχτα, έβρεχε, έτρεμα και η φωνή του Κοέν έσκαγε σαν κεραυνός στα σκοτεινά νερά. Με τον καιρό εξοικειώθηκα μαζί της, όπως εξοικειώνεσαι με το φόβο που λιγοστεύει μέχρι να γίνει δέος. Αργότερα, διαπίστωσα ότι ο κεραυνός ήταν χρήσιμος στα εύκολα, στα δύσκολα και κυρίως στο τίποτα. Ιδανικός γι’ αυτές τις μέρες που έχεις ξεπουλήσει φτηνά, έχεις αδειάσει, είσαι τζάμπα, είσαι κενό και θέλεις απεγνωσμένα να νιώσεις κάτι. Ένα κάψιμο. Λίγο κεραυνό.
Η μόνη φορά που μοιράστηκα λίγο χρόνο μαζί του ήταν πριν από επτά χρόνια. Αυτός γύριζε την Ευρώπη για μια τελευταία περιοδεία που τα αλλεπάλληλα sold out τη μετέτρεψαν σε προτελευταία. Συναντηθήκαμε ένα ξερό Αυγουστιάτικο απόγευμα στην Πράγα. Εκείνος στη σκηνή, εγώ σε μια μέτρια θέση μιας αχανούς O2 Arena γεμάτη ήσυχους – σχεδόν απαθείς – κεντροευρωπαίους. Το live διήρκεσε τρεισίμησι ώρες. Στο τέλος του, ήμουν σε ένα διαστημόπλοιο, ασφαλής και γαλήνιος, σαν έμβρυο που επιπλέει στο αμνιακό υγρό του σύμπαντος. Και οι απαθείς κεντροευρωπαίοι εκεί ήταν. Ήμασταν όλοι ψηλά και μακριά και για πρώτη φορά οι κεραυνοί ήταν σιωπηλές λάμψεις από κάτω μας. Ο Λέοναρντ μας προσγείωσε απαλά και μας αποχαιρέτησε με μερικές από τις λέξεις του: “Go home now, go to your family and friends. And if you don’t have that luck, be blessed in your solitude”.
Το καλοκαίρι διάβασα τους ‘Υπέροχους Απόκληρους’. Το ένα από τα δύο μυθιστορήματα που έγραψε ο Λέοναρντ Κοέν όσο ζούσε τα ιδιωτικά του ’60s στην Ύδρα. Το είχα χρόνια αδιάβαστο. Το μετέφερα από σπίτι σε σπίτι και από βιβλιοθήκη σε βιβλιοθήκη. Το φοβόμουν. Ήταν ένα προϊστορικό κτήνος. Γεννήθηκε και βρυχήθηκε πριν από τον κεραυνό. Με κατάπιε, εννοείται. Είναι λέξεις που προέρχονται από μια άλλη εποχή, έξω ακόμα και από αυτόν τον απλωμένο χρόνο του Κοέν. Η βίαιη ιστορία της Κάτερι Τετακουίθα, της Μοϊκανής Αγίας της Καθολικής Εκκλησίας και η παράλληλη αφήγηση ενός ερωτικού τριγώνου που σήμερα μοιάζει 82 φορές πιο πρόστυχο και ανομολόγητο απ’ όσο θεωρήθηκε το 1966, αφήνει τον σημερινό αναγνώστη γυμνό και ανυπεράσπιστο σε ένα υπερβολικά σκληρό και κακοτράχαλο τοπίο. Η μόνη παρηγοριά που βρήκα εκεί ήταν τα λόγια του Φ: “Κάποιες φορές, χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να μείνεις στην επιφάνεια των πραγμάτων”.
Αυτές τις μέρες τα επαναλαμβάνω από μέσα μου 82 φορές τη μέρα. Έχω πειστεί ότι αυτή ήταν η πρώτη και τελευταία του προφητεία. Ο Λέοναρντ Κοέν, ακάματος εξερευνητής του βάθους, πριαπικός εραστής της ουσίας των πραγμάτων και κατά συρροήν βανδαλιστής του καθωσπρεπισμού, προέβλεψε κάποτε ότι θα έρθει η εποχή που θα χρειαστεί να προσπαθήσουμε πολύ για να κρατήσουμε τα προσχήματα.
Το τέλος της ζωής του συμπίπτει μ’ αυτήν την εποχή. Εντελώς Κοενικά, συμπίπτει και με τις εκλογές που έδωσαν με απροκάλυπτα καουμπόικο τρόπο τη χαριστική βολή στα προσχήματα.