Ο Paul Newman δεν ήταν απλά ένας όμορφος τύπος
Η ζωή και η καριέρα ενός ανθρώπου που δεν έσκασε από το πουθενά αλλά που ήξερε από πολύ νωρίς τι θέλει.
- 4 ΦΕΒ 2020
Ο King Cool, δηλαδή ο Paul Newman, δεν ήταν ένα “αγωνιστικό αυτοκίνητο” του Χόλιγουντ, σαν αυτά που τους έγλειφε το γκάζι στο Λε Μαν και στα αμερικανικά πρωταθλήματα. Δεν έγινε αστραπιαία περιζήτητος, όπως ο αποξενωμένος -από τα εγκόσμια- φίλος του, James Dean. Όμως, δεν ήταν και γκαζοζέν. Ανέβαζε σταδιακά στροφές, με κλασική πολυτέλεια.
Όταν μπήκε στο κτίριο της Music Corporation of America “οι άνθρωποι που δούλευαν στο πρακτορείο σχολίασαν ότι έμοιαζε με Έλληνα θεό”, γράφει ο Λόρενς Κουίρκ στο βιογραφικό βιβλίο του “Paul Newman, A Life”. Το ίδιο σχόλιο άκουσε πολλές φορές κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ειδικά στα πρώτα χρόνια της στίλβης του άστρου του. Το διάστημα που ‘κέρδιζε’ ρολάκια ως όμορφος και όχι ως ταλαντούχος. Ναι, ήταν όμορφος, αλλά ήταν και ωραίος. Η ωραιότητά του αποκαλύφθηκε αφού έγινε διάσημος. Δεν φορούσε το προσωπείο του καλού, όπως πολλοί συνάδελφοί του για εμπορικούς λόγους. Ήταν αυθόρμητα καλός. Φιλάνθρωπος και αλληλέγγυος. Ειλικρινής σε βαθμό κυνισμού, αυθεντικός με δηλητηριώδες χιούμορ.
Μέχρι τα πρώτα ρολάκια, ο -γεννημένος στις 26 Ιανουαρίου του 1925, στο Οχάιο- Paul πήγαινε από σπίτι σε σπίτι. Ως πλασιέ πωλούσε εγκυκλοπαίδειες, πόρτα – πόρτα. Και δεν άκουγε “ευχαριστώ, δεν θα πάρω”. Ίσως να μην άκουγε ακόμα κι αν τα βιβλία είχαν λευκές σελίδες. Το βλέμμα του, ο τρόπος που κοίταζε καθιστούσε το δικό του θαλασσί διαφορετικό από το κοινό γαλάζιο, το ψυχρό και σπανίως εκφραστικό (περί ορέξεως…). Plus: σαρκώδη χείλη, καθαρές γωνίες, ξανθές μπούκλες, αθλητική κορμοστασιά.
Eυχαριστώ κι εγώ θα πάρω από αυτές τις εγκυκλοπαίδειες με τις λευκές σελίδες, μαζί με λίγα βαρβιτουρικά (θα έλεγα). Αρκεί να συνεχίσει τις θεατρικές σπουδές του στο Yale το αγόρι με το ένα κοστούμι πλύνε – βάλε, το ένα ζευγάρι παπούτσια και το ένα πουκάμισο. Δούλευε ως πλασιέ για τα έξοδα των σπουδών του, αλλά και του γιου που είχε αποκτήσει με την Jackie Witte, τον Scott που πέθανε στα 28 από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Δεν υπήρξε φτωχόπαιδο ο Paul Newman, αλλά δεν ήθελε να ρουφάει για το “ψώνιο” του τα έσοδα της οικογενειακής επιχείρησης που άφησε ο πατέρας του.
Ο ραλίστας
Τα ίδια ρούχα φορούσε όταν είχε γνωρίσει και τη δεύτερη σύζυγό του, Joanne Woodward. Αυτή που τον χαρακτήρισε εκνευριστικά τέλειο, έπειτα από 50 χρόνια έγγαμου βίου. Η Γούντγουορντ περίμενε στη ρεσεψιόν του πρακτορείου. Comme il faut, με γάντια και γόβες. Ιδρωμένη από την αυγουστιάτικη ζέστη. Ο Newman έβγαινε από το γραφείο του ατζέντη της, John Forman. Κολαριστό και αηδιαστικό τον περιέγραψε η σκασμένη και στημένη επί ώρες στο χολάκι, Joanne.
Το στερεότυπο ‘όμορφος άρα ρηχός’ ήταν καταγεγραμμένο στα εγκεφαλικά κύτταρα της κοπέλας που είχε δείκτη νοημοσύνης 135. Τη χρησιμοποιούσε ως όπλο απέναντι στις καμπύλες και τις γαλλικές μυτούλες, τις οποίες επιδείκνυαν τρεμοπαίζοντας τις ακανθωτές βλεφαρίδες τους οι αγαπημένες σταρλετίτσες των μάνατζερ. “Μα τι λες; Είχα ένα κοστούμι και το έπλενα κάθε βράδυ”, της απάντησε γελώντας -σχεδόν 40 χρόνια αργότερα- ο Paul, σε κοινή συνέντευξή τους. Ο αταλάντευτα αξιοπρεπής Νιούμαν φαινομενικά δεν μοχθούσε, τότε. Δεν επέτρεπε να φανεί κάτι τέτοιο.
Η sprezzatura (ανεπιτήδευτα κομψή) εμφάνισή του -που διατήρησε ως το τέλος- και το απαράμιλλο cool ύφος του έκρυβαν καλά τις αγωνίες και το μόχθο του. Πλεχτές γραβάτες, μονοχρωμίες με προτίμηση στο γαλάζιο ή το λευκό για να δώσει έμφαση στο βλέμμα του και δύο σταθερές: τα μεγάλα aviator γυαλιά και τα Rolex Daytona που περνούσαν απαρατήρητα, μέχρι να τα φορέσει αυτός ως αξεσουάρ και να απογειώσει τις πωλήσεις τους. Το πρώτο τού το χάρισε η Woodward, όταν γύριζε την ταινία “Άσσοι της Ταχύτητας και του Ιλίγγου”. Πίσω είχε χαράξει το εξής: “Drive Carefully, Me”.
Το ρολόι δημοπρατήθηκε το 2017. Υπολόγιζαν ότι θα πουληθεί 1.000.000 δολάρια και τελικά έφτασε στην τιμή ρεκόρ των 17,8 εκατομμυρίων δολαρίων, στη Νέα Υόρκη. Η Τζοάν του δώρισε κι άλλα Daytona με αντίστοιχες επισημάνσεις. Να οδηγεί “αργά” και “πολύ αργά”. Υπήρχε λόγος. Ο Νewman αποφάσισε να ασχοληθεί και με τους αγώνες ταχύτητας, σε ηλικία 47 χρόνων. Τερμάτισε δεύτερος στον 24ωρο αγώνα του Λε Μαν. “Μ’ αρέσουν οι αγώνες που λερώνεσαι”, έλεγε και γελούσε με την Woodward και την έκδηλη ανησυχία της: “Είναι παρά πολύ υποστηρικτική. Δεν αγοράζει ρούχα και κοσμήματα, αλλά ασφάλειες ζωής”. Αργότερα απέκτησε και τη δική του ομάδα, τη Newman/Haas Racing. Η άλλη αδυναμία του ήταν το μπάντμιντον. Κι όμως.
Εκατομμύρια δολάρια σε φιλανθρωπίες
Το παρουσιαστικό του ήταν το πρώτο διαβατήριο που είχε στα χέρια του για το Χόλιγουντ. Το ήξερε, το εκμεταλλεύτηκε, αλλά και τον εκνεύριζε επειδή ήταν πολύ όμορφος για να πάρει σοβαρούς ρόλους. Το δεύτερο διαβατήριο ήταν το πείσμα του να πετύχει ως ηθοποιός. Το απέκτησε στις πρώτες θεατρικές απόπειρές του, όταν για αλλαγή δοκίμασε το σανίδι, αντί για τα σπορ που έως τότε γέμιζαν τον ελεύθερο χρόνο του.
Η Jackie Witte προσπαθούσε να τον πείσει να αφήσει την καριέρα και τη Ν. Υόρκη, όπου είχαν μετακομίσει και να την ακολουθήσει πίσω στο Κλίβελαντ. Δεν αφουγκράστηκε τα “θέλω” του και τη διάθεσή του να παραμείνει σε αυτή τη δουλειά. Ο θεατρικός σκηνοθέτης Τζος Λόγκαν έλεγε στις κοινές παρέες τους ότι “αν αυτοί οι δύο χωρίσουν θα φταίει η Τζάκι, που αντί να συμπλεύσει με τον Νιούμαν ήθελε να τον απομακρύνει από την καριέρα του”.
Την ίδια περίοδο πήρε τον πρώτο συμπαθητικό ρόλο. Το “Actors Studio” και η πρώτη ακρόασή του μπροστά στον οσκαρικό Elia Kazan (Ηλίας Καζαντζόγλου) του άλλαξαν τη ζωή. Έπαιξε στο Picnic το 1953, στο πλευρό της Joanne. Στις πρόβες προσπαθούσε να θυμηθεί που την είχε πρωτοσυναντήσει. Ελάχιστες εβδομάδες έπειτα από εκείνο το τετ α τετ στη ρεσεψιόν. Η Joanne έγινε αρχικά η καλή ακροάτρια που έψαχνε. Αργότερα η αδελφή ψυχή. Πιο μετά, σ’ ένα χορό εκείνη “δάγκωσε τη λαμαρίνα”.
Εκείνος παρέμεινε “αγγούρι”, όπως και στο χορό. Ο Νewman δεν άντεχε να απατήσει τη Jackie Witte. Έλειπε πολλές ώρες από το σπίτι, καθώς ακόμη δούλευε (παράλληλα) ως πλασιέ και η Τζάκι θα γεννούσε το δεύτερο παιδί τους. Στο δίλημμα λίγη ακόμη κουβέντα με τη Woodward ή επιστροφή στο σπίτι, συχνά επέλεγε το πρώτο. Κινήθηκαν στη σφαίρα του πλατωνικού για καιρό.
Η δεύτερη καλή επαγγελματική πρόταση ήταν για το φωτοβόλο Χόλιγουντ και ο μισθός από τα 200 δολάρια εκτοξεύθηκε στα 1000. Τότε, η Witte δεν είπε “όχι”, παρόλο που θα έφευγε από δίπλα της. Επειδή, άλλαζαν τα έσοδά της. Αντίθετα, ο Νewman με την “que sera sera” νοοτροπία του δεν έσκαγε για τα χρήματα. Ούτε έγιναν κίνητρό του μέχρι να πεθάνει, στις 26 Σεπτεμβρίου του 2008. Ήθελε όμως να είναι συνεπής ως πατέρας. Ήταν πάντα καλύτερος στις πράξεις, παρά στα λόγια. Όταν έχασε το γιο του, ίδρυσε το “Scott Newman Center” προκειμένου να στηρίξει τοξικοεξαρτημένους ανθρώπους και τις οικογένειές τους.
Το ταλέντο του στη μαγειρική και στα dressing για σαλάτες, έγινε επιχείρηση. Στις ετικέτες των προϊόντων ήταν το μασκαρεμένο πρόσωπό του και “αφού με έκανα πόρνη βάζοντας την εικόνα μου πάνω τους, όλα τα έσοδα θα είναι για καλό σκοπό”. Κέρδη ύψους 250 εκατομμυρίων δολαρίων της ‘Newman’s Own’ δόθηκαν σε φιλανθρωπίες. “Δεν θεωρώ ότι κάνω κάτι το αδιανόητο ή το εξαιρετικό με το να σκέφτομαι τους συνανθρώπους μου. Το αντίθετο μου φαίνεται αδιανόητο”. Το 1988 ίδρυσε την κατασκήνωση “Wall Gang Camp”, στο Άσφορντ του Κονέκτικατ. Φιλοξενούσε παιδιά με καρκίνο. Παρείχε δωρεάν διακοπές και φροντίδα. Η κατασκήνωση επεκτάθηκε σε διάφορα μέρη παγκοσμίως. “Δεν πιστεύω στο Θεό, είμαι ένας κυνικός μπάσταρδος. Όμως, δίπλα σ’ αυτά τα παιδιά νιώθω μία θεία παρουσία”.
“Πολύ δεξιός” ο Dirty Harry
“Το ασημένιο δισκοπότηρο” ήταν η ταινία – αφετηρία, αυτή με τα 1000 δολάρια. Τη μίσησε. Είχε το ρομαντικό ρόλο του γλύπτη, ενώ ήθελε κάτι επαναστατικό. Ο New Yorker σχολίασε ότι απέδιδε τις γραμμές του ρόλου του σαν να διαβάζει τις στάσεις τοπικής διαδρομής λεωφορείου και ότι έμοιαζε με τον Μάρλον Μπράντο. Το δεύτερο πόνεσε. “Φορούσα κι αυτά τα cocktail αρχαιοελληνικά φορεματάκια”. Έτσι χαρακτήρισε τις χλαμύδες, ενώ πλήρωσε μια αυτοσαρκαστική καταχώρηση στην εφημερίδα L.A. Times: “Έγραφα ότι θ’ απολογούμαι για το ρόλο στο ‘Ασημένιο Δισκοπότηρο’ κάθε απόγευμα στις 8.30”. King Cool!
Αργότερα, για τα “cocktail αρχαιοελληνικά φορεματάκια” απέρριψε τη συμμετοχή του στην ταινία “Μπεν Χουρ” των 11 Όσκαρ. Σύμφωνοι, αυτό δεν λέγεται “κινηματογραφικό δαιμόνιο”. Όμως, πάντα κυριευόταν από το άγχος μιας ενδεχόμενης υποταγής του στην Warner Bros. Ήθελε να μπορεί να αρνείται προτάσεις. Και το έκανε. Είπε πολλά “όχι” στην καριέρα του. Δεν ζαλίστηκε από τους προβολείς, ούτε τους χαρίστηκε. Αρνήθηκε το ρόλο του Επιθεωρητή Κάλαχαν (Dirty Harry), επειδή ήταν πολύ δεξιός για τις πολιτικές πεποιθήσεις του. Τους το είπε στα μούτρα. Το έκανε στον Richard Nixon, ειδικά κατά την κλιμάκωση του Πολέμου στο Βιετνάμ.
Για ένα ρόλο αντίθετο στα πιστεύω του θα δίσταζε να μιλήσει; “Το γεγονός ότι βρίσκομαι στη λίστα των εχθρών του Richard Nixon είναι η μεγαλύτερη τιμή που μου έχουν αποδώσει”. Ήταν ανοιχτά με τους Δημοκράτες και υπέρ του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών. Οι Ρεπουμπλικάνοι του προκαλούσαν αποστροφή. Συμμετείχε σε debate -πάντα υπέρ του Δημοκράτη υποψηφίου- και σε όσους τον έκριναν απαντούσε ότι “δεν παραδίδεις την πολιτική σου ταυτότητα, όταν γίνεσαι ηθοποιός”.
Στο Λος Άντζελες γνώρισε καλύτερα τον “δύσκολο” στις παρέες, James Dean, τον οποίο είχαν προτιμήσει αντί του Newman για το “Ανατολικά της Εδέμ” (1952). Έγιναν φίλοι. Ο ιδιοφυής τυπάκος από το Οχάιο κέρδισε την εμπιστοσύνη του. Μαζί προκαλούσαν απανωτά ψυχικά πέρα δώθε στις καρδιές των κοριτσιών του L.A., όταν κυκλοφορούσαν στους παραλιακούς δρόμους. Πάντα με τη μηχανή του Paul, αυτή που είχε αντικαταστήσει το εξυπηρετικό οικογενειακό Volkswagen. Ήταν μισητό δίδυμο για τους αντίζηλους άνδρες.
Το γεγονός ότι ο Dean είχε σχέση με την Pier Angeli ήταν ο λόγος που ο Newman θεωρούσε αβάσιμα πολλά κουτσομπολιά για το φίλο του. Όμως, σύμφωνα με τον Λόρενς Κουίρκ, όταν διαπίστωσε ότι ο ανυπότακτος Dean γαντζωνόταν πάνω του απομακρύνθηκε διακριτικά, υπό το φόβο να υπάρξει κάποια άκομψη και άχαρη ρήξη μεταξύ τους. Επέστρεψε στη Ν. Υόρκη κι έπειτα από λίγο ετοιμαζόταν για την έλευση του τρίτου παιδιού του.
Οι μπίρες με τον Graziano
Οι δυο σταρ θα έπαιζαν στην ταινία “Τhe Battler”. Ο Dean -που θα ήταν ο πρωταγωνιστής- σκοτώθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου του 1955 και ο σκηνοθέτης Άρθουρ Πεν πρότεινε στον Paul Newman ν’ αλλάξει ρόλο και να τον αντικαταστήσει. Αυτός -κλονισμένος από το θάνατο του Ντιν- αρνήθηκε. Ο Πεν επέμεινε και του εξήγησε ότι και ο James Dean θα ήθελε μόνο εκείνον για αντικαταστάτη. Σκέφτηκε και το άλλο. Αυτός ο ρόλος θα τον έφερνε πιο κοντά στην ταινία “Εμείς οι Ζωντανοί” (Somebody Up There Likes Me).
Ήθελε να υποδυθεί τον πυγμάχο, Rocky Graziano. Τα κατάφερε. Το 1982 αποκάλυψε στο δημοσιογράφο, Ίαν Τζόνστον ότι πριν από τα γυρίσματα έμεινε με τον Γκρατσιάνο για εβδομάδες.”Και τότε είπαν ότι μιμήθηκα τον Μάρλον Μπράντο. Πυγμαχούσαμε μαζί με τον Γκρατσιάνο. Ήμουν εκεί που ζούσε, με τους οικείους του. Τον ζούσα. Καιρό μετά, όπως πίναμε μπίρες με τον Rocky μού είπε: ”Είναι και κάτι που έχω ξεχάσει να σου αναφέρω. Ερχόταν στις προπονήσεις ένας τύπος. Δεν τον γνώριζα. Με παρακολουθούσε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Έπειτα με κάλεσε να δω μια παραγωγή στο Μπρόντγουεϊ”. Ήταν ο Marlon Brando. Και είχαμε κάνει το ίδιο πράγμα”. Στις αρχές της καριέρας του ο ακομπλεξάριστος Νιούμαν είχε υπογράψει περισσότερα από 500 αυτόγραφα ως Μπράντο! Τους μπέρδευαν κι εκείνος δεν ήθελε να απογοητεύσει τους θαυμαστές του συναδέλφου του.
Έκτοτε, η καριέρα του Paul Newman εκτοξεύθηκε και παρά τις 10 υποψηφιότητες η Ακαδημία αποφάσισε να του δώσει το Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου μόνο το 1987 για τον “Γρήγορο Έντι” στο “Χρώμα του Χρήματος” (The Color of Money) του Μάρτιν Σκορσέζε. Για τον ίδιο ρόλο ήταν υποψήφιος και με την ταινία “Ο κόσμος είναι δικός μου!” (The Hustler). Δεν πήγε στα βραβεία. Πριν τιμηθεί, σε σχετική ερώτηση είχε απαντήσει: “Δεν σκέπτομαι πια το Όσκαρ. Προσπαθούσα να το εξηγήσω το πρωί. Πέρασε καιρός.
Είναι σαν να διεκδικείς μια γυναίκα 80 χρόνια. Και τελικά σου λέει: ”’Ήρθα”. Κι εσύ της απαντάς: “Ε, και; Τώρα τι; Ίσως αυτό το Όσκαρ να φέρει μια ισορροπία στο σπίτι. Όταν έχω κάποια διαφωνία με τη Τζοάν για το φαγητό ή τον τρόπο που πλένει τα πουκάμισα, μου επιδεικνύει το Όσκαρ της (1957, Α’ γυναικείου ρόλου: Η Εύα δίχως πέπλο – The Three Faces of Eve) και με κολλάει στον τοίχο. Τριάντα χρόνια αυτή… η αηδία”. Το 1986 η Ακαδημία του είχε δώσει τιμητικό βραβείο. Δεν παρέστη, καθώς ήταν σε γυρίσματα. Προβλήθηκε μαγνητοσκοπημένο βίντεο, στο οποίο έλεγε ότι ευχαριστεί την Ακαδημία που αυτό το βραβείο δεν έφτασε με κάρτα δώρου στο νεκροταφείο. Ήταν 61.
Μετά το “Somebody Up There Likes Me” συνδέθηκε εκ νέου με την Joanne Woodward. Το 1957 η Witte αποδέχθηκε ότι είναι αχώριστοι και του έδωσε το διαζύγιο. Ένα χρόνο μετά νυμφεύθηκε τη γυναίκα, με την οποία απέκτησε άλλα τρία παιδιά (είχε πέντε κόρες και ένα γιο). Τους χαρακτήριζαν το “τέλειο ζευγάρι”. “Της έχω δώσει το ρόλο της καλλιτεχνικής διευθύντριας στο γάμο κι έχω ησυχάσει. Στην πραγματικότητα δεν ξέρω τι ρίχνει στο φαγητό μου! Οι άνδρες έχουμε ελαττώματα, τα οποία πρέπει να κρύβουμε κάτω από το χαλί και αυτό γίνεται με το χιούμορ. Χρειάζεται υπομονή για να είσαι με τον άλλο τόσα χρόνια. Ποτέ δεν έχουμε συζητήσει για χωρισμό. Για φόνο, ναι”, έλεγε Νewman.
Η Joanne ήταν γοητευτική, αλλά δεν άνηκε στις γόησσες της έβδομης τέχνης. Και ο πιστός Paul απαντούσε για τους πειρασμούς : “Όταν έχω φιλέτο στο σπίτι μου, δεν θα ασχοληθώ με τα μπέργκερ”. Πάντως, το κόλπο με το χιούμορ ήταν αποτελεσματικό. Το είχε παραδεχθεί η Γούντγουορντ που εξήγησε ότι το σημαντικότερο ήταν πως είχε δίπλα της έναν άνθρωπο που την έκανε να γελάει. Το 2005 ο δημοσιογράφος John Lino τον ρώτησε τι φοράει στο λαιμό του. “Είναι ένα αρχαιοελληνικό νόμισμα του 1ου αιώνα π. Χ. Εμένα έχει πάνω. Τόσο παλιός είμαι”. Ήταν πλέον βέβαιος ότι έχει αρχαιοελληνική κοψιά. Στην κορώνα του εν λόγω νομίσματος απεικονίζεται ο Μέγας Αλέξανδρος.
Με τη Τζοάν έζησαν σε μια αγροικία, στο Κονέκτικατ. Εκεί, τον επισκεπτόταν ο “αδερφός” του Robert Redford. Ο Paul Newman πέθανε από καρκίνο στους πνεύμονες. Ήταν φανατικός καπνιστής μέχρι το 1986. Πιθανότατα θα είχε ζήσει μια άλλη ζωή, αν τα γαλάζια μάτια του δεν είχαν αχρωματοψία. Θα είχε γίνει πιλότος, όπως επιθυμούσε.