Ο Πέτρος Μάρκαρης δεν το βάζει κάτω
Ούτε πλέει σε πελάγη ατεκμηρίωτης αισιοδοξίας. Ένας από τους καλύτερους συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας της Ευρώπης παραμένει δημιουργικός και διατηρεί την ψυχραιμία του μέχρι να έρθει, αργά ή γρήγορα, η ώρα της διαχείρισης μιας νέας κανονικότητας.
- 10 ΑΠΡ 2021
Αν εξαιρέσεις την ελλειμματική κοινωνικοποίηση και την ευλαβική τήρηση των υγειονομικών μέτρων αυτοπροστασίας, ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας και την επιβολή του πρώτου από τα (τρία; τέσσερα;) lockdown με στόχο την αναχαίτιση της, ο πυρήνας της καθημερινότητας του Πέτρου Μάρκαρη έχει παραμείνει αλώβητος.
Απτή απόδειξη είναι το ότι πριν καν συμπληρωθεί ένας χρόνος από την κυκλοφορία του τελευταίου του βιβλίου («Ο φόνος είναι χρήμα», εκδ. Κείμενα), όχι μόνο έχει ήδη έτοιμη μία συλλογή διηγημάτων («Η τέχνη του τρόμου και άλλα διηγήματα»), αλλά ήδη γράφει ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται μέσα στην πανδημία, παραμένοντας απτόητα δημιουργικός και απρόσκοπτα παραγωγικός στα 85 του χρόνια. «Ένα από τα δικά μου χαρακτηριστικά είναι ότι με ενδιαφέρει να βλέπω τα πράγματα τη στιγμή που συμβαίνουν», λέει. «Δεν μου αρέσει να περνάνε και να τα αξιολογώ μετά, χάνω το ενδιαφέρον μου. Η ιστορία που γράφω τώρα μου κάνει πολύ καλό. Είναι για μένα μια διαφυγή».
Αυτό ακριβώς, το να μην τα παρατάς ακόμη και τις κακές μέρες, συστήνει και στους φερέλπιδες συναδέλφους του ο καταξιωμένος συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας, σεναρίων και θεατρικών, αλλά και μεταφραστής: «Σε νέους συγγραφείς πάντα λέω: το πρώτο πράγμα που πρέπει να μάθετε να αγαπάτε είναι η μοναξιά σας. Αν δεν την αγαπήσετε, καήκατε, να κάνετε άλλη δουλειά. Τον συγγραφέα κανείς δεν τον αναγκάζει να κάτσει να γράψει. Μπορεί κάλλιστα να πάει να πιει καφέ ή μπύρες. Έχει λοιπόν μεγάλη σημασία η αυτοπειθαρχία.»
Αυτό ακριβώς, το να μην τα παρατάς ακόμη και τις κακές χρονιές σαν κι αυτές που διανύουμε, συστήνει σε όλους μας. Κι ας διαφωνεί με την ατεκμηρίωτη αισιοδοξία που εκπέμπεται από ορισμένους, ότι όλα θα γίνουν μια χαρά.
Όταν ήρθε στην Ελλάδα όλη αυτή η ιστορία της πανδημίας, παρακολουθώντας τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε τότε την κατάσταση η κυβέρνηση, ήρεμα και ψύχραιμα, είπα μπράβο. Τώρα πια λέω το εξής: τα ευρήματα τελείωσαν, δεν έχουν να βρουν τίποτα άλλο και φαίνεται ότι δεν ξέρουν τι να κάνουν από πολλές απόψεις.
Ξέρετε τι έλεγε ο γέρος Παπανδρέου; Όταν δεν θέλουμε να επιλύσουμε ένα πρόβλημα, συγκροτούμε μίαν επιτροπή. Εκεί έχουμε καταντήσει σήμερα! Ο πολίτης που ακούει δεν είναι γιατρός, χημικός, επιστήμονας. Το να βγαίνουν σε μία εκπομπή τρεις διαφορετικές απόψεις, τον τρελαίνει. Αυτή η τρέλα οδηγεί σε μία αντίδραση και για την αξιοπιστία επί του κινδύνου.
Διαφωνώ με την ατεκμηρίωτη αισιοδοξία που εκπέμπεται από ορισμένους, ότι όλα θα γίνουν μια χαρά. Περιμένετε! Μην ανοίγετε τον δίαυλο των προσδοκιών όταν δεν ξέρετε τι θα έρθει! Οι πολιτικοί δεν καταλαβαίνουν ότι είναι καλύτερα ο κόσμος να περιμένει λίγα και να έρθουν περισσότερα, παρά να περιμένει πολλά και να απογοητευτεί άλλη μία φορά.
Είχα κάποτε μία πεθερά που ήταν πολύ γνωστή εργαστηριακή γιατρός. Σε ανύποπτο χρόνο μου είπε: Άκουσε να δεις Πέτρο μου, εμείς οι γιατροί επί πάρα πολλά χρόνια ήμασταν ήσυχοι για έναν πολύ απλό λόγο. Τα μικρόβια έτρωγαν τους ιούς. Από τη στιγμή που ανακαλύφθηκε η αντιβίωση και εξοντώσαμε τα μικρόβια, οι ιοί έμειναν μόνοι και ξεσαλώνουν. Σας πληροφορώ ότι κάθε μέρα τη σκέφτομαι, πόσο δίκιο είχε.
Μεγάλο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η αντιπαραγωγική και κόντρα σε κάθε λογική σύγκρουση κυβέρνησης-αντιπολίτευσης. Η κυβέρνηση λέει ότι τα κάνει όλα σωστά, η αντιπολίτευση την κατηγορεί ότι τα κάνει όλα λάθος. Βλέπω ένα σύστημα που είναι πολύ κατώτερο των περιστάσεων.
Ένα πολύ μεγάλο μέρος όσων βγαίνουν και φωνάζουν κατά των εμβολίων και ασπάζονται θεωρίες συνωμοσίας, θα μπουν σε μια δύσκολη κατάσταση στο άμεσο μέλλον χωρίς εφόδια για να την αντιμετωπίσουν, γιατί τόσο καιρό δεν έχουν συνειδητοποιήσει τίποτα. Ο εύκολος τρόπος διαφυγής από την πραγματικότητα με το σκεπτικό ότι δεν υπάρχει πανδημία, θα έχει τρομερές επιπτώσεις όταν έρθει η ώρα της συνειδητοποίησης του τι άφησε πίσω της η ιστορία. Τότε οι συγκεκριμένοι άνθρωποι θα είναι απροετοίμαστοι. Θα έχουν να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις στην καθημερινότητά τους ενός πράγματος στο οποίο δεν πίστευαν.
Επιστροφή στην κανονικότητα που ξέραμε μέχρι σήμερα δεν μπορεί να υπάρξει, τελείωσε. Δυστυχώς πολλοί το υποστηρίζουν. Από που κι ως που; Τι είναι αυτά; Ότι θα έρθει η ώρα της διαχείρισης μιας νέας κανονικότητας, ναι, θα έρθει. Είναι κάτι που θα το δούμε όταν έρθει.
Σήμερα ζούμε μια πραγματικότητα της σοβαροφάνειας, υτό με τρελαίνει. Βγαίνει ο άλλος και σκέφτεται ότι όσο πιο μαύρα τα παρουσιάσει όλα, τόσο πιο τρανή θα είναι η απόδειξη ότι σκέφτεται βαθυστόχαστα. Μαυρίλα όμως δεν σημαίνει βαθυστόχαστη σκέψη. Ζούμε την υποκατάσταση της σοβαρότητας με τη σοβαροφάνεια. Αυτό όχι μόνο με ενοχλεί ως άνθρωπο που σκέφτεται, αλλά το θεωρώ πολύ επικίνδυνο. Δεν είναι καλό για το μέλλον.
Η σοβαροφάνεια πολλές φορές οδηγεί σε σκέψεις, προτάσεις, λύσεις οι οποίες δεν έχουν τύχει μιας διεξοδικής επεξεργασίας. Διότι προέχει η προβολή, όχι η σκέψη.
Ο κινητήριος μοχλός και η πρόφαση της καταπίεσης που βιώνουμε ξεκινά από έναν κίνδυνο τον οποίο πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Αυτή είναι η λογική της εξουσίας. Σήμερα η πρόφαση που έχουμε μπροστά μας είναι ο συγχρωτισμός που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Δεν σημαίνει όμως ότι η αντιμετώπιση πρέπει να γίνει με βία. Δεν σημαίνει όμως επίσης ότι το έναυσμα για να γεννηθεί αυτή η βία είναι ο σωστός τρόπος για να αντιμετωπίσεις τα πράγματα.
Όταν υπάρχει αυτός ο υγειονομικός χαμός, το να κάνεις συγκεντρώσεις δεν είναι σωστό. Λυπάμαι, δεν είναι. Αλλά η βίαιη διάλυση των συγκεντρώσεων είναι επίσης μεγάλο λάθος. Το σχοινί τραβιέται και από τις δύο πλευρές. Όμως αυτός που πρέπει να το κρατά σωστά, είναι το επίσημο κράτος. Δεν μπορείς να πεις ότι επειδή κάποιοι μαζεύονται κάπου, εγώ πρέπει να τους φερθώ με αυτόν τον τρόπο. Πρέπει να βρεις άλλο τρόπο να τους αντιμετωπίσεις.
Η διαδικτυακή πραγματικότητα των fake news, της ανεξέλεγκτης και επιπόλαιης χρήσης του δημοσίου λόγου μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα δεν θα πάψει.
Από τη μία είναι εξαιρετικά επικίνδυνα τα fake news, από την άλλη είναι εξίσου επικίνδυνο να ανοίξει μια πόρτα λογοκρισίας. Όμως όσο επικίνδυνη είναι η λογοκρισία, άλλο τόσο επικίνδυνη είναι η μη θέσπιση κανόνων. Το να υποστηρίζεις και να αγωνίζεσαι για την ελευθερία, δεν σημαίνει ότι αγωνίζεσαι για μια ελευθερία χωρίς κανόνες. Ελευθερία χωρίς κανόνες είναι μιας άλλης μορφής δικτατορία.
Οι περίοδοι έντονης κρίσης δημιουργούν αντιδράσεις ή συμφέροντα τα οποία επιδιώκουν να διαμορφώσουν τα πράγματα όχι με βάση αυτό που ισχύει, αλλά με βάση το τι μας βολεύει. Με συμφέρει να πω ότι δεν υπάρχει πανδημία και ζούμε μια νέα δικτατορία; Το λέω. Είναι κάτι που μέσω των κοινωνικών δικτύων έχει επεκταθεί.
Όταν κάτι πάει στραβά, οι άνθρωποι δεν θέλουν να βρουν τι πάει στραβά, αλλά να καταργήσουν όλο το φαινόμενο. Είναι στη φύση μας και είναι λάθος.
Στην εποχή που είχαν πραγματικά μία ιδιαίτερη σημασία οι ιδεολογικοί αγώνες, η συμβολή τους ήταν τεράστια στο να οδηγηθούμε στη θεσμική δημοκρατία που έχουμε σήμερα. Η εξαφάνιση του ιδεολογικού υπόβαθρου είναι που οδήγησε στη γενική κατάρρευση του πολιτικού λόγου. Όση οξύτητα και αν είχε παλιότερα, και πριν από τη δικτατορία, η πολιτική σύγκρουση Δεξιάς-Αριστεράς, η σύγκριση με το σημερινό επίπεδο της πολιτικής σύγκρουσης το κάνει να φανεί παιδαριώδες.
Ζούμε σε μία εποχή ηγετών-μετριοτήτων. Έχει να κάνει και με το γεγονός μιας τρομερής ανατροπής. Περάσαμε από μία μακρόχρονη πορεία πολιτικών συγκρούσεων και επικράτησης πολιτικών ιδεολογιών, σε μία περίοδο απόλυτης επικράτησης ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το γράφω και στο τελευταίο μου μυθιστόρημα. Ο κόσμος τώρα πια είναι μια παράσταση σκηνοθετημένη από το χρηματοπιστωτικό σύστημα με ηθοποιούς επί σκηνής τους πολιτικούς.
Όσο κι αν με ενοχλεί που ο καθένας για ψύλλου πήδημα βγαίνει στους δρόμους, το προτιμώ από το να σκύβει το κεφάλι. Είναι πολύ λίγοι οι λαοί στον κόσμο που λένε «όχι ρε γαμώτο, δεν θα τους περάσει». Το αγωνιστικό πνεύμα που εξακολουθεί να υπάρχει μέσα στην ελληνική κοινωνία είναι ένα εποικοδομητικό και αισιόδοξο φαινόμενο. Ό,τι πάει να επιβάλλει η εξουσία, για να το πω απλά, δεν γίνεται αμέσως αποδεκτό στην Ελλάδα. Το «όχι ρε γαμώτο» που λέμε εδώ, στη Γερμανία γίνεται «ε, τι να κάνουμε ρε γαμώτο, έτσι αποφάσισαν».
Σε μια περιοχή σαν τα Βαλκάνια, η οποία κυριαρχήθηκε μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα από μία οθωμανική αυτοκρατορία πλήρως καθυστερημένη σε σχέση με την εξέλιξη της Ευρώπης, οι βαλκανικοί λαοί δεν γνώρισαν ούτε τη γαλλική επανάσταση, ούτε τον διαφωτισμό, άρα αυτό που αναπτύχθηκε δεν ήταν η λογική, ο διάλογος, η στοιχειοθέτηση θεωριών, αλλά ένα γενικότερο πνεύμα αντίδρασης και αντίστασης. Σε αυτό παίζει ρόλο και το ότι όλες οι χώρες που δημιουργήθηκαν μετά την οθωμανική αυτοκρατορία, συμπεριλαμβανομένης και της σημερινής σύγχρονης Τουρκίας, είναι κράτη-έθνη. Το έθνος έπαιξε και παίζει καθοριστικό ρόλο.
Αυτό που πέτυχε η Ελλάδα σε 200 χρόνια δεν είναι λίγο. Έγινε η πιο προηγμένη χώρα των Βαλκανίων, απέκτησε ευρωπαϊκή υπόσταση και σιγά σιγά έχτισε μια θεσμική δημοκρατία η οποία συγκρινόμενη με τις άλλες χώρες της γειτονιάς μας είναι πολύ πιο προηγμένη. Εκείνο που δεν μπόρεσε να πετύχει η Ελλάδα είναι μια ροή στη μέση οδό. Η Ελλάδα είναι ή του ύψους ή του βάθους.
Είναι τα πανεπιστήμια ξέφραγο αμπέλι; Ας πούμε ότι είναι. Η λύση είναι να τα κάνουμε στρατώνες; Η μέση οδός θα ήταν να πούμε στα πανεπιστήμια να δημιουργήσουν ένα σώμα επιτήρησης του πανεπιστημιακού χώρου, όπως γίνεται σε όλη την Ευρώπη. Όμως όχι, θέλουν να στείλουν την αστυνομία.
Η μέση οδός δεν γίνεται αποδεκτή γιατί είναι η οδός του διαλόγου, των αμοιβαίων υποχωρήσεων και των συμβιβασμών. Στην Ελλάδα ο συμβιβασμός είναι στην καλύτερη περίπτωση ήττα, στη χειρότερη προδοσία.
Η δημοκρατία που έχουμε σήμερα είναι η καλύτερη που είχαμε ποτέ. Δεν σηκώνει συζήτηση αυτό. Κάνουμε πισωγυρίσματα και λάθη, όμως κάποια στιγμή καταφέρνουμε και βρίσκουμε το σωστό δρόμο, που μας πάει έστω ένα βήμα παραπέρα.
Το ζήτημα που με ανησυχεί είναι αν θα αντέξουν τα μικρά βιβλιοπωλεία. Δεν είμαι αισιόδοξος. Μέσω του e-shopping ο κόσμος αγόρασε βιβλία. Αλλά η σχέση του αναγνώστη με το βιβλίο διαμορφώνεται από την επίσκεψη στο βιβλιοπωλείο και το ξεφύλλισμα. Τα βιβλία του Μάρκαρη θα τα παραγγείλει κάποιος online. Πώς θα μάθει όμως ο αναγνώστης έναν νέο συγγραφέα;
Σε νέους συγγραφείς πάντα λέω: το πρώτο πράγμα που πρέπει να μάθετε να αγαπάτε είναι η μοναξιά σας. Αν δεν την αγαπήσετε, καήκατε, να κάνετε άλλη δουλειά. Τον συγγραφέα κανείς δεν τον αναγκάζει να κάτσει να γράψει. Μπορεί κάλλιστα να πάει να πιει καφέ ή μπύρες. Έχει λοιπόν μεγάλη σημασία η αυτοπειθαρχία.
Στο ιπποτικό μυθιστόρημα ο ιππότης πήγαινε από πόλη σε πόλη και από χωριό σε χωριό για να πολεμήσει το κακό. Έτσι και στην αστυνομική λογοτεχνία ο ντετέκτιβ πηγαίνει από βιβλίο σε βιβλίο για να πολεμήσει το κακό.
Έχω γράψει διηγήματα για την πανδημία και τώρα γράφω ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται μέσα στην πανδημία. Ένα από τα δικά μου χαρακτηριστικά είναι ότι με ενδιαφέρει να βλέπω τα πράγματα τη στιγμή που συμβαίνουν. Δεν μου αρέσει να περνάνε και να τα αξιολογώ μετά, χάνω το ενδιαφέρον μου. Η ιστορία που γράφω τώρα μου κάνει πολύ καλό. Είναι για μένα μια διαφυγή.
Όταν παραδώσω στον εκδότη ένα μυθιστόρημα, δεν υπάρχει μετά περίπτωση να το ξαναδιαβάσω, σε καμία γλώσσα, ποτέ. Ξέρετε γιατί; Θα χτυπιέμαι για πράγματα που δεν μπορώ να αλλάξω. Γιατί να υποφέρω έτσι;
Τα βιβλία του Πέτρου Μάρκαρη κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κείμενα.