Οι 25 καλύτερες ταινίες της χρονιάς (ως τώρα)
Από ταινίες τρόμου και παραγνωρισμένα διαμάντια, μέχρι b-movies ελληνικές ταινίες που αφήνουν το στίγμα τους, αυτές είναι οι καλύτερες ταινίες της χρονιάς ως τώρα.
- 20 ΙΟΥΛ 2022
Πολυσυλλεκτική ήδη η χρονιά και μάλιστα ούτε με μία, ούτε με δύο μόνο ελληνικές ταινίες ανάμεσα στις καλύτερες του πρώτου εξαμήνου της. (Και μία ακόμα στα honourable mentions!).
Δες παρακάτω όλες τις καλύτερες ταινίες του 2022 ως τώρα και κράτα σημειώσεις για όσα έχασες και όσα θα ήθελες να κάνεις rewatch:
RRR
Γεμάτο πολύχρωμους ήρωες, διαβολικούς κακούς, συγκλονιστικές σεκάνς δράσης, ιλιγγιώδη χορευτικά νούμερα και πάνω απ’ όλα, αγνή φιλία, που καθοδηγούνται από πυρετώδη δημιουργικότητα και έντονη αίσθηση υπερηφάνειας για τον λαό της Ινδίας και την ιστορία του, το έπος του σεναριογράφου/σκηνοθέτη S. S. Rajamouli έγινε γρήγορα η από-στόμα-σε-στόμα αίσθηση της χρονιάς.
Αδυσώπητα crowd pleaser χωρίς ίχνος κυνισμού, άρα πολύ διαφορετικό από τα περισσότερα χολιγουντιανά μπλοκμπάστερ.
Red Rocket
Το Red Rocket ξεκινά ως μία low-key κωμωδία για τον Mikey (Simon Rex), έναν τύπο από αυτούς που ξέρεις ότι σημαίνουν μπελάδες αλλά πάντα θα σε ρίχνουν, πρώην πορνοστάρ και συμπρωταγωνιστή της εν διαστάσει συζύγου του σε ταινίες ερωτικού περιεχομένου για τις οποίες έχει βραβευτεί, εσχάτως διωγμένο με τις κλωτσιές από το Λος Άντζελες και ταπεινωμένο μπροστά στο κατώφλι της πρώην του στο Τέξας. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις με βρισίδια και χειρονομίες, οι δυο τους θα κάνουν μία συμφωνία. Εκείνη θα του παρέχει τον καναπέ της και εκείνος μέρος του ενοικίου της για όσες εβδομάδες μείνει στο σπίτι όπου η γυναίκα συγκατοικεί με τη μητέρα της. Σύντομα όμως ο Mikey θα εντοπίσει μία 17χρονη πωλήτρια ντόνατς που βλέπει ως το εισιτήριο για την επιστροφή του στο Λ.Α.
Εκεί ακριβώς συνειδητοποιείς ότι έχεις έρθει για να δεις Sean Baker και άρα το βελούδινο άγγιγμα της χρήσης φιλμ που χρησιμοποιεί εδώ ο δημιουργός αντί για την πιο τραχιά, ρεαλιστική ψηφιακή κινηματογράφηση των τελευταίων ταινιών του, είναι εκεί για να σου ρίξουν στάχτη στα μάτια. Το ίδιο και η φανταστική ερμηνεία του Rex που μοιάζει – ιδανικά – να μην αντιλαμβάνεται ότι ενσαρκώνει έναν αδίστακτο οπορτουνιστή, ικανό να δίνει μόνο όταν πρόκειται να πάρει πίσω.
Μία ακόμη μη χειριστική ταινία του Baker για την αμερικανική φτωχολογιά και τη σεξουαλική εργασία στη σημερινή οικονομία επιβίωσης, που δίχασε περισσότερο από τις προηγούμενες ταινίες του αλλά κέρδισε και νέους φαν για τον σκηνοθέτη με το πιο ελαφρύ της, τραγικωμικό άγγιγμα.
Δεσμοί Γυναικών
Σε αυτή την ηλεκτρισμένη ιστορία απελευθέρωσης από το Τσαντ, μία μητέρα αγωνίζεται να προστατεύσει το μέλλον της κόρης της όταν η δεύτερη μένει έγκυος στα 15 της, και στη διάρκεια αυτής της προσπάθειας για αυτονομία βρίσκει τόσο τον εαυτό της όσο και έναν κόσμο από πιθανότητες και δυνατότητες.
Ο Mahamat-Saleh Haroun σκηνοθετεί τις γυναίκες σε κίνηση και σε εξέγερση, αποστάζοντας νόημα στα διαυγή, ισορροπημένα visuals και στον μινιμαλιστικό, νατουραλιστικό του διάλογο. Υπέροχη δουλειά, με τον ιδανικό επίλογο – γέλια γυναικών να ακούγονται στο background.
Boiling Point
Το Boiling Point (Σημείο Βρασμού στα ελληνικά) είναι ένα καθαρό μονοπλάνο 80 και κάτι λεπτών, χωρίς κανένα cut, και εμπνέει ακριβώς αυτό στο οποίο στοχεύει: την αδυσώπητη ένταση.
Ο Philip Barantini αναπτύσσει το αναγνωρισμένο, μικρού μήκους του Boiling Point από το 2019, σε ένα απρόσμενο θρίλερ όπου τα μαχαίρια κόβουν αρνί και ραπανάκια αντί για ανθρώπινη σάρκα, αλλά μπορούν να είναι εξίσου θανατηφόρα. Ακολουθεί ξανά εδώ τον Stephen Graham σε ρόλο ενός σεφ σε οριακό προσωπικό και επαγγελματικό σημείο, κατασκευάζοντας ένα δράμα που μοιάζει περισσότερο με κούρσα επιταχυμένου sportscar, από αυτές που κατευθύνονται σίγουρα πάνω σε τοίχο. Η δράση τοποθετείται σε εστιατόριο του ανατολικού Λονδίνου όπου είναι Head Chef ο Andy (Graham), αλλά θα χωρούσε άνετα στο φρενήρες, ιδρωμένο σύμπαν των αδελφών Safdie.
After Yang
Τι σημαίνει η ύπαρξή σου την κάθε στιγμή και τι σημαίνει όταν αυτή παύει; Τι ρόλο παίζει η καταγωγή σου στην ταυτότητά σου; Τι είναι αυτό που σε κάνει άνθρωπο;
Το After Yang, η πρώτη συναρπαστική sci-fi ταινίας της χρονιάς, αποτυπώνει τη γλυκόπικρη συνειδητοποίηση της παροδικότητας των πραγμάτων, τη λύπη για το πέρας τους, και το υπαρξιακό πένθος που πυροδοτείται όταν αποδεχόμαστε αυτή τη συνθήκη ως ουσία της ζωής. Ελάχιστες, άλλωστε, εσωτερικές διαδικασίες στη ζωή μπορούν να σε βγάλουν έξω από τον εαυτό σου ώστε να επαναπροσδιορίσεις εσένα και το περιβάλλον σου όπως μπορεί να το κάνει το πένθος.
Αυτά όλα θα συμβούν όταν, σε ένα κοντινό, αρκετά ασαφές μέλλον, η οικογένεια του Jake (Colin Farrell) θα χάσει τον Yang, το ανδροειδές που είχαν αγοράσει με σκοπό να μεταδώσει στην υιοθετημένη από την Κίνα κόρη τους τον πολιτισμό της καταγωγής της. Η απώλεια του Yang θα ωθήσει κάθε μέλος αυτής της μικρής οικογένειας να αποφασίσει όχι μόνο πώς θα προχωρήσει χωρίς αυτόν, αλλά ποιος ήταν ο Yang και τι σήμαινε για αυτούς εξαρχής. Τι σημαίνει η ύπαρξή σου την κάθε στιγμή και τι σημαίνει όταν αυτή παύει; Τι ρόλο παίζει η καταγωγή σου στην ταυτότητά σου; Τι είναι αυτό που σε κάνει άνθρωπο;
Το After Yang αποτυπώνει τη γλυκόπικρη συνειδητοποίηση της παροδικότητας των πραγμάτων, τη λύπη για το πέρας τους, και το υπαρξιακό πένθος που πυροδοτείται όταν αποδεχόμαστε αυτή τη συνθήκη ως ουσία της ζωής.
Kimi
Η πρωταγωνίστρια στο θρίλερ τεχνολογικού εγκλήματος του Stephen Soderbergh, Kimi, κινείται στον κόσμο σαν να πάτησε η ίδια σε ρεύμα. Η ταινία λειτουργεί στο ίδιο επίπεδο ταχύτητας και αγριότητας. Ένα take του Rare Window του Alfred Hitchcock για την εποχή του διαδικτύου, με επιρροές από το The Conversation του Francis Ford Coppola και το Blow Out του Brian De Palma μεταξύ άλλων επιρροών.
Cow
H Andrea Arnold (Fish Tank, American Honey) αποτυπώνει κάποια χρόνια στη ζωή μίας αγελάδας σε γαλακτοπαραγωγή της Αγγλίας, σε ένα ντοκιμαντέρ που διατυπώνει σχεδόν βουβά την καθημερινή σκληρότητα στη ζωή αυτών των θηλαστικών, προτρέποντάς μας να νιώσουμε συμπόνια για ένα ζώο που δε μπορεί να αρθρώσει την ανάγκη του γι’ αυτή. Η Arnold δεν εξετάζει τα κίνητρα της εκμετάλλευσης των ζώων αυτών από την ανθρωπότητα, αφήνοντας τον λυρισμό που χαρακτηρίζει τόσα από τα έργα της να κάνει όλη τη δουλειά.
Cyrano
Δεν έχω καταλήξει εάν ο Joe Wright είναι ένας πραγματικά καλός σκηνοθέτης, αλλά σίγουρα οι ταινίες του – ή οι προθέσεις του έστω πίσω από αυτές – έχουν πάντοτε ενδιαφέρον. Φέτος διασκεύασε το Συρανό ντε Μπερζεράκ, κατά βάση από το μιούζικαλ της Erica Schmidt που μεταφέρει η ίδια εδώ στο σενάριο, και έφτιαξε ένα κινηματογραφικό όχημα για τον Peter Dinklage που απέδειξε ότι ο συγκεκριμένος ηθοποιός μάλλον μπορεί να κάνει τα πάντα. Με τα πένθιμα μάτια του και το στραβό του χαμόγελο, είναι αναμφισβήτητα η ψυχή του Cyrano.
Η μουσική της ταινίας γράφτηκε από την αγαπημένη και στην Ελλάδα ανεξάρτητη ροκ μπάντα The National, μία εκκεντρική επιλογή που θα είναι αμφιλεγόμενη γιατί προσγειώνει τον ρομαντισμό του φιλμ και των πρωταγωνιστών του και σίγουρα δεν υπηρετείται εξίσου καλά από όλους τους ερμηνευτές. Είναι κομμάτια πιστά στην τέχνη της μπάντας, συγκρατημένα, αργής καύσης, υπομονετικά και εύθραυστα, όχι πάντοτε συντονισμένα με τις δραματικές εικόνες πολυτελείας που συμβαίνουν στην οθόνη.
Ο Wright είναι μαξιμαλιστής, δεν θα του πει ποτέ κανείς ότι έχει κάνει οικονομία με όσα χωράνε στα καρέ του – τα shots του εδώ είναι αναγεννησιακοί πίνακες – και έτσι το πιο εσωτερικό σάουντρακ έρχεται σε αντίθεση με τη ροή των υπέροχων, υποψηφίων για Όσκαρ κοστουμιών, την εκτυφλωτική σκηνογραφία, ή με το πάθος που εκφράζουν οι ήρωες.
Όμως παρότι δε λειτουργεί παντού και αψεγάδιαστα, δε θα το άλλαζα γιατί ως πείραμα είχε την προσοχή μου μέχρι το τελευταίο λεπτό.
Σελήνη, 66 Ερωτήσεις
Μετά από μία εντυπωσιακή πορεία στις ταινίες μικρού μήκους – το Έκτορας Μαλό: Η Τελευταία Μέρα της Χρονιάς μάλιστα είχε πάρει το μεγάλο βραβείο στις Κάννες στην κατηγορία του – η Ζακλίν Λέντζου κάνει την πρώτη της ταινία μεγάλου μήκους, και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα όταν άνοιξαν τα φώτα ήταν “καλώς όρισες”.
Η ταινία της Λέντζου μοιάζει εσωτερική σα μονόλογος, αλλά προσφέρει απλόχερα τα πανανθρώπινα και πιο οικεία στοιχεία της, με οδηγούς μία βουβή αλλά παραδομένη ερμηνεία της Κόκκαλη, μαζί με τη λεπτοδουλεμένη σωματικότητα του Λάζαρου Γεωργακόπουλου που είχε εδώ μία εξαιρετικά απαιτητική δουλειά. Δεν ακολουθείται κάποια προφανής συνταγή στην ταινία – η Λέντζου μπλέκει τις αναμνήσεις και τις σκέψεις των πρωταγωνιστών της με σκηνές από την τωρινή τους ζωή, άλλοτε με καθημερινές ασχολίες όπως μία βόλτα σε φυτώριο που καταλήγει σε γροθιά στο στομάχι, και άλλοτε με μικρά ξεσπάσματα όπως ο απρόσμενος χορός της Αρτέμιδος στο Freestyler των Bomfunk MC’s.
Οι ήρωες καλούνται να συναρμολογήσουν από την αρχή τη σχέση τους – τον ίδιο τους τον εαυτό σε αυτή τη νέα συνθήκη – μέσα από συναισθηματικές συγκρούσεις και ανεπαίσθητα βήματα προόδου σε ασήμαντες θεωρητικά περιστάσεις, όπως το γέλιο τους πάνω από μία συσκευασία παγωτού. Είναι όλα δύσκολα μέσα και γύρω τους, με την αλήθεια να προτάσσεται ως μοναδική διέξοδος. Δεν είναι συχνές οι ταινίες που καταπιάνονται με την ερώτηση (διαπίστωση;) που προκύπτει για πολλούς από εμάς στη ζωή: Αν ξέραμε ποιοι στ’ αλήθεια ήταν και είναι οι γονείς μας έξω από τον ρόλο τους, θα τους αντιμετωπίζαμε άραγε με μεγαλύτερη επιείκεια;
Η Μεγάλη Απόδραση
Στη μεταπολεμική Γερμανία, ο Χανς φυλακίζεται ξανά και ξανά γιατί είναι ομοφυλόφιλος. Η χώρα του έχει υιοθετήσει σχεδόν απαράλλαχτη την αυστηροποίηση του νόμου που είχαν ορίσει οι Ναζί και έτσι η ζωή του είναι μια λούπα: παρακολούθηση, εκβιασμός, καταγγελία, βασανισμός, φόβος πιθανής δολοφονίας. Η μόνη σταθερή σχέση στη ζωή του καταλήγει να γίνει αυτή με τον επί σειρά ετών συγκρατούμενό του, τον Βίκτορ, έναν καταδικασμένο δολοφόνο. Αυτό που ξεκινά ως αποστροφή και εχθρότητα εξελίσσεται σε κάτι ακατηγοριοποίητο, εύθραυστο και τρυφερό αλλά χωρίς συναισθηματισμούς.
Ο Sebastian Meise του Still Life παντρεύει αριστοτεχνικά την προσωπική, την πολιτική και την αισθησιακή αφήγηση, με τις χρονικές μετατοπίσεις που κάνει η ταινία να δένουν σφιχτά από μία ακόμη αθόρυβα διαπεραστική ερμηνεία του Franz Rogowski. Η Μεγάλη Απόδραση είναι μία ιστορία αγάπης αλλά και ένας εμβυθιστικός στοχασμός πάνω στο τι μπορεί να κάνει η μακροχρόνια φυλάκιση για ένα έγκλημα που δεν είναι έγκλημα στην ψυχή ενός ανθρώπου.
Η ταινία είναι η επίσημη πρόταση της Αυστρίας για τα φετινά Όσκαρ, ενώ κέρδισε επίσης τόσο το Βραβείο της Ένωσης Ελλήνων Κριτικών όσο και το Βραβείο Κοινού στις περασμένες Νύχτες Πρεμιέρας.
Azor
Η καλύτερη ταινία που είδα στις περσινές Νύχτες Πρεμιέρας και ένα από τα πιο εντυπωσιακά σκηνοθετικά ντεμπούτα που έχω δει τα τελευταία χρόνια, λόγω της αυτοπεποίθησης και του ελέγχου που έχει ο Andreas Fontana πάνω στην ιδέα και το υλικό του. Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος εκπλήσσει με το πόσο ψύχραιμα αποφεύγει τον πειρασμό ενός μεγαλύτερου θεάματος, διατηρώντας έντεχνα τη φρικιαστική ψύχρα που δημιουργεί το απλό του staging και η πολιτισμένη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι πρωταγωνιστές του.
Turning Red
Η Pixar έγινε διάσημη για τους άντρες της. Οι 20 από τις 24 μεγάλου μήκους ταινίες του εμβληματικού στούντιο επικεντρώνονται σε ανδρικούς χαρακτήρες, και οι 23 από τις 24 έχουν σκηνοθετηθεί από άντρες, ή γραφτεί από άντρες (50 από τα 59 άτομα που έχουν έχουν γράψει σενάρια για την Pixar είναι άντρες). Με το Turning Red της Domee Shi και της all-female ομάδας της, το στούντιο κάνει επιτέλους μία ιστορία ενηλικίωσης γύρω από τη γυναικεία εμπειρία, τοποθετώντας τη μάλιστα στο 2002 – την εποχή των tamagotchi, των κοσμημάτων φιλίας και της κορύφωσης των boybands. H Pixar κάνει το Pen15 της με λίγα λόγια, αναφέρεται στην περίοδο χωρίς φόβο και πάθος, και έχει πιθανώς το πιο αστείο σενάριο που είχε ποτέ το στούντιο χωρίς να χάνει από το όραμά της την προσπάθεια της ηρωίδας του για αυτοπραγμάτωση.
Διάβασε εδώ πώς το Turning Red γράφει ιστορία για τις γυναίκες αυτή τη στιγμή.
Μαγνητικά Πεδία
Δεν θα είναι μονάχα η ελληνική ταινία της χρονιάς ως το τέλος του 2022. Είναι ένα οργανικό, καθαρόαιμο indie χιτ που έχει κάνει πάνω από 20.000 εισιτήρια και συνεχίζει. Διάβασε την κριτική μας:
Ambulance
Η καλύτερη ταινία του Michael Bay (όχι, δεν έχω ξεχάσει τα κρίματά του) με όλα τα hallmarks του σκηνοθέτη – μείον τον σεξισμό της κάμεράς του, πολύ σημαντικό – αλλά και με τις δυνατότητες που του δίνουν οι νέες τεχνολογίες. Κάμερες drone πετούν μέσα και έξω από καταδιώξεις αυτοκινήτων, λήψεις με το χέρι μάς δείχνουν από κοντά ένα πανικόβλητο ερασιτεχνικό χειρουργείο, και κάθε έκρηξη είναι απολαυστική.
Η κάμερα του Bay βρέθηκε στα πιο αναίτια και απίθανα σημεία. (Σε μία σκηνή ο φακός «τρέχει» προς το ασθενοφόρο του τίτλου αλλά αφού πρώτα περάσει κάτω από μία γέφυρα που βρίσκεται απέναντί του. Σε άλλες σκηνές η κάμερα χαμηλώνει για να πέσουν άνθρωποι λίγες σπιθαμές μπροστά της ξαφνιάζοντας τον θεατή). Στροβιλίστηκε γύρω από τους χαρακτήρες, και από τον εαυτό της. Άνοιγε ολοένα για να χωρέσει όσα περισσότερα μπορούσε από το περιβάλλον της, και μετά τα κυνηγούσε ένα-ένα. Όλα αυτά σε ένα σφυροκόπημα 2 ωρών και 16 λεπτών που, εντελώς μαγικά, δεν κούρασε.
Μέχρι τον μακροσκελή επίλογό του το Ambulance είναι αγνά αστείο και συνειδητά χαζοβιόλικο (η ταχύτητα σε μία σκηνή καταδίωξης κυριολεκτικά ανακόπτεται γιατί ο σκύλος ενός αστυνομικού κινδυνεύει να βρεθεί εν μέσω πυρών). Μετά πιάνει έναν μελοδραματικό τόνο που το προσγειώνει απότομα, αλλά τα φινάλε δεν ήταν ποτέ το φόρτε του συγκεκριμένου σκηνοθέτη.
Everything Everywhere All at Once
Μέσα στις 2-3 αγαπημένες μου ταινίες της χρονιάς ως τώρα. 2.500 λέξεις επιχειρημάτων εδώ:
X
«Τίποτα δε σε κάνει να αισθάνεσαι πιο ταπεινός από ένα σώμα που δεν ανταποκρίνεται στις επιθυμίες σου. Τι είμαστε αν όχι τα ίδια τα σώματά μας;». Δεν είναι ατάκα στο X αυτή (ανήκει στο Αγία Έμυ που θα βρεις παρακάτω), αλλά θα μπορούσε.
Η επιστροφή του Ti West στο σινεμά – στον τρόμο πιο συγκεκριμένα είχε να επιστρέψει σχεδόν μία δεκαετία και αυτό είναι το πρώτο του slasher- επιδρά περισσότερο όταν εστιάζει στο πέρασμα του χρόνου ως πραγματικό Big Bad. Είναι ο σωματικός τρόμος που είσαι καταδικασμένος να βιώσεις βλέποντας το σώμα σου να μη σε υπακούει πια, ένας δαίμονας που δε μπορείς να ξορκίσεις όσο ικανός κι αν φανείς στον χρόνο σου πάνω στη γη.
Το X συνδέει τις ταινίες slasher με τις ταινίες πορνό (και παλαιότερα η παραγωγή των δύο ειδών δεν απείχε τρομερά, η ανάπτυξη των slashers σε στουντιακό, πιο ασφαλές πλαίσιο προέκυψε μεταγενέστερα) για να τα αποδομήσει, όχι να τα κριτικάρει. Δε θέλει να ανατρέψει το genre, ούτε να συμπεριληφθεί στην elevated horror φάση του είδους, όμως αναγνωρίζει πως οι περισσότερες ιστορίες, είτε είναι σοβαρά δράματα, είτε πορνό, έχουν σκοπό να οδηγήσουν σε κάποια κορύφωση (pun εντελώς intended). Γράφονται, σκηνοθετούνται, μοντάρονται, χρησιμοποιούν ηθοποιούς.
Οι γυναίκες της παρέας που ηγείται η τόσο ευέλικτη Mia Goth, παρά τον ενθουσιασμό που εκδηλώνουν κάνοντας σεξ με τον παρτενέρ τους, εξακολουθούν σε γενικές γραμμές να παίζουν έναν ρόλο. Εδώ φτιάχνεται μία ταινία μέσα στην ταινία και ο West θέλει να μας βάλει με παιχνιδιάρικο τρόπο σε όσα αυτό εμπεριέχει, ειδικά σε μία περίοδο που ο βομβαρδισμός από «περιεχόμενο» έχει ρίξει στάχτη στα μάτια μας για το πόσο τρελό εγχείρημα είναι το να δημιουργείς ταινίες.
Και δεν ξέρω εάν ήταν συνειδητό σχόλιο για τις elevated horror ταινίες, έναν υποτιμητικό όρο για ένα είδος που άφηνε πάντοτε χώρο για σκέψη και ενδοσκόπηση, πάντως το μέλος του συνεργείου που πιστεύει ότι είναι ανώτερο από τις ταινίες πορνογραφίας είναι και το πρώτο που θα βάψει το χωράφι με το αίμα του.
Αγία Έμυ
Η Αγία Έμυ είχε έρθει πάνω στην ώρα για να ευλογήσει την πασχαλινή περίοδο με τον αναστοχασμό της γύρω από την πίστη, τον μυστικισμό, την πνευματικότητα, και τη σχέση τους με το σώμα μας και την ίαση. Και αν συμβαίνουν θαύματα απλά εμείς δεν έχουμε εκπαιδευτεί να τα αναγνωρίζουμε;
Η Αρασέλη Λαιμού που κέρδισε το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενης Σκηνοθέτριας ανέπτυσσε την ταινία επί οκτώ χρόνια, με το μεγαλύτερο μέρος του διαστήματος αυτού να αφιερώνεται στην έρευνα γύρω από την κοινότητα των Φιλιππινέζων. Μάλλον έτσι εξηγείται πως η ταινία της, στον βαθμό που μπορώ να αντιληφθώ από τη θέση μου, αποφεύγει τους εξωτικισμούς και την τουριστική ματιά.
Επίσης αντιστέκεται στην κατηγοριοποίηση. Είναι ένα αμάλγαμα ιστορίας ενηλικίωσης, μαγικού ρεαλισμού και body horror που δεν απαντά σε κάθε του ερώτηση, αλλά ξέρει ακριβώς τι να κάνει με την αγχώδη του, αποπροσανατολιστική αίσθηση που διατηρεί ως το τέλος. Τότε μόνο θα ανακουφιστεί η Έμυ και εμείς μαζί της, όταν επιβάλλεται επιτέλους στον χώρο της ανακοινώνοντας αθόρυβα ποια είναι.
Copshop
Ένας κατεργάρης απατεώνας (Frank Grillo) καταδιώκεται από έναν στυγνό εκτελεστή (Gerard Butler) και βιαιοπραγεί εναντίον μίας αστυνομικού (Alexis Lowder) για να καταφύγει επίτηδες στα κρατητήρια ενός τμήματος. Αυτό που ακολουθεί είναι μία αργής καύσης περιπέτεια στη δράση της (μέχρι τουλάχιστον την εκρηκτική – κυριολεκτικά – κορύφωση του φινάλε), με μπόλικα thrills, διαλόγους απολαυστικής υπερβολής, χαρισματικά καθάρματα, ένα μουσικό σκορ βαρύ σε ηλεκτρονικά εφέ και τα κρουστά, και πιθανότατα – εύχομαι! – την ανάδειξη μίας νέας σταρ.
Είναι ένα pulp b-movie διαμαντάκι παλιάς σχολής το Copshop, που κουρδίζεται σωστά σε όλα τα επίπεδα από τον Joe Carnahan και όλους όσους μαζεύει εδώ. Όποιος περνάει από την οθόνη ρίχνεται με φοβερή όρεξη σε ό,τι του έχει δοθεί, σα να λυσσούσε της πείνας πριν και τώρα να του πέταξαν ένα κομμάτι κρέας. Δεν ήταν ακριβώς έκπληξη μιας που ο Carnahan είναι πάντοτε τίμιος, αλλά είναι σίγουρα ο καλύτερος Butler που έχω δει εδώ και χρόνια.
Apollo 10 ½: A Space Age Childhood
Το Apollo 10 ½ του Netflix δεν έχει πλοκή ουσιαστικά. Διαδραματίζεται την άνοιξη του 1969, λίγους μόλις μήνες πριν η πραγματική αποστολή του Apollo 11 προσγειώσει τους πρώτους εξερευνητές στο φεγγάρι.
Ο Linklater εστιάζει στα καθημερινά και τα συγκεκριμένα: τη ρουτίνα της οικογένειας, τα παιχνίδια που παίζουν τα παιδιά όταν βαριούνται τις βροχερές μέρες, τους μικροκαβγάδες των αδελφών για τον έλεγχο του τηλεκοντρόλ. Είναι ημι-αυτοβιογραφική η ταινία για την παιδική ηλικία του Linklater και επικεντρώνεται στο τελευταίο καλοκαίρι της ζωής του όπου η επίσκεψη στο θεματικό πάρκο Astroworld ήταν περιπέτεια και η παρακολούθηση κάθε νέου επεισοδίου του Dark Shadows ήταν πιο σημαντική από οτιδήποτε άλλο. Και ακριβώς επειδή ο δημιουργός εφιστά διαρκώς την προσοχή στο πόσο προστατευμένη είναι η παιδική ηλικία του αγοριού αλλά και στο πόσο πολλά μεταβάλλονται γύρω του, το Apollo 10 ½ διατρέχεται από μία αίσθηση σημαντικής αλλαγής στον ορίζοντα.
Το Apollo 10 ½, παρά τη μνήμη ακριβείας του Linklater, προτείνει πως η μνήμη μπορεί να παραμορφώνει και να ενισχύει όσο και να συντηρεί. Το παρελθόν μας φαντάζει μερικές φορές με φαντασίωση, ένα όνειρο που μισοθυμόμαστε, όπου αυτό που πραγματικά συνέβη και αυτό που απλώς φανταζόμασταν φαίνονται πια εξίσου αδύνατα.
Είναι ένας κομψός διαλογισμός για την παιδική ηλικία που δε φοβάται να επιδοθεί στον συναισθηματισμό που μπορεί να τη συνοδεύει. Και όπως συμβαίνει με τις περισσότερες ταινίες του Linklater, είναι τόσο αγνό και τόσο γλυκά αληθινό που δε μπορείς να το κατηγορήσεις επειδή δεν εφηύρε τον τροχό.
Top Gun: Maverick
Το Top Gun: Maverick δεν είχε κανένα δικαίωμα να είναι τόσο καλό.
Elvis
Σε μία από τις καλύτερες εξηγήσεις για το φαινόμενο Elvis στο παραληρηματικό, αφρώδες όνειρο που έχει φτιάξει ο Baz Luhrmann, παρακολουθούμε μία νεαρή γυναίκα να σοκάρεται με τον εαυτό της όταν, βλέποντας live τον τραγουδιστή, νιώθει το σώμα της να ανταποκρίνεται με τρόπο που υποψιάζεται ότι δεν θα έπρεπε να συμβαίνει. Αμέσως μετά, ο Luhrmann καδράρει τον Elvis μόνο του πίσω από τη σκηνή, κόντρα σε μία τεράστια αφίσα που έγραφε “geek”, τα «φρικιά» των καρναβαλιών. Ο Elvis δεν είναι ακριβώς ανθρώπινος, μας λέει. Έχει την υπερδύναμη να οδηγεί το πλήθος, μαύρους και λευκούς, κόρες και γιους, στην οργιαστική φρενίτιδα που βλέπουμε σε ένα ακόμη live του αργότερα.
Σε μία απλοϊκότατη αλλά ηλεκτρική στιγμή, τα φράγματα που είχαν δημιουργηθεί για να διαχωρίσουν το μαύρο από το λευκό κοινό κατέρρευσαν αμέσως, και οι λευκοί έφηβοι άρχισαν να χορεύουν με τους μαύρους. Με τον Elvis, υποστηρίζει η ταινία που πια εκδηλώνει τη βαθύτερη στόχευσή της, είχαμε βρει ένα μαγικό πλάσμα που μπορούσε να μας ενώσει. Αντ’ αυτού καταστράφηκε για να κορέσει την πείνα ενός ισχυρού λευκού άνδρα. Η βιογραφία δεν είναι δική του, αλλά της διαρκώς επαναλαμβανόμενης τραγωδίας μίας ανθρωπότητας που δεν αλλάζει.
Good Luck to You, Leo Grande
Το Leo Grande είναι στη βάση του ένα φιλμ για όσα εξελικτικά μπορούν να συμβούν μέσα μας όταν επιχειρούμε συναισθηματικούς και σωματικούς δεσμούς, επιτρέποντας στον εαυτό μας να εκθέσουμε αυτές τις δυνητικά κατατρομακτικές ανασφάλειές μας σε έναν άγνωστο άνθρωπο – ή έστω, σε έναν άλλον άνθρωπο.
Η Sophie Hyde έχει μία πάντοτε δύσκολη αποστολή, να κρατήσει το ενδιαφέρον περιορίζοντας δύο μόνο ηθοποιούς, σε έναν χώρο, επί 1,5 ώρα, και την πετυχαίνει αντιμετωπίζοντας το δωμάτιο του ξενοδοχείου όπου συνευρίσκονται ως ιερό έδαφος. Η σκηνοθεσία της δεν τοποθετεί τον θεατή σε θέση ηδονοβλεψία, αντίθετα μας εξασφαλίζει την ευκαιρία να μοιραστούμε την εμπειρία μαζί τους, προσέχοντας πια ακόμα και τον ήχο που κάνουν οι κάλτσες τους στο πάτωμα ή τα χέρια τους όταν αγγίζουν τα μαλλιά ή τα ρούχα τους.
Η Emma Thompson είναι όπως πάντα εκπληκτική, και ο συγκεκριμένος ρόλος είναι αυτονόητος για την καριέρα της. Υπήρξε πάντοτε υπέροχα θορυβώδης για τη σωστή εκπροσώπηση και συμπεριληπτικότητα των γυναικών και της θηλυκότητας στη μεγάλη οθόνη, άρα γιατί να μην υποδυθεί έναν τόσο σπάνιο τύπο γυναίκας στο σινεμά;
Πόσες φορές έχεις δει ταινίες να εξερευνούν τον ερωτισμό μίας μεγαλύτερης σε ηλικία γυναίκας, χωρίς διαπραγματεύσεις, χρησιμοποιώντας μεν χιούμορ αλλά ποτέ εναντίον της, επιτρέποντάς της να στοχάζεται για το πέρασμα του χρόνου και το σώμα της αλλά να παραμένει ελκυστική για τον παρτενέρ της;
Βαγόνι Αριθμός 6
Ο Juho Kuosmanen, ο Φινλανδός σκηνοθέτης που είχε κερδίσει το Un Certain Regard το 2016 με το The Happiest Day in the Life of Olli Mäki, βασίζεται εδώ σε βιβλίο της Rosa Liksom και φτιάχνει το δικό του Before Sunrise – έναν φάρο ζεστασιάς στο προσκήνιο μίας παγωμένης άγονης γης. Oικείο, χωρίς βιασύνες και συναισθηματισμούς, το φιλμ είναι βραδύκαυστο, γυρισμένο κυριως με κάμερα χειρός, που παρατηρεί με αιωρούμενη ματιά την ηρωίδα και με ένα χαλαρό καδράρισμα α λα Dogme 95, το δανέζικο κινηματογραφικό κίνημα που ήθελε να χρησιμοποιεί τα απολύτως απαραίτητα, και μιλά στην αβέβαιη θέση της στη ζωή.
Έκανε πρεμιέρα στις Κάννες πέρσι όπου κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής, και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο shortlist Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας για τα Όσκαρ. Υποθέτω αυτό την κάνει μία από τις καλύτερες ταινίες της φετινής χρονιάς αλλά και της περσινής, και μπράβο της.
Card Counter
Ο Paul Schrader συνεχίζει το σερί μετά το First Reformed, με την καλύτερη ταινία αυτής της εβδομάδας. Διάβασε την κριτική μας εδώ:
Το Γεγονός
Γαλλικό φιλμ βασισμένο στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της Annie Arnaud που ακολουθεί μία νεαρή γυναίκα στη Γαλλία της δεκαετίας του ‘60, ντροπιασμένη για την ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη της και σε αναζήτηση κάποιου παράνομου, τότε, τρόπου για να την ξεφορτωθεί. Δικό της το σώμα, δική της η απόφαση, δική της η ζωή.
Η Audrey Diwan δεν επιδίδεται στο μελόδραμα, ούτε στο διδακτισμό, υιοθετώντας μία μετρημένη και μινιμαλιστική προσέγγιση της ιστορίας από την οπτική της ηρωίδας. Η Anne αντιλαμβάνεται τη δυσχερή της θέση με έναν απλό τρόπο: Θέλει απλώς να έχει τη δυνατότητα να ακολουθήσει μία καθαρά προσωπική απόφαση. Η Anne απομονώνεται και η Diwan χρησιμοποιεί μία στενή αναλογία διαστάσεων παρακολουθώντας την κολλημένη πίσω της, περιορίζοντάς την όλο και περισσότερο στην οθόνη. Αυτό δίνει στο αδυσώπητο φιλμ της την αίσθηση του ψυχολογικού θρίλερ – σε αρκετές σκηνές θα κρατάς την ανάσα σου.
Το φιλμ είναι μέρος ενός πρόσφατου μικροκύματος από ταινίες γύρω από το ζήτημα της έκτρωσης, με μία ευαισθησία σπάνια τα προηγούμενα χρόνια, ακολουθώντας τα Never Rarely Sometimes Always, Ninjababy και τους Δεσμούς Γυναικών που βρήκαμε παραπάνω. Όλα τους με τελείως διαφορετική, μη εξωραϊσμένη ή διδακτική προσέγγιση.
The Lost Daughter
Η Maggie Gyllenhaal έχει γράψει μία ταινία που εκτυλίσσεται σε ξεχωριστή γυναικεία γλώσσα, σε ένα λεξιλόγιο από παρατηρήσεις και χειρονομίες που έχει διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια της γυναικείας ζωής, όσο εκπαιδευόμαστε να λειαίνουμε διαρκώς τις γωνίες της κοινωνίας. Μιλώντας στην τελετή έναρξης του Athens Open Air Film Festival, η Gyllenhaal δήλωσε πως η Elena Ferrante που έχει γράψει το βιβλίο όπου βασίστηκε το φιλμ, δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι άνδρας όπως φημολογείται, γιατί πώς θα μπορούσε ένας άνδρας να ξέρει αυτούς τους κωδικούς; Αυτές τις μύχιες σκέψεις που δεν παραδεχόμαστε καν στον εαυτό μας ότι τις έχουμε;
Στο κέντρο της ταινίας της είναι η μητρική αμφιθυμία, τόσο εγκόσμια και ταυτόχρονα τόσο ταμπού, που όταν οι χαρακτήρες την αναγνωρίζουν η μία στην άλλη, το ένστικτό τους είναι να αλληλοσπαραχθούν αντί να φερθούν με συμπόνια. Η Leda και η Nina ξέρουν ότι είναι αδικημένες κοινωνικά, αλλά δεν μπορούν να απαγκιστρωθούν πλήρως από τις προσδοκίες που εμπνέει ο μητρικός τους ρόλος.
«Είμαι αφύσικη μητέρα», λέει κάποια στιγμή η πρώτη, γιατί ο εαυτός και η μητρότητα στο μυαλό της είναι τόσο ασυμβίβαστα που το ένα μπορεί να έρθει μόνο εις βάρος του άλλου. Όχι, αυτό δεν θα μπορούσε να το γράψει άνδρας.
Honourable mentions: Από το Μπαλκόνι (ελληνική μικρού μήκους), Pleasure, Jackass: The Movie, Hustle, Mr. Bachmann and His Class, Παρίσι, 13ο Διαμέρισμα