Οι 25 καλύτερες ταινίες του 2022
Horror, μιούζικαλ, περιπέτειες, επιστημονική φαντασία, ρομάντσα - ταινίες από όλο τον κόσμο που σημάδεψαν τη χρονιά που πέρασε.
- 26 ΔΕΚ 2022
Ο κινηματογράφος θα πέθαινε, υποτίθεται, όταν συστήθηκε ο ήχος. Μετά θα πέθαινε όταν μπήκε το χρώμα. Αργότερα ήρθε η τηλεόραση και έγινε ο επιτάφιός του. Τελικά ο κινηματογράφος δεν πέθανε και δεν θα πεθάνει ποτέ, όμως πού θα φιλοξενούνται οι ταινίες του;
Οι streaming πλατφόρμες και το παράνομο downloading παρέχουν την ασφάλεια στους θεατές πως τους παίρνει να επενδύσουν λιγότερα χρήματα στην αίθουσα, γιατί με λίγη υπομονή θα καταφέρουν ούτως ή άλλως να βρουν τις ταινίες που θέλουν να δουν. Στην άνεση του σπιτιού τους, χωρίς τις άβολες καρέκλες του συνοικιακού σινεμά, ή τους αγενείς θεατές που θα μιλούν δυνατά και θα απαντούν στο κινητό τους. Η πορεία του κινηματογράφου στα κλειστά σινεμά λοιπόν φαίνεται προδιαγεγραμμένη να γίνει μία εκλεκτική επιλογή εισόδου, πάντα υπαρκτή αλλά περιορισμένη.
Εμείς διαλέξαμε τις 25 καλύτερες ταινίες αυτή της χρονιάς, απ’ όπου και αν προήλθαν, όπως και αν τις είδες ή μπορείς τώρα να τις δεις – σε streaming ή αίθουσα.
Τι Βλέπουμε Όταν Κοιτάμε τον Ουρανό;
Ένα υπέροχο σύγχρονο παραμύθι για τη δύναμη της αγάπης, τις μυστηριώδεις δυνάμεις που κατευθύνουν τις ζωές μας και την ομορφιά που κρύβεται στην καθημερινότητα, από τον Γεωργιανό σκηνοθέτη Aleksandre Koberidze. Η ταινία γίνεται μία ωδή στον ρομαντισμό της καθημερινότητας που χάνουμε μέσα στη ρουτίνα μας, μέσα από την καταγραφή της ζωής που εκτυλίσσεται στην πόλη όταν εμείς δεν κοιτάμε.
Drive My Car
Ο Ryûsuke Hamaguchi διασκευάζει διήγημα του Haruki Murakami και ακολουθεί έναν ηθοποιό και θεατρικό σκηνοθέτη που έχασε πρόσφατα τη γυναίκα του. Η προσέγγιση του Ιάπωνα δημιουργού είναι πλήρως εξανθρωπισμένη και το καστ τόσο καλό που θα είσαι απλά ευγνώμων που είχες την παρέα τους στην οθόνη.
Ο Hamaguchi δεν είχε απλώς ένα εκπληκτικό 2021 δημιουργικά. Έκανε κανονική απόβαση με δύο ταινίες – το Ιστορίες της Τύχης και της Φαντασίας συμπεριλήφθηκε στη λίστα μας με τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς – με το Drive My Car να κερδίζει το βραβείο Σεναρίου στο Φεστιβάλ των Καννών πριν φτάσει στα Όσκαρ με τέσσερις συνολικά υποψηφιότητες. Ένα τρίωρο φιλμ που έχει την υπομονή να σκαλίσει τις συγκρατημένες πίκρες του ensemble της, εξερευνώντας τα διασταυρούμενα ρεύματα μεταξύ τέχνης και ζωής, και το πώς αυτά συγκοινωνούν.
Everything Everywhere All at Once
Το No.1 μου της χρονιάς. 2.500 επιχειρημάτων εδώ:
RRR
Γεμάτο πολύχρωμους ήρωες, διαβολικούς κακούς, συγκλονιστικές σεκάνς δράσης, ιλιγγιώδη χορευτικά νούμερα και πάνω απ’ όλα, αγνή φιλία, που καθοδηγούνται από πυρετώδη δημιουργικότητα και έντονη αίσθηση υπερηφάνειας για τον λαό της Ινδίας και την ιστορία του, το έπος του σεναριογράφου/σκηνοθέτη S. S. Rajamouli έγινε γρήγορα η από-στόμα-σε-στόμα αίσθηση της χρονιάς.
Αδυσώπητα crowd pleaser χωρίς ίχνος κυνισμού, άρα πολύ διαφορετικό από τα περισσότερα χολιγουντιανά μπλοκμπάστερ.
Decision to Leave
Βραβείο Σκηνοθεσίας από τις Κάννες, επίσημη πρόταση της Νότιας Κορέας για τα επόμενα Όσκαρ, και το πρώτο φανταστικό ερωτικό θρίλερ για τον 21ο αιώνα.
Το παιχνιδιάρικο, αστείο, ολοένα και πιο οδυνηρό αστυνομικό θρίλερ του Park ενδιαφέρεται λιγότερο για το τι γνωρίζει ο ντετέκτιβ για την ύποπτη, και περισσότερο για το πώς νιώθει για εκείνη. Η Wei είναι μαγνητική ως επίδοξη δολοφόνος που χρησιμοποιεί τα σπαστά της κορεάτικα ως προπέτασμα καπνού δένοντας κόμπο τον ήρωα, κρατώντας τη φύση της αλλοπρόσαλλη και ασαφή ως το τέλος.
Από τις πρώτες κιόλας αποσταθεροποιητικές στιγμές του Decision to Leave, ο Park σε θαμπώνει με την ομορφιά των εικόνων του και τη μεθυστική επίδειξη ικανοτήτων της απεριόριστης φαντασίας του.
Δεν υπάρχει τίποτα επιφανειακό ή περιττό στο στυλ του εδώ: είναι όλα στην υπηρεσία του αποπροσανατολιστικού μείγματος εγκλήματος και πάθους της ταινίας. Δεν προκύπτει ποτέ κάποια στιγμή μεγάλης αποκάλυψης, αλλά μία λεπτή, διαρκής αίσθηση κατανόησης του τι συμβαίνει από την πλευρά του ήρωα και του θεατή, γεγονός που αφαιρεί κάποια πίεση από την ταινία και πιθανότατα θα κάνει το κάθε rewatch του Decision to Leave πλουσιότερο
Bones And All
Πανέμορφο, γοτθικής υφής ρομάντζο για μία νεαρή γυναίκα που προσπαθεί να κάνει ειρήνη με το γεγονός ότι είναι κανίβαλος και να περιηγηθεί στη ζωή της ως τέτοια. Στον δρόμο της θα βρει και άλλους Eaters, όπως ονομάζονται οι κανίβαλοι εδώ, ένας εκ των οποίων είναι ο Timothee Chalamet.
Οι δυο τους είναι μία πανέμορφη αποτύπωση νεανικής αγάπης, δοσμένη από τον Luca Guadagnino που εδώ φτιάχνει για πρώτη φορά τρισδιάστατους χαρακτήρες και ολοκληρωμένη αφήγηση, και σκιαγραφημένη από τον Arseni Khachaturan που γεμίζει το Bones and All με υπέροχα, ηλιόλουστα κάδρα αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την καθημερινότητα της αγροτικής αμερικανικής αρχιτεκτονικής και ζωής.
Όλα τα σπίτια της ταινίας φαίνονται να τρίζουν κάτω από το βάρος της κακής κατασκευής τους, και ο Guadagnino αντιπαραβάλλει αποτελεσματικά τη στοιχειωμένη ατμόσφαιρά τους, των εργοστασίων και των ψυχιατρείων του Bones and All, με την ελευθερία που προσφέρουν οι μεσοδυτικές πεδιάδες της Αμερικής. Σε μία ταινία που γίνεται τόσο συχνά για την αναζήτηση της ελευθερίας και της αποδοχής, δεν είναι τυχαίο που η κάμερα επιστρέφει συχνά στις εικόνες των δύο πρωταγωνιστών να κάθονται χαλαροί μαζί μέσα στην μεγάλη έκταση των φαινομενικά ατελείωτων πεδίων του Ohio.
Ίσες ποσότητες ανατριχιαστικό και ελπιδοφόρο, ήταν ένα δίκαιο βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Βενετίας που πέρασε.
Prey
Η καλύτερη ταινία ενός πολύπαθου franchise.
Cyrano
Δεν έχω καταλήξει εάν ο Joe Wright είναι ένας πραγματικά καλός σκηνοθέτης, αλλά σίγουρα οι ταινίες του – ή οι προθέσεις του έστω πίσω από αυτές – έχουν πάντοτε ενδιαφέρον. Φέτος διασκεύασε το Συρανό ντε Μπερζεράκ, κατά βάση από το μιούζικαλ της Erica Schmidt που μεταφέρει η ίδια εδώ στο σενάριο, και έφτιαξε ένα κινηματογραφικό όχημα για τον Peter Dinklage που απέδειξε ότι ο συγκεκριμένος ηθοποιός μάλλον μπορεί να κάνει τα πάντα. Με τα πένθιμα μάτια του και το στραβό του χαμόγελο, είναι αναμφισβήτητα η ψυχή του Cyrano.
Η μουσική της ταινίας γράφτηκε από την αγαπημένη και στην Ελλάδα ανεξάρτητη ροκ μπάντα The National, μία εκκεντρική επιλογή που θα είναι αμφιλεγόμενη γιατί προσγειώνει τον ρομαντισμό του φιλμ και των πρωταγωνιστών του και σίγουρα δεν υπηρετείται εξίσου καλά από όλους τους ερμηνευτές. Είναι κομμάτια πιστά στην τέχνη της μπάντας, συγκρατημένα, αργής καύσης, υπομονετικά και εύθραυστα, όχι πάντοτε συντονισμένα με τις δραματικές εικόνες πολυτελείας που συμβαίνουν στην οθόνη.
Ο Wright είναι μαξιμαλιστής, δεν θα του πει ποτέ κανείς ότι έχει κάνει οικονομία με όσα χωράνε στα καρέ του – τα shots του εδώ είναι αναγεννησιακοί πίνακες – και έτσι το πιο εσωτερικό σάουντρακ έρχεται σε αντίθεση με τη ροή των υπέροχων, υποψηφίων για Όσκαρ κοστουμιών, την εκτυφλωτική σκηνογραφία, ή με το πάθος που εκφράζουν οι ήρωες.
Όμως παρότι δε λειτουργεί παντού και αψεγάδιαστα, δε θα το άλλαζα γιατί ως πείραμα είχε την προσοχή μου μέχρι το τελευταίο λεπτό.
Top Gun: Maverick
Το Top Gun: Maverick δεν είχε κανένα δικαίωμα να είναι τόσο καλό.
Compartment No 6
Ο Juho Kuosmanen, ο Φινλανδός σκηνοθέτης που είχε κερδίσει το Un Certain Regard το 2016 με το The Happiest Day in the Life of Olli Mäki, βασίζεται εδώ σε βιβλίο της Rosa Liksom και φτιάχνει το δικό του Before Sunrise – έναν φάρο ζεστασιάς στο προσκήνιο μίας παγωμένης άγονης γης. Oικείο, χωρίς βιασύνες και συναισθηματισμούς, το φιλμ είναι βραδύκαυστο, γυρισμένο κυριως με κάμερα χειρός, που παρατηρεί με αιωρούμενη ματιά την ηρωίδα και με ένα χαλαρό καδράρισμα α λα Dogme 95, το δανέζικο κινηματογραφικό κίνημα που ήθελε να χρησιμοποιεί τα απολύτως απαραίτητα, και μιλά στην αβέβαιη θέση της στη ζωή.
Έκανε πρεμιέρα στις Κάννες πέρσι όπου κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής, και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο shortlist Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας για τα Όσκαρ. Υποθέτω αυτό την κάνει μία από τις καλύτερες ταινίες της φετινής χρονιάς αλλά και της περσινής, και μπράβο της.
Happening
Γαλλικό φιλμ βασισμένο στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της Annie Arnaud που ακολουθεί μία νεαρή γυναίκα στη Γαλλία της δεκαετίας του ‘60, ντροπιασμένη για την ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη της και σε αναζήτηση κάποιου παράνομου, τότε, τρόπου για να την ξεφορτωθεί. Δικό της το σώμα, δική της η απόφαση, δική της η ζωή.
Η Audrey Diwan δεν επιδίδεται στο μελόδραμα, ούτε στο διδακτισμό, υιοθετώντας μία μετρημένη και μινιμαλιστική προσέγγιση της ιστορίας από την οπτική της ηρωίδας. Η Anne αντιλαμβάνεται τη δυσχερή της θέση με έναν απλό τρόπο: Θέλει απλώς να έχει τη δυνατότητα να ακολουθήσει μία καθαρά προσωπική απόφαση. Η Anne απομονώνεται και η Diwan χρησιμοποιεί μία στενή αναλογία διαστάσεων παρακολουθώντας την κολλημένη πίσω της, περιορίζοντάς την όλο και περισσότερο στην οθόνη. Αυτό δίνει στο αδυσώπητο φιλμ της την αίσθηση του ψυχολογικού θρίλερ – σε αρκετές σκηνές θα κρατάς την ανάσα σου.
Το φιλμ είναι μέρος ενός πρόσφατου μικροκύματος από ταινίες γύρω από το ζήτημα της έκτρωσης, με μία ευαισθησία σπάνια τα προηγούμενα χρόνια, ακολουθώντας τα Never Rarely Sometimes Always, Ninjababy και τους Δεσμούς Γυναικών που θα βρεις παρακάτω. Όλα τους με τελείως διαφορετική, μη εξωραϊσμένη ή διδακτική προσέγγιση.
X
Η επιστροφή του Ti West στο σινεμά – στον τρόμο πιο συγκεκριμένα είχε να επιστρέψει σχεδόν μία δεκαετία και αυτό είναι το πρώτο του slasher- επιδρά περισσότερο όταν εστιάζει στο πέρασμα του χρόνου ως πραγματικό Big Bad. Είναι ο σωματικός τρόμος που είσαι καταδικασμένος να βιώσεις βλέποντας το σώμα σου να μη σε υπακούει πια, ένας δαίμονας που δεν μπορείς να ξορκίσεις όσο ικανός κι αν φανείς στον χρόνο σου πάνω στη γη.
Corsage
Αντιβιογραφία από την Marie Kreutzer για την πριγκίπισσα Sissy, στο πνεύμα των biopics του Pablo Larrain που δεν ακολουθεί την τυποποιημένη ρότα του γεννήθηκε-έζησε-πέθανε των κλασικών κινηματογραφικών βιογραφιών, αλλά ξεδιαλέγει μία χαρακτηριστική χρονική περίοδο στη ζωή ενός ανθρώπου για να δώσει το στίγμα του.
Η Sissy, μία Diana πριν τη Diana, διανύει εδώ την τέταρτη πια δεκαετία της ζωής της, βιώνει το βάρος μίας beauty queen που μεγαλώνει και τα βάζει με τον μύθο της, παραμένοντας μία ανήσυχη ψυχή που μπορεί να αψηφά τις επιταγές της παράδοσης αλλά ταυτοχρόνως αναγνωρίζει το σύστημα στο οποίο βρέθηκε και κάνει ό,τι μπορεί για να το περιηγηθεί χωρίς να χάσει πλήρως τον εαυτό της.
Η Vicky Krieps, η ηθοποιός που γνωρίσαμε καλύτερα όταν επέλασε στο Phantom Thread και έκλεψε την τελευταία ταινία του Daniel Day Lewis κάτω από τα πόδια του, υπηρέτησε όλα τα παραπάνω αψεγάδιαστα και κέρδισε δίκαια το βραβείο Καλύτερης Ηθοποιού στο Φεστιβάλ Καννών. Οι καλλιτεχνικές αρετές του φιλμ είναι επίσης όλες εξαιρετικές και σε αρμονία με αυτό το ψυχρό, αντισυμβατικό πορτραίτο.
Last and First Men
Ένα συναρπαστικό οπτικοακουστικό δοκίμιο διάρκειας 70 λεπτών για τη θνητότητα, τον αφανισμό και την κληρονομιά, που γίνεται ακόμη πιο οδυνηρό ως τελευταίο δημιουργικό στίγμα του Jóhann Jóhannsson.
After Yang
Το After Yang, η πρώτη συναρπαστική sci-fi ταινίας της χρονιάς, αποτυπώνει τη γλυκόπικρη συνειδητοποίηση της παροδικότητας των πραγμάτων, τη λύπη για το πέρας τους, και το υπαρξιακό πένθος που πυροδοτείται όταν αποδεχόμαστε αυτή τη συνθήκη ως ουσία της ζωής. Ελάχιστες, άλλωστε, εσωτερικές διαδικασίες στη ζωή μπορούν να σε βγάλουν έξω από τον εαυτό σου ώστε να επαναπροσδιορίσεις εσένα και το περιβάλλον σου όπως μπορεί να το κάνει το πένθος.
Το After Yang αποτυπώνει τη γλυκόπικρη συνειδητοποίηση της παροδικότητας των πραγμάτων, τη λύπη για το πέρας τους, και το υπαρξιακό πένθος που πυροδοτείται όταν αποδεχόμαστε αυτή τη συνθήκη ως ουσία της ζωής.
EO
Ο Jerzy Skolimowski (Four Nights With Anna) έφτασε τα 84 αλλά ακόμα πειραματίζεται. Στο EO που παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ των Καννών και κέρδισε ένα από τα βραβεία της επιτροπής εμπνέεται από το Au Hasard Balthazar του Robert Bresson, και ακολουθεί ένα γαϊδουράκι που συναντά καλούς και κακούς ανθρώπους στα ταξίδια του, βιώνει χαρά και πόνο, και γίνεται όχημα εξερεύνησης ενός οράματος της σύγχρονης Ευρώπης.
Στην εκδοχή του Bresson το πραγματικό κέντρο της ιστορίας ήταν οι άνθρωποι γύρω από τον γάιδαρο. Στο EO όχι τόσο. Στα μόλις 86 απολύτως εμβυθιστικά λεπτά του – σε μεγάλο βαθμό τέτοια χάρη στη διεύθυνση φωτογραφίας του Mychal Dymek του Cold War – το φιλμ γίνεται μία πολεμική για τη σχέση μας με τα άλλα ευφυή είδη, και καταλήγει ως μία κάπως αναρχική εμπειρία θέασης. Δεν έχεις πολλούς ανθρώπινους διαλόγους να πιαστείς και δεν υπάρχει καν κάποια διαυγής συγκεκριμένη πλοκή. Είναι τόσο ανοιχτόκαρδο και ειλικρινές που δεν τα χρειάζεται.
Στα υπόψιν ότι το γαϊδουράκι συναντά μεταξύ άλλων και την Isabelle Huppert, ένα κάποιο μαρβελικό ισοδύναμο των Καννών.
Lingui, The Sacred Bonds
Σε αυτή την ηλεκτρισμένη ιστορία απελευθέρωσης από το Τσαντ, μία μητέρα αγωνίζεται να προστατεύσει το μέλλον της κόρης της όταν η δεύτερη μένει έγκυος στα 15 της, και στη διάρκεια αυτής της προσπάθειας για αυτονομία βρίσκει τόσο τον εαυτό της όσο και έναν κόσμο από πιθανότητες και δυνατότητες.
Ο Mahamat-Saleh Haroun σκηνοθετεί τις γυναίκες σε κίνηση και σε εξέγερση, αποστάζοντας νόημα στα διαυγή, ισορροπημένα visuals και στον μινιμαλιστικό, νατουραλιστικό του διάλογο. Υπέροχη δουλειά, με τον ιδανικό επίλογο – γέλια γυναικών να ακούγονται στο background.
Boiling Point
Το Boiling Point (Σημείο Βρασμού στα ελληνικά) είναι ένα καθαρό μονοπλάνο 80 και κάτι λεπτών, χωρίς κανένα cut, και εμπνέει ακριβώς αυτό στο οποίο στοχεύει: την αδυσώπητη ένταση.
Ο Philip Barantini αναπτύσσει το αναγνωρισμένο, μικρού μήκους του Boiling Point από το 2019, σε ένα απρόσμενο θρίλερ όπου τα μαχαίρια κόβουν αρνί και ραπανάκια αντί για ανθρώπινη σάρκα, αλλά μπορούν να είναι εξίσου θανατηφόρα. Ακολουθεί ξανά εδώ τον Stephen Graham σε ρόλο ενός σεφ σε οριακό προσωπικό και επαγγελματικό σημείο, κατασκευάζοντας ένα δράμα που μοιάζει περισσότερο με κούρσα επιταχυμένου sportscar, από αυτές που κατευθύνονται σίγουρα πάνω σε τοίχο. Η δράση τοποθετείται σε εστιατόριο του ανατολικού Λονδίνου όπου είναι Head Chef ο Andy (Graham), αλλά θα χωρούσε άνετα στο φρενήρες, ιδρωμένο σύμπαν των αδελφών Safdie.
Elvis
Σε μία από τις καλύτερες εξηγήσεις για το φαινόμενο Elvis στο παραληρηματικό, αφρώδες όνειρο που έχει φτιάξει ο Baz Luhrmann, παρακολουθούμε μία νεαρή γυναίκα να σοκάρεται με τον εαυτό της όταν, βλέποντας live τον τραγουδιστή, νιώθει το σώμα της να ανταποκρίνεται με τρόπο που υποψιάζεται ότι δεν θα έπρεπε να συμβαίνει. Αμέσως μετά, ο Luhrmann καδράρει τον Elvis μόνο του πίσω από τη σκηνή, κόντρα σε μία τεράστια αφίσα που έγραφε “geek”, τα «φρικιά» των καρναβαλιών. Ο Elvis δεν είναι ακριβώς ανθρώπινος, μας λέει. Έχει την υπερδύναμη να οδηγεί το πλήθος, μαύρους και λευκούς, κόρες και γιους, στην οργιαστική φρενίτιδα που βλέπουμε σε ένα ακόμη live του αργότερα.
Σε μία απλοϊκότατη αλλά ηλεκτρική στιγμή, τα φράγματα που είχαν δημιουργηθεί για να διαχωρίσουν το μαύρο από το λευκό κοινό κατέρρευσαν αμέσως, και οι λευκοί έφηβοι άρχισαν να χορεύουν με τους μαύρους. Με τον Elvis, υποστηρίζει η ταινία που πια εκδηλώνει τη βαθύτερη στόχευσή της, είχαμε βρει ένα μαγικό πλάσμα που μπορούσε να μας ενώσει. Αντ’ αυτού καταστράφηκε για να κορέσει την πείνα ενός ισχυρού λευκού άνδρα. Η βιογραφία δεν είναι δική του, αλλά της διαρκώς επαναλαμβανόμενης τραγωδίας μίας ανθρωπότητας που δεν αλλάζει.
Ambulance
Η καλύτερη ταινία του Michael Bay (όχι, δεν έχω ξεχάσει τα κρίματά του) με όλα τα hallmarks του σκηνοθέτη – μείον τον σεξισμό της κάμεράς του, πολύ σημαντικό – αλλά και με τις δυνατότητες που του δίνουν οι νέες τεχνολογίες. Κάμερες drone πετούν μέσα και έξω από καταδιώξεις αυτοκινήτων, λήψεις με το χέρι μάς δείχνουν από κοντά ένα πανικόβλητο ερασιτεχνικό χειρουργείο, και κάθε έκρηξη είναι απολαυστική.
Η κάμερα του Bay βρέθηκε στα πιο αναίτια και απίθανα σημεία. (Σε μία σκηνή ο φακός «τρέχει» προς το ασθενοφόρο του τίτλου αλλά αφού πρώτα περάσει κάτω από μία γέφυρα που βρίσκεται απέναντί του. Σε άλλες σκηνές η κάμερα χαμηλώνει για να πέσουν άνθρωποι λίγες σπιθαμές μπροστά της ξαφνιάζοντας τον θεατή). Στροβιλίστηκε γύρω από τους χαρακτήρες, και από τον εαυτό της. Άνοιγε ολοένα για να χωρέσει όσα περισσότερα μπορούσε από το περιβάλλον της, και μετά τα κυνηγούσε ένα-ένα. Όλα αυτά σε ένα σφυροκόπημα 2 ωρών και 16 λεπτών που, εντελώς μαγικά, δεν κούρασε.
Μέχρι τον μακροσκελή επίλογό του το Ambulance είναι αγνά αστείο και συνειδητά χαζοβιόλικο (η ταχύτητα σε μία σκηνή καταδίωξης κυριολεκτικά ανακόπτεται γιατί ο σκύλος ενός αστυνομικού κινδυνεύει να βρεθεί εν μέσω πυρών). Μετά πιάνει έναν μελοδραματικό τόνο που το προσγειώνει απότομα, αλλά τα φινάλε δεν ήταν ποτέ το φόρτε του συγκεκριμένου σκηνοθέτη.
Aftersun
Στο Aftersun μία νεαρή γυναίκα, η Sophie, θυμάται τη χαρά αλλά και τη μελαγχολία των διακοπών που είχε κάνει με τον πατέρα της (Paul Mescal) είκοσι χρόνια νωρίτερα στην Τουρκία. Αληθινές και φανταστικές αναμνήσεις γεμίζουν τα κενά που μένουν από το υλικό της miniDV κάμερας που της έχει απομείνει, καθώς προσπαθεί να συμφιλιώσει τον γλυκό πατέρα που γνώριζε με έναν πατέρα με προσωπικούς δαίμονες που της ήταν αφανής.
Το φιλμ είναι ένα όμορφα συγκρατημένο αλλά συναισθηματικά καθηλωτικό δράμα ενηλικίωσης που εξετάζει τις θεματικές της αγάπης και της απώλειας τόσο επιδέξια που φαίνεται σχεδόν τυχαίο. Η Wells όμως ξέρει ακριβώς τι κάνει, με την κατάλληλη φόρμα: η αιχμηρή αλλά τρυφερή ταινία της μοιάζει με μία στοργική ανάμνηση που επαναλαμβάνεται ατελείωτα, σα να προσπαθεί να βρει εκείνη τη πολύ σημαντική λεπτομέρεια που θα μπορούσε να εξηγήσει τι συνέβη, που παλεύει να πει αυτό που δεν ειπώθηκε. Ανυπομονώ για κάθε επόμενη δουλειά της.
The Fabelmans
Ένας από τους πιο ακριβείς σκηνοθέτες εκεί έξω δεν ξέρει πώς ακριβώς θέλει να μοιάσει η ταινία για τη ζωή του και, μαγικά, η αμηχανία του γίνεται το πιο οικείο και αξιαγάπητο στοιχείο του Fabelmans. Δες περισσότερα για την πιο πρόσφατη ταινία του Steven Spielberg εδώ:
Μαγνητικά Πεδία
Αγνό χιτ για το ανεξάρτητο ελληνικό σινεμά με κοντά στα 30.000 εισιτήρια και τη θέση του Νο.1 most streamed φιλμ στην πλατφόρμα του Cinobo.
Αγία Έμυ
Η Αγία Έμυ είχε έρθει πάνω στην ώρα για να ευλογήσει την πασχαλινή περίοδο με τον αναστοχασμό της γύρω από την πίστη, τον μυστικισμό, την πνευματικότητα, και τη σχέση τους με το σώμα μας και την ίαση. Και αν συμβαίνουν θαύματα απλά εμείς δεν έχουμε εκπαιδευτεί να τα αναγνωρίζουμε;
Η Αρασέλη Λαιμού που κέρδισε το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενης Σκηνοθέτριας ανέπτυσσε την ταινία επί οκτώ χρόνια, με το μεγαλύτερο μέρος του διαστήματος αυτού να αφιερώνεται στην έρευνα γύρω από την κοινότητα των Φιλιππινέζων. Μάλλον έτσι εξηγείται πως η ταινία της, στον βαθμό που μπορώ να αντιληφθώ από τη θέση μου, αποφεύγει τους εξωτικισμούς και την τουριστική ματιά.
Επίσης αντιστέκεται στην κατηγοριοποίηση. Είναι ένα αμάλγαμα ιστορίας ενηλικίωσης, μαγικού ρεαλισμού και body horror που δεν απαντά σε κάθε του ερώτηση, αλλά ξέρει ακριβώς τι να κάνει με την αγχώδη του, αποπροσανατολιστική αίσθηση που διατηρεί ως το τέλος. Τότε μόνο θα ανακουφιστεί η Έμυ και εμείς μαζί της, όταν επιβάλλεται επιτέλους στον χώρο της ανακοινώνοντας αθόρυβα ποια είναι.
Azor
Η καλύτερη ταινία που είδα στις περσινές Νύχτες Πρεμιέρας και ένα από τα πιο εντυπωσιακά σκηνοθετικά ντεμπούτα που έχω δει τα τελευταία χρόνια, λόγω της αυτοπεποίθησης και του ελέγχου που έχει ο Andreas Fontana πάνω στην ιδέα και το υλικό του. Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος εκπλήσσει με το πόσο ψύχραιμα αποφεύγει τον πειρασμό ενός μεγαλύτερου θεάματος, διατηρώντας έντεχνα τη φρικιαστική ψύχρα που δημιουργεί το απλό του staging και η πολιτισμένη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι πρωταγωνιστές του.