ΛΙΣΤΕΣ

Οι καλύτερες ταινίες του 2019 μέχρι τώρα

Για να σας βρει το καλοκαίρι προετοιμασμένους.

Καθώς τα πρώτα θερινά ανοίγουν τις πόρτες τους και το πρώτο 4μηνο του ‘19 ολοκληρώθηκε, ξεχωρίζουμε τις 12 καλύτερες ταινίες της χρονιάς ως τώρα, από εκείνες που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα μέσα στο πρώτο τετράμηνο του 2019.

Το Παιχνίδι με τη Φωτιά

(“Beoning / Burning”, Λι Τσανγκ-ντονγκ)

Διασκευή ενός σύντομου διηγήματος του Μουρακάμι με τίτλο ‘Barn Burning’, για έναν άντρα που έχει το περίεργο συνήθειο μία στο τόσο να βάζει φωτιά σε στάβλους και να τους βλέπει να καίγονται. Αυτό το παιχνίδι ψυχολογικής ισχύος είναι δομημένο ως ένα περίεργο ερωτικό τρίγωνο, για έναν άντρα που βλέπει το κορίτσι που του αρέσει να επιστρέφει από ένα της ταξίδι με έναν νέο φίλο (“μόνο φίλο!”) πριν μια εξαφάνιση αλλάξει τα δεδομένα.

Βραδυφλεγές, επιβλητικό δράμα με μερικές από τις εντυπωσιακότερες εικόνες που θα δούμε φέτος στη μεγάλη οθόνη. Διασκευάζοντας ένα αφαιρετικό, σύντομο διήγημα, ο Λι Τσανγκ-ντονγκ παίρνει σύμβολα και ιδέες προβάλλοντές τες σε ένα δυομισάωρο ψυχολογικό έπος συγκλονιστικά σκηνοθετημένο (αν αναζητά κανείς την καλύτερη magic hour σκηνή τσιγαριλικιού της χρονιάς, αυτό είναι ένα βραβείο που ήδη μπορούμε να το απονείμουμε) που αφήνει τους χαρακτήρες να αναπτύξουν στο τεράστιο εύρος του κάδρου όλα τα πάθη και τις ανασφάλειές τους, σε μια ιστορία που εξερευνά τα αυτοκαταστροφικά βάθη στα οποία μπορεί εύκολα να αφήσει κανείς τον εαυτό του να χαθεί μέσα από εμμονικές διαδικασίες απόδειξης μιας κάποιας ανούσιας ανωτερότητας. Τελικά, το μόνο που χρειάζεται για να κάνεις μια ταινία είναι τρεις άνθρωποι και οι ανασφάλειές τους.

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ

Αποκλειστική συνέντευξη με τον Λι Τσανγκ-ντονγκ

Transit

(Κρίστιαν Πέτζολντ)

Προσπαθώντας να ξεφύγει από την κατεχόμενη από τους Ναζί Γαλλία, ο Γκέοργκ κλέβει την ταυτότητα ενός πολιτικά ενεργού συγγραφέα που είναι τώρα νεκρός. Όταν ξεμείνει στη Μασσαλία, θα ερωτευτεί τη Μαρία, τη νεαρή χήρα του ανθρώπου του οποίου την ταυτότητα έχει αποσπάσει. Ο Πέτζολντ διασκευάζει το ομώνυμο βιβλίο του 1942 διατηρώντας τη δράση σε εκείνη την εποχή, μα επανατοποθετώντας την, με έναν τρόπο κυρίως οπτικό αλλά και ρυθμικό, στο σήμερα.

Το “Transit”, μια καθηλωτική ιστορία φαντασμάτων που πλέκει περίτεχνα και επιβλητικά στοιχεία κατασκοπικού θρίλερ και σαρωτικού ρομάντζου, καταλήγει μέσα από το μεγαλείο και την ακρίβεια της κατασκευής του να εκπροσωπεί κάτι το ανατριχιαστικά μόνιμο και επίμονο. Στην ταινία του Πέτζολντ τίποτα δεν είναι στη θέση του, παρά άνθρωποι και η ίδια η Ιστορία βρίσκονται σε διαρκή μετακίνηση, με μια ασαφή ελπίδα επιβίωσης ενάντια σε έναν εχθρό που απλώς, διαρκώς, υπάρχει. Μια από τις καλύτερες ταινίες της δεκαετίας.

H Ευνοούμενη

(“The Favourite”, Γιώργος Λάνθιμος)

Ταινία εποχής για τα παιχνίδι ισχύος γύρω από τον αγγλικό θρόνο στις αρχές του 18ου αιώνα, όταν η δούκισσα Σάρα (Ρέιτσελ Βάις) και ξαδέρφη της Άμπιγκεϊλ, ξεπεσμένη ευγενής (Έμμα Στόουν) αντιμάχονται για την εύνοια της βασίλισσας Άννας (Ολίβια Κόλμαν).

Η “Ευνοούμενη” είναι ένα φιλμ αστείο (όχι αστείο όπως είναι ‘αστείες’ οι περισσότερες Σημαντικές Κωμωδίες της σημερινής τηλεόρασης, αστείο όπως είναι αστείο το “Arrested Development” ή το “Seinfeld”) και επιτρέπει στον Λάνθιμο να επανατοποθετήσει τις αισθητικές του σταθερές σε ένα παντελώς νέο πλαίσιο. (Το δίδυμο των σεναριογράφων Ντέμπορα Ντέιβις και Τόνι ΜακΝαμάρα έχει προϋπηρεσία στην τηλεοπτική βρετανική κωμωδία.) Το σύνολο λειτουργεί κι αυτό το φαινομενικό παιχνίδι απέναντι στο προφανές βοηθάει και τις τρεις πρωταγωνίστριες να εκτοξευθούν σε αυτό δυναμικά ντελιριακό queer παιχνίδι σεξουαλικής ισχύος: Η Έμμα Στόουν σε κρυφά κόντρα ρόλο δείχνει στον Littlefinger πώς γίνεται και αποκαλύπτει πτυχές που πραγματικά δεν υποπτευόμουν πως διέθετε ως ερμηνεύτρια, η Κόλμαν παίρνει έναν αβανταδόρικο ρόλο και τον παίζει στα όριά του χωρίς να γίνεται χάρτινη, η Βάις κουβαλά μια συναρπαστική masculine ενέργεια μέσα στην αβεβαιότητά της.

«Πάμε να πυροβολήσουμε κάτι». Πράγματι.

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ

Αναδρομή στην καριέρα του Γιώργου Λάνθιμου μέσα από τα λόγια του

Σκιά

(“Ying / Shadow”, Ζανγκ Γιμού)

Στη διάρκεια του γεμάτου πολιτικές δολοπλοκίες 3ου αιώνα μ.Χ., στο παλάτι του βασιλείου Πέι επικρατεί αναταραχή. Ο βασιλιάς προσπαθεί να διατηρήσει τη λεπτής ισορροπίας ειρήνη με το βασίλειο Γιν, το οποίο έχει καταλάβει μια πόλη που ανήκε αρχικά στο Πέι. Ένας αρχιστράτηγος θεωρεί καθήκον του να διεκδικήσει πίσω την πόλη, σε κόντρα με την επίσημη γραμμή του βασιλείου του. Κι αν δεν έχεις στη διάθεσή σου στρατιωτική ισχύ σε απόλυτα νούμερα, τότε θα πρέπει να προσεγγίσεις τη μάχη με διαφορετική στρατηγική.

Η ομορφότερη περιπέτεια της χρονιάς. Ο Γιμού ενορχηστρώνει ένα χρωματιστό έπος ασπρόμαυρων αποχρώσεων, όπου φαινομενικά κάθε ελάχιστο οπτικό στοιχείο δημιουργήθηκε με ένα απλό χτύπημα των δαχτύλων του. Ο κρυφός θρίαμβος είναι το πώς σε μια παραγωγή που τόσο αναπολογητικά προβάλει στην μεγάλη οθόνη τα μεγάλα, επιβλητικά της μεγέθη, η συναισθηματικά μελοδραματική ιστορία που κρύβει μέσα της αφορά -τελικά- έναν δούρειο ίππο, μια νίκη της στρατηγικής, της χάρης και της αισθητικής, απέναντι στο όποιο δυσθεώρητο μέγεθος. Η ομορφιά θα νικήσει- αφού μας κόψει πρώτα την ανάσα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αποκλειστική συνέντευξη με τον θρυλικό Ζανγκ Γιμού

Εμείς

(“Us”, Τζόρνταν Πιλ)

Οικογένεια πηγαίνει για διακοπές σε εξοχικό σε παραλιακή κωμόπολη αλλά το πρώτο τους βράδυ εκεί απειλούνται από μια οικογένεια που προσπαθεί να εισβάλει στο σπίτι τους. Η οικογένεια είναι, βασικά, οι ίδιοι τους οι εαυτοί. Πρωταγωνιστεί η Λουπίτα Νιόνγκο του “12 Χρόνια Σκλάβος” ως η μητέρα της οικογένειας, η οποία χρόνια πριν ως παιδί είχε βρεθεί ξανά σε αυτή την παραλία, ερχόμενη αντιμέτωπη με ένα κορίτσι ίδιο με εκείνη.

Μια συμβολική ματιά στα καταπιεσμένα “εγώ” μας που απαιτούν τον πρώτο λόγο, και στη συλλογική, καταπιεσμένη ενοχή μιας ολόκληρης κοινωνίας, το “Εμείς” είναι η ταινία τρόμου που θα μπορούσε να έχει γράψει ο Ευθύμης Φιλίππου αν διέθετε μια αντίστροφη, πιο συμβατική αφηγηματική δομή. Πρώτο βιολί η Λουπίτα Νιόνγκο σε μια -χωρίς καμία υπερβολή- άμεσα εμβληματική ερμηνεία, μνημειώδη, σε ένα διπλό ρόλο για τον οποίο ανακαλύπτει βλέμματα, φωνές, εκφράσεις, τρόμο και πόνο, χαρτογραφώντας δύο διακριτές ηρωίδες-σύμβολα. Το “Εμείς” καταφέρνει -ίσως και άθελά του- την ίδια στιγμή να προσκαλεί αλλά και να απορρίπτει τις αναγνώσεις. Η τρίτη του πράξη, αποστομωτική, γεμάτη αυτοπεποίθηση, αποτελεί την κορύφωση μιας ταινίας που τελικά ξέρει πολύ καλά τι θέλει από τους θεατές.

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Τζόρνταν Πιλ μας εξηγεί γιατί έκλαιγε γράφοντας το οσκαρικό “Get Out”

Ο Δρόμος του Κεραυνού

(“Thunder Road”, Τζιμ Κάμινγκς)

Ένας αστυνομικός παθαίνει υπαρξιακό αμόκ στη διάρκεια της κηδείας της μητέρας του, χάνει το θαυμασμό του παιδιού του, και προσπαθεί στο υπόλοιπο διάστημα του φιλμ να μαζέψει ξανά τα κομμάτια του εαυτού του βλέποντας τα πάντα υπό ένα τελείως νέο πρίσμα.

Δεν είναι απλά πως ο “Δρόμος του Κεραυνού” είναι μια ταινία αντικειμενικά δύσκολο εξ αρχής να υπάρξει, είναι πως πρόκειται για μια ταινία που δε θυμίζει ακριβώς κάτι άλλο που έχουμε ξαναδεί, αναμφίβολα ο #1 λόγος να θαυμάζει κανείς μια δημιουργία. Ο Κάμινγκς καταλύει προσδοκίες και φράγματα ανάμεσα στο γέλιο και το δάκρυ, πετυχαίνοντας ένα συγκινητικό μίγμα προσωπικού γολγοθά γεμάτου με χιούμορ. Κάνοντας το παράλογο να μοιάζει οικείο και εγκάρδια. Ο πραγματικός ανεξάρτητος θρίαμβος της χρονιάς: Μια μοναδικού ύφους ταινία φτιαγμένη με τα ελάχιστα μέσα, που θα ανταμείψει τους θεατές που ζητούν κάτι διαφορετικό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αποκλειστική συνέντευξη με τον Τζιμ Κάμινγκς, πάνω στον “Δρόμο του Κεραυνού”, το πώς να δημιουργήσει εντελώς εκτός του συστήματος και στην έμπνευση του Γιώργου Λάνθιμου

Αν η Οδός Μπιλ Μπορούσε να Μιλήσει

(“If Beale Street Could Talk”, Μπάρι Τζένκινς)

Ένας νεαρός μαύρος άντρας φυλακίζεται άδικα ενώ η κοπέλα του είναι έγκυος στο παιδί τους, και η οικογένειά της κάνει τα πάντα για να αποδείξει την αθωότητά του. Σινεμά συναισθηματικά σαρωτικό και φορμαλιστικά αψεγάδιαστο, όπου κάθε ανάσα, λέξη ή βλέμμα αποτελεί ένα μνημειώδες γεγονός από μόνο του, αλλά και ταυτόχρονα κάτι το ακραία συναισθηματικό.

Ο οσκαρικός Μπάρι Τζένκινς του “Moonlight” διασκευάζει τη νουβέλα του λογοτεχνικού ήρωά του, Τζέιμς Μπόλντουιν, χωρίς να ενδιαφέρεται ακριβώς για μια απολύτως ρεαλιστική και γραμμική καταγραφή ενός κάποιου αστυνομικού αινίγματος. Παραδίδει ένα κοινωνικά ρεαλιστικό ντοκουμέντο ειδωμένο μέσα από ένα φακό μελοδραματικού έπους, στο οποίο δύο άνθρωποι προσπαθούν επίμονα, απεγνωσμένα να αγαπηθούν μέσα σε μια κοινωνία που μοιάζει κατασκευασμένη για να τους διαλύσει.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Μπάρι Τζένκινς για τον Μπόλντουιν, την ομορφιά και εκείνη την βραδιά των Όσκαρ

To Μυστικό της Ασημένιας Λίμνης

(“Under the Silver Lake”, Ντέιβιντ Ρόμπερτ Μίτσελ)

Σλάκερ νουάρ στο Λος Άντζελες του 2011, με τον Σαμ του Άντριου Γκάρφιλντ να αναζητά μανιωδώς μια κοπέλα που ερωτεύτηκε ένα βράδυ στο οικιστικό του σύμπλεγμα, και η οποία μυστηριωδώς εξαφανίστηκε την επόμενη μέρα. Στην πορεία θα μπλέξει με περίπλοκες συνωμοσίες, κρυμμένα μηνύματα, βαριεστημένα πάρτυ στη σκιά της Αποκάλυψης.

Θα θυμίσει κάτι από “Inherent Vice” ή ένα πιο chill (αλλά περιέργως ακόμα πιο ειρωνικό) “Μεγάλο Λεμπόφσκι” στον τρόπο με τον οποίο ο ήρωας μοιάζει διαρκώς αποστασιοποιημένος από μια πλεκτάνη από την οποία δε μπορεί να ξεκολλήσει κι η οποία δε φαίνεται ποτέ να οδηγεί κάπου πολύ συγκεκριμένα. Είναι ένας αυτοαναφορικός λαβύρινθος χωρίς αρχή, τέλος, λογική ή νόημα, μια ταινία για την ίδια την ποπ κουλτούρα και το πώς σχηματίζει τις αντιλήψεις και τον κόσμο μας, την ίδια στιγμή που κλέβει το ίδιο μας το οξυγόνο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Ντέιβιντ Ρόμπερτ Μίτσελ μισεί και λατρεύει την ποπ κουλτούρα

Ευτυχισμένος Λάζαρος

(“Lazzaro Felice / Happy as Lazzaro”, Αλίτσε Ρορβάκερ)

Στην επαρχιακή Ιταλία, μια πολυμελής οικογένεια μένει στιβαγμένη σε ένα σπίτι δουλεύοντας σε τραγικές συνθήκες για ένα πάμπλουτο αφεντικό της καπνοβιομηχανίας. Ένας σχεδόν απόκοσμα αγνός και καλοσυνάτος χωρικός θα φτάσει εκεί που δε μπόρεσε κανείς, αλλάζοντας τελείως τα δεδομένα, με έναν τρόπο οριακά μεταφυσικό.

H Ρορβάκερ κρατά στοιχεία από την παράδοση του ιταλικού σινεμά όμως το κάνει με φρέσκες ιδέες και με τρόπο που έναν κεντρικό προβληματισμό απόλυτα σημερινό, τον επαναπλαισιώνει ως κάτι σοκαριστικά αιώνιο. Εξετάζει το πώς οι φεουδαρχικές δομές και η απάνθρωπη ταξικότητα ζουν και βασιλεύουν επανατοποθετημένες μέσα σε νέα όρια και καταλαμβάνοντας νέα τμήματα γης καθώς ο πολιτισμός κινείται προς ένα μέλλον χτισμένο πάνω στις ίδιες ακριβώς προβληματικές δομές. Όλα μέσα από μια ιδιόμορφη ιστορία που συνδυάζει στοιχεία φαντασίας και νεορεαλιστικού παραμυθιού, όπου όμως ο ήρωας είναι μια οριακά μεσσιανική φιγούρα που ήρθε για να σώσει, για να δώσει ελπίδα, για να θυσιαστεί- και δεν έχει ιδέα πώς να το κάνει, παγιδευμένος μέσα σε ένα σύστημα αδυσώπητο και ανίκητο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Αλίτσε Ρορβάκερ μας εξηγεί για το πώς το καλό σινεμά δημιουργεί μνήμη

Vox Lux

(Μπρέιντι Κόρμπετ)

Μέσα από ένα φρικτό μακελειό λίγο πριν την αλλαγή του αιώνα, μια έφηβη κοπέλα (Ράφι Κάσιντι) παγιδεύει την καρδιά της Αμερικής και εξελίσσεται σε τεράστια ποπ σταρ (Νάταλι Πόρτμαν). Μέσα από την πορεία της διαγράφεται η πορεία της δημόσιας εικόνας στη Δύση του 21ου αιώνα. Ο Μπρέιντι Κόρμπετ επιστρέφει μετά τo φοβερά ενδιαφέρον “Childhood of a Leader” (κάτι σαν τη βιογραφία του Τραμπ αν ήταν γυρισμένη σαν ταινία εποχής από τον Κιούμπρικ).

Υπό την υπόκρουση των ορμητικών εγχόρδων του Σκοτ Γουόκερ, και καθώς η αυγή του 21ου αιώνα δίνει τη θέση της στα επόμενα χρόνια και την επόμενη δεκαετία, η ηρωίδα-ψυχή-σταρ-ελπίδα στο μέσον της ιστορίας ανταλλάζει ειλικρίνεια με αυτοματισμό, κοινωνικό πνεύμα με μοναξιά. Κάθε στάδιο απώλειας της αθωότητάς της συνδέεται με κάποια τρομοκρατική επίθεση-πληγή στο σώμα της Αμερικής, αλλά το τελικό αποκαλυπτήριο πλήγμα είναι μια απλή πράξη ρουτίνας για την ίδια, καθώς η ταινία μας κάνει μέρος του κοινού της Σελέστ, αφήνοντάς μας μετέωρους, κάπου ανάμεσα στην ξεγνοιασιά και την υπαρξιακή μαυρίλα.

Αλίτα: Ο Άγγελος της Μάχης

(“Alita: Battle Angel”, Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ)

Διασκευή διάσημου manga για ένα θηλυκό cyborg που αναγεννάται σε ένα μέλλον ακραίων ταξικών διαφορών (ακόμα πιο ακραίων δηλαδή) αλλά δε μπορεί να θυμηθεί τίποτα για το παρελθόν της και ξεκινά μια περιπέτεια για να ανακαλύψει την προέλευσή της. Πάθος του Τζέιμς Κάμερον για χρόνια, όταν ο σκηνοθέτης του “Avatar” αποφάσισε να εστιάσει στα 4 σίκουελ του θρυλικού του μπλοκμπάστερ, παρέδωσε τα ηνία του πρότζεκτ στον Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ.

Ο Ροντρίγκεζ στήνει εντυπωσιακές μάχες που παραπέμπουν στη σωματικότητα και την κίνηση του σινεμά δράσης του Χονγκ Κονγκ, και μαζί με τον Κάμερον μοιάζουν αληθινά διψασμένοι και κεφάτοι στον πειραματισμό πάνω στις δυνατότητες αυτής της χορευτικής μίξης ηθοποιών και CGI μέσα σε έναν κόσμο που μοιάζει πυκνός ακόμα κι αν δεν εξερευνάται ποτέ ικανοποιητικά. Περιπέτεια για ένα κορίτσι τραυματισμένο που, παίρνοντας δύναμη από τη σχέση με την πατρική της φιγούρα προσπαθεί να μάθει την προέλευσή της, να βρει τη θέση της στον κόσμο, και να τα βάλει με παντός είδους δυνάστες. Μες στις αδυναμίες της, η ταινία είναι κάπως τέλεια.

Ένας Ελέφαντας Στέκεται Ακίνητος

(“Da xiang xi di er zuo / An Elephant Sitting Still”, Χου Μπο)

Οι ζωές τεσσάρων ανθρώπων συνδέονται σε μια πόλη της Κίνας στη διάρκεια μιας μοιραίας μέρας. Θάνατος, αδιέξοδο και ελπίδα σε διαρκή διαπραγμάτευση, καθώς όλοι οι καθημερινοί ήρωες του φιλμ αναζητούν φως στο τούνελ, σε έναν κόσμο θρυμματισμένο, αποπνικτικό. Ακούγεται βαρύ, και είναι. Όμως στις σχεδόν 4 ώρες του, το Μπέλα Ταρ-ικών επιρροών φιλμ μετατρέπεται σε κάτι το σχεδόν ελεγειακό, μέσα από τα μακρά του μονοπλάνα παρατήρησης- μέσα από την υπομονετική του καταγραφή της παραμικρής συμπεριφοράς και αντίδρασης, νιώθεις στο πετσί σου την απεγνωσμένη προσπάθεια του σκηνοθέτη Χου Μπο να εντοπίσει κι ο ίδιος τα όσα αναζητούν οι ήρώες του, καθώς μιλάνε διαρκώς τόσο για απόδραση (σε μια επαρχιακή πόλη-ελπίδα) όσο και για συμβολικά θαύματα της φύσης (έναν ελέφαντα που στέκεται ακίνητος, χωρίς να αντιδρά στον μόνιμο πόνο της ύπαρξης).

Ο Χου Μπο, 29 χρονών την περίοδο δημιουργίας του φιλμ, αυτοκτόνησε αμέσως μετά την ολοκλήρωσή του, δίνοντας μια επιπλέον τραγική διάσταση και ανάγνωση στο έργο-κληρονομιά που άφησε πίσω. Ένα τεράστιο ντεμπούτο και ταυτόχρονο κύκνειο άσμα που δίχως αμφιβολία θα μνημονεύεται για πάρα πολλά χρόνια στο μέλλον.

Εκδικητές: Η Τελευταία Πράξη

(“Avengers: Endgame”, Τζο και Άντονι Ρούσο)

Οι ήρωες που έχουν απομείνει ζωντανοί μετά τον “Πόλεμο της Αιωνιότητας” (με κορμό της ομάδα των Iron Man, Κάπτεν Αμέρικα, Θορ, Black Widow, Hawkeye, Χαλκ, Κάπτεν Μάρβελ και Νέμπιουλα) προσπαθούν να σκεφτούν ένα σχέδιο αντιμετώπισης του Θάνος ώστε να αντιστρέψουν την καταστροφική επίδραση της πράξης του. Και, τότε, τα πάντα αλλάζουν. Πάλι. Η ταινία αρχίζει και τελειώνει απόλυτα αφοσιωμένη πάνω σε μισή ντουζίνα πρόσωπα, ακολουθώντας την ηρωική τους διαδρομή από το τότε ως το το σήμερα, κοιτάζοντας το πώς έχουν αλλάξει, τι χρειάστηκε για να το καταφέρουν, ποιοι είναι εκείνο το τελευταίο τους βήμα.

Συμπαγές στόρι, με σαφείς δραματικούς ιστούς, με μια action αφήγηση που συνδέει στιγμές, πρόσωπα και αναφορές με οργανικό και διασκεδαστικό τρόπο και, κυρίως, μια ταινία που βλέποντάς την, δεν μπορείς με τρομερή ευκολία να μαντέψεις πώς θα μοιάζει στο επόμενο 20λεπτο. Είναι ένας συγκινητικός γύρος θριάμβου, και ένα φινάλε που άξιζε για το μέγεθος και μόνο της φιλοδοξίας αυτού του προ 11ετίας εγχειρήματος.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αποκλειστική συνέντευξη του NEWS247 με τους σκηνοθέτες της μεγαλύτερης ταινίας της χρονιάς