Οι πιο θρυλικά μπλεγμένες ταινίες
Προς τιμήν των “Cloud Atlas” και “Holy Motors” που βγαίνουν στα σινεμά αυτή τη βδομάδα, ανατρέχουμε σε μερικές από τις πιο μπερδεμένες ταινίες του σινεμά και αναζητούμε λύση.
- 19 ΝΟΕ 2012
Το τι εννοούμε μπερδεμένη ταινία είναι κάτι πολύ σχετικό βέβαια- το περίπλοκο του ενός μπορεί να είναι το απλοϊκό του άλλου. Και ούτε φυσικά είναι εγγύηση ή απαγόρευση ποιότητας. Σχεδόν όλη η φιλμογραφία του Ντέιβιντ Λιντς αποτελείται από ταινίες που αντιστέκονται στη συμβατική ανάγνωση, αλλά αυτό δε σημαίνει πως δεν είναι αριστουργήματα.
Ας συμφωνήσουμε πως οι ταινίες στις οποίες θέλουμε να αναφερθούμε εδώ ανήκουν σε μία από δύο κατηγορίες:
Πρώτον, εκείνες που απλώνουν την αφήγησή τους με τρόπο μη γραμμικό, μπλέκοντας ιστορίες, πρόσωπα, χρόνους και ό,τι άλλο, με σειρά κάθε άλλο παρά χρονική. Τέτοιου είδους ιστορίες εκ των πραγμάτων μπορεί να δημιουργήσουν πονοκέφαλο (αρχικά τουλάχιστον) όταν προσπαθήσεις να τα βάλεις όλα σε σειρά ή σε ακολουθία. Μια τέτοια ταινία είναι και το υπερφιλόδοξο “Cloud Atlas” των Τομ Τίκβερ και Άντι & Λάνα Γουατσόφσκι, το οποίο μπλέκει 6 ιστορίες που διαδραματίζονται από τον 17ο αιώνα ως κάποιο ασαφές (αλλά πολύ μακρινό) μέλλον, κι από τη Λονδίνο και τον Ειρηνικό Ωκεανό μέχρι μια Νέα Σεούλ και μια αχαρτογράφητη γεωγραφία μιας μετα-αποκαλυπτικής Γης.
Δεύτερον, εκείνες οι ταινίες που απλά δεν ενδιαφέρονται απαραιτήτως για κάποιο κυριολεκτικό νόημα, για μια συγκεκριμένη, ρεαλιστική απεικόνιση γεγονότων. Τέτοια ταινία και το “Holy Motors”, η πιο πολυσυζητημένη ταινία των φετινών Καννών, που μέσα από μια ακολουθία αποστολών ενός ηθοποιού, αναπλάθει σκηνές που παραπέμπουν σε διάφορα φιλμικά είδη, χωρίς να νοιάζεται απαραιτήτως να βγάλει νόημα μέσα από αυτή την αφήγηση. Είναι απλά σινεμά.
Προς τιμήν αυτών των δύο ταινιών που βγαίνουν στις αίθουσες αυτή την Πέμπτη, κάνουμε μια αναδρομή σε 8 αγαπημένα μας κινηματογραφικά αινίγματα. Και στο κατά πόσο, τελικά, μπορούμε να βγάλουμε κάποιο νόημα από αυτά. (Καλώς ή κακώς, το πήγαμε μία ταινία ανά σκηνοθέτη, αλλιώς είναι δυο-τρεις κύριοι που θα το γέμιζαν από μόνοι τους. Επίσης, spoilers για την κάθε ταινία.)
Donnie Darko
Έφηβος ξυπνά μια νύχτα από εφιάλτη (;), βγαίνει για βόλτα και όταν επιστρέφει μια τουρμπίνα αεροπλάνου έχει γκρεμοτσακίσει το σπίτι του. Ακολουθούν 28 μέρες παράνοιας μέχρι το τέλος του κόσμου (όπως το προφητεύει κάποιος με στολή κούνελου), θεωρίες συνωμοσίας και ταξιδιού στο χρόνο, περίεργες ενεργειακές μάζες που κατευθύνουν ανθρώπους, εφιάλτες που ζωντανεύουν κι ο κούνελος εκεί, σταθερά, να μετράει αντίστροφα. Μια από τις κατεξοχήν καλτ και πλέον λατρεμένες ταινίες των ‘00s.
Το μπέρδεμα: Στο τέλος όλα αποκαλύπτονται και τότε καταλαβαίνει κανείς πως όλα τα παρανοϊκά στοιχεία έχουν λόγο ύπαρξης. Στο περίπου έστω. Η βασική ιδέα είναι πως ο Ντόνι θα πρέπει να θυσιαστεί στην πτώση της τουρμπίνας του “Lost” ώστε να επαναφέρει το Χαλασμένο Σύμπαν στα σύγκαλά του. Όταν λαμβάνει το μήνυμα του κούνελου Φρανκ και γλιτώνει το θάνατο, δημιουργεί άθελά του μια παράλληλη, εφιαλτική σχεδόν-πραγματικότητα (εξ ου και όλα τα στοιχεία που δε βγάζουν πάντα νόημα) την οποία θα πρέπει να θυσιάσει για να σώσει τον κόσμο. Με αυτό σαν βάση, η ταινία λίγο-πολύ βγάζει νόημα. Όσο μπορεί να βγάζει νόημα ένας εφιάλτης.
Inception
Ομάδα κατασκόπων εισβάλλουν στα όνειρα των στόχων τους, εμφυτεύοντας ιδέες στο υποσυνείδητό τους για να πετύχουν τον όποιον στόχο τους. Η ταινία-σταθμός του Κρίστοφερ Νόλαν διαμελίστηκε και συζητήθηκε και αναλύθηκε όσο ελάχιστες τα τελευταία χρόνια, εν πολλοίς χάρη στο διφορούμενο φινάλε της που, φυσιολογικά, άφηνε τα πάντα στον αέρα: Ποια είναι η πραγματικότητα και ποιο το όνειρο;
Το μπέρδεμα: Η ταινία είναι άριστα δομημένη και παρότι σε ένα σημείο οι ήρωες φτάνουν να κινούνται στο όνειρο μες στο όνειρο μες στο όνειρο (και λίγο παρακάτω), είναι πάντα σαφές πού βρισκόμαστε, τι συμβαίνει και ποιοι είναι οι κανόνες. Σαν διαφορετικές πίστες βιντεοπαιχνιδιού, απλά αντί η μία να ακολουθεί την άλλη, η μία βρίσκεται μες στην άλλη.
Το φινάλε αν και διφορούμενο, δεν βάζει βόμβα στα θεμέλια της ταινίας, απλά της προσθέτει (ίσως) μια επιπλέον ‘πίστα’.
Λάμψη
Την αναλύσαμε και πρόσφατα την ταινία. Στα χαρτιά θα μπορούσε να είναι μια απλή τυπική ιστορία τρόμου: Συγγραφέας μετακομίζει με την οικογένειά του σε απομονωμένο ξενοχοδείο για να το φροντίζει το χειμώνα όταν είναι άδειο. Σταδιακά χάνει τα λογικά του, επιχειρεί να δολοφονήσει την οικογένειά του, νοτούλες τρόμου.
Το μπέρδεμα: Ο Κιούμπρικ πρακτικά ανατινάζει το είδος με αυτά που κάνει εδώ. Οι διάλογοι είναι λιγοστοί και οι εξηγήσεις απουσιάζουν πλήρως, αδιαμφισβήτητα προσθέτοντας στη μυστηριώδη γοητεία της ταινίας. Το αποτέλεσμα είναι πως απουσιάζει αυτή η Μία Επεξήγηση, στο βαθμό που έχει γυριστεί ολόκληρο ντοκιμαντέρ πάνω στις διάφορες θεωρίες για το τι ακριβώς συμβαίνει στην ταινία. Από αυτά που αφήνεσαι στον τρόμο και δεν το πολυσκαλίζεις.
Mulholland Drive
Ξεκίνησε τη ζωή του ως πιλότος για σειρά του δικτύου ABC που απορρίφθηκε. Όμως καθώς χάναμε ένα νέο “Twin Peaks”, κερδίσαμε κάτι εντελώς μοναδικό. Ο Λιντς πήρε ουσιαστικά τον πιλότο (μια ιστορία για τη Μπέτι, μια wannabe ηθοποιό, που περιμαζεύει στο διαμέρισμά της τη Ρίτα, μια γυναίκα που έχει μόλις ξεφύγει από ένα παρολίγον θανατηφόρο δυστύχημα, και τη βοηθά να μάθει ποια είναι), γύρισε έξτρα υλικό (κατά βάση όσα ακολουθούν το άνοιγμα του μπλε κουτιού, όταν χαρακτήρες αλλάζουν ονόματα και θέση) και το έκανε ταινία. Ίσως τη διασημότερη -και ομορφότερη- “wtf ήταν αυτό που μόλις είδα” ταινία που έχει γυριστεί.
Το μπέρδεμα: Διαβάζοντας ανάμεσα στις γραμμές καταλαβαίνει κανείς πως ο Λιντς δεν είχε καμία συγκεκριμένη ιδέα για όλα τα ερωτήματα (και είναι αμέτρητα) του κομματιού ‘πιλότος’ της ταινίας, αλλά όταν προσέθεσε το έξτρα υλικό για να το βγάλει στο σινεμά, η ιστορία παίρνει μια σχετικά σαφή μορφή. Οι ενδείξεις πως όλο το κυρίως κομμάτι είναι όνειρο της ‘Μπέτι’ είναι πολύ ισχυρές, κάτι που εξηγεί την ταινία σε επίπεδο χαρακτήρων και θεματικής (μια ματιά στη βιομηχανία του θεάματος μέσα από κρυφές επιθυμίες κι έναν έρωτα δίχως απόκριση). Φυσικά δεν εξηγούνται τα πάντα (ούτε καν) αλλά υπάρχει ένας βασικός ιστός γύρω από τον οποίον μπορείς να παρακολουθήσεις το στόρι. Ή και όχι. Λιντς είναι αυτός.
Primer
Δυο φίλοι μηχανικοί ανακαλύπτουν βασικά τη χρονομηχανή, αλλά μη φανταστείς τίποτα περίεργα εφετζίδικα ματζαφλάρια που σε διακτινίζουν μπρος και πίσω στο χρόνο. Οι κανόνες λειτουργίας είναι πολύ συγκεκριμένες και απαιτούν εκκίνηση του μηχανήματος σα να επρόκειτο για χρονοδιακόπτη, και παραμονή μέσα του για το όσο διάστημα σκοπεύεις να ταξιδέψεις στο παρελθόν. Φυσικά γίνεται της κακομοίρας, σε ένα DIY αριστούργημα που γράφτηκε και γυρίστηκε από έναν άνθρωπο (και 3-4 ‘ηθοποιούς’) για το αστείο ποσό των $7,000, αλλά έκτοτε έχει αποκτήσει μεγάλη καλτ φήμη.
Το μπέρδεμα: Εμ, όχι. Ούτε καν. Και να ήθελα να περιγράψω ό,τι συμβαίνει σε αυτή την ταινία, δε θα μπορούσα. Είναι σχεδόν αδύνατον. Δηλαδή την έχω δει τρεις φορές, καταλαβαίνω τους κανόνες και το γενικότερο μηχανισμό βάσει του οποίου εξελίσσεται, αλλά το να καταλάβεις με ακρίβεια κάθε τι που συμβαίνει; Αδύνατον. Ίσως η πιο αυθεντικά μπερδεμένη ταινία που έχει γυριστεί ποτέ, για τον πολύ απλό λόγο ότι σου εξηγεί με σαφήνεια όλη της την πλοκή, αλλά και πάλι είναι φοβερά δύσκολο να την κατανοήσεις πλήρως. Απλώς ξέρεις πως όντως, είναι όλα εκεί. Αν δεν την έχεις δει, απλά κάντο. Αν την έχεις δει, αυτό είναι όσο πιο κοντά σε πλήρη εξήγηση έχουμε πρόχειρη. Και για μπόνους μια σύντομη επεξήγηση των κανόνων του ταξιδιού στο χρόνο κατά “Primer”:
The Matrix Reloaded
Α, να μια γνωστή πονεμένη ιστορία. Το πρώτο “Matrix” αναγνωρίζεται λίγο-πολύ από όλους ως αριστούρημα που άλλαξε τα δεδομένα στο sci-fi, όσο τα δύο που ακολούθησαν θεωρούνται, πώς να το θέσω κομψά, φόλες. (Μια ρουφηξιά καφέ στη μνήμη των αμέτρητων συζητήσεων όπου βρέθηκα τελευταίος μάρτυρας υπεράσπισης για ολόκληρη την τριλογία.) Τα προβλήματά τους, ναι, είναι αρκετά για να κρασάρουν ένα Matrix από μόνα τους, αλλά στην προσπάθειά τους να βαθύνουν τη μυθολογία της πρώτης τους ταινίας, οι Άντι και Λάνα Γουατσόφσκι προτείνουν αρκετές ενδιαφέρουσες ιδέες και μπόλικες φανταστικές σκηνές δράσης.
Το μπέρδεμα: Στην αρνητική αντιμετώπιση των Matrix “Reloaded” και “Revolutions” σίγουρα δε βοηθά η αίσθηση πως είναι ένα χάος πλοκής που δεν οδηγεί πουθενά, με επίκεντρο τη σκηνή κορύφωσης του “Reloaded” όπου ο Νίο συναντά τον Αρχιτέκτονα και ‘εξηγούνται τα πάντα’. Πολύς κόσμος έφυγε από το σινεμά με την αίσθηση πως υπάρχουν ένα σωρό αναπάντητα ερωτήματα να απαντηθούν στο “Revolutions”, όταν στην πραγματικότητα αυτή η σκηνή εξηγούσε τα πάντα: Πως το Matrix φορτώνεται ξανά και ξανά ως ελεγχόμενο περιβάλλον της σκλαβωμένης ανθρωπότητας, και ο Εκλεκτός δεν είναι παρά μέσο επιβολής (διαιώνισης) αυτού του ελέγχου, από την κάθε βερσιόν στην (βελτιωμένη) επόμενη. Ο Νίο κάνει μια διαφορετική επιλογή, που ανοίγει το δρόμο για τον τελειωτικό πόλεμο ανάμεσα σε μηχανές και ανθρώπους που ακολούθησε στο λίγο-πολύ ευθύ “Revolutions”. ΟΚ, το να εξηγήσεις μυθολογία ολόκληρης τριλογίας σε μια πολυλογάδικη σκηνή μονολόγου δεν είναι ακριβώς καλό γράψιμο. Αλλά κρίμα, γιατί: ωραίες ιδέες. Και visuals.
Η Συνεκδοχή της Νέας Υόρκης
Ο ιδιοφυής σεναριογράφος Τσάρλι Κάουφμαν, μετρ των ευφυών αινιγμάτων (“Στο Μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς”, “Η Αιώνια Λιακάδα Ενός Καθαρού Μυαλού”) σκηνοθετεί για πρώτη -και ως σήμερα, μοναδική- φορά το πλέον προσωπικό σενάριό του. Για έναν σκηνοθέτη που, θέλοντας να εξασφαλίσει την αθανασία μέσα από το έργο του, αποφασίζει να χτίσει σε μια αποθήκη μια ακριβή ρέπλικα της Νέας Υόρκης για να προβάρει το larger than life έργο του.
Το μπέρδεμα: Η ζωή, η τέχνη, η πλοκή της ταινίας, όλα. Αλλά έτσι πρέπει να είναι κιόλας, καθώς ο σκηνοθέτης (ερμηνευμένος συγκλονιστικά από τον Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν) χάνει πλήρως τον έλεγχο του δημιουργήματός του, το οποίο φτάνει να περιλαμβάνει ηθοποιούς που υποδύονται τον ίδιο που υποδύονται τον ίδιο. Σε έναν ατελείωτο, γεμάτο σουρεαλιστικά στοιχεία, κύκλο δανεισμού από τη ζωή στην τέχνη και πάλι πίσω που εντελώς συνειδητά δεν δανείζει εαυτόν σε καμία απόλυτη εξήγηση. Το απόλυτο mindfuck.
π
Μια μισότρελη μαθηματική ιδιοφυία (έχει άλλου είδους, εξάλλου;) ανακαλύπτει την αλήθεια που κρύβεται πίσω από τον αριθμό π, κάτι που ξεκλειδώνει τα μυστικά του σύμπαντος – από τον Θεό μέχρι τα μοτίβα των χρηματιστηριακών ανταλλαγών. Και (φυσικά!) τον κυνηγούν οι πάντες, από πιστούς φανατικούς του λόγου του Κυρίου μέχρι κυβερνητικοί πράκτορες, καθώς αυτός αρχίζει να τα χάνει μέχρι σημείου να τρυπάει το ίδιο του το κεφάλι. Μάλλον.
Το μπέρδεμα: Η μεγάλη παράνοια σε αυτή την ταινία που ουσιαστικά εκκίνησε την καριέρα του Ντάρεν Αρονόφσκι, έγκειται στο ότι η αφήγηση είναι πρώτου προσώπου. Κρεμόμαστε από την υποκειμενικότητα του αφηγητή μας, ο οποίος εν προκειμένω είναι βασικά τρελός. Οπότε, πολύ απλά, η ταινία δε βγάζει νόημα ακριβώς επειδή δεν πρέπει να βγάζει. Μαγεία.