Όχι, το Άστορ και το Ιντεάλ δεν απειλούνται επειδή τελειώνει, υποτίθεται, το σινεμά
Η παραφιλολογία για τη διάσωση του Άστορ και του Ιντεάλ δίνει και παίρνει. Εμείς βάζουμε τα πράγματα στη θέση τους.
- 5 ΑΠΡ 2023
«Έκανα διανομή 250 περίπου ταινίες, όλες του ανεξάρτητου κινηματογράφου. Η επιχείρησή μου είναι υγιέστατη και εμπορικά και οικονομικά», ανέφερε φορτισμένος ο Ανδρέας Κονταράκης, διαχειριστής του σινεμά Άστορ μαζί με τον γιο του, Μπάμπη. Ήταν μία φαινομενικά απλή δήλωση κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που έλαβε χώρα στο Άστορ την Τρίτη 4 Απριλίου, όμως ίσως η πιο απαιτητή να γίνει. Εδώ και μέρες η αφήγηση γύρω από την απειλή με λουκέτο στο Ιντεάλ και στο Άστορ λέει πως τι να κάνουμε, ο κινηματογράφος πεθαίνει, οι κλειστές αίθουσες δεν έχουν πια θεατές, οι καιροί αλλάζουν, άρα τι να κάνουμε, θα ερχόταν και αυτή η ώρα.
Λάθος: Το Άστορ και το Ιντεάλ, δύο ιστορικές αίθουσες στο κέντρο της Αθήνας, η δεύτερη εκ των οποίων μετράει 102 χρόνια ζωής, κόβουν εισιτήρια. Το πρώτο μάλιστα με το Aftersun και το δεύτερο με το The Whale, είχαν διαρκείς sold-out προβολές τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, από νεαρούς κυρίως θεατές.
«Οι κινηματογράφοι δεν είναι ούτε μουσεία, ούτε μαυσωλεία, όπως θέλουν κάποιοι να πιστεύουν», είχε τονίσει νωρίτερα ο Μπάμπης Κονταράκης.
«Όχι μόνο κουβαλούν μεγάλη ιστορία αλλά εξακολουθούν με συνέπεια να γράφουν ιστορία στην πόλη και τον πολιτισμό. Από το 2015 που διαχειριζόμαστε το Άστορ ο κινηματογράφος μας στήριξε την ίδια περιοχή του κέντρου που υπέφερε ήδη από το κλείσιμο των Αττικόν και Απόλλων, προβάλλοντας κάθε χρόνο περισσότερες από 100 ταινίες από όλον τον κόσμο, σε συνολικά περισσότερες από 600 προβολές. Είμαστε μέρος του ευρωπαϊκού δικτύου κινηματογράφων Europa Cinemas, έχουμε καθημερινό και αυστηρά επιμελημένο πρόγραμμα προβολών ανεξάρτητου κινηματογράφου, αλλά φιλοξενούμε και ειδικές προβολές, παρουσιάσεις βιβλίων, κάνουμε live, DJ sets, γίνονται masterclasses και workshops κινηματογραφίας».
Ακόμα και αν παραβλέψει κανείς για λίγο – και παράλογα – το γεγονός πως μία ευρωπαϊκή πρωτεύουσα χωρίς κεντρικούς κινηματογράφους δεν θα έπρεπε να λογίζεται ως πρωτεύουσα που ενδιαφέρεται για τον πολιτισμό, το Άστορ και το Ιντεάλ, σπίτια επίσης και τα δύο των μεγαλύτερων κινηματογραφικών φεστιβάλ όπως το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας, το Γαλλόφωνου Κινηματογράφου ή το Ethnofest, δεν χρειάζεται να παρουσιαστούν ως θύματα της νέας εποχής. Γεμίζουν ως αίθουσες και κρατούν τα φώτα ανοιχτά σε ένα αφιλόξενο αυτή τη στιγμή για τους πολίτες του κέντρο.
Πολύ σωστά έγινε μία ακόμα υπενθύμιση από τον νεότερο Κονταράκη:
«Φαίνεται πως συχνά ξεχνάμε πως οι κινηματογράφοι μόλις φέτος βγήκαν από το ειδικό καθεστώς του Covid που μας κράτησε τρία χρόνια μακριά από τον κόσμο», επεσήμανε. «Και παρά τις καλλιεργημένες εντυπώσεις, η ανάκαμψή τους είναι εντυπωσιακή. Τα sold-out επανήλθαν, οι ταινίες πυροδότησαν και πάλι συζητήσεις, το σινεμά επανέρχεται με αιχμή τις νεότερες ηλικίες. Ακόμα και αν εξακολουθούν ακόμα να χρειάζονται στήριξη τα σινεμά είναι ακόμα εδώ. Οπότε αναρωτιόμαστε, πού αποσκοπεί όλη αυτή η παραφιλολογία ότι οι κινηματογράφοι δεν έχουν πια θεατές όταν μόλις φέτος μας επετράπη να έχουμε θεατές;».
«Αυτός ο τριετής αποκλεισμός των κινηματογράφων έγινε παράλληλα με τον αποκλεισμό του κέντρου της Αθήνας», συνέχισε. «Αστυνομικά μπλόκα, κλούβες, ανοιχτά σκάμματα, επικίνδυνες περιφράξεις και τρύπες στην Πανεπιστημίου, σκοτάδι και φόβος τη νύχτα, με τα Απόλλων-Αττικόν αφημένο σαν σκιάχτρο. Η πρόσβαση στο κέντρο όλα αυτά τα χρόνια ήταν και παραμένει αποτρεπτική. Όλο αυτό το διάστημα λοιπόν, ήταν οι αίθουσες του κέντρου που το κράτησαν όρθιο μέσα σε αυτή την καλά σχεδιασμένη ερημοποίησή του. Η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου προειδοποίησε ότι μία πόλη χωρίς σινεμά είναι μία πόλη σε κρίση».
Τι ζητούν λοιπόν οι διαχειριστές του Άστορ και του Ιντεάλ; Όχι, δεν είναι να μην πουληθούν τα κτίρια στα οποία στεγάζονται οι αίθουσές τους σε επιχειρήσεις (σε αυτό το ρεπορτάζ του OneMan θα βρεις ό,τι χρειάζεται να ξέρεις για την εκμίσθωση του κτιρίου του σε ξενοδοχειακό όμιλο από το Δημόσιο στο οποίο και ανήκει). Είναι να κηρυχθούν διατηρητέες ως αίθουσες, άρα να υπάρχει η εγγύηση πως όπως και αν διαμορφωθούν τα υπόλοιπα μέρη των κτιρίων αυτών, οι συγκεκριμένες αίθουσες θα συνεχίσουν να λειτουργούν ως κινηματογράφοι.
«Σε ένα μέρος όπου το Ρεξ είναι διατηρητέο, το διπλανό κτίριο είναι διατηρητέο, το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο και το εστιατόριο είναι διατηρητέο», θύμισε παίρνοντας τον λόγο ο Γιώργος Σπέντζος της οικογένειας Σπέντζου που διαχειρίζονται το Ιντεάλ εδώ και δεκαετίες. «Μέσα σε τέσσερα διατηρητέα, μία αίθουσα 102 ετών δεν αξίζει να είναι διατηρητέα;». Λίγο αργότερα θα ανέφερε πως δεν τον ενδιαφέρει καν να είναι η οικογένειά του στο πηδάλιο του Ιντεάλ. Αρκεί η αίθουσα να επιβιώσει.
«Σας μιλάω συγκινημένος γιατί τον τελευταίο καιρό δίνουμε μία πολύ μεγάλη μάχη», συμπλήρωσε. «Στο ραδιόφωνο, στις εφημερίδες, στην τηλεόραση. Προχθές που είχαμε μία μεγαλειώδη νύχτα με ατελείωτες ουρές, κανένα συστημικό κανάλι δεν ήρθε να καλύψει αυτό το γεγονός». Αναφέρθηκε στην κινητοποίηση της Κυριακής 2 Απριλίου όπου το Ιντεάλ και το Άστορ οργάνωσαν δωρεάν προβολές, live και συγκεντρώσεις υπογραφών που υποστηρίχθηκαν από τα δύο, τουλάχιστον, χιλιάδες άτομα που πέρασαν για να δηλώσουν το παρών.
«Ήταν μία πολύ συγκινητική βραδιά. Ήμουν στην πόρτα. Ερχόντουσαν με ευλάβεια και υπογράφανε όπως μπαίνουν στην εκκλησία να προσκυνήσουν. Υπογράφανε και φεύγανε, υπογράφανε και φεύγανε, ώρες ατέλειωτες».
Το αντίστοιχο διαδικτυακό petition που μπορείς να υπογράψεις από όπου και αν βρίσκεσαι ξεπερνάει αυτή τη στιγμή τις 11.000 υπογραφές.
Παρών ήταν και ο Δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης που έφερε μαζί του τα δύο ομόφωνα ψηφίσματα του δημοτικού συμβουλίου της Αθήνας που στηρίζουν την κήρυξη των αιθουσών ως διατηρητέες. Όπως εξήγησε και ο συνάδελφος Γιάννης Βασιλείου στην εκπομπή της ΕΡΤ Πρωΐαν σε Είδον τη Μεσημβρίαν, ο δήμαρχος έκανε έναν σωστό παραλληλισμό με την υπόθεση των θερινών κινηματογράφων τη δεκαετία του 1990. «Κάτι αντίστοιχο είχε γίνει το 1997 με τους θερινούς κινηματογράφους, άρα υπάρχει προηγούμενο», δήλωσε.
Αναφερόταν στην κρίση των θερινών στα ‘90s, όταν πολλά από αυτά είχαν μετατραπεί σε σούπερ μάρκετ, πάρκινγκ, θέατρα, σχολεία και φυσικά πολυκατοικίες. Μετά από υπουργικές αποφάσεις το 1997, 47 από τα θερινά υπό απειλή είχαν χαρακτηριστεί διατηρητέα. Αυτή τη στιγμή ο θερινός κινηματογράφος, 107 χρόνια από όταν άνοιξε ο πρώτος της χώρας μας σε μία μάντρα της Πλατείας Συντάγματος, έχει εγγραφεί βαθιά στο ελληνικό καλοκαίρι και αφορά κερδοφόρες επιχειρήσεις όχι μόνο στην πρωτεύουσα αλλά και σε όλη την Ελλάδα.
«Είναι βάρβαρο αυτό που πάει να γίνει», δήλωσε ο θρυλικός Κώστας Γαβράς σε παρέμβασή του μέσω βίντεο.
Βίντεο απέστειλε και ο δημοφιλής στη χώρα μας σκηνοθέτης Fatih Akin («Το σινεμά είναι η κληρονομιά μας. Σώστε τα σινεμά»), ενώ κείμενα υποστήριξης προς τους κινηματογράφους διαβίβασαν επίσης ο βραβευμένος Ken Loach και ο Emir Kusturica.