
Πώς το Snow White έγινε η καταραμένη ταινία της χρονιάς
- 24 ΜΑΡ 2025
Εκείνη η Χιονάτη, η πρώτη ταινία animation μεγάλου μήκους στην ιστορία, παραμένει ένα οπτικό θαύμα 88 χρόνια μετά την κυκλοφορία της. Η επιτυχία της είχε αποδείξει πως το κοινό δεν θα εμφανιζόταν απλώς στις αίθουσες για τις ταινίες κινουμένων σχεδίων μεγάλου μήκους. Θα τις αγκάλιαζε. Η ταινία θα εδραίωνε τα παραμύθια ως αναπόσπαστο μέρος του brand της Disney, σε rides θεματικών πάρκων, εμπορεύματα και μιούζικαλ του Broadway, σε σημείο που το στούντιο εξακολουθεί να παίζει το ίδιο παιχνίδι σχεδόν έναν αιώνα μετά.
Αν και πλέον δεν επαναλαμβάνει απλώς κάποιο γνωστό μύθο, αλλά τη δική του προηγούμενη εκδοχή του. Το Snow White που μόλις κυκλοφόρησε είναι, καλώς ή κακώς, κυρίως το προϊόν μίας εταιρείας που εδώ και χρόνια κυνηγάει το πνεύμα κάθε εποχής με την ευελιξία γερασμένου κολοσσού. (Το στούντιο διέγραψε, μάλιστα, πρόσφατα ένα storyline για τρανς χαρακτήρα από μία σειρά της Pixar).
Παρότι η ταινία του 1937 λοιπόν είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου slapstick κωμωδία, έχει μία ιδιαιτερότητα στη βαριετέ ενέργειά της που εμποδίζει τη χαζοβιολιά της από το να γίνει γλυκανάλατη. Όσον αφορά όμως την πλοκή και τους χαρακτήρες της, είναι ισχνή. Εσκεμμένα, καθώς η ιστορία ήταν το έδαφος για να το ρίξουν έξω οι animators. Για το live-action remake του Marc Webb όμως, σκηνοθέτη των Amazing Spider-Man και 500 Days of Summer, το πρωτότυπο παραμύθι αποδεικνύεται υπερβολικά ασθενικό για να υποστηρίξει τις υψηλότερες φιλοδοξίες του.
Εξαρχής είχε δεχθεί επικρίσεις ως πρότζεκτ ωστόσο, από την ανακοίνωσή του.
Αρχικά η κολομβιανής και πολωνικής καταγωγής Rachel Zegler είχε κερδίσει τον ρόλο της Χιονάτης, ενός χαρακτήρα που ονομάστηκε έτσι λόγω της ωχρότητας του δέρματός της. Αυτό δεν είναι άγνωστο έδαφος για τη Disney – η είδηση ότι η Αφροαμερικανίδα ηθοποιός Halle Bailey θα υποδυόταν την Ariel στη Μικρή Γοργόνα είχε οδηγήσει στο ρατσιστικό #NotMyAriel.
Στη συνέχεια, η νεαρή ηθοποιός είχε δεχθεί πυρά για τη – σωστή – υπόδειξη ότι η παλαιότερη Χιονάτη υπήρξε απλοϊκή και βίωσε το μένος των φαν. Έπειτα ο πάσχων από αχονδροπλασία ηθοποιός του Game of Thrones Peter Dinklage επέκρινε την ταινία επειδή σκόπευε να κάνει καν την ταινία με άτομα με νανισμό. Αν και επαίνεσε το κάστινγκ της Zegler, είπε επίσης, «είσαι προοδευτικός από μία άποψη, αλλά εξακολουθείς να φτιάχνεις τη γαμημένη οπισθοδρομική ιστορία με επτά νάνους να ζουν στη σπηλιά. Τι στο διάολο κάνεις, φίλε;».
Η Disney τότε εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία ανέφερε ότι «συμβουλεύτηκε τα μέλη της κοινότητας των ατόμωμν με νανισμό» για να «αποφύγει την ενίσχυση των στερεοτύπων», και τελικά αποφάσισε να τους δημιουργήσει με CGI. Έλα όμως που άλλοι ηθοποιοί με μορφές νανισμού παραπονέθηκαν ότι η Disney τους στέρησε ρόλους.
Εν τέλει υπήρξαν και φήμες για διαμάχη μεταξύ των δύο πρωταγωνιστριών της ταινίας, της Zegler και της Gal Gadot που υποδύεται την κακιά βασίλισσα, λόγω των διαφορετικών απόψεών τους για τον πόλεμο στη Γάζα (η Zegler είναι δεδηλωμένα υπέρ της Παλαιστίνης, ενώ η Gadot στηρίζει ανοιχτά το IDF – μόλις αυτή την εβδομάδα, διαδηλωτές και από τις δύο πλευρές διέκοψαν την τελετή της Gadot στο Walk of Fame στο Χόλιγουντ). Το Snow White έμοιαζε ραδιενεργό, πιο δηλητηριώδες και από το γνωστό μήλο.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, η Disney εμφανίστηκε ανήσυχη. Η προπώληση των εισιτηρίων ξεκίνησε μόλις δύο εβδομάδες πριν από την αμερικανική πρεμιέρα -για τη σύγκριση η Disney άνοιξε τις πωλήσεις εισιτηρίων για το Mufasa και τη Μικρή Γοργόνα, τις πιο πρόσφατες live-action ταινίες της, ένα μήνα πριν από τις πρεμιέρες τους – ενώ υπήρξε λιτή πρεμιέρα στις ΗΠΑ, η οποία, σύμφωνα με το στούντιο, θα ήταν «μια πιο εορταστική, φιλική προς την οικογένεια απογευματινή εκδήλωση που ταιριάζει με τον τόνο και το κοινό-στόχο της ταινίας».
Οι δύο ηθοποιοί πάντως εμφανίστηκαν χαμογελαστές στην αμερικανική πρεμιέρα, ενώ σε μία συνέντευξη στο Allure η Zegler έκανε πολύ προσεγμένες εκκλήσεις για καλοσύνη και ανεκτικότητα. «Η Χιονάτη επιλέγει την καλοσύνη και παρόλα αυτά πετυχαίνει αλλαγές», είπε. «Η εξουσία παίρνει πολλές μορφές. Ελπίζω ότι θα δούμε μία νέα αυγή της καλοσύνης και της αποδοχής τα επόμενα δύο χρόνια».
Ενώ λοιπόν η ορίτζιναλ Χιονάτη δεν είχε τίποτα άλλο στο μυαλό της εκτός από το να ξεφύγει από την εκδίκηση της μητριάς της, να νοσταλγεί τον πρίγκιπα που είχε δει μονάχα μία φορά, και να κρατάει τακτοποιημένο το εξοχικό των νάνων. Η νέα μας Χιονάτη – που εξακολουθεί να θέλει να ξεφύγει από την οργή της κακιάς βασίλισσας – θέλει να γίνει η πριγκίπισσα του λαού, να αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη και την ευημερία σε ένα βασίλειο που ρημάζει μία ιδιοτελής φασίστρια, και όταν θέλει να γίνει η fairest in the land, υπογραμμίζει το σενάριο της Erin Cressida Wilson, δεν εννοεί το να γίνει η πιο όμορφη στη χώρα, αλλά η πιο δίκαιη όπως είναι η άλλη σημασία του όρου.
Καθόλου εύκολο κατόρθωμα το να οργανώσεις ένα πραξικόπημα όμως όταν οι βασικοί σου σύντροφοι είναι τα αξιολάτρευτα ζώα του δάσους, και ακόμα δυσκολότερο το να πείσεις πως ως ταινία έχεις εργατική πολιτική συνείδηση ενώ η Χιονάτη εξακολουθεί στο τέλος της ημέρας να έχει υπηκόους που της υποκλίνονται.
Όλα τα παραπάνω καθιστούν το Snow White μία συναρπαστική μελέτη περίπτωσης των σημερινών απίθανων αντιφάσεων. Ο Webb και η σεναριογράφος είχαν δύο επιλογές: Είτε να μιμηθούν το καρτούν του 1937 πλάνο προς πλάνο και να κραχτούν για την ασημαντότητα ενός τέτοιου εγχειρήματος, είτε να αλλάξουν τα στοιχεία του και να έρθουν αντιμέτωποι με γκρίνιες. Μοιράστηκαν τη διαφορά.
Οι νάνοι λοιπόν δημιουργήθηκαν με CGI, ενώ ένας ηθοποιός με νανισμό υποδύεται έναν διαφορετικό ρόλο που περιλαμβάνει μία βιαστική ρομαντική υποπλοκή για να τονιστεί ότι είναι άνθρωπος και όχι κάποιο παραμυθένιο πλάσμα. Ένας στίχος εξηγεί πως το όνομα της Χιονάτης δεν αναφέρεται στο δέρμα της, αλλά σε κάποιο μετεωρολογικό γεγονός κατά το οποίο η Χιονάτη ως μωρό αψήφησε μια χιονοθύελλα. Έχουμε ακόμη και μία κλινική διάγνωση για τον Υπναρά: «ναρκοληπτική καταπληξία» όπως εξηγεί ένας από τους φίλους του όταν αρχίζει να ροχαλίζει.
Και οι υπόλοιπες μικρές προσαρμογές δεν πρόκειται να καταστρέψουν την παιδική ηλικία κανενός. Τώρα, μετά τη διάρρηξη και την είσοδό της στο σπίτι των νάνων, η Zegler δεν τραγουδάει το Whistle While You Work για να μαζέψει τα πουλιά, τους σκίουρους και τα κουνελάκια, αλλά βάζει τους νάνους να τρίψουν οι ίδιοι τα δικά τους ρημάδια πατώματα.
Όσο για την ίδια τη Χιονάτη, η Zegler θέλει να τη μεταμορφώσει σε μία θαρραλέα, γεμάτη αυτοπεποίθηση ηγέτιδα σε αναμονή, και τραγουδάει καταπληκτικά όλα της τα τραγούδια, προσδίδοντας έναν λυτρωτικό πόνο στην προβλέψιμη ποπ μελωδία του Waiting on a Wish, ενός πρώιμου θρήνου της γιατί δεν έχει ακόμα τα κότσια να σώσει το λαό της. Η Χιονάτη της προσπαθεί να λάμψει μέσα από τη θλιβερή ομίχλη των blockbuster, αλλάζοντας εύκολα ταχύτητες μεταξύ του καλόκαρδου προτύπου από τον μύθο και ενός κοριτσιού με προσωπικότητα. Πλοηγείται το ασταθές σενάριο πιο σίγουρα από οποιονδήποτε άλλον γύρω της. Ακόμα και η κάμερα σταματά για να την κοιτάξει, κρατώντας απλώς εκείνη στο κέντρο του κάδρου, καθώς τραγουδά και συναισθάνεται τα ξεχάσιμα τραγούδια των Benj Pasek και Justin Paul.
Ερωτεύεται επίσης τον Jonathan (Andrew Burnap), που δεν είναι πρίγκιπας αλλά ο αρχηγός μίας συμμορίας πολιτικά υποκινούμενων ληστών που έχουν στραφεί στο έγκλημα επειδή είναι – στ’ αλήθεια – άνεργοι ηθοποιοί που δεν μπορούν να διατηρήσουν την καριέρα τους στην τέχνη εξαιτίας της ιδιοτελούς οικονομικής πολιτικής της βασίλισσας.
Ο απολαυστικός Burnap φέρνει μαζί του την κωμική ενέργεια μίας πολύ διαφορετικής ταινίας, αλλά είναι τουλάχιστον διασκεδαστικός, και αυτός κι η Zegler έχουν χημεία ακόμα κι αν η εκτέλεση των σκηνών τους αφαιρεί τον αυθορμητισμό από αυτήν. Το μόνο πράγμα που εμποδίζει τον Jonathan να μοιάζει ως πλήρως υλοποιημένος χαρακτήρας είναι το γεγονός ότι θυμίζει περισσότερο τον Flynn Rider από το Tangled. Και αυτό δεν είναι το μόνο στοιχείο που προέρχεται από άλλη ταινία της Disney. Η κλιμάκωση της ταινίας απηχεί την αντίστοιχη του Wish του 2023, κάτι που θα αποτελέσει spoiler μονάχα για τους δώδεκα ανθρώπους που είδαμε το Wish.
Όταν ξεκινάει το Snow White και μπαίνουμε σε έναν κόσμο από φωτεινά υφάσματα και χορογραφίες, υπάρχει η ελπίδα ότι η ταινία του Webb θα αγκαλιάσει την ομορφιά του πρωτότυπου, αλλά αυτό δεν συμβαίνει. Τα φώτα χαμηλώνουν γρήγορα μετά το τραγούδι της ιστορίας της καταγωγής της Χιονάτης, τα χρώματα ξεθωριάζουν, η ενέργεια πέφτει, προκύπτει μία απερίσκεπτη δέσμευση για νατουραλιστικό φωτισμό που μοιάζει παράλογη όταν άλλα τμήματα της ταινίας είναι έντονα εξπρεσιονιστικά, και το χαρακτηριστικό κοστούμι της Χιονάτης είναι τόσο έντονα κορεσμένο που τυφλώνει. Θα παρακολουθήσεις επίσης άλλο ένα live-action remake της Disney χωρίς εύρος, νιώθοντας πάντοτε τα όρια ενός σετ.
Αν ανησυχείς πάντως βάσει των παραπάνω ότι υπάρχει πολύ wokeness στην ταινία, μάθε πως σίγουρα κανείς δεν ασχολήθηκε με θέματα συναίνεσης όταν αυτά σχετίζονται με το να φιλάς αναίσθητες κοπέλες.
Το Snow White διαχέεται από μία άλυτη ένταση μεταξύ του να αποτίεις φόρο τιμής στην παιγνιώδη διάθεση ενός Disney classic και του να αφηγείσαι μία ιστορία καθοδηγημένη από διάθεση ενδυνάμωσης και επαναστατικής ανατροπής, που ελάχιστη σχέση έχει με το αρχικό παραμύθι. Όπως συμβαίνει συχνά και στην αληθινή ζωή, οι μεσοβέζικες, λίγο-απ’-όλα λύσεις δεν είναι ποτέ πραγματικά τέτοιες.
To Snow White κυκλοφορεί στις αίθουσες από τη Feelgood.