Screencap
ΜΟΥΣΙΚΗ

Η Rina Sawayama κάνει για τη μουσική των ‘00s, ό,τι το ‘Stranger Things’ για το σινεμά των ‘80s

Η Rina Sawayama δεν ήταν η pop star που αξίζαμε. Ήταν η pop star που χρειαζόμασταν στην καραντίνα.

Το πρώτο τραγούδι που άκουσα από τη Rina Sawayama ήταν το ‘Alterlife’. Το είχα δώσει τότε σε συναδέλφους μου σαν δώρο γιατί ένιωθα ότι έπρεπε να τους προετοιμάσω για το next big thing της ποπ σκηνής – με την προϋπόθεση ότι η ποπ σκηνή θα έκανε κάποια στιγμή επαρκή χώρο για μία Γιαπωνέζα-Βρετανίδα καλλιτέχνιδα που δεν θα είχε ιδέα πώς να μαρκετάρει.

Η ίδια η Sawayama βίωνε ήδη τη συγκεκριμένη δυσκολία αφού, ψάχνοντας τότε για δισκογραφική, διαπίστωνε ότι επειδή δεν έμοιαζε με κάποια άλλη σύγχρονη ποπ σταρ εμφανισιακά και ως ήχος, τα στελέχη των εταιρειών τής έλεγαν στα μίτινγκ ότι δεν ήξεραν σαν ποια να τη λανσάρουν. Ήθελαν να συμπληρώσουν το “The Next —” και δεν ήξεραν πώς. Η Sawayama αποφάσισε τότε να πάρει την κατάσταση στα χέρια της, και να κυκλοφορήσει μόνη της το όχι-και-τόσο-μίνι άλμπουμ της ‘RINA’ που συμπεριλάμβανε το ‘Alterlife’. Οι κριτικές ήταν θριαμβευτικές.

Το ‘Alterlife’ είχε μπει τελικά στη λίστα μας με τα καλύτερα τραγούδια για το 2018 (στην πραγματικότητα είχε κυκλοφορήσει δύο μήνες πριν αλλάξει η χρονιά, αλλά κλέψαμε) και έκτοτε η μουσική της έγινε μεταδοτική ανάμεσά μας. Η τραγουδίστρια μόλις κυκλοφόρησε το ντεμπούτο full άλμπουμ της ‘SAWAYAMΑ’ εν μέσω καραντίνας – λίγες μέρες μετά το Σωτήριο Σάουντρακ της Dua Lipa που προσκύνησε και η ίδια η Rina – και μαζί με παλαιότερα singles της χώρεσε σε μία, δύο, τρεις Spotify λίστες που μοιραστήκαμε μαζί σου στο Oneman για να επιβιώσουμε μαζί στα χρόνια του κορονοϊού.

Η Sawayama που σπούδασε πολιτική, ψυχολογία και κοινωνιολογία στο Magdalene College του Πανεπιστημίου Cambridge, εξέφραζε εξαρχής τις κοινωνικές της ανησυχίες, σε στίχους που συχνά συνοδεύουν bubblegum ποπ ή r’n’b μελωδίες.

Η εμμονική σχέση μας με τα social media καταγράφηκε στο ‘Cyber Stockholm Syndrome’, ένα αναδρομικό κομμάτι στους ήχους της Mariah Carey, σε μια ιδανική αντίθεση στίχων/μουσικής/ξέγνοιαστης χορογραφίας. Η σεξουαλική της ταυτότητα – έχει προσδιοριστεί ως bisexual και pansexual – εξερευνήθηκε στο αισθησιακό, παιχνιδιάρικο ‘Cherry’, ενώ στο ‘Tunnel Vision’ έγραψε για την αγχώδη διαταραχή που επιδεινώνεται στις αβέβαιες διαπροσωπικές σχέσεις. Στο τελευταίο προσκάλεσε και τα ανδρόγυνα φωνητικά του Shamir, για να φτιάξουν μαζί ένα ντουέτο στο μοντέλο των r’n’b συνεργασιών που μας είχαν κακομάθει στα ‘90s.

«Το γούστο μου στη μουσική δεν ήταν cool, ήταν φοβερά mainstream pop», είχε πει στην πρώτη συνέντευξή της που είχα δει. «Θα ήθελα να μπορούσα να πω ότι έμαθα κιθάρα λόγω του Eric Clapton ή του Bob Dylan, αλλά όχι. Έμαθα για την Avril Lavigne». Επηρεασμένη από τη Lavigne, την Carey, τη Britney Spears, την Kylie Minogue, την Pink, τη Beyoncé και τη Utada Hikaru ανάμεσα σε άλλους καλλιτέχνες που έσκιζαν στα τελευταία ‘90s και τα ‘00s, η Sawayama έχει αφοσιωθεί σε πλούσιες, πολυστρωματικές παραγωγές που μπορεί να μην μοιάζουν καινούριες, αλλά ξεχωρίζουν αμέσως μπροστά στο ατέλειωτο chill που έχει καταλάβει τα charts τα τελευταία αρκετά χρόνια.

Αυτή της η διάθεση κατακλύζει το ‘SAWAYAMA’ από τις πρώτες νότες του και ήταν ο κοινός της στόχος με τον συνεργάτη και συμπαραγωγό της, Clarence Clarity.

Η πρώτη δουλειά που θα έκαναν μαζί με τον Clarity ήταν το ‘Alterlife’, αλλά η Rina δεν ήταν έτοιμη εξαρχής για τις εκρηκτικές, extra παραγωγές του. Της τον σύστησαν, άκουσε το demo του ‘Alterlife’ και τον έκανε ghosting για 6 μήνες. Όταν θέλησε να τον ξαναδεί, ήταν πια καλωδιωμένοι στην ίδια συχνότητα. Με εξαίρεση δύο κομμάτια από τα δεκατρία δούλεψαν μαζί για το ‘SAWAYAMA’ και βρήκαν το κατάλληλο σπίτι τους στην Dirty Hit – τη δισκογραφική των The 1975 και των Wolf Alice που της σύστησε ο Theo Ellis των δεύτερων. Η Rina συμμετείχε παλαιότερα με τον Ellis στο χιπ χοπ συγκρότημα Lazy Lion και, προς έκπληξή της, ήταν ένας από τους πολλούς καλλιτέχνες φίλους της που δεν είχε ιστορίες τρόμου για τη Dirty Hit.

Το test drive της εταιρείας θα γινόταν με το ‘STFU!’.

Όταν τους έπαιξε το επιθετικό κομμάτι, ένα ποπ επιρροών nu-metal throwback από την εποχή που συνυπήρχαν ετερόκλητοι καλλιτέχνες στα charts όπως οι Korn και η Christina Aguilera, η εταιρεία τής πρότεινε να το κάνουν το πρώτο της single. «Όταν ήμουν μικρότερη, άκουγα την pop-rock και την pop-metal που συνέβαινε τότε και με έτρωγε να κάνω κάτι εμπνευσμένο από τους N.E.R.D., τους Evanescence, τις t.A.T.u., ή και τα πιο βαριά κομμάτια της Britney», εξήγησε για τον ήχο της στο NME. «Αυτός είναι ο τύπος του ήχου που θέλω να ακούσω στο mainstream αυτή τη στιγμή και αισθανόμουν ότι δεν υπήρχε ιδιαίτερα». Ξέρει ότι δεν θεωρείται cool πια, αλλά της αρέσει να παίρνει uncool πράγματα και να τα φέρνει στο σήμερα. Άλλωστε, ακόμα κι αν ο κόσμος κάποια στιγμή αποφάσισε ότι εκείνη η φάση της μουσικής είναι ντροπιαστική κι ας την άκουγε κάποτε όλος ο πλανήτης, τα παιδιά που μεγάλωσαν με αυτήν όπως η Sawayama, η Grimes ή η Poppy δεν καταλαβαίνουν την έκρηξή μας.

Το ‘STFU!’ και το DNA ολόκληρου του άλμπουμ της είναι το αποτέλεσμα μιας εσωτερικής διεργασίας που έβραζε για χρόνια. Η Sawayama που γεννήθηκε στην Ιαπωνία αλλά μεγάλωσε στο Λονδίνο όπου μετακόμισε με τη μητέρα της, ήθελε κάποτε να αφομοιωθεί με το λευκό της περιβάλλον. Μισούσε τα lunch boxes με θαλασσινά και φύκια που της έδινε η μαμά της για το σχολείο και είχε σταματήσει να παίζει Final Fantasy στα ιαπωνικά για μια περίοδο, σε μια προσπάθεια να καταπνίξει την κουλτούρα της.

«Όσο πιο πολύ αγκαλιάζεις την πολιτισμική σου ταυτότητα, τόσο περισσότερο οι άλλοι άνθρωποι το παρερμηνεύουν ως ευκαιρία να σε αντιμετωπίσουν ως στερεότυπο», είχε πει κάποτε στο i-d Vice. «Το να βάλω αυτές τις ιδέες στο στίχους είναι πολύ δύσκολο πράγμα. Δεν είναι εύκολο να γράψεις κάτι πολιτικό σε σχέση με αυτά που νιώθεις και να το κάνεις ποίηση. Αυτή είναι η επόμενη πρόκληση για μένα. Προσπαθώ να γράψω έναν ποπ δίσκο που θα συζητάει αυτά τα θέματα της κουλτούρας».

Στην εισαγωγή του μουσικού βίντεο που συνέλαβε και συν-σκηνοθέτησε για το ‘STFU!’, ο ηθοποιός που υποδύεται ένα κακό πρώτο ραντεβού τής επιτίθεται με όλα τα στερεοτυπικά συμπεράσματα ενός λευκού τύπου που θεωρεί εαυτόν αφυπνισμένο. Είναι Γιαπωνέζα ας πούμε, οπότε λογικά θα πρέπει να ξέρει και όλα τα γιαπωνέζικα εστιατόρια. «Τις προάλλες ήμουν στον γάμο μιας φίλης και ένας λευκός τύπος γύρω στα 40 – τον ξέρεις αυτόν τον τύπο – μου λέει, ‘Έχεις ακούσει γι’ αυτό το γιαπωνέζικο εστιατόριο; Όχι; Μήπως το άλλο στο Richmond; Μήπως εκείνο στο Wimbledon; Δεν ξέρω όλα τα γαμημένα τα γιαπωνέζικα εστιατόρια», είπε μιλώντας για την έμπνευση του κλιπ. Κάποιος στέλεχος δισκογραφικής επίσης, την είχε αποκαλέσει για πλάκα ‘Wagamama’ πίσω από την πλάτη της.

«Αν ήμουν μικρότερη, νομίζω κάτι τέτοιο θα ήταν κάτι που θα με είχε θυμώσει πάρα πολύ, αλλά τώρα σκέφτομαι ότι είναι τόσο αστείο. Είναι απλά γελοίο. Νομίζω ότι πρέπει να έχεις και αυτό το στοιχείο όσο κατανοείς τον κόσμο, γιατί διαφορετικά μπορεί πραγματικά να σε αποκαρδιώσει. Αυτό το τραγούδι είναι η τέλεια ενσάρκωση αγνής οργής και χιούμορ για το πόσο γελοία είναι όλα αυτά. Ήταν πραγματική κάθαρση».

Το ‘STFU!’ είναι μόλις ένα από τα κομμάτια στο ‘SAWAYAMA’ που κοιτάει πίσω με φρέσκια ματιά. Η εισαγωγή του άλμπουμ με το ‘Dynasty’ είναι ένα μελόδραμα αλά Amy Lee, ενώ το σατιρικό ‘XS’ που επηρεάζεται από τις κοφτές παραγωγές του Timbaland και του παλιού Pharrell συνοδεύεται από ένα βίντεο φανερά εμπνευσμένο από το ‘Everybody’s Fool’.

Το ‘Comme Des Garçons’ είναι ένας γεμάτος αυτοπεποίθηση ‘00s ύμνος των κλαμπ, το συναυλιακό ‘Who’s Gonna Save You Now’ είναι το δικό της ‘Fighter’ και το παραπονεμένο ‘Bad Friend’, ένα κομμάτι για τον χωρισμό με φίλους που δύσκολα βρίσκουμε στη μουσική, είναι μία ηλεκτρονική ‘Owl Cities’ εξομολόγηση με μία χορωδιακή γέφυρα που θα έκανε την Carey περήφανη.

Με όλη τη νοσταλγία της όμως, η σταρ δεν κάνει απλά ένα ρεμίξ παλιών αγαπημένων. Όπως έκανε επιτυχημένα το ‘Stranger Things’ μέχρι και τη 2η σεζόν του, όταν τιμούσε το σινεμά των ‘80s με οπτικές και αφηγηματικές αναφορές έχοντας ταυτόχρονα και τη διάθεση να ανατρέψει τα αναμενόμενα, η Sawayama έχει φτιάξει μουσική που λειτουργεί ταυτόχρονα ως πορτραίτο προσωπικής εξερεύνησης και ως φόρος τιμής.