Sam Shepard: O προτελευταίος καουμπόι
- 6 ΑΥΓ 2017
O Harry Dean Stanton περπατάει στην έρημο. Το βήμα του έχει σφρίγος και αποφασιστικότητα, αλλά δεν έχει ρυθμό. Βαδίζει στην έρημο με το πείσμα ενός μωρού που μόλις έμαθε να περπατάει και θέλει να παρατείνει τα πρώτα του βήματα όσο γίνεται περισσότερο και με το ακόμα μεγαλύτερο πείσμα υπεραιωνόβιου γέρου που νιώθει τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν και προσπαθεί να κερδίσει όσα περισσότερα τελευταία βήματα μπορεί να εξασφαλίσει. Φαίνεται να μην ξέρει πού βρίσκεται, αλλά το βλέμμα του δεν σου αφήνει καμία αμφιβολία ότι ξέρει πού πηγαίνει. Είναι ένα χρυσόψαρο πεταμένο στην έρημο του Wim Wenders. Ένα νευρόσπαστο που φοράει ένα τσαλακωμένο κόκκινο τζόκεϊ και περπατάει άρρυθμα κάτω από τις τρεις επαναλαμβανόμενες νότες του Ry Cooder.
Η εισαγωγική σεκάνς του ‘Παρίσι, Τέξας’ θα μπορούσε να είναι η πρώτη και η τελευταία εικόνα ενός αφιερώματος στον Sam Shepard. Η οριστική εικόνα. Η συμπυκνωμένη περιγραφή του έργου του: άνθρωποι που καταλήγουν σε γνώριμα μέρη που δεν αναγνωρίζουν πια και συναντούν οικεία πρόσωπα με τα οποία δεν αισθάνονται πλέον καμία οικειότητα.
Στην πραγματικότητα, αρκεί και μια εικόνα της ερήμου για να τα συνοψίσει όλα. Ο Sam Shepard, πριν και πέρα απ’ όλα, ήταν ένας φυσιοδίφης της ερήμου. Αφιέρωσε την τέχνη του στη λιγοστή χλωρίδα και στη βασανισμένη πανίδα ενός άνυδρου υπαρξιακού τοπίου. Αναζήτησε τη ζωή εκεί που ζουν μόνο τσακάλια, φίδια, κατατρεγμένοι και αλαφροΐσκιωτοι πλάνητες όπως ο Τράβις Χέντερσον, το alter ego του στο ‘Παρίσι, Τέξας’.
Ό,τι εμφανίζεται στο έργο του Shepard αποδεικνύεται απατηλός αντικατοπτρισμός. Αργά ή γρήγορα οι ήρωές του βλέπουν τις βεβαιότητές τους να εξατμίζονται στο βάθος ενός ορίζοντα που παραμένει πάντα μακρινός. Η πατρική φιγούρα, η αδερφική αγάπη, η αγάπη γενικώς, η αλήθεια κάθε είδους, απορροφώνται από την κινούμενη άμμο της ερήμου που με πολλή δύναμη και πολύ πόνο χαρτογράφησε ο Sam Shepard. Οι Αμερικανοί όρισαν τον δραματουργικό του χώρο κάπου ανάμεσα στον Τενεσί Ουίλιαμς και τον Σάμουελ Μπέκετ. Ίσως επειδή τα βασικά υλικά της δραματουργίας του είναι εντελώς αμερικάνικα, αλλά η καταστροφή τους είναι παγκόσμια – καταλήγει να μας αφορά όλους.
(1983, ‘Οι Κατάλληλοι Άνθρωποι’: ο ρόλος του Chuck Yeager χάρισε στον Shepard μια υποψηφιότητα για Όσκαρ)
Στο εξής, ο Sam Shepard, ο κορυφαίος σύγχρονος Αμερικανός δραματουργός δεν θα γεννήσει ούτε θα καταστρέψει άλλον αντιήρωα. Πέθανε στις 27 Ιουλίου, στο σπίτι του, στο Κεντάκι, περιστοιχισμένος από τα τρία παιδιά του και τις δύο του αδερφές. Η οικογένεια δημοσιοποίησε τον θάνατό του λίγες μέρες αργότερα, την 1η Αυγούστου. Ήταν 73 ετών κι έπασχε από αμυοτροφική σκλήρυνση. Από τη νόσο του Γκέρινγκ, την εκφυλιστική ασθένεια που πήρε το όνομά της από έναν λαϊκό ήρωα της σύγχρονης Αμερικής.
Ο Sam Shepard γεννήθηκε στις 5 Νοέμβρη του 1943 ως Σάμουελ Σέπαρντ Ρότζερς ο 3ος. Η πρώτη ειρωνεία της ύπαρξής του είναι ότι γεννήθηκε με το επίθετο του Captain America – ο άνθρωπος που αγάπησε τους αντιήρωες περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο στις ΗΠΑ, μοιραζόταν το ίδιο επώνυμο με τον πιο φιλότιμο υπερασπιστή του αμερικανικού ονείρου. Η μητέρα του ήταν δασκάλα και ο πατέρας του δάσκαλος, αγρότης και βετεράνος πιλότος της πολεμικής αεροπορίας των ΗΠΑ. Κυρίως, όμως, ήταν αλκοολικός, περιθωριακός και νομάς – ένας περιπλανώμενος σαν τους κατοπινούς ήρωες του συγγραφέα. Απουσίαζε στο μεγαλύτερο μέρος της παιδικής ηλικίας του Sam Shepard και έκανε αφόρητη την εφηβεία του. Αυτός ήταν ο λόγος που ο Sam εγκατέλειψε νωρίς την οικογενειακή εστία για να ξεκινήσει τις δικές του περιπλανήσεις, που τον οδήγησαν στη Νέα Υόρκη στα μέσα της δεκαετίας του ’60.
(1985, ‘Τρελοί για Έρωτα’: o Shepard πρωταγωνίστησε στην ταινία που βασίστηκε στο ομώνυμο θεατρικό του έργο)
Εκεί, στο οργασμικό οικοσύστημα της μητρόπολης, ο Sam Shepard συνειδητοποίησε τη δεύτερη καθοριστική ειρωνεία της ζωής του: ήταν όμορφος. Ήταν ψηλός, οστεώδης αλλά εύρωστος και προικισμένος με ένα πρόσωπο γεμάτο γωνίες, αλλά την ίδια στιγμή γλυκό, καθησυχαστικό, κατευναστικό. Τα χαρακτηριστικά του τα εκτίμησαν εξίσου οι δημιουργοί του σινεμά και οι γυναίκες. Ο Shepard ήταν μοναχικός και λιγομίλητος, αλλά ήταν υπερβολικά όμορφος για να μην πρωταγωνιστεί σε ταινίες και για να μη σχετίζεται με ακριβοθώρητα θηλυκά. Για πολλά χρόνια, οι φράσεις που επαναλαμβάνονταν στα δημοσιεύματα που τον αφορούσαν ήταν ‘ένας απρόθυμος σταρ’ και ‘ένας θλιμμένος Γκάρι Κούπερ’. Από ένα σημείο και μετά, το μόνο που ήθελε ήταν να αποτραβηχτεί και να ζήσει ήσυχα και σιωπηλά, όπως οι περισσότεροι χαρακτήρες των έργων του. Αλλά ήταν υπερβολικά όμορφος για να μη βρίσκεται κάτω από το φως επαγγελματικών προβολέων. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στο επίκεντρο, λαχταρώντας την απόδραση προς την περίμετρο κι έξω απ’ αυτή, εκεί που ζουν οι πραγματικοί καουμπόις, στην απεραντοσύνη των παρυφών που μετατρέπει τα πάντα σε μάταιη ασημαντότητα.
Ο Shepard ξεκίνησε την κινηματογραφική του καριέρα με τις υπέροχες ‘Μέρες Ευτυχίας’ (Days of Heaven) του Terence Malick και έφτασε μέχρι τις υποψηφιότητες των Όσκαρ, για την ερμηνεία του στο ‘Οι κατάλληλοι άνθρωποι’ (The Right Stuff) του Philip Kaufman. Η αρρενωπή φιγούρα του αποτυπώθηκε σε δεκάδες (και πολύ άνισες μεταξύ τους) ταινίες. Το ‘Τρελοί για έρωτα’ (Fool For Love) του Robert Altman, οι ‘Ανθισμένες μανόλιες’, το ‘The Pelican Brief’ – ακόμα και το αναπόφευκτο ‘Ημερολόγιο’ – θα μας θυμίζουν για πάντα πόσο όμορφος ήταν ο Sam Shepard σε όλες τις φάσεις της ζωής του. Η τελευταία του εμφάνιση ως ηθοποιός ήταν στο ‘Bloodline’ του Netflix. Το σινεμά του χρωστάει και κάποια από τα πιο ποιητικά σενάρια που έγιναν ποτέ ταινίες. Το ‘Zabrinskie Point’ σίγουρα. Και οπωσδήποτε το ‘Παρίσι, Τέξας’.
(Από το πρόσφατο ‘Bloodline’ του Netflix, την τελευταία του παρουσία ως ηθοποιός)
Το θέατρο δεν του χρωστάει τίποτα. Το θέατρο τον έθρεψε και τον ανέθρεψε. Στο θέατρο ο Shepard βρήκε χώρο για να ξεδιπλώσει τον ιδιότυπο λυρισμό του και να βγάλει στο φως τους άχρονους ήρωές του. Κι εκείνος ανταπέδωσε τη φιλοξενία με έργα σκληρά και την ίδια στιγμή ποιητικά, εξίσου κλασικά και αντισυμβατικά, ελεγειακά και βλάσφημα, όπως η ‘Κατάρα των Πεινασμένων’, η ‘Αγρια Δύση’ και ‘Το Θαμμένο Παιδί’ που του χάρισε το βραβείο Pulitzer το 1979.
Στα δραματικά του κείμενα, η έρημος είναι απέραντη. Χωράει όλες τις ελπίδες και όλες τις διαψεύσεις. Όλα τα λαμπρά παρελθόντα και τα διαλυμένα παρόντα. Οι σελίδες των έργων του τοποθετημένες η μία δίπλα στην άλλη μπορούν να συνθέσουν το μωσαϊκό της ματαιωμένης Αμερικής, αλλά και κάτι ευρύτερο, πιο καθολικό. Μια ταπετσαρία από τύψεις και διαψεύσεις που μπορεί να ντύσει κάθε τοίχο σπιτιού στο οποίο ζουν ή έζησαν κάποτε άνθρωποι. Γι’ αυτό και παίζονται παντού. Κι εδώ, βέβαια. Η δική μου πρώτη επαφή με τον Shepard ήταν σε μια ‘Άγρια Δύση’ στο Θέατρο Εξαρχείων, με την παράξενη ριγέ τέντα στην οροφή, που έμοιαζε με κομμάτι σκηνής τσίρκου. Τα δύο αδέρφια, που ξαναβρίσκονταν μετά από χρόνια για να χαθούν ο ένας μέσα στον άλλο, ενσάρκωναν τότε ο Στάθης Λιβαθινός και ο Μάνος Βακούσης. Στα 20 χρόνια που μεσολάβησαν από εκείνη την παράσταση συναντήθηκα κάμποσες φορές με τον Shepard. Σε άλλες παραστάσεις, σε ταινίες και σε κείμενα. Κυρίως σε κείμενα. Στα κείμενα η έρημος είναι πιο σιωπηλή, πιο απέραντη. O Shepard σε υποδέχεται αμίλητος, σου γνέφει με κατανόηση μετά σε αφήνει εκεί, στη μέση του πουθενά να τα βγάλεις πέρα μόνος σου. Είναι ο προτελευταίος καουμπόι. Εσύ είσαι ο τελευταίος. Εσύ, εγώ, ο κάθε αναγνώστης του που μπαίνει για λίγο στον δικό του κόσμο.
(Με την Jessica Lange, Μάιος 1984, AP Photo / Nick Ut)
Η μεγαλύτερη σχέση της ζωής του ήταν η Jessica Lange. Έζησε μαζί της σχεδόν 30 χρόνια και απέκτησαν ένα γιο και μία κόρη. Ο Shepard είχε άλλον ένα γιο, από τον γάμο του με την ηθοποιό O-Lan Jones. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 είχε έναν σύντομο ερωτικό δεσμό με την Patti Smith, με την οποία παρέμειναν φίλοι ως το τέλος της ζωής του. Αυτή, η Patti Smith, τον αποχαιρέτησε με ένα κείμενο που δημοσίευσε το περιοδικό New Yorker. Έγραψε για τα μικρά τατουάζ που είχαν κάνει όταν ήταν μαζί και για τα πολύωρα τηλεφωνήματά τους στη μέση της νύχτας που τα τελευταία χρόνια έμοιαζαν όλο και περισσότερο με “αυτοσχεδιασμούς δύο ξεχαρβαλωμένων σαξόφωνων”. Στο τελευταίο του γράμμα της είχε περιγράψει το μέρος στο οποίο θα ήθελε να βρεθεί όταν πεθάνει. Ήταν μια έρημος και κάπου κοντά του υπήρχε ένα γεροδεμένο κοκκινωπό άλογο.
(Κεντρική φωτογραφία: Ομιλία στο πανεπιστήμιο της Μινεσότα, Μάιος 1996, AP Photo / Andy King)