Στο ‘Frantz’ το σινεμά-πέρλα ζει τις πιο περήφανες στιγμές του
- 21 ΟΚΤ 2016
To ‘Frantz’ είναι μια ιστορία αγάπης και συγχώρεσης και “άνθρωποι, προς τι ο μίσος κι ο αλληλοσπαραγμός” μηνύματος σε σκηνικό Α’ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά που μοιάζει αρκετά επίκαιρη και σήμερα, όποιο σύγχρονο γεγονός κι αν πας να της κολλήσεις από δίπλα ως αντιπαραβολή. Όμως πριν από αυτό, θέλω να πω ένα πράγμα για τον σκηνοθέτη του, τον François Ozon. Ακόμα κι αν δεν ξέρεις το όνομα, θα έχεις πιθανότατα δει κάποια ή κάποιες ταινίες του.
Ποια είναι η αγαπημένη σου ταινία του François Ozon; Οι ‘8 Γυναίκες’; Το ‘5×2’; Η ‘Πισίνα’; (Δε ξέρω, ό,τι αντοχές έχει ο καθένας.) Το ‘Potiche’; Μήπως ο ‘Χρόνος που Απομένει‘; Αν υπάρχει ένα κοινό στοιχείο σε όλες αυτές τις ταινίες και στις άλλες τόσες και περισσότερες που δεν ανέφερα, είναι ότι δεν υπάρχει κοινό στοιχείο. Ο Ozon είναι από αυτούς τους Michael Winterbottom (τι κάνει ο Michael Winterbottom; Καλά είναι άραγε;) ή για να μιλήσουμε με πιο σύγχρονους όρους ένας Jonathan Glazer ή ένας J.C. Chandor, δηλαδή σκηνοθέτης που αν κάτι τον κρατά σε δημιουργική εγρήγορση είναι το πόσο πολύ οι ταινίες του μοιάζουν τόσο διαφορετικές μεταξύ τους σε σημείο φιλμογραφικής σχιζοφρένειας.
Αν θέλουμε να κοιτάξουμε ωστόσο πολύ απλουστευτικά την πορεία του, τότε σίγουρα το ‘Frantz’ είναι κάποιου είδους σημείο-σταθμός. Εκείνη η στιγμή όπου το πάλαι ποτέ Τρομερό Παιδί του γαλλικού σινεμά, που έσκασε από το πουθενά με εκείνο το αξέχαστο ‘Sitcom’ του ‘98 (ο αυνανισμός με τη βοήθεια του σπιτικού τρωκτικού σίγουρα έκανε τον αυνανισμό με τη μηλόπιτα να μοιάζει κάπως πασέ), ωριμάζει στον 50άρη που μεταφέρει Ernst Lubitsch στη μεγάλη οθόνη και εμπνέεται από παγκόσμιους πολέμους και έρωτες με πολιτικό υπόβαθρο.
Το ‘Frantz’ είναι ο τρόπος που μπορείς να ωριμάσεις σε ένα τέτοιο φιλμικό πλαίσιο, χωρίς να φαίνεται πως σκουριάζεις ή παραδίδεσαι στο χρόνο. Όσο το σκέφτομαι, μπορεί και να είναι η αγαπημένη μου ταινία της -άνισης- φιλμογραφίας του, έστω μετά τις ‘8 Γυναίκες’.
Στο φιλμ, ένας νεαρός Γάλλος στρατιώτης μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ταξιδεύει στη Γερμανία σε αναζήτηση της οικογένειας του Frantz, του Γάλλου στρατιώτη με τον οποίον έγινε φίλος στη διάρκεια του πολέμου, στα χαρακώματα. Ο Frantz πέθανε, κι ο Adrien είναι εδώ για να τον ζωντανέψει ξανά για χάρη της οικογένειας που άφησε πίσω του.
Ο Ozon διαχειρίζεται την έλευση του Adrien ως ένα γεγονός συναισθηματικών μεταπτώσεων για την οικογένεια του Frantz. Αρχικά, δεν είναι εκεί για να μιλήσει για τον πόλεμο, για το μίσος, για το τι σημαίνει να αφήνεις πίσω καταστροφή. Είναι εκεί απλώς για να κάνει τους θεωρητικούς εχθρούς του, να νιώσουν καλύτερα, μες στη θλίψη τους. Ο Ozon με μεγάλη ευχέρεια, και με τρόπους έξυπνα προφανείς, καταφέρνει να ζεσταίνει και να παγώνει την αφήγησή του, βάζοντας τον θεατή μέσα στις διηγήσεις του Adrien. (Ο Pierre Niney στον καλύτερο ρόλο που δεν είχε ποτέ του ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης.)
Απέναντί του βρίσκει την Anna της φανταστικής Paula Beer, η οποία απολύτως δίκαια διακρίθηκε στο Φεστιβάλ Βενετίας ως προωτοεμφανιζόμενη ερμηνεύτρια- η νεαρή Γερμανίδα γεμίζει το κάδρο και το γεμίζει λαχτάρα ή θυμό ή απαξίωση, λάμπει με χρώματα παρόλο που η ταινία είναι ασπρόμαυρη. Η στιγμή που το φιλμ (και η ίδια) απογειώνεται, έρχεται μετά τα μισά, όταν η ιστορία αντιστρέφεται πλήρως. Χωρίς να θέλουμε να αποκαλύψουμε πολλά, θα πούμε απλά πως ο Ozon ακολουθεί τη λογική συνέχεια του ζευγαριού που έχει φέρει κοντά στην αρχή του φιλμ, εξετάζοντας μέσα από τα μάτια της ηρωίδας του, την απέναντι πλευρά.
Εκεί είναι που ξετυλίγεται μια πολιτική διάσταση που ήταν εξαρχής παρούσα, μα τώρα μπαίνει σε πρώτο πλάνο, υποχρεώνοντάς σε να επανεξετάσεις ακόμα και τις φαινομενικά πιο αθώες στιγμές του πρώτου μισού της ταινίας. Και, με αυτό τον τρόπο, πλάθει μια αφήγηση που αν και φαινομενικά τοποθετείτε με σαφήνεια σχεδόν έναν αιώνα πίσω, αναδεικνύει τις θεματικές τις με τρόπο απολύτως διαχρονικό.
Ακριβώς δηλαδή, όπως και το ίδιο το φιλμ γενικότερα μοιάζει σε πρώτη ματιά με κάτι αυστηρά ακαδημαϊκό σε όλα τα επίπεδα, μα δίχως ποτέ να γίνεται αυτάρεσκο, καταφέρνει και προσφέρει καθόλη τη διαδρομή του, μικρές, υπόγειες ανατροπές. Σε αφήγηση, σε χαρακτήρες και, τελικά, σε περιεχόμενο.
Με έναν περίεργο τρόπο, το ‘Frantz’ παραδίδει τόσο την ασφάλεια που περιμένει κανείς κοιτώντας το από μακριά, αλλά και την ικανοποίηση του διαφορετικού. Είναι ακριβώς το είδος του ακαδημαϊκού κοινωνικού φιλμ εποχής, που θα περίμενε κανείς ότι θα έκανε ένας σκηνοθέτης σαν τον François Ozon. Υπό την έννοια πως δεν μοιάζει πάρα πολύ με ό,τι κι αν περίμενες από αυτό. Ούτε βαρετό, ούτε προβλέψιμο, ούτε ανίερο.
Καλό, στιβαρό, όμορφο σινεμά εποχής, με ουσιαστικές επεκτάσεις στο σήμερα περί ανθρώπινης σύνδεσης, συγχώρεσης και ανοχής. Από τις ταινίες που χαίρεσαι να βρίσκονται εκεί έξω. Διαχρονικά.
ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΗ