Στο ‘Good Time’ o Robert Pattinson ζει το δικό του ‘Drive’
- 25 ΜΑΙ 2017
O Robert Pattinson θα έρθει στην Αθήνα για την πρεμιέρα της ταινίας ‘Good Time’, η οποία βγαίνει στις αίθουσες στις 23 Νοεμβρίου από την Feelgood. Αυτή είναι η πρώτη μας αντίδραση για την ταινία μετά την παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Καννών:
***
Πριν καν πέσουν οι τίτλοι αρχής έχουμε παρακολουθήσει ήδη μια απολαυστική σεκάνς ληστείας και διαφυγής, γεμάτη νευρώδη κοντινά πλάνα, ένα μουσικό score που απαντά στο ερώτημα ‘πώς θα ακούγονταν οι Tangerine Dream αν ήταν κάπως αγχωμένοι;’, και χρώματα, πολλά χρώματα.
Κυριολεκτικά το εννοώ αυτό, μια παγίδα από την οποία προσπαθούν να γλιτώσουν τα δύο αδέρφια ληστές που ακολουθούμε σε αυτό το πρώτο μέρος της ταινίας, είναι η έκρηξη κόκκινου χρώματος σε όλο τους το σώμα- το αποτέλεσμα είναι να παρακολουθούμε δυο απόκοσμα νέον φιγούρες να τρέχουν στον ανοιχτό δρόμο να διαφύγουν, σαν κυριολεκτικές πινελιές στο κάδρο.
Τα δύο αδέρφια Νίκα (αλήθεια), είναι ο Connie του Robert Pattison κι ο Nick του Ben Safdie, o οποίος μαζί με τον αληθινό του αδερφό Joshua είναι οι συνδημιουργοί της ταινίας. Οι Safdie μας έδωσαν πριν λίγα χρόνια το πολύ δυνατό indie ‘Heaven Knows What’ και η προαγωγή τους στο Διαγωνιστικό του Φεστιβάλ Καννών (με αυτό το φιλμ που χρηματοδοτήθηκε από το Hercules Fund του Πάρι Κασιδόκωστα-Λάτση) είναι έτσι κι αλλιώς καλοδεχούμενη, πόσο μάλλον με ένα crime drama τόσο ακαταμάχητα δυναμικό, βρώμικο, χρωματιστό.
Στα 100 της λεπτά η ταινία ακολουθεί κατά βάση τον χαρακτήρα του Pattinson καθώς προσπαθεί να ξεφύγει μαζί με τον αδερφό του, μπλέκοντας από τη μια αδιέξοδη κατάσταση στην επόμενη, στη διάρκεια μιας φρικτής νύχτας, γεμάτης κινούμενα χρώματα, από ένα τα φώτα σε ένα σκοτεινό διαμέρισμα μέχρι ένα λούνα παρκ που φωτίζεται στη μέση της νύχτας. Είναι σα να βλέπεις το ‘After Hours’ του Scorsese και το ‘Drive’ να έχουν μαζί εμπνεύσει μια παντελώς προσγειωμένη στο δρόμο ανεξάρτητη crime περιπέτεια γυρισμένη σα να χτυπήθηκε από ηλεκτρισμό. Μπορώ ήδη να φανταστώ την καλτ αγάπη για αυτό στο μέλλον.
Ο Pattinson είναι φανταστικός στο ρόλο του ληστή τράπεζας που τρέχει σε όλη την ταινία χωρίς να έχει ιδέα πού θα βρεθεί μετά, αλλά αυτό δεν είναι καμία τρομερή έκπληξη. Έχει παίξει David Cronenberg, έχει παίξει James Gray, χτίζει ήδη μια αξιοπρόσεκτη μετά-’Twilight’ καριέρα. Πολύ συχνά, όποτε κάποιος εκ των Pattinson-Stewart κάνει κάτι ενδιαφέρον (που δηλαδή συνεχώς κάνουν κάτι ενδιαφέρον οι δυο τους πλέον), φαντάζομαι πως θα ήταν ωραία να κάνουν ένα catch-up μία στο τόσο και να διασκεδάζουν με τις καριέρες τους. Cronenberg o ένας, Assayas η άλλη. Κάννες ο ένας, Κάννες κι η άλλη. Κι επειδή επιλέγουν κι οι δύο τους όχι προφανείς, φωναχτές εμπορικές ή πρεστιζάτες οσκαροταινίες, είναι πολύ εύκολο για κάποιον να περάσει τελείως κάτω από το ραντάρ του το γεγονός πως οι δύο νεαροί πρωταγωνιστές του ‘Twilight’, έχουν πάρει τη φήμη και την όποια ισχύ κέρδισαν από εκείνο το franchise, και το έχουν μετατρέψει σε δύο πραγματικά συναρπαστικές καριέρες.
ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ
Το PopCode στος 70ό Φεστιβάλ Καννών
Το ‘Good Time’ λοιπόν ταιριάζει γάντι σε αυτό το μοτίβο για τον Pattinson. Εδώ δεν τσαλακώνει ακριβώς την εικόνα του, παρά περισσότερο σε κάνει να ξεχάσεις ότι τον έχεις μπροστά σου, το οποίο δεν είναι εύκολο. Δίνεται πλήρως σε ένα ρόλο που τον έχει σχεδόν και για τα 100 λεπτά της ταινίας σε πρώτο πλάνο, βάφει τα μαλλιά του, κρύβεται, αλλάζει ρούχα, φωνάζει, ερωτοτροπεί, πανικοβάλλεται, οργίζεται, ορμά. Είναι μια απόλαυση.
Η ταινία, δίχως θεματικά να ξεφεύγει από γνώριμα μονοπάτια των ταινιών είδους, τολμά παρόλαυτά να προσεγγίζει τους σχετικούς κανόνες με μια πιο βρώμικη, επιθετική διάθεση. Ακόμα και σε στιγμές που νιώθεις πως το φορμάτ της ακολουθίας των επεισοδίων μες στην ίδια νύχτα τεστάρει το ρεαλισμό του τι μπορείς να αποδεχτείς, ο φρενήρης ρυθμός δε σε αφήνει να αμφισβητήσεις τίποτα.
Παράλληλα, παρότι μιλάμε για ένα φιλμ εντελώς γραμμικό και σαφές στο τι κάνει και πώς, οι Safdie καταφέρνουν και το γεμίζουν στα περιθώρια με ενδιαφέρουσες φιγούρες και τα περιβάλλοντά τους: ένα φτωχό σπίτι με ένα κορίτσι που ουσιαστικά φροντίζει για όλα, ένας μικροεγκληματίας που μοιάζει να έχει ξεφύγει από το δικό του χαοτικό b-movie, όλα μοιάζουν να προέρχονται από κάπου χτίζοντας έτσι κάτι ευρύτερο, δίνοντας βαρύτητα στα πάντα.
Ειδικά, μάλιστα, από τη στιγμή που οι μικρές αυτές ψηφίδες σχηματίζουν μια εικόνα λεπτοδουλεμένης κοινωνικής ακτινογραφίας. Ο χαρακτήρας του Pattinson ας πούμε, τον οποίον η ταινία σε μια εκπληκτική ένδειξη εσωτερικής συνέπειας, δεν κοιτάζει ποτέ με ηρωική ή συμπαθητική ματιά, αποτελεί μια εντυπωσιακή ενσάρκωση του λευκού κοινωνικού προνομίου. Εκμεταλλεύεται ή δρα καταστροφικά απέναντι σε ό,τι άνθρωπο βρεθεί στην τροχιά του, δίχως να μοιάζει όχι απλά να νοιάζεται, αλλά να το αντιλαμβάνεται.
Ενοχοποιεί τον μαύρο φύλακα του λούνα παρκ δρώντας με τη βεβαιότητα πως κανείς δε θα αμφισβητήσει ποιος απ’τους δυο τους βρίσκεται στη σωστή πλευρά του νόμου, ενώ σεξουαλικοποιεί χυδαία και αναίτια ένα μαύρο κορίτσι 16 χρονών. “Μοιάζεις μεγαλύτερη,” της λέει, την ώρα που η κάμερα την αποτυπώνει ξεκάθαρα ως μικρό κοριτσάκι. Αργότερα στην ταινία, αστυνομικοί την θεωρούν ύποπτη για συνεργεία στη ληστεία, αυτό, το 16χρονο κορίτσι.
Και σε όλη αυτή την σκοτεινά ηλεκτρισμένη διαδρομή νέον νιχιλισμού, η κόλαση για τον λευκό, κυνικό παράνομο, δεν είναι παρά μια ακολουθία επεισοδίων σε φτωχές περιοχές. (Παράλληλη σκέψη: Στο σινεμά των ’60s και των ’70s οι παράνομοι ήταν γοητευτικοί ήρωες, σήμερα αποτυπώνονται όλο και περισσότερο με μια αύρα νιχιλισμού και απόγνωσης. Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος σε αυτά τα πράγματα, υπάρχει μόνο αποτύπωση της κοινωνίας στη μαζική μας διασκέδαση.)
Κρίμα που ο ελληνικός τίτλος της ταινίας δεν είναι ‘Καλή Φάση’, γιατί πραγματικά αυτό είναι.
*Το ορίτζιναλ άρθρο από το Φεστιβάλ των Καννών έχει εμπλουτιστεί ενόψει της κυκλοφορίας της ταινίας στις αίθουσες την Πέμπτη 23 Νοεμβρίου.
ΚΙ ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΤΟ ‘GOOD TIME’