Φωτογραφίες: Yannis Drakoulidis/Courtesy of A24
REVIEWS

Στο Queer ο Daniel Craig δίνει την ερμηνεία της καριέρας του

Ο Daniel Craig δίνει την ερμηνεία της ζωής του στο Queer, που θα τον οδηγήσει αναμφίβολα ως τα Όσκαρ.

Το Queer βασίζεται στη ζωή ενός εκ των συγγραφέων της Beat γενιάς, του William S. Burroughs, ο οποίος είχε μόλις είχε αρχίσει να ταρακουνάει τις λογοτεχνικές συμβάσεις όταν είχε εγκαταλείψει το σπίτι του στις Η.Π.Α. τη δεκαετία του 1950 για να περιπλανηθεί στην Πόλη του Μεξικό ως ομογενής σε αναζήτηση έμπνευσης και διαθέσιμων νεαρών αντρών.

Δραπέτευε τότε και από μία κατηγορία ανθρωποκτονίας επειδή είχε προσπαθήσει να πυροβολήσει ένα ποτήρι που βρισκόταν πάνω στο κεφάλι της συζύγου του, της Joan Vollmer, σκοτώνοντάς της κατά λάθος.

Στο Queer ο χαρακτήρας του Daniel Craig που έγραψε ο Burroughs ως υποκατάστατό του ονομάζεται William Lee. Είναι το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε ο συγγραφέας τον πρώτο καιρό που έγραφε, πριν γίνει γνωστός με το Junkie και το σουρεαλιστικό αριστούργημά του Naked Lunch. Το Queer όμως, που προέκυψε ενδιάμεσα στα δύο αυτά έργα, παραμένει το πιο οικείο και ανεξίτηλο αυτοπορτρέτο του, με τον Craig απολύτως κυριευμένος από τον χαρακτήρα.

Η ερμηνεία του φαίνεται να ξεριζώνεται μέσα από τα σωθικά του. Είναι μαγευτικός ως Lee, καθώς περιπλανιέται από συνεδρίες κακόβουλου κουτσομπολιού, σε σαρκικές συναντήσεις, σε ψυχεδελικά μεγαλεία. Είναι εύκολο να γοητευτείς από τη χαρισματικότητά του, συμπεριλαμβανομένου ενός γλυκύτατου σεξαπίλ που γίνεται λιγότερο τρομακτικό από την τάση του για χαζοβιολιά.

Τον συναντάμε σε ένα μπαρ όπου κάνει cruising και, καθώς μιλάει με τον φίλο του (έναν επίσης κατειλημμένο Jason Schwartzman ως Allen Ginsberg), το βλέμμα του κλειδώνει σε έναν νεαρό άγνωστο που τον κάνει κάθιδρο μέσα στο λινό κοστούμι του.

Queer

Ο ξένος είναι ο Eugene Allerton. Παιγμένος με σαγηνευτική επιφυλακτικότητα από τον Drew Starkey (Outer Banks), ο Gene έχει αέρα μοντέλου, μία απόμακρη γοητεία στην οποία ο Lee δεν μπορεί να αντισταθεί, ένα στωικό, συναρπαστικό χάρισμα ως αντικείμενο του πόθου. Καθώς ο Allerton κινείται ανάμεσα στη σαγήνη και την αδιαφορία, ο Starkey ταιριάζει με την έμπειρη αυτοπεποίθηση του Craig και αποδεικνύεται ένα εκπληκτικό νέο ταλέντο.

Το να βλέπεις τον Lee να προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή του Gene με βαθιές υποκλίσεις και αδέξιες χορευτικές κινήσεις γίνεται συγκλονιστικό. Ο έρωτας είναι συχνά ταπεινωτικός, και αντιλαμβάνεσαι πως δεν του είναι άγνωστο να ντροπιάζει τον εαυτό του μπροστά στους εραστές του.

Queer

Οι δύο άντρες αναπτύσσουν μία σχετικά μονόπλευρη σχέση ανεκπλήρωτου πάθους, με τον Lee να προσφέρει στον Gene ένα ταξίδι στη Νότια Αμερική με όλα τα έξοδα πληρωμένα ως κίνητρο, ζητώντας από αυτόν «να είναι καλός μαζί του» για λίγες ημέρες την εβδομάδα.

Ο Lee στην πραγματικότητα όμως ζητάει και κάτι περισσότερο από σεξ. Θέλει μια τηλεπαθητική κατανόηση του τι σκέφτεται και τι αισθάνεται ο Gene. Η οδός προς αυτή την κατεύθυνση είναι ένα ναρκωτικό που βρίσκεται στις ζούγκλες του Εκουαδόρ, με τη μορφή ενός παραισθησιογόνου που ονομάζεται yagé, ή αλλιώς ayahuasca, το οποίο μόνο μία εκκεντρική Αμερικανίδα βοτανολόγος, η Dr. Cotter, μπορεί να παρέχει.

Οι άντρες θα διασχίσουν κυριολεκτικά τη ζούγκλα για να πείσουν την Lesley Manville να τους δώσει ayahuasca αντί να πάνε σε ψυχοθεραπεία κ.λπ. Η Manville είναι αγνώριστη στον ρόλο, παίζοντας την επιστημόνισσα με τρόπους πολύ άγριους και παράξενους για να τους προδώσω. Αυτό που κάνει είναι, ειλικρινά, θεοπάλαβο.

Queer

Επίσης θεοπάλαβο είναι το γεγονός ότι την ίδια χρονιά που ο Luca Guadagnino μας χάρισε το ερωτικό τρίγωνο υψηλών οκτανίων του Challengers, μας δίνει και το Queer (οι ταινίες κυκλοφόρησαν εντός ίδιας σεζόν στις Η.Π.Α., με μικρή καθυστέρηση Ελλάδα). Και οι δύο ταινίες γράφτηκαν από τον Justin Kuritzkes, και αμφότερες είναι τολμηρές εξερευνήσεις της αγάπης, του πόθου και της λαχτάρας, με φορτισμένες ερωτικές σκηνές ως σημεία στίξης. Και όμως, είναι εντελώς ανόμοιες.

Το Challengers είναι μία ιστορία αγάπης δια τρία, που πηγαινοέρχεται στο χρονοδιάγραμμά της κρατώντας το κοινό σε εγρήγορση, όπως ακριβώς και το τρίο του που παίζει τένις. Το Queer είναι ένα νωχελικό ταξίδι που ελίσσεται μέσα από φλερτ, σεξ, ονειρικές σεκάνς και ηθελημένα αναχρονιστική μουσική που χαρτογραφεί έναν ανολοκλήρωτο, ουσιαστικά, έρωτα.

Είναι ένα θαύμα ταινίας που μοιάζει να είναι ακριβώς αυτό που θέλει να είναι, όμως τελικά δεν ικανοποιεί. Ίσως να είναι και αυτό πρόθεσή της;

Queer

Το τελευταίο τμήμα του Queer εκτροχιάζεται, αφήνοντας ένα οπτικό χάος στη θέση της διαφώτισης (κανένας υπαινιγμός εδώ για τον απίστευτο Ταϊλανδό διευθυντή φωτογραφίας Sayombhu Mukdeeprom που κάνει εκθαμβωτική δουλειά εδώ – και πάντα – σε soundstages της Ρώμης). Ακόμη κι έτσι όμως, οι στιλιστικές επιλογές που κάνει η καλειδοσκοπική κάμερα του Guadagnino σε ολόκληρο το Queer είναι πάντοτε πιο ελκυστικές από την ίδια την κεντρική ιστορία, όσο κι αν προσπαθεί ανεπιτυχώς ο σκηνοθέτης να της δώσει άλλη πνοή.

Έχει αποφασίσει να εξευγενίσει τον κινηματογραφικό Lee σε σχέση με το αρχικό κείμενο, σαν να προσπαθεί να τον σώσει από τον ναρκισσιστικό αλλά και γεμάτο αυτοαπέχθεια τόνο στον οποίο έγραψε ο Burroughs καθώς περίμενε τη δίκη για την ανθρωποκτονία της Vollmer. Αντί για μία βρώμικη ιστορία παράνομης εμμονής και εσωτερικευμένου μίσους, έχουμε μία τραγωδία που αποδίδει ποιητικά την γκέι επιθυμία. Όμως το Queer θέλει να ακολουθήσουμε τον Lee στον αγώνα του για μία αγάπη που μοιάζει με ψευδαίσθηση. Όταν πέφτουν οι τίτλοι τέλους, νιώθεις ότι ζήτησε πολλά.

Το Queer κυκλοφορεί στις αίθουσες από τη Spentzos Film.