Στο “Χάρι Πότερ και οι Κλήροι του Θανάτου – Μέρος 2”, ο Μεσσίας επιστρέφει για τελευταία φορά στο Χόγκουαρτς
Αυτό το καλοκαίρι δεν θα έχει νέα μπλοκμπάστερ. Γι’αυτό ταξιδεύουμε στο παρελθόν και θυμόμαστε τα αγαπημένα μας των περασμένων δεκαετιών.
- 19 ΑΠΡ 2020
Το ένα μετά το άλλο, τα μεγάλα χολιγουντιανά στούντιο αναβάλουν τις μεγάλες τους εμπορικές κυκλοφορίες αυτού του καλοκαιριού λόγω του κορονοϊού. Αφού φέτος δεν θα έχουμε νέα καλοκαιρινά μπλοκμπάστερ, εμείς θυμόμαστε τα αγαπημένα μας από τα περασμένα καλοκαίρια. Σήμερα, η τελευταία ταινία στην κινηματογραφική μεταφορά των βιβλίων Χάρι Πότερ, και η (πασχαλινά επίκαιρη!) τελική μάχη του Χάρι με τον Βόλντεμορτ.
Ένα franchise-φαινόμενο σε ένα φινάλε χωρισμένο στα δύο. Μια μάχη για τη σωτηρία του μαγικού κόσμου. Χαρακτήρες πεθαίνουν δραματικά ή και (σχεδόν) εκτός οθόνης. Μια τελική αναμέτρηση και ένας πολυσυζητημένος επίλογος. Η ιστορία της Τζ. Κ. Ρόουλινγκ δανείστηκε από πολλές εμβληματικές saga της εποχής μας (και όχι μόνο) φτάνοντας τελικά στη μεγάλη οθόνη με έναν, αν όχι σπουδαίο, σίγουρα ικανοποιητικό τρόπο. Για ένα έπος 7 βιβλίων και εκατομμυρίων ετοιμοπόλεμων φανς, αυτό ήταν από μόνο του ένας κάποιος θρίαμβος.
Η ταινία
Ο πολυσυζητημένος χωρισμός της τελευταίας ταινίας σε 2 μέρη άφησε το τελευταίο κεφάλαιο της saga σε ένα περίεργο σημείο και ταυτόχρονα σηματοδότησαν το τελικό βήμα μεταμόρφωσης αυτού του franchise. Οι πρώτες 4 ταινίες της σειράς, είτε καλές είτε όχι, είχαν σε κάθε περίπτωση έναν χαρακτήρα κινηματογραφικής μπουτίκ. Αν όχι στο βαθμό ενός “Mission: Impossible” ή ενός “Alien” saga, σε κάθε περίπτωση ήταν ταινίες που άφηναν να φανεί μια κάποια ξεχωριστή υπογραφή πάνω τους. Οι σκηνοθέτες δεν είχαν τρομερά πολλά να κάνουν μιας και σε γενικές γραμμές η μεταφορά υπήρξε από την πρώτη στιγμή σχεδόν απόλυτα πιστή, όμως ο Κολόμπους μετέδωσε την αίσθηση ενός μαγικού αντικειμένου που ένα παιδί κοιτά με γουρλωμένα μάτια, ο Κουαρόν εντόπισε τις στιγμές λυρισμού και ανθρωπιάς μες στον χαμό και ο Μάικ Νιούελ αναζήτησε τον άναρχο πανικό της εφηβείας. Πρώτα και κύρια σημασία είχε η ‘σωστή απόδοση’, όμως υπήρχε εκεί πάντα ένας -διαφορετικός- σκηνοθέτης.
Όταν ο Ντέιβιντ Γιέιτς ανέλαβε τη σειρά από την 5η ταινία εξελίχθηκε σχετικά άμεσα σε αυτό, σειρά, με αποκορύφωμα το “διπλό φινάλε”. Οι δικές του συνεισφορές, καθώς συνέπεσαν με τη σαφή σκοτεινή στροφή του 5ου βιβλίου, χαρακτηρίζονται φυσικά από μια δική τους ξεχωριστή αίσθηση, με πολύ πιο σκοτεινές παλέτες και μεγαλύτερη έμφαση στην πλοκή. Αυτό το διπλό φινάλε ήταν μια φυσική κορύφωση αυτής της κατεύθυνσης. Πριν η Marvel αρχίσει να βγάζει κυκλοφορίες που ήταν περισσότερο επεισόδια παρά ταινίες, το “Harry Potter” το έκανε ξεκάθαρα: Έκοψε το τελευταίο βιβλίο στα δύο, μαζεύοντας στο πρώτο μέρος όλο μα όλο το set-up και αφήνοντας για το δεύτερο μέρος όλη μα όλη τη δράση. Είναι πραγματικά σαν τηλεοπτικής λογικής season finale!
Παραμένει φυσικά μια εξαιρετικά αποτελεσματική δουλειά. Όλες αυτές οι ταινίες στηρίζονταν πάντα στη συνεργασία σπουδαίων τεχνιτών ώστε το αποτέλεσμα να είναι το πιο εντυπωσιακό cosplay που μπορούσε να φανταστεί άνθρωπος, και αυτή η τελευταία ταινία (γυρισμένη ως μία και κομμένη αργότερα στα δύο) δεν ήταν εξαίρεση, από τον σπουδαίο διευθυντή φωτογραφίας Εδουάρδο Σέρα του Κλοντ Σαμπρόλ και του “Wings of the Dove” μέχρι τον θρυλικό συνθέτη Αλεξάντερ Ντεσπλά να δημιουργούν μια ατμόσφαιρα ανάμεσα στην απόγνωση και την ελπίδα. Επιπλέον, το ίδιο το πρωτογενές υλικό είναι τόσο δυνατό που και μόνο μια κυριολεκτική του απόδοση θα είχε πάντα ως αποτέλεσμα κάτι συναρπαστικό.
Η μάχη του Χόγκουαρτς πάντα είχε ένα χαρακτήρα διεκπεραιωτικό ως προς τον μηχανισμό της πλοκής όμως οι στιγμές χαρακτήρων και η κορύφωση μιας τόσο πολυεπίπεδης μυθολογίας κρατούσαν τους αναγνώστες (και τους θεατές) καθηλωμένους. Κάθε επιλογή μοιάζει τρομερά συνειδητή και φτάνει πίσω στην εισαγωγή χαρακτήρων και ιδεών από πολλά βιβλία πριν, από τον ηρωισμό του Νέβιλ στον απίστευτα σκληρό off screen (στο βιβλίο) θάνατο του Λούπιν και της Τονκς.
Και μέσα σε όλα υπάρχει φυσικά η μεγάλη μάχη του καλού με το κακό, η ελπίδα μες στο σκοτάδι, το Χάρι εναντίον Βόλντεμορτ της όλης υπόθεσης. Με θυσίες, με διπλούς πράκτορες, με αναστάσεις, με αυταπάρνηση, με προφητείες, μια κορύφωση που τα είχε όλα, μέχρι και σαφείς βιβλικές παραλλήλους: Στο πρώτο μέρος ο Χάρι (φυσικά με στήριξη φίλων κ συμμάχων, γιατί δεν πολεμάει μόνος του) βρίσκει τον εαυτό του περπατώντας όχι σε έρημο αλλά σε ένα επικίνδυνο δάσος, και εδώ επιστρέφει έτοιμος να κοιτάξει το κακό στα μάτια και να θυσιαστεί για να σώσει τους ανθρώπους. Κυριολεκτικά το κάνει, by the way, θυσιάζεται και επιστρέφει για να σκορπίσει το κακό. Έτσι κι αλλιώς σε επίπεδο αρχετύπων η saga πάντα δανειζόταν μεσσιανικά σύμβολα, από την Αγία Τριάδα του Χάρι, του Ντάμπλντορ και του φοίνικα Φωκς μέχρι την ίδια τη γένεση του μεγάλου κακού Βόλντεμορτ που πήρε το στραβό δρόμο ύστερα από το σχίσμα με τον Ντάμπλντορ.
Η ταινία τελικά καταφέρνει με αποτελεσματικό τρόπο και χωρίς να γίνει βαρετή ή επαναλαμβανόμενη, να λύσει πλοκές και διαδρομές χαρακτήρων χτισμένες στη διάρκεια χρόνων, μέσα από τη φωτιά μιας επιβλητικής μάχης, κατασκευασμένης πάνω σε συναισθηματικά beats παρά οτιδήποτε άλλο. Στη διάρκεια των ‘10s το μπλοκμπάστερ σινεμά θα κατασκευαζόταν όλο και περισσότερο ως τηλεόραση, αλλά το καλοκαίρι του 2011, το 8ο φιλμ “Harry Potter” κατάφερε να αποτελέσει ένα κινηματογραφικότατο series finale.
Το ταμείο
Φτάνοντας με φόρα σε ένα τόσο πολυαναμενόμενο φινάλε, το τελευταίο φιλμ του franchise σάρωσε μια σειρά από box office ρεκόρ της εποχής του. Κατά την κυκλοφορία του είχε το μεγαλύτερο άνοιγμα τριημέρου σε Αμερική ($169 εκ.) και παγκοσμίως ($483 εκ.), όπως και την μεγαλύτερη μεμονωμένη μέρα στην ιστορία του Αμερικάνικου box office ($91 εκ,). Ο ενθουσιασμός και οι repeat θεάσεις των φανς που προφανώς από ένα σημείο και μετά έφερναν στο σινεμά όποιον άνθρωπο ήξερα και δεν ήξεραν, μετέτρεψαν το φιλμ στο 9ο στην ιστορία που ξεπερνούσε το 1 δις. παγκόσμιων εισπράξεων, φτάνοντας εκεί στον αριθμό-ρεκόρ των 19 μόλις ημερών.
Το να φτάσει κανείς στη γραμμή του τερματισμού με τόση δυναμική ύστερα από 8 ταινίες δεν είναι το πιο προφανές πράγμα του κόσμου- αν ήταν θα πετύχαιναν κι άλλοι με ευκολία, όμως ο τρόπος που ξεφουσκώνουν τα περισσότερα franchise δείχνουν πόσο δύσκολο ήταν αυτό που πέτυχε εδώ η Warner και ο Γιέιτς (και αργότερα θα τελειοποιούσε η Marvel). Η ταινία εκτός του box office είχε να επιδείξει την σχεδόν καθολική αποδοχή της κριτικής, όπου ακόμα και οι πιο αδιάφοροι κριτικοί κάπως παραδέχονταν αυτό που είχε φτιαχτεί, φτάνοντας τελικά και σε 3 υποψηφιότητες Όσκαρ.
Ένα τόσο θριαμβευτικό φινάλε είχε φυσικά μια απολύτως αναμενόμενη συνέπεια: Το franchise μεταλλάχθηκε και συνεχίστηκε επειδή Αυτοί Είναι Οι Κανόνες. Κι αν ευτυχώς η Ρόουλινγκ πάντα ήταν προστατευτική απέναντι στο δημιούργημά της, αρνούμενη να συνεχίσει την ιστορία των βιβλίων, το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι, ειδικά αν το παλικάρι είναι και μάγος: Το franchise των “Μαγικών Πλασμάτων” πήρε το χρίσμα της Warner και επεκτείνει το brand του “μαγικού κόσμου του Χάρι Πότερ”, φυσικά με πολύ μικρότερη (και όοοολο και μικρότερη) επιτυχία.
Η κριτική
Πάμε για κάτι διαφορετικό. Μαρκ Κερμόουντ στο BBC, μιλάει για την ταινία κατά την κυκλοφορία της. «Έκανε πολύ καλή δουλειά στο να μην με απογοητεύσει και στο να μην έχει απογοητευτική κλιμάκωση.»
Η σκηνή
Με όλο το σεβασμό στην ταινία 7Β, θα πάμε με κάτι από την 7Α γιατί είναι μάλλον η διασημότερη και πιο απλά ανθρώπινη σκηνή αυτής της διλογίας, με τον Χάρι και την Ερμιόνη να αγκαλιάζονται και να χορεύουν Νικ Κέιβ στην πιο δύσκολη και σκοτεινή στιγμή τους. Είναι υπέροχο.
Το trivia
Η ταινία αρχικά επρόκειτο να γυριστεί και κυκλοφορήσει ως ένα φιλμ αλλά ο executive producer Λάιονελ Γουίγκραμ πρότεινε λόγω “δημιουργικής αναγκαιότητας” να χωριστεί στα δύο. Όταν λέμε “δημιουργική αναγκαιότητα” φανταστείτε τη φράση να τη λέει ο Dr. Evil κάνοντας εισαγωγικά στον αέρα με τα χέρια του. Ο παραγωγός Ντέιβιντ Χέιμαν αρχικά διαφώνησε αλλά αφού ξαναδιάβασε το βιβλίο συμφώνησε πως η “αναγκαιότητα” ήταν όντως πάρα πολύ “δημιουργική” και “συζήτησαν” με τον σεναριογράφο Στιβ Κλόβις για να του “εξηγήσουν”.
Το τελευταίο βιβλίο της Ρόουλινγκ ήταν όντως πολύ πυκνό αλλά ο χωρισμός στα δύο δεν βοήθησε ιδιαίτερα τη δημιουργική πλευρά- η ταινία 7Α πάσχει καθώς αποτελεί σε μεγάλο βαθμό ένα τεράστιο set-up αφήνοντας την 7Β ως μια εκτεταμένη σκηνή μάχης. Τουλάχιστον εδώ το αποτέλεσμα δεν πέφτει ποτέ κάτω από το αξιοπρεπές, καθώς υπάρχουν πολλές πλοκές και χαρακτήρες ώστε να μπορεί να γεμίσει μια τέτοια φιλμική διάρκεια. Όμως αυτή η “δημιουργική αναγκαιότητα” απέφερε ένα έξτρα γλυκό δις. στη Warner οπότε ξαφνικά τα επόμενα χρόνια κάθε άλλο young adult franchise ένιωθε την ίδια αναγκαιότητα, δημιουργικά πάντα μιλώντας, κόβοντας τελευταίες ταινίες στα 2. Το 4Α του “Twilight” έχει 30-40 λεπτά με τον Έντουαρντ και τη Μπέλα να περνάνε φίνα στο μήνα του μέλιτος. Το 3Α του “Hunger Games” είναι ξερό exposition και set-up με τους ηθοποιούς να παλεύουν με τις λέξεις. Για τα “Χόμπιτ” που διαρκώς πολλαπλασιάζονταν ας μη μιλήσουμε.
Το trend αυτό έληξε τελικά με τον πιο δίκαιο τρόπο: Το “Divergent” ανακοινώθηκε πως θα ακολουθούσε την ίδια τακτική αλλά το πρώτο “μισό” της τελευταίας ταινίας πήγε τόσο άσχημα στο box office και το ενδιαφέρον ήταν πλέον τόσο μηδαμινό, που το τελευταίο μισό αρχικά μεταφέρθηκε για την τηλεόραση (ως τηλεταινία που μετέπειτα θα οδηγούσε σε spin-off σειρά) και τελικά ακυρώθηκε τελείως. Τo trend των τελευταίων ταινιών Α και Β ευτυχώς δεν χρειαζόταν κανένα horcrux για να πεθάνει.
Ο χαρακτήρας
Ο Σνέιπ είναι ο πιο συναρπαστικός χαρακτήρας της σειράς γιατί είναι πάρα πολύ ηρωικός και είναι πάρα πολύ δυσλειτουργικός και αυτά συνυπάρχουν μέσα του. Τα κάνει όλα για εφηβικό του κόλλημα χωρίς αυτό φυσικά να αναιρεί το πόσο αγνά απεχθάνεται τον ίδιο τον Χάρι και τελικά παίζει σε αυτή την τελική στροφή, κρίσιμο ρόλο στο να μπορέσει “το αγόρι που έζησε” να γίνει “το αγόρι που έζησε, ξανά”. Το ότι ο Σνέιπ ήταν διπλός πράκτορας δεν εξέπληξε τους αναγνώστες βάσει της εξέλιξης στα περασμένα βιβλία, όμως ο χειρισμός του θανάτου και της εξιλέωσής του είναι γραμμένος με τόση δύναμη και συνέπεια που δεν έμεινε ούτε πέτρα ασυγκίνητη. Κι αυτό οφείλεται και στην Ρόουλινγκ, και στον Άλαν Ρίκμαν και τον τρόπο που απέδωσε τον χαρακτήρα.
Η καριέρα
Δεδομένα, έχοντας υπάρξει κεντρικό πρόσωπο σε ένα τόσο τεράστιο φαινόμενο, θα είναι δύσκολο για κάθε ηθοποιό να προχωρήσει, ειδικά τα παιδιά που ουσιαστικά πέρασαν μια δεκαετία σε αυτά τα ρούχα. Ο Ντάνιελ Ράντκλιφ θα είναι πάντα ο Χάρι Πότερ και φυσικά η Έμμα Γουώτσον θα είναι πάντα η Ερμιόνη. Αλλά ακόμα και το γεγονός ότι η Γουώτσον, που δεν είναι και ιδιαίτερα καλή ηθοποιός, μπόρεσε να χτίσει μια καριέρα κι ένα όνομα ανεξάρτητο από το franchise του Harry Potter, είναι αρκετά εντυπωσιακό. 2 χρόνια μετά το τέλος της saga, πρωταγωνίστησε στο υποτιμημένο “Bling Ring” της Σοφία Κόπολα κι από τότε μέχρι το φετινό “Little Women” της Γκρέτα Γκέργουιγκ ψάχνεται δημιουργικά και δε μοιάζει να αρκείται στο να είναι για πάντα η Ερμιόνη από το “Χάρι Πότερ” (ακόμη κι αν θα είναι).