Tα ‘καθάρματα’ του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
- 12 ΝΟΕ 2014
Τέτοιο τσουνάμι με ταινίες σχετικά με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (βλέπε Fury, Unbroken-αυτό που σκηνοθετεί η Jolie και The Imitation Game-αυτό με τον Benedict Cuberbatch ως τον μαθηματικό που σπάει τον κώδικα των Γερμανών) έχουμε να ‘λουστούμε’ από το 1999. Όταν είχαν δηλαδή κυκλοφορήσει μαζί τα Saving Private Ryan, The Thin Red Line και Life is Beautiful. Εμείς πάντως κάνουμε focus στα καθάρματα. Είτε έρχονται σε δωδεκάδες, είτε είναι σόλο.
Η καλύτερη του είδους
Τα Schindler’s List, Saving Private Ryan και Bridge on the River Kwai είναι ασυζητητί από τις καλύτερες ταινίες για τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο που έχουν ποτέ φτιαχτεί (όπως, αντίστοιχα, το Pearl Harbor είναι από τις χειρότερες).
Όπως επίσης το The Great Escape με τον Steve McQueen είναι η πιο κουλ, το Life is Beautiful από τις πιο συγκινητικές, το Escape to Victory με τους Stallone, Caine και Pele η πιο διασκεδαστική και το Downfall με τον Χίτλερ στα τελευταία του εκείνη που γέννησε τις καλύτερες παρωδίες.
Ωστόσο καμία δεν είναι στην λίστα μας. Είπαμε, εμείς ψάχνουμε για καθάρματα. Για αυτό και ως καλύτερη ανακηρύσσουμε το εντελώς hardcore Cross of Iron (1977) του Sam Peckinpah. Μια ταινία που είχα λιώσει μεγαλώνοντας, μαζί με τις υπόλοιπες του θρυλικού ‘πιο τεστοτερόνη πεθαίνεις’ σκηνοθέτη (αυτή είναι η μοναδική πολεμική που έχει φτιάξει-ο μύθος λέει ότι ήταν συνεχώς σκνίπα). Το ίδιο που έκανε και ο Quentin Tarantino ο οποίος έχει δηλώσει ότι αυτή είναι η ταινία που ενέπνευσε ρέπλικες όπως το αρχικό Inglorious Basterds το οποίο μετά εκείνος πήρε και ξανάφτιαξε.
Συγκλονιστικός ο James Coburn ως ο Γερμανός λοχίας που προσπαθεί να γυρίσει σώος και αβλαβής (εκείνος και η ομάδα του) πίσω από την κόλαση του ανατολικού μετώπου μετά την χυδαία προδοσία του -αποφασισμένου να κερδίσει μετάλλιο- δειλού αριστοκράτη αξιωματικού Maximillian Schell.
Αξέχαστη η σκηνή που ένας από τους φαντάρους του υποχρεώνει μια Ρωσίδα να του κάνει στοματικό. Εκείνη τον δαγκώνει και του τον κόβει. Και μετά ο Coburn αφήνει τις υπόλοιπες να τον λιντσάρουν. Ναι, το παλικάρι είχε μια εντελώς δικιά του αίσθηση δικαιοσύνης.
Και μιας και μιλάμε για Γερμανούς που υποφέρουν, ευκαιρία να αναφέρουμε και το -επίσης συγκλονιστικό- Das Boot του 1981. Μια γερμανική παραγωγή σχετικά με το πλήρωμα ενός γερμανικού υποβρυχίου, ενός από τα πιο δολοφονικά όπλα των Ναζί κατά τη διάρκεια του πολέμου, που έκανε τον Wolfgang Petersen πρώτη μούρη στο Χόλιγουντ (Outbreak, Air Force One, Troy, Perfect Storm) και εμένα να αγαπήσω τα υποβρύχια. Εντελώς κλειστοφοβική, εντελώς αψεγάδιαστη.
Καθώς επίσης, σε μικρότερο βαθμό (βλέπε η ταινία είναι καλή, αλλά όχι και αριστούργημα) το Stalingrad του 1993 που βλέπουμε την επική μάχη σε όλο τον ρεαλισμό της (και όχι πασπαλισμένη με ψευτο-ηρωισμούς, όπως στο Enemy At the Gates). Kαι πάλι από την πλευρά των Γερμανών.
Η αφορμή
Mου αρέσουν οι ταινίες με τανκς. Αν εξαιρέσεις όμως το Beast of War του 1988, σχετικά με το πλήρωμα ενός Σοβιετικού τανκ στο Αφγανιστάν, δεν έχουν βγει ούτε πολλές ούτε ιδιαιτέρως καλές. Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει το Fury του Brad Pitt, σχετικά με ένα πλήρωμα τανκ στα τέλη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο πολλοί έχουν κατηγορήσει ως υπερβολικά αιματοβαμμένο.
Με άλλα λόγια, είναι καλό. Για την ακρίβεια πολύ καλό. Κυρίως εξαιτίας του ψυχάκια σκηνοθέτη και σεναριογράφου David Ayer (Training Day, S.W.A.T. End of Watch) που επί ένα εξάμηνο τους υποχρέωσε να κοιμούνται στην βρεγμένη αγγλική ύπαιθρο αγκαλιά με το τανκ και να μάθουν να το διαλύουν και να το συναρμολογούν ξανά.
Ενώ ειδική μνεία, μιας και μιλάμε για τανκ, για τον Donald Sutherland ως χίπη διοικητή τριών Sherman τανκ στο σουρεαλιστικό Kelly’s Heroes του 1970.
Μια ταινία σχετικά με ένα μάτσο στρατιώτες που σχεδιάζουν -πάντα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου- να ληστέψουν μια τράπεζα και να μοιραστούν τα λάφυρα, που έχετε πολλούς καλούς λόγους για να την δείτε (Clint Eastwood, Telly Savalas, Harry Dean Stanton). Αλλά ο καλύτερος ήταν και παραμένει ο Sutherland, τωρινός πρόεδρος στο Hunger Games, σε έναν από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας του.
H περίπτωση του Clint Eastwood
Όχι μόνο το παλικάρι έχει πρωταγωνιστήσει σε δυο από τις πιο αξιομνημόνευτες ταινίες για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που έχουν ποτέ κυκλοφορήσει, δηλαδή το Kelly’s Heroes (εκείνος είναι ο Kelly-αξιωματικός που τον έκαναν φαντάρο) και το Where Eagles Dare του 1968 (όπου καλείται, εκείνος και οι υπόλοιποι κομάντος, να σώσει ένα Αμερικάνο στρατηγό που κρατείται αιχμάλωτος σε ένα κάστρο ψηλά στις Άλπεις-μια ταινία με τρελό body count), αλλά, 40 χρόνια μετά, κάθισε και έφτιαξε και ένα αντίστοιχο αριστούργημα.
Συγκεκριμένα το Letters From Iwo Jima του 2006 που μας δείχνει τι συνέβη σε μια από τις πιο αιματηρές μάχες του Ειρηνικού αποκλειστικά από την πλευρά των Γιαπωνέζων στρατιωτών. Μια ταινία που γύρισε (στα γιαπωνέζικα) ταυτόχρονα με το -σαφώς πιο αδύναμο- Flags of Our Fathers με στόχο να τιμήσει τον κώδικα τιμής τους και την εμμονή τους να πολεμούν ότι αυτό δεν είχε απολύτως κανένα νόημα.
Μια από τις σπάνιες φορές που οι Γιαπωνέζοι δεν απεικονίζονται ως στυγνοί και απάνθρωποι βασανιστές. Ενίοτε ως στυγνοί και απάνθρωποι βασανιστές που ερωτεύονται τους αιχμαλώτους τους, όπως συνέβη στον David Bowie στο έξοχο Merry Christmas, Mr. Lawrence.
Oι παρέες που έγραψαν ιστορία
Γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της επόμενης, κυκλοφόρησαν ένα μάτσο ταινίες σχετικά με αντι-ήρωες και ρεμάλια που καλούνται να εκπληρώσουν μια αποστολή. Συνήθως αποστολή αυτοκτονίας. Ξεκινώντας από την πρώτη και καλύτερη του είδους, το The Dirty Dozen του 1967, με τον Lee Marvin να ‘συγκεντρώνει’ ένα απίστευτο cast το οποίο περιελάμβανε μεταξύ άλλων τους John Cassavetes, Telly Savalas, Donald Sutherland, Jim Brown και Charles Bronson.
Κρίμα που δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για το sequel του 1985 με τίτλο Dirty Dozen Next Mission (γιατί ρε Lee δέχτηκες να το κάνεις;) ή τις περισσότερες από τις ταινίες που ακολούθησαν. Μεταξύ των οποίων το αρχικό Inglorious Bastards, εντελώς cult και όχι ιδιαίτερα καλό, η υπόθεση του οποίου δεν έχει καμία σχέση με το αντίστοιχο του Tarantino.
Oυσιαστικά εκείνες που όντως αξίζουν αναφορά, πέρα από το πρόσφατο Inglorious Basterds του Tarantino και το Where Eagles Dare, για το οποίο μιλήσαμε παραπάνω, είναι το The Devil’s Brigade του 1968. Μια σοβαρή και -σχετικά- ιστορικά ακριβής προσπάθεια, γραμμένη από ένα ιστορικό που ήταν μέλος της ταξιαρχίας, σχετικά με την πρώτη αποστολή στην κατεχόμενη Ιταλία μιας ειδικής μονάδας αποτελούμενης από Καναδούς και Αμερικάνους.
O άνθρωπος που γεννήθηκε σκληρός
Ο Lee Marvin, όντως βετεράνος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, στον οποίο υπηρέτησε ως πεζοναύτης, τραυματίστηκε και πήρε και το μετάλλιο Purple Heart, όχι μόνο συμμετείχε στο Dirty Dozen, αλλά ήταν πρώτο τραπέζι πίστα και σε αρκετές ακόμη ταινίες του είδους. Όπως το Hell In The Pacific του 1968, δια χειρός του επίσης σκληροτράχηλου John Boorman (Point Blank, Deliverance), σχετικά με ένα Αμερικάνο πιλότο που εγκλωβίζεται σε ένα νησί του Ειρηνικού μαζί με ένα Γιαπωνέζο στρατιώτη (θεός ο Toshiro Mifune).
Καθώς επίσης το Attack (1956) του δεξιοτέχνη Robert Aldrich που εδώ περιγράφει τις δικές του εμπειρίες από τον πόλεμο, με τον Lee Marvin ως τον αξιωματικό που προστατεύει τον επικίνδυνα δειλό υπασπιστή του, τον Jack Palance ως τον αρχηγό των φαντάρων που θέλει να τον καρυδώσει και την ηγεσία του Αμερικάνικου στρατού να αρνείται να δώσει την έγκρισή της στο να γυριστεί η ταινία.
Ενώ την αυλαία ρίχνει το The Big Red One (1980) του Sam Fuller (και αυτός βετεράνος και μάλιστα με τρία μεττάλια-bronze star, silver star και Purple Heart) που μας ταξιδεύει -παρέα με την 1η Μεραρχία Πεζικού- από την βόρεια Αφρική στην Ιταλία και από εκεί στην Γαλλία, την Γερμανία και την Τσεχοσλοβακία. Εξαιρετική και με διάσπαρτες πινελιές κατάμαυρου χιούμορ.
Οι μεγάλοι πόλεμοι θέλουν εξίσου μεγάλους σκηνοθέτες
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ως όντως μεγάλος και σαφώς πιο καθαρός και ξάστερος (όσον αφορά το ποιοι είναι οι κακοί και ποιοι οι καλοί) σε σχέση με τους επόμενους, έχει εμπνεύσει μερικούς από τους πιο θρυλικούς σκηνοθέτες, Ξεκινώντας από τον εκκεντρικό ερημίτη Terrence Malick ο οποίος, πίσω στο 1998, μας σέρβιρε το ποιητικό και ατμοσφαιρικό The Thin Red Line σχετικά με την μάχη του Guadalcanal με ένα cast που περιελάμβανε τους Sean Penn, John Cusack in major roles, Nick Nolte, George Clooney, John Travolta και Woody Harrelson. Ενώ στην ταινία επίσης συμμετείχαν, αλλά οι σκηνές τους κατέληξαν στα σκουπίδια, οι Billy Bob Thornton, Martin Sheen, Gary Oldman και Mickey Rourke.
Πιο σκοτεινά και νουάρ είναι τα πράγματα στο Hangmen Also Die! (1943) του Fritz Lang, σχετικά με την αντίσταση των κατοίκων της Βαρσοβίας εναντίον των Ναζί. Μια ταινία που ο Αυστριακός σκηνοθέτης έφτιαξε με το που προσγειώθηκε στο Χόλιγουντ αμέσως μετά την φυγή του από την Γερμανία. Μια φυγή που έλαβε χώρα το απόγευμα μετά τη συνάντησή του με τον Γκέμπελς που του πρότεινε/ διέταζε να γίνει πρόεδρος του Γερμανικού κινηματογραφικού στούντιο.
Ενώ την ‘τριλογία’ κλείνει το Hell Is For Heroes (1962) του Don Siegel με τον έξοχο Steve McQueen ως αρχηγό μιας ομάδας θεόκοπων Αμερικάνων φαντάρων που ψάχνουν να βρουν τρόπους για να αναχαιτίσουν για 48 ώρες μια ολόκληρη μεραρχία Γερμανών μέχρι να έρθουν οι ενισχύσεις.
Αν και, αν κάποιος επιθυμεί μια πραγματική δόση του τι συμβαίνει στον πόλεμο, αρκεί να τσεκάρει το Come and See (1985) του
Elem Klimov. Μια απίστευτα hardcore ταινία, την οποία οι κριτικοί συχνά συγκρίνουν με το Apocalypse Now του Coppola, με πρωταγωνιστή ένα 15χρονο αγόρι που προσχωρεί στην αντίσταση κατά των Γερμανών στην κατεχόμενη Λευκορωσία του 1943. Ο σκηνοθέτης, που εκείνη την περίοδο ήταν συντετριμμένος από την απώλεια της συζύγου του, έχει συμπεριλάβει όλες τις εμπειρίες από την δική του, θεαματικά τραυματική, παιδική ηλικία.