Τα χρόνια της αθωότητας
Ένας δημοσιογράφος του ΟΝΕΜΑΝ κλείνει σήμερα τα 50 του χρόνια και ανοίγει το άλμπουμ των παιδικών του χρόνων, αναπολώντας αθώες, νοσταλγικές στιγμές.
- 18 ΑΠΡ 2016
Μισός αιώνας ζωής. Συμπληρώνεται σήμερα, 18 Απριλίου. 50 χρόνια από το μακρινό πλέον 1966 μέχρι τούτη τη Δευτέρα. Έχει την πλάκα του, έχει και την αμηχανία του. Ακόμα και τώρα που πατάω τα πλήκτρα, μου φαίνεται περίεργο που έφτασε η στιγμή να γράψω ένα τέτοιο, επετειακό, αυτοβιογραφικό κείμενο. Το σκέφτηκα αρκετά το θέμα, άλλαξα διάφορες ιδέες στο μυαλό μου, μέχρι που κατέληξα. Έτσι κι αλλιώς, τα σοβαρά τα έγραψα πέρυσι, την ημέρα που μπήκα στα 50, αποχαιρετώντας τα -άντα. Είπα να είμαι πιο ανάλαφρος φέτος και να μοιραστώ μαζί σας μια από τις πιο ξεχωριστές και ιδιαίτερες περιόδους αυτών των πενήντα ετών.
Επιτρέψτε μου να γυρίσω πίσω τον χρόνο όσο περισσότερο γίνεται, στα πιο τρυφερά, τα πιο αθώα και πιθανότατα τα πιο νοσταλγικά χρόνια, εκείνα της παιδικής ηλικίας μου. Οι αναμνήσεις μου ξεκινάνε απότομα, από τα τέσσερά μου και το 1970. Πριν από τότε, υπάρχει το απόλυτο κενό. Οι πρώτες εικόνες που διατηρώ μέσα μου, είναι οι τελευταίες μέρες στο ορφανοτροφείο, το οποίο για έναν ανεξήγητο λόγο από μικρός το θυμόμουν ως το “μπλε”. Η μαμά είχε έρθει με μια φίλη της, η οποία έψαχνε να υιοθετήσει κάποιο παιδάκι. Για έναν επίσης απροσδιόριστο λόγο, εγώ είχα κολλήσει στη μαμά, η οποία είχε συγκινηθεί όταν της είχα εξομολογηθεί πόσο φοβόμουν τα μυρμηγκάκια. Τελικά η φίλη της είχε φύγει άπραγη από το ίδρυμα, αλλά εκείνη επέστρεψε μετά από λίγες μέρες με τον μπαμπά.
Γνωριστήκαμε, με αγάπησαν και τους αγάπησα με την πρώτη ματιά. Οι επόμενες φορές ήταν για να κανονίσουν τα διαδικαστικά και ένα ωραίο πρωί με ρώτησαν αν ήθελα να πάω μαζί τους. Για πάντα. Ήταν τότε που φόρεσα τα ναυτικά που μου είχαν φέρει και βγήκα από την πύλη του ορφανοτροφείου κρατώντας τους από το χέρι, ευτυχισμένος και ασφαλής, για πρώτη φορά στη ζωή μου. Και ήταν εκείνη την ημέρα που ξεκίνησε η καινούργια μου ζωή. Τα χρόνια κύλησαν και για να είμαι ειλικρινής, η σχέση μας πέρασε από σαράντα κύματα. Ειδικά από την εφηβεία και μετά, τα βρήκαμε μπαστούνια. Και αυτό διήρκεσε πολύ καιρό. Το έχω ξαναγράψει και στο παρελθόν, νιώθω τυχερός που και με τους δυο κάναμε “ειρήνη” πριν πεθάνουν. Ο χρόνος ανέλαβε τα υπόλοιπα. Ξέρετε, ο χρόνος έχει την ικανότητα να ξεχωρίζει τα όμορφα από τα άσχημα. Και αφήνει εσένα να διαλέξεις ποια θα κρατήσεις. Η επιλογή είναι του καθενός. Εμείς ξεκινήσαμε να είμαστε οικογένεια με “λάθος” αριθμούς και χρειάστηκε ένας μεγάλος κύκλος μέχρι να το συνειδητοποιήσουμε, να το αποδεχτούμε και να αφήσουμε την – δεδομένη – αγάπη μας να εξαφανίσει τα άσχημα.
Τί εννοώ με τους λάθος αριθμούς; Μα την τεράστια διαφορά ηλικίας. Ο μπαμπάς, αν ζούσε σήμερα, θα ήταν 103, ενώ η μαμά 90, μεγαλύτεροι – φαντάζομαι – ή στην καλύτερη περίπτωση, συνομήλικοι των παππούδων και των γιαγιάδων των περισσότερων δικών μου συνομήλικων. Με τον πατέρα μου είχαμε διαφορά πάνω από μισό αιώνα και αν το περίφημο “χάσμα γενεών” κάνει τα δικά του σε φυσιολογικές συνθήκες, φανταστείτε τη δική μας “ακραία” περίπτωση. Έτσι λοιπόν, εκείνοι με αγάπησαν με τον δικό τους τρόπο κι εγώ εκείνους με τον δικό μου τρόπο. Όμως αν στο τέλος, η συμφιλίωση ήρθε συναισθηματικά φορτισμένη από παραδοχές παντός είδους, αλλά και τον φόβο του παντοτινού χωρισμού, ο οποίος παραμέρισε κάθε πιθανό εμπόδιο που είχε στηθεί στο παρελθόν, στην αρχή υπήρξε μια περίοδος κατά την οποία και οι τρεις μας νιώσαμε την απόλυτη ευτυχία, απαλλαγμένη από οτιδήποτε ξένο στην τρυφερότητα, την αθωότητα και την χωρίς προαπαιτούμενα αγάπη. Δεν την οριοθετώ χρονικά με κάποια “αυστηρή” ημερομηνία λήξης, απλά θα αφήσω 21 φωτογραφίες να την “περιγράψουν” όπως της αξίζει και όπως συνεχίζει να είναι μέσα μου ως “η εποχή της αθωότητας”. Τα παιδικά μου χρόνια από το “μπλε” μέχρι και το ξεκίνημα του σχολείου.
1. Με τα ναυτικά έξω από το “μπλε”
Η πρώτη έξοδός μας μετά την οριστική αναχώρηση από το “μπλε”. Η μαμά είναι ευτυχισμένη που (μετά από δυο αποβολές) έγινε μαμά κι εγώ ευτυχισμένος που απέκτησα μαμά (Απρίλιος 1970)
2. Το πρώτο βράδυ στο πρώτο μου σπίτι
Εκείνη την ίδια μέρα που έφυγα από το “μπλε”, γνώρισα το καινούργιο μου σπίτι στην οδό Σχηματαρίου στου Ζωγράφου. Το πικάπ παίζει το “Να ‘τανε το ’21” του Κουγιουμτζή, εγώ χορεύω και ο μπαμπάς, φανερά συγκινημένος, καμαρώνει (Απρίλιος 1970)
3. Η πρώτη οικογενειακή φωτογραφία
Για πρώτη φορά και οι τρεις μας σε φωτογραφία! Είναι στη Μαλακάσα, εκεί όπου πήγαιναν συχνά πυκνά ο μπαμπάς με τους συναδέλφους του αξιωματικούς για να φάνε τα μοναδικά τηγανητά αυγά του κυρ Μελέτη (Μάιος 1970)
4. Μέσα στην κολυμπήθρα!
Άργησα λίγο, αλλά το απόλαυσα! Όπως καταλαβαίνετε, κάποια στιγμή έπρεπε κι εγώ να βαφτιστώ. Στον Μάραθο, ο παπά-Γιώργης, η νονά μου η Καντιάνα κι εγώ, κλεισμένα τα 4, ίσα που χωράω στην κολυμπήθρα, με ένα χαμόγελο όμως μέχρι τ’ αυτιά (2 Αυγούστου 1970)
5. Οι πρώτες βόλτες στον Μάραθο
Εκτός από οικογένεια, απέκτησα και χωριό. Για τον αγαπημένο μου Μάραθο τα έχω γράψει από πέρυσι στο ΟΝΕΜΑΝ. Εδώ, σε μια από τις πρώτες μου βόλτες στο λιμάνι. Κρατάω από το χέρι την ξαδέρφη μου, Ρούλα, ενώ πίσω ακολουθούν η θείτσα η Σταυρούλα, η μαμά και ο λεβέντης θείος Θόδωρος (25 Σεπτέμβρη 1970)
6. Οι πρώτες βουτιές στον Μάραθο
Να και οι πρώτες τσαλαβούτες στο λιμάνι του χωριού, τότε που λίγο πιο δεξιά πρέπει να υπήρχε ακόμα το νησακούλι. Ούτε σωσίβιο, ούτε μαξιλαράκια, ούτε τίποτα, σκέτος θαλασσόλυκος! Εντάξει, πάτωνα, ήταν ρηχά (καλοκαίρι 1971)
7. Βουκόλος στο κτήμα του θείου Γιάννη
Το κτήμα του θείου Γιάννη ήταν για μένα ένας πραγματικός παράδεισος. Εκεί γνώρισα πρόβατα, κατσίκες, κότες, κοκόρους, γαλοπούλες, κουνέλια. Ήταν ευτυχία κάθε φορά που με έπαιρνε μαζί του με το τρακτέρ, κυρίως όμως με το μηχανάκι του, το θρυλικό Zündapp (καλοκαίρι 1971)
8. Τα θεμέλια για το σπίτι στο χωριό
Το 1971 ένα από τα όνειρα του μπαμπά έγινε πραγματικότητα. Μπήκαν τα θεμέλια για να χτιστεί το σπίτι στο χωριό. Εδώ, στο οικόπεδο, με το καπέλο, παρακολουθώ τον παπά που ευλογεί τις εργασίες (1971)
9. Με τη Ρούλα και τη Βούλα
Στο αγαπημένο μου σημείο της αυλής της θείας Γεωργίας, μαζί με τις αγαπημένες μου ξαδέρφες, Βούλα (δεξιά) και Ρούλα. Χιλιάδες ώρες ανέμελου παιχνιδιού (καλοκαίρι 1971)
10. “Είμαι μια Ελληνοπούλα…”
Εντάξει, ούτε Ελληνοπούλα ήμουν, ούτε 25η Μαρτίου ήταν. Χριστούγεννα του ’71, είχαμε γιορτή στο νηπιαγωγείο και λέω το ποίημά μου, ντυμένος στην πένα σε στίλ σέβεντις. Η ζώνη στη μέση, όλα τα λεφτά! (Δεκέμβριος 1971)
11. Με τον Άγιο Βασίλη
Στην ίδια γιορτή στο νηπιαγωγείο, στην αρχή δίστασα να πλησιάσω τον Άγιο Βασίλη, βοήθησε το χέρι της δασκάλας (δεξιά) και το χαμόγελο ήρθε όταν πήρα το δώρο μου. Λεπτομέρεια, περιτύλιγμα των Αδελφών Λαμπρόπουλου (Δεκέμβριος 1971)
12. Πιερότος και κονιόρδος!
Στο αποκριάτικο πάρτι του νηπιαγωγείου, ντυμένος πιερότος, ψάχνω την κολομπίνα μου. Την στολή – που είχε ράψει η θεία Αφρούλα – την έχω ακόμα μέχρι σήμερα (Απόκριες 1972)
13. Πρώτη μέρα στο δημοτικό σχολείο
Έφτασε και η πρώτη μέρα του σχολείου, αν και άργησε, αφού έχασα την προηγούμενη χρονιά για 18 μέρες λόγω του τότε συστήματος. Έξω από το δημοτικό του Αγίου Θεράποντα, μετά τον αγιασμό, με την μαμά και τον μπαμπά (21 Σεπτέμβρη 1972)
14. Με το θρυλικό Velamos
Ήταν το πρώτο και σίγουρα υπήρξε το πιο αγαπημένο μου ποδήλατο. Με αυτό όργωσα για χρόνια τους κατσικόδρομους (τότε) του χωριού και όλων των περιχώρων. Θυμάμαι ακόμα τη χαρά μου όταν μου το είχαν αγοράσει οι δικοί μου από ένα ποδηλατάδικο στην Πατησίων. Εδώ, ενώ ακόμα χτίζεται το σπίτι στον Μάραθο (καλοκαίρι 1972)
15. Γυμναστικές επιδείξεις
Ναι και οι χουντικές γυμναστικές επιδείξεις, μια σαχλαμάρα στο τέλος κάθε χρονιάς, όπου όλα τα αγοράκια και τα κοριτσάκια ντύνονταν στα κατάλευκα και εκτελούσαν ασκήσεις προς τέρψιν των συνταγματαρχών και των θαυμαστών τους (Ιούνιος 1973)
16. Πολιτάρχης στο Άγιο Όρος
Πολιτάρχης είναι ο επικεφαλής της φρουράς της Ιεράς Επιστασίας στις Καρυές του Αγίου Όρους. Ο Μπαμπάς ήταν πολιτικός διοικητής εκεί και σε μια επίσκεψή μου, φόρεσα την επίσημη στολή και πόζαρα! Αφού πρώτα διπλοτριπλοδιπλώσαμε κάλτσες και φουστανέλα, μέσα στην οποία χωρούσαν τέσσερις Θανασάκηδες! (Αύγουστος 1974)
17. Ιππεύοντας τον ημίονο
Έξω από τις Καρυές, στο μετόχι του πατέρα Μητροφάνη, πρώην Άγιου Πρώτου στο Όρος και προσωπικού φίλου του μπαμπά, ανέβηκα για πρώτη φορά πάνω στο συμπαθέστατο μουλάρι με το όνομα Νείλος! Βολτάραμε παρέα, τον τάισα μετά και περάσαμε μάνα κατσάνα! (Σεπτέμβριος 1974)
18. Ποδιά, σαϊτα και πεδιλάκι!
Στην πλατεία του Αγίου Θεράποντα, απέναντι από το δημοτικό, με την κλασική ποδιά, μια σαΐτα στο χέρι και πεδιλάκι από του Μούγερ. Και φυσικά γυαλιά, αφού από μικρός ήμουνα στραβόγιαννο! (1973)
19. Για να γελάσει ο κάθε πικραμένος
Ένα χρόνο μετά τον πιερότο, άλλαξα ρότα και επέλεξα κάτι πιο παραδοσιακό. Κάου Μπόι με πόζα, πρόζα, περίστροφο και… λουστρίνι! Ο Τζον Γουέιν που δεν ξέρει πού κοιτάζει, αφού εκείνη την εποχή ο στραβισμός μου ήταν παροιμιώδης! (Απόκριες 1973)
20. Στο Σύνταγμα με τα περιστέρια
Αυτή είναι η αγαπημένη μου φωτογραφία από εκείνη την εποχή. Συχνά πηγαίναμε με τον μπαμπά βόλτα στο Σύνταγμα και ταΐζαμε τα περιστέρια. Το χαμόγελο της ευτυχίας (1973)
21. Ο μικρός Θανασάκης κλείνει τα 6
Και αφού η αφορμή για το κείμενο είναι τα 50α γενέθλια, ιδού και η τούρτα των 6ων γενεθλίων μου στο νηπιαγωγείο. Με κουστουμάκι, απολαμβάνω τον ενθουσιασμό των υπολοίπων μετά το σβήσιμο των κεριών (18 Απρίλη 1972)
Μπόνους: Ιδού τί απέγινε εκείνο το γλυκό παιδάκι
Κλείνοντας, για όσους δεν γνωρίζουν τί απέγινε το γλυκό παιδάκι που είδατε στις 21 προηγούμενες φωτογραφίες, ιδού μια πρόχειρη – επίσης γενεθλιακή – απάντηση. Γενέθλια του 1988, στην κατάληψη της Γερμανικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο. Εκτός εαυτού, αλλού γι’ αλλού, με τας φρένας κάθε άλλο παρά σώας, σβήνει τα 22 του κεράκια. Αλλά έτσι είναι αυτά. Άμα κόψεις άλυσο, τρέχα γύρευε μετά.
Σας ευχαριστώ για μια ακόμα φορά που μου επιτρέψατε να μοιραστώ μαζί σας αγαπημένες μου στιγμές. Και όπως λέει ο Νιόνιος, να είμαστε όλοι καλά, πάντα ν’ ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε. Και να σμίγουν όλες εκείνες οι παλιές κι αναμμένες τροχιές, με το ροκ του μέλλοντός μας!