REVIEWS

Ο Vince Vaughn τσακίζει κόκαλα στον υπερβίαιο κοινωνικό ‘Καυγά’

Είδαμε και σχολιάζουμε τις ταινίες που έκαναν πρεμιέρα στις αίθουσες την εβδομάδα της 26ης Οκτωβρίου.

Κάθε εβδομάδα στο PopCode, θα μοιραζόμαστε μαζί σου τη γνώμη μας για τις φρέσκιες ταινίες που σε περιμένουν στις αίθουσες.

Έχουμε και λέμε:

Brawl in Cell Block 99 (Καυγάς στο Μπλοκ 99)

Σκηνοθέτης: Κρεγκ Ζάλερ

Το ‘Brawl in Cell Block 99’ είναι το είδος της υπερβίαιης ταινίας που ακόμα κι ένας θεατής που έχει δει πολλά, μπορεί στην κατάληξη κάποιας από όλες τις σκηνές βίας να τιναχτεί σα να τον χτύπησε ηλεκτρισμός ή να φέρει ενστικτωδώς τα χέρια προς το κεφάλι του.

Τι είναι αυτό που κάνει τη βία του Κρεγκ Ζάχλερ τόσο έντονη και διεισδυτική; Ο Ζάχλερ, που πριν κάνει σκηνοθετικό ντεμπούτο με το ‘Βone Tomahawk’ έγραφε για χρόνια βιβλία, σενάρια και μέταλ άλμπουμ, κινηματογραφεί τις εκρήξεις βίας σαν δραματικό exploitation, συνδυάζοντας την ακρότητα των ταινιών εκδίκησης σαν το ‘Death Wish’ με τη σωματικότητα μιας τύπου ‘Raid’ ασιατικής περιπέτειας. Επιπλέον, καθώς όλοι μας γνωρίζουμε τους βασικούς κώδικες και ρυθμούς μιας βίαιης ταινίας δράσης, δεν ποντάρει τόσο πολύ στην προσμονή – όταν έρχεται η βία στην ταινία του δεν είναι ποτέ γεγονός, ούτε η κάμερα ταράζεται ιδιαίτερα, ούτε οι ηθοποιοί. Παρά στήνει την κάθε τέτοια σκηνή σαν ένα γκροτέσκο κρεσέντο αίματος και επιθετικού ηχητικού μοντάζ, τραβώντας κάθε τέτοια σεκάνς τουλάχιστον για ένα σπάσιμο παραπάνω από όσο θα περίμενες. Στη βία του, ο Ζάχλερ δεν tease-άρει τον θεατή πριν, παρά τον καθηλώνει μετά.

Ο Vaughn είναι σε όλη αυτή τη διαδρομή ένας επιβλητικός όγκος κινούμενου σιωπηλού θυμού και βίας. Πάντα τον είχα στο μυαλό μου ως μια περίεργη περίπτωση ηθοποιού που δεν κατάλαβα ούτε γιατί έγινε σταρ αλλά και ούτε ως τι. Αν είναι καλός εδώ; Ειλικρινά, αρκεί μόνο η σκηνή που διαλύει το αυτοκίνητο, δεν χρειάζεται καν να φτάσουμε στο αίμα για να καταλάβουμε πως ο Ζάχλερ βρήκε τον τέλειο τρόπο να εκεταλλευτεί τη σωματικότητα του ηθοποιού και το πάντα άδειο, άψυχο βλέμμα του.

Το ‘Brawl in Cell Block 99’ είναι η κινηματογράφηση μιας αναπόφευκτης ολίσθησης προς την πίσσα του απόλυτου κενού, με ένα μεθοδικά στημένο προσωποκεντρικό δράμα του πρώτου μέρους να δίνει τη θέση του σε ένα κλιμακούμενο ντεμαράζ απίστευτης βίας στη δεύτερη πράξη. Διαλυμένα κρανία, σπασμένα χέρια, και ανάμεσα σε αυτά, χαρακτήρες και pulp πλοκές που οδηγούν σε φράσεις όπως “commence the abortionist!” (χωρίς επεξηγηματικό πλαίσιο είναι ακόμα καλύτερο). O Zahler χρησιμοποιεί εικόνες και κώδικες των πάσης φύσεων μεταμεσονύκτιων ακροτήτων, για να φτιάξει ένα ωμό δράμα που σβήνει το φως ό,τι ώρα της μέρας κι αν το δεις.

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΗ:

Ο Vince Vaughn σπάει κρανία φυλακισμένων στην πιο βίαιη ταινία της χρονιάς

Το Τελευταίο Σημείωμα

Σκηνοθέτης: Παντελής Βούλγαρης

O Παντελής Βούλγαρης έχει τελειοποιήσει το ιστορικό δράμα με ένα τρόπο που λιγοστοί άλλοι σκηνοθέτες καταφέρνουν. Οι ταινίες αυτής της περιόδου της φιλμογραφίας του (συνήθως γραμμένες μαζί με ή από την Ιωάννα Καρυστιάνη, η οποία έλειπε από την ‘Ψυχή Βαθιά’, ίσως τη μόνη του αληθινά μέτρια ταινία) αναπλάθουν την ιστορία με συναισθηματική μεγαλοπρέπεια που πολύ συχνά απουσιάζει από τα έπη εποχής. Οι λεπτομέρειες, η αλήθεια, το ιστορικό πλαίσιο βρίσκονται πάντα εκεί με ακρίβεια όμως ποτέ εις βάρος της ποίησης των χαρακτήρων.

Στην ταινία για την εκτέλεση των 200 της Καισαριανής, και την αληθινή ιστορία του Ναπολέοντα Σουκατζίδη (ο Ανδρέας Κωνσταντίνου μοιάζει γεννημένος για τέτοιους στιβαρούς ρόλους εποχής), ο Βούλγαρης αφήνει την κάμερά του να ακολουθήσει με απαλή αγριάδα του φυλακισμένους, σε αυτό που στην ουσία είναι η εξιστόρηση της τελευταίας τους νύχτας, συνοδεία μιας αναπάντεχης (για ιστορικό δράμα), αληθινά εξαιρετικής μουσικής σύνθεσης από τον Αλέξανδρο Βούλγαρη. Το βλέμμα του είναι πάντα τρυφερό, και οι στιγμές που καρφώνονται στην καρδιά πολλές (από ένα ψιθυριστά συγκλονιστικό “πόσο σε αγαπώ” μέχρι έναν επίμονο χορό στο πρόσωπο του αναπόφευκτου), δίχως να λειαίνουν τίποτα από την φρίκη της κατάστασης. Οι εικόνες του μοιάζουν, σε πολλά σημεία, να κοιτάζουν τον ίδιο το θάνατο στα μάτια.

Είναι μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα επιλογή λοιπόν, η δόμηση του έργου με τέτοιο τρόπο ώστε η τρίτη πράξη να μεταπηδά σχεδόν στο άλλο άκρο, ενός οριακού slo-mo exploitation που υπογραμμίζει με βάναυσο τρόπο τη ιστορική φρίκη. Η απαλότητα εξαφανίζεται, ακόμα και αυτή η ευγένεια της ιστορικής καταγραφής. Το φιλμ γίνεται απεγνωσμένο, άγριο, ηρωικό, σαφές, οργισμένο. Σε απόλυτη, δηλαδή, ταύτιση με τους ήρωές του.

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΗ:

Συνέντευξη Ανδρέα Κωνσταντίνου, Αινεία Τσαμάτη: “Εσείς θα μπορούσατε να θυσιαστείτε για μία ιδέα;”

Suburbicon

Σκηνοθέτης: Τζορτζ Κλούνεϊ

Το ‘Suburbicon’ είναι ουσιαστικά δύο ταινίες άβολα τοποθετημένες η μία μες στην άλλη. Ούτε καν μες στην άλλη δηλαδή, απλά στέκονται δίπλα-δίπλα, όπως οι γείτονες της ταινίας, το μόνο που τους ενώνει, το γεγονός πως όλα τα παλαβά που τους συμβαίνουν, λαμβάνουν χώρα στον ίδιο μέρος.

Ακολουθεί την ιστορία ενός ζευγαριού (Damon και Moore) που, χωρίς να θέλουμε να προδώσουμε πολλά, μπλέκει με κάτι ντόπιους γκάνγκστερ στο πλαίσιο μιας απάτης που πάει πολύ, πολύ στραβά. Το βασικό πρόβλημα εδώ είναι πως το όλο στόρι είναι κατασκευασμένο τελείως ανάποδα και μέχρι ενός πολύ προχωρημένου σημείου του έργου, είναι αληθινά δύσκολο για τον θεατή να βρει ένα σημείο εισόδου για την ιστορία. Το focus πολύ απλά δεν υφίσταται, καθώς ο Clooney κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί παπαγαλίζοντας από Hitchcock (με τη συνδρομή του Alexandre Desplat που φυσικά κάνει το Bernard Herrman homage του) ως, προφανώς, Coen. Με τη βασική διαφορά πως οι Coen Ποτέ δε θα έπαιρναν αυτό το υλικό καθόλου σοβαρά.

Το παράλληλο στόρι της ταινίας είναι κάτι που ο Clooney, παρέα με τον μόνιμο συνεργάτη του Grant Heslov, έχουν στριμώξει στις άκρες του κεντρικού τους φαρσικού δράματος. Δεν υπάρχει καν προσπάθεια ένωσης, το οποίο υποθέτω σε ένα meta επίπεδο είναι χαριτωμένο, αν επιλέξεις να το δεις καθαρά ως κοινωνικό σχόλιο, μιας και το στόρι αυτό αφορά μια μαύρη οικογένεια που οι λευκοί γείτονες αρνούνται να κάνουν κομμάτι της κοινωνίας τους. Η σάτιρα έτσι καταλήγει ασυνεπής και ασύνδετη, κι όσο πολύ απολαυστικό μπορεί να είναι να βλέπεις τους Damon/Moore/Isaac να κάνουν το μαύρο σλάπστικ τους και τους Clooney/Heslov/Desplat να στήνουν την παστίς σάτιρά τους πάνω σε γνώριμα υλικά, καταλήγει αναποφάσιστο για τι θέλει ακριβώς να πει, μα κυρίως πώς.

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΗ:

George Clooney, θα κατέβαινες για Πρόεδρος;

The Nile Hilton Incident (Κάιρο Εμπιστευτικό)

Σκηνοθέτης: Ταρίκ Σαλέχ

Αν το ‘Night Manager’ ήταν περισσότερο φεστιβαλική ταινία και λιγότερο wannabe Bond. Τραγουδίστρια βρίσκεται νεκρή σε δωμάτιο ξενοχοδείο της Αιγύπτου και ντόπιος αστυνομικός αρχίζει να ξετυλίγει το νήμα της υπόθεσης που πολλοί θέλουν να σκεπάσουν, με φόντο την αραβική άνοιξη. Καλό νουάρ που χτυπάει γνώριμες νότες αλλά με τρόπο που ποτέ δεν χάνει το ενδιαφέρον του θεατή.

THE LEGO NINJAGO MOVIE (Η ΤΑΙΝΙΑ LEGO NINJAGO)

Σκηνοθέτης: Τσάρλι Μπιν, Πολ Φίσερ, Μπομπ Λόγκαν

Αν το ‘Lego Movie’ παραμένει μια ταινία αδιανόητα καλύτερη από όσο είχε δικαίωμα να είναι, αποτέλεσμα του οράματος και της όρεξης των δύο δημιουργών του, το ‘Ninjago’ (τρίτο, αισίως, entry στο franchise) έχοντας σκηνοθετηθεί από τρεις ανθρώπους και γραφτεί από περίπου 198, είναι πια ακριβώς αυτό που εξαρχής θα περίμενε κανείς να είναι αυτές οι ταινίες. Ένα καλοφτιαγμένο animation με μερικά αστεία, λίγο υπολογισμένο ‘συναίσθημα’ σε μορφή στάνταρ ιστοριών χαρακτήρα και ένα γενικότερο κλίμα τεχνικής ικανότητας και όχι πολλών άλλων πραγμάτων. Το οποίο δεν είναι κακό, είναι αυτό που είναι. Εξάλλου η μεγάλη απειλή του έργου είναι μια αληθινή γάτα που καταστρέφει τα Lego, πόση κακία να του κρατήσεις.

ΠΑΙΖΟΝΤΑΙ ΑΚΟΜΑ:

Το ‘Σπίτι μου Σπιτάκι μας’ (‘Home Again’) με τη Reese Witherspoon να επιστρέφει στις ρίζες των ρομαντικών κομεντί που την καθιέρωσαν, με ένα τρίο αντρών συμπρωταγωνιστών που έχουν όση χαρισματικότητα έχει, ας πούμε, μια σκουριασμένη βρύση που στάζει ή ένα παράθυρο που έχει μαγκώσει και δεν κλείνει τελείως. Τα σκοτεινά, σατιρικά ‘Γενέθλια Θανάτου’ (‘Happy Death Day’) πάνω στην ώρα για το Halloween. Η ‘Απαγωγή’ (‘Kidnap’) με την Halle Berry να καταδιώκει το αυτοκίνητο που απήγαγε την κόρη της. Το ιστορικό θρίλερ ‘Η μέρα που διήρκεσε 21 χρόνια’ (‘O Dia que Durou 21 Anos’) που παρέχει αποδείξεις για τη χειραγώγηση και τη χρηματοδότηση των επενδύσεων από την πλευρά της αμερικανικής κυβέρνησης για τη διεξαγωγή του στρατιωτικού πραξικοπήματος στη Βραζιλία το 1964.

*Η κριτική για την ταινία ‘Το Τελευταίο Σημείωμα’ είναι αναδημοσίευση από την εφημερίδα Έθνος.