Photo by Michael Ochs Archives/Getty Images
ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Το ανεπιτήδευτο κουλ του James Caan στο Thief

Ο James Caan είχε μία βάναυση απλότητα που ο Michael Mann είχε εξυμνήσει στο ντεμπούτο του ως μορφή ακεραιότητας.

Στο ντεμπούτο του Thief, ο Michael Mann κατέφθασε στο σινεμά με την τολμηρή του καλλιτεχνική ταυτότητα ήδη διαμορφωμένη. Οι κλασικές του πινελιές έχουν μπει στη θέση τους από τα πρώτα πλάνα. Οι κομψοί μπλε νέον τίτλοι, το χαλαρό υπό βροχή αστικό τοπίο, η παλλόμενη μελωδία των Tangerine Dream που τόνιζαν με το synthesizer τους τη βιομηχανική φύση μίας ληστείας, όλα ήταν εκεί. Ο αληθινός πλοηγός του όμως ήταν ο James Caan που έφυγε χθες από τη ζωή ως Frank, ένας κλέφτης από το Σικάγο, τη γενέτειρα του Mann, που θεωρητικά δεν θέλει τίποτε άλλο από το να κάνει καλά μία δουλειά και να πληρωθεί γι’ αυτήν.

Σε εκείνο το πρώτο πλάνο, ο James Caan μπαίνει στο Eldorado που οδηγεί ένας φίλος του (James Belushi), κόβοντας στη συνέχεια το οπτικό πεδίο της κάμερας και κατεβαίνοντας την λεωφόρο Lincoln υπό βροχή. Τα φώτα του δρόμου σχηματίζουν ένα τέλειο V πριν το σημείο φυγής τους, η δεύτερη λήψη κοιτάζει ψηλά σε ένα μεγάλο φως που μοιάζει με φεγγάρι όσο η βροχή πέφτει, και τελικά η κάμερα κατευθύνεται αργά ενδιάμεσα από γωνιακές εξόδους κινδύνου προς τα στενά του Rat Alley. Είναι σαφές πως στο Σικάγο του Thief, ο μαύρος ουρανός πίσω από τα φώτα είναι αδιαπέραστος και τα όνειρα έχουν αυστηρά όρια.

Ο Caan ειδικευόταν στο παίξιμο πολιορκητικών κριών. Ήταν ένα αμβλύ όργανο αξιόπιστης δύναμης που, μετά την επιτυχία του με τον Νονό του Francis Ford Coppola, είχε αρχίσει να στερείται προκλήσεων. Όταν γνώρισε τον Mann και διάβασε το σενάριό του, έμεινε εμβρόντητος. Ήθελε να παίζει άνδρες όπως ο Frank, έναν χαρακτήρα που ο Mann είχε εμπνευστεί μέσα από τις γνωριμίες του στις φυλακές, από άνδρες δηλαδή που είχαν πολύ χρόνο πια στα χέρια τους ώστε να αναστοχάζονται υπαρξιακά ερωτήματα. Ο Frank που είχε χάσει έντεκα χρόνια από τη ζωή του για μία κλοπή 40 δολαρίων, θα ήταν αυτός που βγαίνοντας θα ήξερε τις απαντήσεις.

Θα κάνει όμως Μία Τελευταία Δουλειά, από αυτές που ήταν ήδη κλισέ το 1981 όταν κυκλοφόρησε η ταινία, με τον Caan ωστόσο να σκιαγραφεί τον δισταγμό του με μικρές μετατοπίσεις ενέργειας που έκαναν όλη τη διαφορά.

James Caan

Το κάνει φανταστικά στην πιο αξιομνημόνευτη σκηνή του Thief και, σύμφωνα με τον ίδιο, την αγαπημένη του σκηνή στην καριέρα του, όταν η ταινία σταματάει στα μισά της για να μιλήσει με την Jessie (Tuesday Weld) σε ένα diner. Η συζήτησή του κρατάει σχεδόν 10’ κινηματογραφικού χρόνου επιτρέποντας στον αντι-ήρωα – έναν εμμονικό, στοχοπροσηλωμένος και με αυστηρές προσωπικές αρχές που θρηνεί όταν καταπατάει όπως οι περισσότεροι tough guys του Mann – να μιλήσε για τη φιλοσοφία που απέκτησε στη φυλακή.

«Πρέπει να ξεχάσεις τον χρόνο», της λέει. «Δεν πρέπει να σκας για αν ζεις ή αν πεθάνεις. Πρέπει να φτάσεις εκεί που τίποτα δεν σημαίνει τίποτα». Έχει όμως όνειρα τελικά. Απλώς έχουν ένα κακό. Είναι εφικτά – μία σύζυγος, ένα παιδί, μία καλύτερη μοίρα για τον μέντορά του (Willie Nelson) – και αυτό σημαίνει πως ξαφνικά έχει κάτι να χάσει.

Ο James Caan στο Thief Photo by Michael Ochs Archives/Getty Images

Ως Frank, ο Caan δεν είναι ο τύπος ληστή που θα κρεμιέται από οροφές και θα χρησιμοποιεί στηθοσκόπια για να “ακούσει” ένα χρηματοκιβώτιο. Είχε τρυπάνια και λόγχες για να χαράζει τρύπες σε πόρτες από ατσάλι. Είναι ένας χειρωνάκτης της εργατικής τάξης όπου ανήκε και ο ίδιος ο Caan, ένας καλλιτέχνης που πρόσφερε εντελώς οργανικά το αλήτικο attitude στις ερμηνείες του. Μιλώντας στο Ringer, ο ηθοποιός είχε περιγράψει πως τη μέρα που γύρισαν το heist για τα διαμάντια, υπήρχε ένα συνεργείο από ειδικούς που τον είχαν περικυκλώσει για να παρακολουθήσουν τι θα κάνει. No pressure.

«Όλοι στέκονταν εκεί με τα χέρια σταυρωμένα, σα να λένε ας δούμε τι μπορείς να κάνεις, φίλε. Μα τον θεό, λέω αλήθεια. Ο Michael απλώς θα άφηνε την κάμερα να ρολάρει. “Τι θέλεις να κάνω;” [τον είχα ρωτήσει]. “Ρίξε κάτω το καταραμένο το κιβώτιο”».

Ο Mann και ο Caan αφιερώνουν χρόνο στη μέθοδο του Frank. Θα δοκιμάσει όλους τους συνδυασμούς, θα αξιολογεί το περιβάλλον του, θα παραμένει ψύχραιμος. Δεν υπάρχει λόγος για τσιτάτα και αμερικανίστικες εξυπνάδες. Η ίδια η διαδικασία είναι ηλεκτρική. Ο Caan και ο χαρακτήρας του δεν έχουν τίποτα άλλο ανάγκη. Είναι ανεπιτήδευτα κουλ. Έχουν μία βάναυση απλότητα που ο Mann εξυμνεί ως μορφή ακεραιότητας: ο Frank είναι ένας άνδρας που εννοεί αυτά που λέει και λέει αυτά που νιώθει, ακόμα κι αν αυτό τον μπλέκει σε μπελάδες.

Ο James Caan ήταν και αυτός η επιτομή του casually cool. Ο Mann υποστηρίζει πως ο Frank ήταν 50% Caan. Δεν ήθελε ποτέ να μιλάει για την υποκριτική ως κάτι βαρυσήμαντο, και όταν ένιωθε πως γινόταν “really fucking ridiculously actorish”, δάγκωνε τη γλώσσα του.

Δεκατέσσερα χρόνια μετά το Thief που δεν είχε κάνει τίποτα στο box office παρά τις καλές του κριτικές, ο Caan συνάντησε τον Al Pacino που είχε μόλις κάνει μία ακόμα επιτυχία με το Heat. «Του είπα, γαμωτό, αυτή ήταν η ταινία μου», είχε θυμηθεί κάποτε. «Όλες οι σκηνές της ταινίας μας που δεν χρησιμοποιήθηκαν περάστηκαν στη δική σας». Τι πιο κουλ από αυτό;