Το εξωγήινο σερί του Daniel Day Lewis
- 24 ΙΑΝ 2013
Ο 16ος Αμερικάνος πρόεδρος είναι μόλις ο 11ος χαρακτήρας μέσα στον οποίο ο τελειομανής μαζοχιστής αποφάσισε να κάνει μακροβούτι τα τελευταία 23 χρόνια καριέρας. Και, μέχρι τώρα, δεν έχει υπάρξει ποτέ κάτι λιγότερο από συγκλονιστικός. Κάτι που κανένας Brando ή De Niro (σ.σ. τα δυο είδωλα του) δεν θα τολμούσε να ισχυριστεί.
Μπορεί οι δυο τους να μην έχουν γνωριστεί ή δουλέψει ποτέ μαζί, αλλά ο Tarantino και ο Lewis φάινεται να μοιράζονται την ίδια κοσμοθεωρία για το τι θέλουν να γράφει το imdb όταν έχουν εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο.
Όπως έχει χαρακτηριστικά πει ο Quentin ‘Ένας πιτσιρικάς που κάτσει να δει μια ταινία μου σε 20 χρόνια από τώρα, δεν θα ξέρει, ούτε θα τον ενδιαφέρει με ποια σειρά τις έκανα και υπό ποιες συνθήκες. Το μόνο που θα τον νοιάζει είναι αν είναι καλή. Για αυτό και θέλω καθεμία να είναι γαμάτη’.
Η αλήθεια είναι ότι αυτό, η υστεροφημία του, ήταν το τελευταίο πράγμα που περνούσε από το μυαλό του 19χρονου Daniel όταν έβγαινε ‘σοκαρισμένος από την ζωική ενέργεια που αντίκρισα’ από το συνοικιακό σινεμά του ανατολικού Λονδίνου όπου μεγάλωσε, μετά από έξι συνεχόμενες προβολές του Taxi Driver.
Τότε δηλαδή που αποφάσισε να σταματήσει να είναι ένας ακόμη μέθυσος Ιρλανδός και να γίνει ηθοποίος. Μπας και βρει έτσι ένα τρόπο να ξορκίσει το φάντασμα του ποιητή πατέρα του που τον στοιχειώνει από τότε που πέθανε από καρκίνο του πάγκρεας στα 15 του.
Γιατί οτιδήποτε κάνει και, κυρίως, ο αυτοκαταστροφικός τρόπος που το κάνει, είναι απλά ο δικός του τρόπος για να ντιλάρει με αυτή την ανοιχτή πληγή.
Τον απών -αλλά ταυτόχρονα πανταχού παρών- δηλαδή πατέρα που τον έστειλε εσώκλειστο σε ακαδημία στο Kent προκειμένου να σταματήσει να πίνει και να κλέβει. Το κέντρο, με άλλα λόγια, της βασανισμένης ύπαρξής του.
Αυτός ήταν άλλωστε ο λόγος που έπαθε στα 16 του overdose από χάπια για ημικρανία ή που σταμάτησε να παίζει στο θέατρο όταν έφυγε από την σκηνή με κλάματα επειδή πίστεψε ότι μιλούσε στο φαντασμά του.
Ενώ εξίσου βαριά πήρε και τον θάνατο του ατζέντη του από καρκίνο το 1994, μετά τον οποίο έπαθε νευρικό κλονισμό (σ.σ. από τότε δεν προσέλαβε ποτέ άλλον).
Δεν πρόκειται να ενδώσω στην κοινοτοπία του να αρχίσουμε να ραπάρουμε για την θρυλική τεχνική του και το πόσο προσηλωμένος παραμένει στον χαρακτήρα που παίζει. Σε σημείο του να παραμείνει εντός αναπηρικής καρέκλας σε όλη την διάρκεια των γυρισμάτων του My Left Foot ή να αρχίσει να πετάει μπάλες του bowling στον Paul Dano στο There Will Be Blood. Ειδικά από την στιγμή που ο ίδιος έχει ξεκαθαρίσει τα πράγματα.
Ούτε προτίθεμαι να αναπαράγω τον αστικό μύθο που τον θέλει να είναι ένας ερημίτης. Απλά και μόνο επειδή αγόρασε 45 στρέμματα γύρω από το αγροτόσπιτο που μένει έξω από το Δουβλίνο προκειμένου να μην τον ενοχλεί ψυχή. Ή επειδή προτιμάει να κατεβαίνει μόνος στην πάμπ του χωριού –αγκαλιά με την Guinness του- και ντρέπεται όταν τον αναγνωρίζουν.
Το παλικάρι διαθέτει απλά εξωφρενική ποσότητα ταλέντου. Την οποία δεν ξοδεύει σε οτιδήποτε μη διαχρονικό.
Για αυτό και είναι ο πιο περιζήτητος ηθοποιός στον πλανήτη. Κάποιος που ξέρεις ότι αν σου πει ναι, σε μερικούς μήνες θα είστε αγκαζέ στα Όσκαρ.
Κάτι που αποδεικνύει το γεγονός ότι ο Spielberg έφαγε τρεις χυλοπίτες και καταδέχτηκε να κάτσει να γράψει τρεις φορές το σενάριο του Lincoln, με τρεις διαφορετικούς σεναριογράφους, πριν εκείνος δεχτεί.
Μια χυλόπιτα που ο Steven δεν είχε κανένα πρόβλημα να μοιραστεί με τον υπόλοιπο κόσμο, δημοσιεύοντας το γράμμα που του έστειλε ο Day Lewis.
Και μάλιστα με την ίδια ψωροπερηφάνια κάποιου που καταφέρνει να του κάτσει η πιο ωραία γκόμενα του σχολείου.
“Αγαπητέ Steven, δεν μπορώ να εξηγήσω τι είναι αυτό με κάνει να αισθάνομαι την ανάγκη να εξερευνήσω την ζωή κάποιου, αλλά το μόνο που ξέρω είναι ότι μπορώ να κάνω αυτή τη δουλειά μόνο αν αισθάνομαι ότι δεν έχω άλλη επιλογή. Στην περίπτωση του Abraham, προτιμώ να παραμείνω ένας ευγνώμων θεατής”.
Το ότι το φετινό θα είναι το τρίτο κερδισμένο Όσκαρ του (μετά τα αντίστοιχα για There Will Be Blood και My Left Foot) και η 5η υποψηφιότητά του (βλέπε Gangs of New York, Ιn the Name of the Father) απλά αποδεικνύει ότι ακόμη και η κομπλεξική ακαδημία δεν τολμάει να τον αδικήσει.
Όχι τίποτα άλλο, αλλά δεν το έχει σε τίποτα να τα παρατήσει όλα και να επιδοθεί στα δυο αγαπημένα του χόμπι. Την ξυλουργική και την υποδηματοποιία. Με τα οποία ασχολείται σε τέτοιο βαθμό που ο γιος του νόμιζε για πολλά χρόνια πως ήταν εργάτης στην οικοδομή.
Μόνο που, μεταξύ μας, η παραπάνω παράγραφος είναι εντελώς μούφα και κούφια. Γιατί, παρόλο τον μύθο που δημιουργήθηκε επειδή ο Day Lewis πέρασε πέντε χρόνια κάνοντας τον τσαγκάρη στην Ιταλία και γενικώς αργεί χρόνια να κάνει ταινίες, ο λόγος δεν είναι ότι αδιαφορεί για την υποκριτική. Αλλά το ακριβώς αντίθετο.
Όπως χαρακτηριστικά έχει πει ο σκηνοθέτης του στο There Will Be Blood, Paul Thomas Anderson, ‘Ο Daniel αγαπά την υποκριτική τόσο πολύ που για εκείνον γίνεται ένας αγώνας να αγγίξει την τελειότητα’
Κάτι που καταφέρνει κάθε φορά. Ακόμη και αν τον σκοτώνει.