Amazon Prime Video
REVIEWS

To Fallout συνεχίζει το σερί των καλών μεταφορών video games στην τηλεόραση

Και κάπως απρόσμενα, το Fallout του Amazon Prime Video είναι η πιο fun νέα σειρά εκεί έξω αυτή τη στιγμή.
Η Lisa Joy και ο Jonathan Nolan, οι δημιουργοί του Westworld, σχολιάζονταν συχνά ως φανερά επηρεασμένοι από τη λογική των video games. Τώρα με το Fallout του Amazon Prime Video τους δόθηκε ένα πραγματικό τέτοιο παιχνίδι για να παίξουν.

Το Fallout ξεκινάει στην Αμερική της δεκαετίας του 1950, στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου και του «κόκκινου τρόμου», με τον πρώην τηλεοπτικό αστέρα Cooper Howard (Walton Goggins) να έχει περιοριστεί πια στο να εμφανίζεται σε παιδικά πάρτι γενεθλίων. Τι να κάνει, έχει και μία διατροφή να πληρώσει μαθαίνουμε. Ένα σύννεφο-μανιτάρι όμως εμφανίζεται στον ορίζοντα απέναντι από το πάρτι, το κύμα της πυρηνικής έκρηξης χτυπάει, και η αποκάλυψη φτάνει.

Όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα σπεύδουν στις ασφαλείς υπόγειες κρύπτες που έχουν κατασκευαστεί και αμέσως μετά μεταφερόμαστε στην Κρύπτη 33, δύο αιώνες αργότερα, όπου όλα φαίνονται να έχουν πάει περίφημα.

Όλη η φαινομενική αφέλεια της δεκαετίας του ’50 και οι καλύτερες πλευρές του ήθους της – η ευγένεια, η συνεργασία, η φροντίδα του διπλανού, η σεμνότητα και η αυτοσυγκράτηση – έχουν διατηρηθεί. Αν και με ορισμένες ανατροπές, όπως είναι η καθημερινή εκπαίδευση οπλοχρησίας και οι περιστασιακές επισημάνσεις για την αποφυγή γάμου με κάποιο από τα ξαδέρφια σου.

Η ειδυλλιακή συνθήκη της κρύπτης διαλύεται ωστόσο όταν συμβαίνει μία βίαιη επιδρομή από κατοίκους της επιφάνειας, με επικεφαλής μια γυναίκα ονόματι Moldaver (Sarita Choudhury). Ο επόπτης του φυλακίου Hank MacLean (Kyle MacLachlan) απαγάγεται και η κόρη του Lucy (Ella Purnell) αψηφά τις εντολές του εναπομείναντος Συμβουλίου και εγκαταλείπει την κρύπτη για να τον βρει. Πιστή στον Χρυσό Κανόνα με τον οποίο μεγάλωσε, το «κάνε στους άλλους ό,τι θα ήθελες να σου κάνουν και αυτοί», είναι παντελώς απροετοίμαστη για όσα επιφυλάσσει η ζωή στην επιφάνεια.

Οι σχετικές απειλές περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων: γιγάντιες κατσαρίδες, φρικτά θαλάσσια τέρατα, δηλητηρίαση από ραδιενέργεια, φανατισμένων διαφόρων ειδών, αποτεφρωτές κουταβιών, και κανιβαλιστές. Υπάρχει επίσης η οργάνωση Brotherhood of Steel που προσπαθεί να αποκτήσει τον έλεγχο των ερημότοπων, δεν φαίνονται ωστόσο να βρίσκονται σε κάποια ηγετική θέση.


Η Brotherhood χωρίζεται στους Lords που φορούν στολές τύπου Iron Man, σε ιπποκόμους που ελπίζουν να γίνουν Lords ή έστω να τους υπηρετούν πιστά, και σε υποψήφιους που εκπαιδεύονται ως ιπποκόμοι. Ο ιπποκόμος Maximus (Aaron Moten) είναι ο άνθρωπός μας από αυτή την πλευρά του σύμπαντος, και τον παρακολουθούμε καθώς από θύμα εκφοβισμού γίνεται Lord με αθέμιτα μέσα.

Η αποστολή του λοιπόν γίνεται να αποκτήσει ένα πολύ σημαντικό κομμένο κεφάλι (κι όμως!) που αναζητά και η Lucy, το οποίο περιέχει ένα τσιπ που χρειάζεται η Moldaver. Εάν το προλάβει η Lucy έχει υπόψιν της να το ανταλλάξει με τον πατέρα της. Εάν το προλάβει ο Maximus, ελπίζει να του συγχωρήσουν μία, αχέμ, παράλειψη που δεν θα προδώσουμε εδώ.

Η μεγαλύτερη απειλή όλων, ωστόσο, φαίνεται να είναι τα Ghouls, κάποια μεταλλαγμένα πλάσματα που μοιάζουν με ζόμπι, απλά με συνείδηση και χρήση του λόγου (αρχικά τουλάχιστον). Εμείς θα ασχοληθούμε κυρίως με ένα από αυτά. Το μεταλλαγμένο απομεινάρι του ηθοποιού Cooper Howard από τα ‘50s, που αναζητά επίσης το ίδιο κεφάλι και την αμοιβή που έχει επικηρυχθεί γι’ αυτό.


Η Joy και ο Nolan αγαπούν τους ψηλούς σκοτεινούς καπελοφόρους. Στο Westworld είχαμε τον Άνθρωπο με τα Μαύρα του Ed Harris, έναν μυστηριώδη, κυκλοθυμικό προστάτη του πάρκου. Στο Fallout έχουμε το Ghoul του Goggins που στοιχειώνει το μεταποκαλυπτικό του περιβάλλον με μαύρη γουέστερν ενδυμασία.

Ο συνδετικός ιστός μεταξύ των δύο σειρών όμως εκτείνεται πολύ πέρα από καουμπόηδες δολοφόνους: Και οι δύο μοιράζονται επίσης το γνωστό ενδιαφέρον των δημιουργών σχετικά με τις κατασκευασμένες πραγματικότητες και τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα που καταδικάζουν την ανθρωπότητα.

Ως Ghoul λοιπόν ο Goggins είναι παραπάνω από απολαυστικός, εκτοξεύει ατάκες καταπίνοντας τα πάντα γύρω του, αλλά παλεύει κιόλας να ανακτήσει τα κομμάτια της ανθρωπιάς που έχουν παραμείνει μέσα του.

Το Fallout δεν χρησιμοποιεί αυτόν τον υπερφυσικά χαρισματικό ηθοποιό όσο θα έπρεπε, όμως οι Purnell και Moten δίνουν επίσης ολόσωστες ερμηνείες ως δύο αθώοι μέσα σε έναν άγριο κόσμο που, όταν μοιράζονται χρόνο στην οθόνη, βρίσκουν πραγματική χημεία.


Οι showrunners της σειράς Geneva Robertson-Dworet και Graham Wagner καταφέρνουν με κάποιο τρόπο να συνδυάσουν τα παραδοσιακά tropes της μεταπυρηνικής αποκάλυψης με ειρωνικές αναφορές σε μοτίβα της δεκαετίας του ’50, τεχνάσματα των b-movies, και gore επιπέδου τρόμου. Είναι θαύμα το πώς ο τόνος της σειράς παραμένει αψεγάδιαστος με τόσες διακυμάνσεις που επιχειρούνται.

Το Fallout έχει αυτογνωσία χωρίς να κλείνει το μάτι στην κάμερα, και υπονομεύει την ολοένα αυξανόμενη συναισθηματική μας επένδυση στους χαρακτήρες. Στα οπτικά, η κλασική γουέστερν αισθητική του Fallout συνδυάζεται άψογα με τη φουτουριστική λάμψη του, οι κρύπτες μοιάζουν δαιδαλώδεις και βιωμένες, η έρημος ορθάνοιχτη αλλά γεμάτη κινδύνους, και η μουσική του Ramin Djawadi έχει νύξεις από Reznor και Ross.

Υπάρχει επίσης ένα μήνυμα κατά του καπιταλισμού εδώ, που διαμορφώνεται στο δεύτερο μισό της σεζόν, αν και μένει στην επιφάνεια.


Πάνω από όλα όμως το Fallout είναι αστείο.

Η βιαιότητα και η πραγματικότητα της ζωής στην επιφάνεια είναι διαποτισμένα σε έναν παραλογισμό που εμποδίζει το Fallout από την περιοχή του The Last of Us (μία από τις δύο-τρεις καλές διασκευές video games, μαζί με το Castlevania και το αρχικό Mortal Combat). Τα αστεία του αποδίδονται με απολύτως ευθύ τρόπο, λες και ο παραλογισμός είναι μέρος της ζωής στους ερημότοπους σε ίσες ποσότητες με τον κανιβαλισμό. Σε συνδυασμό με το μπόλικο αίμα, το Fallout θυμίζει μία άλλη παραγωγή της Amazon, το The Boys.

Το χιούμορ βέβαια δεν είναι κάτι συνδέει κανείς με την Joy και τον Nolan. Θα λέγαμε μάλιστα ότι πως η απουσία της ανάσας που προσφέρει ήταν ένα από τα μεγαλύτερα λάθη του Westworld. Φαίνεται όμως ότι είναι περισσότερο από πρόθυμοι να αφήσουν χώρο, από τη θέση των παραγωγών – ο Nolan σκηνοθετεί και τα τρία πρώτα επεισόδια του Fallout – σε άλλους showrunners να αντιμετωπίσουν την έννοια της ίδιας της ανθρωπότητας ως γελοία, αυτοκαταστροφική, και αξιολύπητη.

Συνεχίζουν να αναρωτιούνται εάν οι άνθρωποι αξίζουμε τον κόπο τελικά, χωρίς να έχουν αποφανθεί.

Exit mobile version