Το Spider-Man: No Way Home παίζει τα greatest hits του ήρωα
Το No Way Home σπάει την κατάρα που σέρνουν οι τρίτες ταινίες του Spider-Man.
- 16 ΔΕΚ 2021
Οι τρίτες ταινίες του Spider-Man σέρνουν κατάρα. Μπορεί να αποτύχουν όπως το Spider-Man 3 του Sam Raimi που μπορεί είχε σκίσει εισπρακτικά αλλά είχε αποκτήσει τόσο κακή φήμη που το στούντιο αποφάσισε ότι δεν άξιζε συνέχεια (το Spider-Man 4 ήταν στα σκαριά). Ή μπορεί να ακυρωθούν όπως το The Amazing Spider-Man 3, γκρεμίζοντας τα όνειρα του Andrew Garfield που δεν ευχαριστήθηκε ποτέ την ενσάρκωση του αγαπημένου του ρόλου.
Το Spider-Man: No Way Home, παρότι καθυστερημένο και αυτό λόγω της πανδημίας, σπάει την κατάρα.
Ο Tom Holland, παίρνοντας τη σκυτάλη του χαρακτήρα δύο μόλις χρόνια μετά τον Garfield, έκανε αυτό που νόμιζα ήταν αληθινά ακατόρθωτο. Με έπεισε ότι χρειαζόμουν έναν ακόμη Peter Parker στη ζωή μου, ενώ μάλιστα το Into the Spider-Verse με έναν καταπληκτικό Miles Morales – και την υπόσχεση ότι καθένας από εμάς θα μπορούσε να γίνει Spider-Man! – με περίμενε στη γωνία.
Ο Spider-Man του Tom Holland
Αναγνωρίζοντας το πόσο ομαδική δουλειά είναι η εισαγωγή ενός χαρακτήρα στο επίπεδο του Spider-Man σε μία τόσο προχωρημένη φάση όπως ήταν το Civil War για το MCU, χρεώνω αυτό το κατόρθωμα προσωπικά στον Holland. Ο συγκεκριμένος ήρωας έχει αποκτήσει μία δική του, μοναδική επιρροή στη συλλογική μας πολιτιστική φαντασία: Το casting ενός νέου Spider-Man μοιάζει με στέψη για κάθε κινηματογραφικό αστέρα που έχει υποδυθεί τον χαρακτήρα, και ο Holland ενσωμάτωσε την παιδική, αγορίστικη γοητεία που χαρακτηρίζει τον Spidey – ακόμα και στα ενήλικα χρόνια του στα κόμικ – καλύτερα από κάθε προηγούμενο.
Ο Raimi, με το background του στον τρόμο, έφτιαξε εκθαμβωτικούς κακούς και τους αντιπαρέβαλε με την αφέλεια του Peter όπως την έπαιζε υπό τις οδηγίες του ο Tobey Maguire. Ο Peter του Garfield ήταν φτιαγμένος για ένα young adult κοινό που ζούσε ακόμα σε ρυθμούς Twilight φανατίλας, σεταρισμένος με το φουντωτό μαλλί, τα μπλε φίλτρα και τις καταραμένες αγάπες. Ο Holland τι είχε στα χέρια του;
Αδειασμένος στο Civil War χωρίς τα υλικά του Spider-Man, όχι στ’ αλήθεια, με το κόνσεπτ του να είναι «σχολικές περιπέτειες», πήρε την ένεση ενέργειας που χρειαζόταν αλλά χωρίς ουσιαστικό characterization. Κι όμως, δε μοιάζει τρισδιάστατος; Γι’ αυτό επιμένω για τον Holland που έξω από το MCU δεν έχει σταθεί τυχερός (το The Devil All the Time – όπου ήταν πολύ καλός! – και το Chaos Walking είναι αμφότερα ανύπαρκτα), γιατί θα στεναχωριόμουν πραγματικά εάν στην πορεία γινόταν το έκτο όνομα στο call sheet κάτω από πέντε άλλους γυμνασμένους action stars.
Στο No Way Home αποκτά όντως περισσότερες διαστάσεις γιατί όπως θα μάθαιναν άλλοι ήρωες πριν από αυτόν, ο James Bond του Daniel Craig για παράδειγμα ή ο μέντοράς του, Iron Man, υπάρχει τίμημα στη διάσωση του κόσμου και, στο σενάριο του Chris McKenna και του Erik Sommers, αυτό θα έπρεπε να γίνεται ορατό. Χειροπιαστό.
No Way Home για τον Peter Parker
Εμπνευσμένο από την πιο μισητή ιστορία στα κόμικ του Spider-Man, το No Way Home κρατάει το πιο κρίσιμο χαρακτηριστικό του Peter από εκείνη τη φάση και το χρησιμοποιεί για να επαναπροσδιορίσει την έννοια του ηρωισμού. Στο One More Day ο Peter δε μπορούσε να δεχτεί ότι η Θεία May θα πέθαινε εξαιτίας του και έτσι έκανε μία συμφωνία με τον διάβολο που του κόστισε τον γάμο του. Στο No Way Home, αφού ζητά από τον Doctor Strange να κάνει ένα μαγικό που θα έσβηνε τη δημοσιοποίηση της ταυτότητάς του από τη συλλογική μνήμη και που τελικά προκαλεί την άφιξη των διάσημων κακών του Spider-Man από τα σύμπαντα του Maguire και του Garfield, δε μπορεί να δεχτεί ότι αυτοί οι άνθρωποι δε μπορούν κάπως να εξιλεωθούν.
Παρά τις προειδοποιήσεις του Strange, ο Peter και η παρέα του θα προσπαθήσουν να θεραπεύσουν τον Green Goblin, τον Doc Ock, τον Elektro, τον Lizard και τον Sandman, αλλά η διαδικασία θα τους αφήσει εκτεθειμένους στην απειλή τους.
Το αυθεντικό εύρος συναισθημάτων που επιχειρεί να αποδώσει εδώ ο Jon Watts και το καστ λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό, ειδικά όταν οι στιγμές δεν αποσυμπιέζονται με φορσέ χιούμορ. Αυτή η ανάγκη του MCU να τεντώνει τα αστεία μέχρι την επόμενη ταινία είναι χαρακτηριστικό του γνώρισμα, αλλά εδώ ο Holland αγωνίζεται να συνδεθεί σε σκηνές θλίψης και θυμού γιατί δεν του δίνεται ο χρόνος να τα εξερευνήσει. Όπως και να ‘χει τον πιστεύεις, γιατί το πιστεύει ο ίδιος.
Παρακολουθώντας το Spider-Man: No Way Home σκεφτόμουν ότι, παρά την αστάθειά του, δεν είχε κανένα δικαίωμα να είναι τόσο καλό όσο κατέληξε. Είναι μία ταινία που θέλει να υποσχεθεί τη συνέχεια του ήρωα χρησιμοποιώντας το παρελθόν του, παίζοντας τα greatest hits του, κοιτώντας ένα τελείως άγνωστο μέλλον στο μεγάλο του φινάλε – τα τελευταία 40’ της ταινίας είναι μία από τις καλύτερες, ή η καλύτερη τρίτη πράξη που έχει κάνει το στούντιο. Η Marvel δε συνηθίζει να παίρνει ρίσκα, ή τελοσπάντων όχι τόσο μεγάλα όσο μοιάζει να κάνει στο τέλος του No Way Home (μέχρι τότε η ταινία παίζει σε όρους ασφαλείας στην πραγματικότητα), αλλά θα απολαύσω αυτή την αιώρηση για όσο κρατήσει.
Αυτό το τελευταίο μέρος εξηγεί επίσης γιατί επιστρέφουμε συνεχώς, ξανά και ξανά, σε αυτό το αφελές παιδί. Είναι ανοιχτόκαρδος, παρορμητικός, έξω από τα νερά του και καθορισμένος από όσα τον πληγώνουν. Το No Way Home βρίσκει πολλαπλούς τρόπους και ευκαιρίες για να το αποτυπώσει.
To Spider-Man: No Way Home προβάλλεται στις αίθουσες από τη Feelgood.