ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Χωρίς να έχω δει ούτε ένα από τα 1.000+ επεισόδια, πήγα σινεμά για την ταινία One Piece: Red

Ένα βράδυ στα Village με το πιο ενθουσιώδες κοινό ταινίας. Και με μια αναπάντεχα απολαυστική ιστορία.

Είναι πολλές φορές που το ίδιο το context ενός πράγματος μπορεί να με ενθουσιάζει περισσότερο από το ίδιο το πράγμα. Δεν ξέρει αν βγάζει νόημα αυτό σε εσάς που το διαβάζετε (πολύ νορμάλ άποψη!), αλλά να, πολλές φορές ας πούμε θα καθίσω να ψάχνω τη δομή και τα reading orders κάποιων περίπλοκων υπερηρωικών ιστοριών, για δεκάδες ή εκατοντάδες τεύχη που ρεαλιστικά δε θα διαβάσω ποτέ. Αλλά ακόμα και το ίδιο το context, είναι κάτι που μου αρέσει να ξέρω.

Κάνω αυτή την περίεργη εισαγωγή γιατί θέλω να τονίσω πόσο αδιανόητο και παράξενο μου φαινόταν αυτό που αποφάσισα να κάνω την Πέμπτη το βράδυ: Να πάω στα Village, την πρώτη μέρα προβολής, και να παρακολουθήσω τη νέα ταινία One Piece: Red που κυκλοφόρησε και στην Ελλάδα– όχι απλά χωρίς να έχω δει ούτε επεισόδιο της σειράς (από τα πλέον των χιλίων που έχουν προβληθεί), αλλά ούτε καν γνωρίζοντας τι είναι το One Piece.

Η πιο κοντινή σχέση που έχω αποκτήσει ποτέ με το συγκεκριμένο text είναι όταν είχα βάλει χαράματα το ξυπνητήρι για να δω τον Τεντόγλου να κερδίζει το χρυσό στους περσινούς Ολυμπιακούς. Κατά τα άλλα, βαθιά και πλήρης άγνοια. Τι μου ήρθε λοιπόν να θέλω να πάω σε αυτή την προβολή;

Καταρχάς, ένας συνδυασμός αίσθησης ευθύνης και αίσθησης εξερεύνησης. Σπάνιο να συνδυάζονται αυτά στη σημερινή εποχή, όταν τα πάντα τηζάρονται και αναλύονται σε ελάχιστα σωματίδια ακόμα και πριν κυκλοφορήσουν.

Όμως να: Μια ταινία-φαινόμενο (η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία της χρονιάς στην Ιαπωνία, και η δέκατη-πέμπτη(!) ταινία ενός τεράστιου multimedia franchise) κυκλοφορούσε στην Ελλάδα δίχως να περάσει σε κανένα απολύτως επίπεδο από την τοπική κριτική ή γενικώς τα mainstream media. Υποθέτω δεν το χρειαζόταν, γιατί το κοινό της ταινίας τη βρήκε, για την ακρίβεια μάλλον αδημονούσε για αυτήν. Ποιος από τους φανς νοιάζεται πόσα αστεράκια θα του βάλει ο κάθε εγώ;

Fair enough υποθέτω! Αλλά αυτό άνοιξε ένα νέο δρόμο μπροστά μου: Αν δεν έρχεται το One Piece στον Μωάμεθ, θα πάει ο Μωάμεθ στα Village. Χωρίς να ξέρω το παραμικρό; Χωρίς να ξέρω το παραμικρό!

Έτσι, βρέθηκα την Πέμπτη βράδυ σε μια εντελώς γεμάτη (άδειες μόνο οι δύο πρώτες σειρές) αίθουσας στα Village στο Mall για να δω την ταινία. Θα καταλάβαινα άραγε το οτιδήποτε; Είχε καν σημασία; Αγωνία!

Το κλίμα άψογο. Φανς φορούσαν είτε τα πρόμο χαρτονένια «ψάθινα καπέλα» σαν αυτά που φορά ο ήρωας, είτε αληθινά καπέλα που έφεραν από το σπίτι. Μέχρι και cosplay πέτυχα. Ένιωθες το κέφι στον αέρα, είναι από αυτές τις προβολές που τις παρακολουθείς με ευχαρίστηση ακόμα κι αν δε νιώθεις τι γίνεται. Σαν ποδοσφαιρικός αγώνας με εντυπωσιακό παλμό, που συντονίζεται με τις αντιδράσεις των θεατών και δε χρειάζεται καν τι είναι οφσάιντ να γνωρίζεις.

Κάθε νέος χαρακτήρας (προφανώς δημοφιλείς ήρωες της σειράς) που εμφανιζόταν κάθε λίγη ώρα στην ταινία, ξεσήκωνε αντιδράσεις «ωωωω». Δεν θα αναφέρω κανέναν συγκεκριμένο πρώτον γιατί δεν έχω ιδέα πώς τους λένε και δεύτερον γιατί δεν έχω συναίσθηση του τι αποτελεί spoiler σε μια τέτοια περίπτωση. Ίσως έγραψα ανάποδα τους λόγους;

Τελοσπάντων δεν έχει σημασία. Το κοινό ζητωκραύγαζε κι όταν ο [——-] χρησιμοποίησε [———] κατά τη διάρκεια της μάχης με [——]. (Σε αυτή την πρόταση ξέρω να γεμίσω τα κενά, αλλά ξέρω πως είναι όντως spoiler– ΕΚΑΝΑ ΡΕΠΟΡΤΑΖ!)

Στην δε εμφάνιση ενός χαρακτήρα όταν έχουν ανάψει για τα καλά τα αίματα στη δράση, το κοινό κυριολεκτικά άρχισε να χειροκροτά και να φωνάζει. Η όλη φάση ήταν κάτι μεταξύ σίτκομ όταν εμφανίζεται διάσημος γκεστ σταρ και τρίτης πράξης του Avengers: Endgame. Αλλά στο πιο pure και στο λιγότερο επιτηδευμένο.

Η μεγαλύτερη ωστόσο ευχάριστη έκπληξη της όλης διαδικασίας είναι ότι κατάλαβα τι είδα. Δηλαδή όχι, αλλά κάπως ναι. Είμαι σαφής; Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η ταινία διέθετε έναν πάρα πολύ σαφή και συγκεκριμένο δραματουργικό κορμό, και παρά το γεγονός πως 9 στους 10 χαρακτήρες που εμφανίζονταν στην οθόνη δεν ήξερα ποιοι είναι ούτε γιατί είναι εκεί ή τι θέλουν να πετύχουν (ωστόσο απολάμβανα τα ευφάνταστα και ποτέ επαναλαμβανόμενα designs, μίλια και σκάλες ανώτερο από το εμμονικό με τον ρεαλισμό και την κυριολεξία, βαριεστημένο αμερικάνικο animation), τη βασική ιστορία την ακολούθησα με ευκολία.

Βοήθησε ότι ήταν όλο το φιλμ κεντραρισμένο γύρω από έναν χαρακτήρα, την Uta, που καθώς ξετυλιγόταν η πλοκή κι όλα τα μυστικά του στόρι, γινόταν σαφές τι αποζητούσε και γιατί. Όλη η ταινία περιστρέφεται γύρω από μια τεράστια συναυλία της στη νήσο Ελεγεία, στην οποία κρασάρει ο Luffy με τους πειρατές του αποκαλύπτοντας πώς την ξέρει κι από πότε– τα πάντα εδώ γίνονται με τον απολαυστικά κάζουαλ τρόπο που συμβαίνουν ακόμα και τα πιο χαοτικά πράγματα στο ιαπωνικό animation, παρακάμπτοντας σχήματα λογικής ή κυριολεξίας.

Πίσω από μια πολύχρωμη βιτρίνα γεμάτη μουσική και ελαφρότητα, αναπτύσσεται όμως μια ιστορία με διαρκείς σκοτεινές στροφές, και πόνο, ενοχές και απώλεια.

Τίποτα από αυτά δε θα σχολιάσω επιμέρους, όμως θα πω ότι η τελική αποκάλυψη γύρω από τα κεντρικά «γιατί» που θέτει η ταινία καθόλη της τη διάρκεια, αφενός με εντυπωσίασε κι αφετέρου εμπλουτίζει δραματουργικά την ιστορία. Μια περιπέτεια με δράση που ακόμα κι όταν (δηλαδή συνήθως) δε μπορούσα να κατανοήσω ακριβώς, ακολουθούσα με ευχαρίστηση σε ένα πλαίσιο «μόνο vibes». Η τελική μάχη, οι σιλουέτες, τα χρώματα, η ένταση –και μπόνους το τεράστιο συναισθηματικό βάρος που πλέον είχε τεθεί– με κράτησαν καθηλωμένο να το καταδιασκεδάζω.

Στη διάρκεια της κλιμάκωσης δεν πολυείχα ιδέα ποιος έκανε τι πάνω στη μάχη, αλλά το παιχνίδι με χρώματα και σκιές και το ίδιο το στυλ του animation προσέφεραν κάτι έντονο. Σε τυχαίες στιγμές πέρναγα τέλεια γελώντας (οι αγώνες κοτοφαγίες της Uta και του Luffy) και εξίσου εύκολα πήγαινα συναισθηματικά εκεί που ήθελε η ιστορία να με πάει (το «δεν ξέρεις να χάνεις» ανάμεσα στους δύο κεντρικούς ήρωες και το πώς μεταβάλλεται σε σημασία στην πορεία της περιπέτειας όσο μαθαίνουμε περισσότερη αλήθεια).

«Πώς γίνεται να έχουν τόσο διαφορετική αντίληψη του τι συνέβη;». Πράγματι ε, τι σου είναι το context και η οπτική γωνία.

Τι άλλο καταδιασκέδασα; Έχοντας όντως ακολουθήσει την ιστορία της Uta με τεράστιο ενδιαφέρον, γύρισα σπίτι έτοιμος να ψάξω το θέμα. Να προσθέσω το context που λέγαμε παραπάνω. Δε θεώρησα ρεαλιστικό ότι θα έμπαινα τώρα ξαφνικά στη διαδικασία να δω 1000+ επεισόδια, αλλά τελοσπάντων ήθελα να ξέρω περισσότερα– και για αυτή την ηρωίδα, για τη θέση της σε αυτό τον κόσμο, αλλά και γενικότερα για το πώς η ταινία ταιριάζει στην ευρύτερη μυθολογία του franchise.

(Όπως και το να καταλάβω περισσότερα για το τι αντιπροσωπεύει εδώ η ιδέα των πειρατών, μιας κι αυτό στην ταινία αναπτύχθηκε κυρίως με επίκεντρο την Uta.)

Αυτό που κατάλαβα μελετώντας μπόλικη αρθρογραφία είναι πως τα γιαπωνέζικα media έχουν μια πολύ χαλαρή σχέση με το canon, το τι «μετράει» δηλαδή σε μια ιστορία και τι όχι. Και ξέρετε τι; Καλά κάνουν κιόλας. They are paper people, όλοι και όλες τους. Με κουράζει αφάνταστα όταν κάθε νέα υπερηρωική ιστορία πρέπει να βρούμε «πώς ταιριάζει», «τι σημαίνει» και «πού τοποθετείται» σε σχέση με τις άλλες. Κάποιες φορές δεν έχει σημασία κι απλά κάτσε δες μια κουλ ιστορία, σωστά;

Οπότε με χαροποίησε πάρα πολύ να διαβάζω φράσεις όπως «η ταινία δεν ανήκει στο canon της σειράς καθώς αντικρούει πολλά σημεία του continuity, αλλά υπάρχουν χαρακτήρες και πλοκές που θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη σειρά». Όπως ότι απάρεντλι ένας χαρακτήρας από το πουθενά έχει ξαφνικά μια τεράστιας σημασίας σύνδεση με έναν πάρα πολύ σημαντικό χαρακτήρα της σειράς;;

Αυτή η φράση πραγματικά δε σημαίνει τίποτα, κι είναι το αντίστοιχο του «απλά δες μια ωραιότατη ιστορία που βγάζει κανονικότατο νόημα από μόνη της, και ό,τι είναι κουλ θα παίξει και στο μέλλον, δε θα το ξεχάσουμε προφανώς». Ναι, ξέρετε τι; Τέλεια. Προσυπογράφω.

Και ξέρετε τι άλλο βρίσκω περίεργο αλλά διασκεδαστικό; Ότι υπάρχει πλέον εκεί έξω ένας τουλάχιστον άνθρωπος που στο μυαλό του (ναι τώρα μιλάω για τον εαυτό μου σε τρίτο πρόσωπο, πάμε πολύ καλά), το One Piece είναι εκείνη η τέλεια ιστορία της πληγωμένης ποπ σταρ που προσπαθούν να σώσουν/αντιμετωπίσουν κάτι σουρεάλ πειρατές. Είπαμε, τα πάντα είναι context.

Μιλώντας για context, δεν ξέρω αν και υπό ποια συνθήκη θα ασχοληθώ με τη σειρά (δεν αποκλείεται κιόλας, έχουν συμβεί και πιο περίεργα πράγματα στη ζωή), αλλά ξέρω ότι στην επόμενη One Piece ταινία που θα παιχτεί στα ελληνικά σινεμά, θα είμαι πάλι εκεί.