Είναι το Dude το πιο flirty μπαρ της Αθήνας;
Σε αυτό το μικροσκοπικό μαγαζί, τα κορίτσια είναι ακομπλεξάριστα, τα αγόρια σε μεγάλα κέφια και ο Jeff Bridges πίσω απ’ τα γυαλιά και το μούσι του παρακολουθεί και χαμογελάει.
- 16 ΦΕΒ 2013
Η πρώτη φορά που έμαθα για την ύπαρξη του Dude ήταν το καλοκαίρι του 2011, από μια γνωστοφίλη που σύχναζε φανατικά και είχε λυσσάξει να με πάει. Περιγραφή γνωστοφίλης: όμορφη, χαμογελαστή, κοινωνική, επαγγελματίας single – στα τρία χρόνια που την ξέρω δεν είχε ποτέ μόνιμο αγόρι. Εμένα τότε το σκάλωμά μου στη νυχτερινή διασκέδαση ήταν το 42 – ξέρεις, αυτό το παλιακής αισθητικής μπαρ-σάλα με τα καλύτερα κοκτέιλ της πόλης (καμιά ντουζίνα νέα μπαρ αργότερα, εξακολουθώ να πιστεύω πως το 42 έχει τα καλύτερα κοκτέιλ της Αθήνας – ασχέτως που πλέον πάω μόνο απογεύματα για καφέ ή gunpowder τσάι). Όταν της αντιπρότεινα να πάμε στο 42 με ακολούθησε με βαριά καρδιά. Αλλά είχε σχέδιο. Δύο ποτά αργότερα, βρέθηκα στην γνώριμη από τα φοιτητικά μου χρόνια οδό Καλαμιώτου, να προσπαθώ να παραγγείλω ποτό στο Dude.
Η λέξη κλειδί εδώ είναι το “προσπαθώ”, διότι σε αυτό το λιλιπούτειο μπαρ, που το καλοκαίρι αναπόφευκτα μεταφέρεται στο πεζοδρόμιο, κάθε παρασκευοσαββατοκύριακο γίνεται λαϊκό προσκύνημα. Ο μακρόστενος διάδρομος γεμίζει ασφυκτικά, η πόρτα δεν ανοίγει, η μπάρα μοιάζει μια όαση κοντινή και απλησίαστη ταυτόχρονα. Ακούγεται απαίσιο; Ε, δεν είναι. Ή τουλάχιστον δεν είναι για όσους είναι single, για όσους βγαίνουν με υποσυνείδητο ή συνειδητό πόθο να γνωρίσουν κόσμο, να φλερτάρουν και να περάσουν καλά. Και ενώ στα υπόλοιπα μπαρ αυτά συμβαίνουν πάνω – κάτω μετά το δεύτερο ποτό, αφού έχουν χαλαρώσει οι αντιστάσεις και έχουν παίξει πινγκ πονγκ οι ματιές, εδώ συμβαίνουν πολύ πριν πάρεις στα χέρια σου το πρώτο ποτό (το οποίο δεν είναι μπόμπα – αν αυτό αναρωτιέσαι).
Δεν μπορώ να καταλάβω τι φταίει και ο κόσμος στο Dude έχει άλλη διάθεσή από τα υπόλοιπα μπαρ στα πέριξ, στο Throubi και στο Tailor Made στην διπλανή πλατεία Αγίας Ειρήνης ή στο σε απόσταση αναπνοής Osterman. Ίσως φταίει ακριβώς αυτό το χωροταξικό ζόρι που φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά, ίσως φταίει η uplifting μουσική – λίγο rock, λίγο soul, λίγο funk, ίσως ρίχνουν κάτι στο νερό, δεν ξέρω. Ξέρω πως εκείνο το βράδυ μιλήσαμε με όλο το μαγαζί, φλερτάραμε με το μισό, γελάσαμε και φύγαμε με δυο-τρία τηλέφωνα η καθεμία. #Win σε περίπτωση που ψάχνεσαι, #win και σε περίπτωση που δεν ψάχνεσαι αλλά θέλεις απλά να ανέβει λίγο το ηθικό σου, να νιώθεις επιθυμητός, να νιώσεις ωραία.
Όσες επόμενες φορές και αν βρέθηκα στο Dude, μια από τα ίδια: στριμωγμένοι όλοι μέσα στο στενό, να πίνουμε, να μιλάμε με αγνώστους που με συνοπτικές διαδικασίες γίνονται γνωστοί, να γράφουμε εξυπνάδες στον μαυροπίνακα απέναντι από το μπαρ (έκτακτο τέχνασμα για παιχνίδια φλερτ), να απαθανατίζουμε τις στιγμές σε polaroids που πουλάει αυτός ο περαστικός κύριος με την ρετρό φωτογραφική μηχανή (επίσης υπέροχο τέχνασμα, βγάζεις μια φωτογραφία με τη νέα σου γνωριμία και στο λευκό περιθώριο γράφεις το όνομά και το τηλέφωνό σου – πολύ πιο cool από τη συμβατική χαρτοπετσέτα ή το πεζό κινητό).
Τους τελευταίους μήνες σταμάτησα να πηγαίνω, ακούω πως το μαγαζί πήρε και τον διπλανό χώρο και μεγάλωσε σε τετραγωνικά, αλλά οι ανταποκριτές μου επιβεβαίωναν πως το κλίμα παραμένει το ίδιο σέξι: δύο φίλες μου, προσφάτως χωρισμένες, έχουν περάσει τον τελευταίο καιρό μερικά από τα καλύτερα βράδια τους εκεί μέσα – προφανώς όχι πίνοντας ήσυχες σε μια γωνία το ποτό τους και συζητώντας για μόδα. Ένας άλλος φίλος – επίσης χωρισμένος και ξενερωμένος, που τον έστειλα στο Dude για να ξελαμπικάρει, σαν συνταγή γιατρού – μου έστειλε μήνυμα από εκεί “με τραβάνε 3 γκόμενες από τα μανίκια”. Οπότε η μαγική συνταγή εξακολουθεί να δουλεύει, και ο κόσμος – με τις ευλογίες του Μεγάλου Λεμπόφσκι, που έχει δώσει το όνομά του στο μαγαζί – εξακολουθεί να φλερτάρει και να γυρνάει σπίτι του με ένα αίσθημα ικανοποίησης, ή, ακόμα καλύτερα, με παρέα.
Ποια είναι η συνταγή ειλικρινά δεν ξέρω. Όχι, δεν ρίχνουν κάτι στο νερό και όχι, η μουσική από μόνη της δεν είναι αρκετή για να σε μεταλλάξει από ξενέρωτο τύπο στο πιο ομιλητικό και πρόσχαρο άτομο της Αθήνας – τόσα και τόσα μαγαζιά στο κέντρο παίζουν εξίσου καλή μουσική και δεν έχουν την ίδια ατμόσφαιρα. Καταλήγω στο συμπέρασμα πως τα μαγικά συστατικά κρύβονται μέσα στους θαμώνες. Στους θαμώνες που – πιθανόν επειδή έχουν ακούσει πως σε αυτό το συγκεκριμένο μπαρ έχει “πολύ θέμα” – πηγαίνουν ψυχολογικά προετοιμασμένοι, πιο θετικά διακείμενοι, πιο χαμογελαστοί, πιο ετοιμοπόλεμοι, με μια υποψία/σιγουριά πως “μπορεί να συμβεί και σε μένα”. Και αν το πιστέψεις πραγματικά, πως το φλερτ, ο έρωτας, το one night stand – ή οτιδήποτε άλλο μπορεί να ζητάς από τις νύχτες σου – μπορεί να συμβεί και σένα, θα συμβεί. Οπουδήποτε και αν βρίσκεσαι.