FOOD & DRINK

Εξομολογήσεις μιας ιδιοκτήτριας θερινού σινεμά

Μιλήσαμε με την Μαίρη Πάνου, τη γυναίκα που τρέχει το Cine Paris, έναν από τους ιστορικότερους θερινούς κινηματογράφους της χώρας.

Επικρατεί μια συμπαντική αδικία κατά των θερινών σινεμά. Ο βαθμός ευτυχίας κάθε καλοκαιριού της ζωής μας ορίζεται (ή θα έπρεπε τουλάχιστον να ορίζεται) από δύο μεταβλητές. Από τα μπάνια στη θάλασσα και από τα παγωτά. Ήρθε η ώρα στην παραπάνω εξίσωση να μπουν και οι επισκέψεις στα θερινά σινεμά.


(Φωτογραφίες: Νίκος Κατσαρός)

Στην προσπάθειάς μας να αποκαταστήσουμε την παραπάνω συμπαντική αδικία, βρεθήκαμε στο Cine Paris, έναν από τους ιστορικότερους θερινούς κινηματογράφους της Αθήνας. Εκεί συναντήσαμε την Μαίρη Πάνου, την ιδιοκτήτρια του σινεμά και της ζητήσαμε να μας μιλήσει για την ιστορία του χώρου και το τι κάνει στα βάθη των δεκαετιών την εμπειρία παρακολούθησης μιας ταινίας σε θερινό τόσο απολαυστική. Πόσο μάλλον φέτος που η συγκεκριμένη εμπειρία συνδυάζεται με μία κρύα μπίρα Fischer.

Μπορεί αυτό το καλοκαίρι να μας τα έχει χαλάσει λίγο ο καιρός και να μην είναι ο πιο ζεστός των τελευταίων δεκαετιών, ωστόσο η ευχαρίστηση που προσθέτει μια παγωμένη μπίρα στην απόλαυση που νιώθεις ενώ παρακολουθείς την αγαπημένη σου ταινία είναι και φέτος δεδομένη και μπορεί να συγκριθεί με ελάχιστα πράγματα. Όπως τα παγωτά και τα μπάνια.

Μήπως να συμπεριλάβουμε και την μπίρα στην εξίσωση της πρώτης παραγράφου;

Ο λόγος στην Μαίρη Πάνου:

Το Cine Paris άρχισε να λειτουργεί το 1940. Έκλεισε με την οικονομική κρίση του 1960 και άνοιξε ξανά το 1986 από τον πατέρα μου και δύο συνεταίρους του. Σήμερα, αποτελεί οικογενειακή επιχείρηση, αφού το δουλεύουμε εκείνος κι εγώ.

Ο πατέρας μου λάτρευε από μικρός τον κινηματογράφο. Μέχρι και αποβολή είχε φάει στο Δημοτικό, γιατί έφευγε από το σχολείο για να παρακολουθήσει στα κρυφά μια ταινία στο σινεμά. Έτσι ερωτεύτηκε το Cine Paris και μπήκε στη διαδικασία να το αποκτήσει.


(Η Μαίρη Πάνου ανάμεσα στους συνεργάτες της)

Η περίοδος λειτουργίας του σινεμά διαρκεί από τις αρχές Μαΐου μέχρι τα μέσα Οκτώβρη. Βέβαια, φέτος που ο καιρός δεν είναι πολύ καλοκαιρινός κάποιες προβολές δεν έγιναν, ενώ κάποιες άλλες έγιναν με τη χρήση τεράστιων ομπρελών κάτω από τις οποίες κάθονταν οι θεατές.

Το 80% των ανθρώπων που έρχονται στο κινηματογράφο μας, αλλά και σε όλους τους θερινούς της Αθήνας, αποτελούν τουρίστες από άλλες χώρες. Τους κάνει τρομερή εντύπωση, γιατί δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο στη χώρα τους. Αρκετοί έρχονται και μόνο για την εμπειρία ή να δουν τη θέα, ακόμα κι αν δεν ξέρουν τη γλώσσα των υποτίτλων.


Τα τελευταία χρόνια βάζουμε και αγγλικούς υπότιτλους. Για παράδειγμα όταν προβάλουμε μια γαλλική ταινία εμφανίζονται ταυτόχρονα στην οθόνη τόσο ελληνικοί όσο και αγγλικοί υπότιτλοι. Οι μεν πάνω οι δε κάτω. Στην αρχή νόμιζα ότι κάτι τέτοιο θα ήταν κουραστικό, αλλά αν παρακολουθήσεις μια ταινία με αυτό τον τρόπο θα καταλάβεις ότι δεν σου δημιουργείται κανένα πρόβλημα.

Αυτό που διαφοροποιεί το θερινό από το χειμερινό σινεμά είναι πως στο θερινό θα πάει και κάποιος που δεν θα δώσει σημασία στο ποια ταινία προβάλλεται. Θα το αντιμετωπίσει ως ένα εναλλακτικό τρόπο διασκέδασης, θα έρθει για να ξεσκάσει και να πιει το ποτό του.

Το πρωί εργάζομαι σ’ ένα κατάστημα με ηλεκτρολογικό υλικό. Δύσκολα μπορεί να ζήσει κάποιος μόνο από τα έσοδα ενός θερινού σινεμά. Υπάρχουν πλέον αρκετοί φόροι, ενώ όλα τα μηχανήματα είναι πια ψηφιακά και κατ’ επέκταση υπάρχει μεγάλος κόστος σε περίπτωση που χαλάσει κάτι.


Στο Cine Paris έρχομαι κάθε μέρα στις 19:00 και μαζί με τον Κώστα φτιάχνουμε το bar και προετοιμάζουμε τον χώρο. Ανοίγουμε την μηχανή, τακτοποιούμε τις καρέκλες, ελέγχουμε αν είναι καθαρές, φτιάχνουμε τα ποπ κορν και ανοίγουμε τα μηχανήματα για την προβολή της ταινίας. Στη συνέχεια, κατεβαίνουνε στον κύριο Αντρέα, στο ταμείο και του κάνουμε παρέα.

Δεν βλέπω πάντα τις ταινίες. Μέχρι στιγμής δεν έχω δει καμία, γιατί κάνω δουλειές. Άσε που θέλω να παρακολουθώ τις ταινίες από την αρχή και όχι αποσπασματικά.

Αν έπρεπε να προβάλλαμε μία ταινία κάθε χρόνο, θα διάλεγα το ‘Braveheart’, ενώ ο πατέρας μου πιστεύω πως θα επέλεγε το ‘Σινεμά ο Παράδεισος’.


Η επιλογή των ταινιών που θα προβληθούν στο κινηματογράφο μας έχει να κάνει τόσο με το προσωπικό γούστο όσο και με εμπορικούς λόγους.

Έχω δει ανθρώπους από διπλανές πολυκατοικίες να κάθονται στην καρέκλα τους στο μπαλκόνι και να παρακολουθούν την ταινία που προβάλουμε εκείνη τη στιγμή. Δεν με πειράζει. Είμαστε εδώ 32 χρόνια. Οι γείτονες μάς γνωρίζουμε και τους γνωρίζουμε. Δεν μπορώ να πω σε κάποιον να μην βλέπει τις ταινίες μας. Αλίμονο.

Οι ταινίες που έχουν κόψει τα περισσότερα εισιτήρια τα τελευταία χρόνια είναι το ‘Mamma Mia’, το ‘Ανάλυσέ το’, ο ‘Μονομάχος’ και αυτές του Γούντι Άλεν, οι οποίες τελευταία κυκλοφορούν Σεπτέμβρη.

Exit mobile version