Η βότκα έχτισε την ιστορία της μαζί με εκείνη της Ρωσίας
- 23 ΙΑΝ 2021
Μπορεί κάποιος να πει ότι η βότκα από ποτό απλής κατανάλωσης στα clubs, έγινε statement και μια μορφή επίδειξης status. Κάτι σαν το χαβιάρι, για να μην ξεχνάμε πώς αρχίσαμε. Όμως για τη Ρωσία τούτο το καθαρό spirit αποτελεί ένα κομμάτι ιστορίας το οποίο την κυνηγάει από πολύ παλιά.
Οι βότκες ποικίλλουν ανάλογα με το βασικό συστατικό τους και τον τρόπο δημιουργίας της κάθε ποικιλίας. Το τελικό απόσταγμα μπορεί να παραχθεί από οποιοδήποτε ζυμώσιμο συστατικό (ακόμη και από γάλα). Αυτό που έχει μείνει στις συνειδήσεις μας, είναι ότι η βότκα είναι από πατάτα. Αν και η Πολωνία έχει τελειοποιήσει την τέχνη της απόσταξης βότκας με μαλακές γεύσεις από πατάτες, πολλοί διατείνονται ότι το καλύτερο αποτέλεσμα βότκας προέρχεται από σιτηρά όπως η σίκαλη, το κριθάρι ή το σιτάρι.
Η βότκα χρησιμοποιήθηκε αρχικά για ιατρικούς σκοπούς. Η Pulkheria Ivanovna, στην ιστορία του Nikolai Gogol Old-World Landowners, δημιουργεί διάφορα εγχεόμενα αποστάγματα για να θεραπεύσει κάθε άρρωστο. Ανάμεσά τους και η βότκα, που τη χρησιμοποιούσε για να επουλωθούν χτυπήματα στο πρόσωπο ή βουίσματα στα αυτιά. O Πολωνός Stefan Falimierz το 1534 πειραματίστηκε με βότανα και βότκα, για να αυξήσει τη γονιμότητα και να ξυπνήσει τη λίμπιντο.
Όμως η αγάπη της Ρωσίας για το αλκοόλ δεν είναι μόνο λογοτεχνική αλλά παίζει κεντρικό ρόλο στη ρωσική ιστορία. Το Tale of Bygone Years του 12ου αιώνα, το πρώτο καταγεγραμμένο ιστορικό μυθιστόρημα της Ρωσίας, αναφέρει ότι όταν ο Μεγάλος Πρίγκιπας Βλαντιμίρ συζήτησε ποια θρησκεία θα ενώνει καλύτερα το νέο του έθνος, απέρριψε το Ισλάμ υπέρ του Χριστιανισμού, αναγγέλλοντας «Το ποτό είναι η χαρά του Ρους».
Από τα πρώτα χρόνια, οι Ρώσοι απολάμβαναν το υδρόμελι και το κβας, ελαφριά αλκοολούχα ποτά που επιτεύχθηκαν μέσω ζύμωσης και όχι απόσταξης. Κάτι σαν τις μπύρες δηλαδή. Παρήγαγαν επίσης ζυμωμένο χυμό από φύλλα σημύδας (δέντρο της Σιβηρίας) και μπύρα. Τα αποστάγματα με τη μορφή της βότκας, εμφανίζονται στη Ρωσία τον 15ο αιώνα, αλλά η προέλευση είναι αβέβαιη. Είτε έφτασαν από το νότο, μέσω της Κριμαίας, είτε από τη Δυτική Ευρώπη κατά μήκος των εμπορικών Χανσεατικών οδών (οι πόλεις που βρίσκονται στα βόρεια παράλια της Ευρώπης από τη σημερινή Ολλανδία και τη Γερμανία, μέχρι τη Σουηδία και τη Λιθουανία). Σύμφωνα με τον θρύλο, γύρω στο 1430, ένας μοναχός που ονομαζόταν Ισόδρος έφτιαξε στο μοναστήρι Chudov του Κρεμλίνου την πρώτη βότκα. Λόγω της γνώσης που διέθετε στην απόσταξη, έφτιαξε αυτό το νέο απόσταγμα το οποίο έγινε γρήγορα σύμβολο των Rus.
Αυτό που γνωρίζουμε, είναι ότι μετά την έναρξη της εγχώριας παραγωγής στα τέλη του δέκατου έκτου αιώνα, το ποτό – που ονομαζόταν goriachee vino (καυτό κρασί) ή khlebnoe vino (κρασί με κόκκους) – αντικατέστησε σταδιακά τα παλαιότερα ποτά σε δημοτικότητα. Η λέξη βότκα (μια μικρή λέξη που αναφέρεται στο νερό) δεν είχε χρησιμοποιηθεί για να χαρακτηρίζει αυτό το απόσταγμα μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα. Συγκεκριμένα, η πρώτη επίσημη γραπτή αναφορά είναι σε ένα διάταγμα της βασίλισσας Ελίζαμπεθ στις 8 Ιουνίου 1751 όπου όριζε το ιδιοκτησιακό καθεστώς σε διάφορα αποστακτήρια βότκας.
Είναι δύσκολο να πούμε ποιος φταίει για τη ρωσική αγάπη για αποστάγματα. Άλλοι ρίχνουν το φταίξιμο στην ίδια τη βότκα και άλλοι στην κυβέρνηση. Από τότε που ο Ιβάν ο Τρομερός δημιούργησε τις πρώτες ταβέρνες το 1553, οι Ρώσοι ηγεμόνες χρησιμοποιούσαν το αλκοόλ με διάφορους τρόπους. Άλλοτε ενθαρρύνοντας την κατανάλωσή του για την ενίσχυση του κρατικού ταμείου και τη μείωση των δημόσιων ταραχών, και άλλες φορές περιόριζαν την πρόσβαση σε αυτό.
Η Βότκα προκάλεσε ήδη σημαντικά κοινωνικά προβλήματα από τον δέκατο έβδομο αιώνα, αλλά η κυβέρνηση, η οποία είχε ένα εικονικό μονοπώλιο στο εμπόριό της, δεν επιθυμούσε να περιορίσει την παραγωγή και να χάσει έσοδα. Έτσι, η βότκα έγινε το αγαπημένο απόσταγμα των πολιτών της τσαρικής αυτοκρατορίας. Στις αρχές του δέκατου όγδοου αιώνα, ο Μέγας Πέτρος χρησιμοποίησε τη βότκα για να αποκτήσει πολιτικό πλεονέκτημα, ποτίζοντας τους δικαστικούς και τους ξένους διπλωμάτες του με αλκοόλ για να συγκεντρώσει πληροφορίες. Διοργάνωνε drinking games, και συγκαλούσε τη σύνοδο των μεθυσμένων σε μοναστήρια της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπου ανάγκαζε τους υπηκόους του να πίνουν βότκα από το κύπελλο Great Eagle που είχε χωρητικότητα 1,5 λίτρων. Το θέμα ήταν ότι απαιτούσε να το πιουν μονοκοπανιά και άσπρο πάτο.
Στην πορεία της ιστορίας, πολλές προσπάθειες απαγόρευσης αποδείχθηκαν ανεπιτυχείς. Οι πολίτες που ήταν υπέρ της απαγόρευσης θεωρήθηκαν τόσο μεγάλη οικονομική απειλή για το κρατικό εισόδημα, που οι απόψεις τους απαγορεύτηκαν και εξορίστηκαν στη Σιβηρία. Όμως το φαινόμενο της μεθυσμένης κοινωνίας ήταν και αυτό μια τεράστια απειλή, και το 1914, όταν η Ρωσία εισήλθε στον Α ‘Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Τσάρος Νικόλαος κατάφερε να κάνει τη Ρωσία την πρώτη χώρα που θεσπίζει απαγόρευση ποτού.
Πιο πρόσφατα, οι σοβιετικοί ηγέτες Γιούρι Αντρόποφ και Μιχαήλ Γκορμπατσόφ προσπάθησαν να ρυθμίσουν την πρόσβαση στο αλκοόλ, δημιουργώντας ευρεία δυσαρέσκεια, ειδικά οι περιορισμοί του Γκορμπατσόφ το 1988, οι οποίοι οδήγησαν σε αγορά τεράστιων αποθεμάτων ζάχαρης τα οποία χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή moonshine, δηλαδή λαθραίου αποστάγματος υψηλής περιεκτικότητας αλκοόλ. Η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν όσο σοβιετική μπορείς να φανταστείς. Η κυβέρνηση επιδείνωσε το πρόβλημά, και χάλασε ακόμα περισσότερο τη δημοφιλία της, επιβάλλοντας ένα δελτίο ζάχαρης, στο οποίο αντίδρασε πιο έντονα η κοινωνία μιας και δεν μπορούσε κανένα σπίτι να φτιάξει γλυκά.
Από τότε πολλές χώρες άρχισαν να φτιάχνουν βότκα, με τη Γαλλία να είναι από τις πρωτοπόρες, πέρα από τις χώρες του ανατολικού μπλοκ. Πλέον, η βότκα δεν είναι ένα απόσταγμα φθηνό που σκοπό έχει να ηρέμησε τα πνεύματα του λαού, αλλά ένα είδος πολυτελείας το οποίο όμως δεν έχει καταφέρει λόγω ιστορίας να μπει σε πολλά κλασικά cocktails πέρα από το Bloody Mary φυσικά. Βέβαια, ακόμα και σήμερα στη Ρωσία χρησιμοποιούν τη βότκα σαν θεραπευτικό προϊόν. Κάτι θα ξέρουν κι εκείνοι.