Ηλιάνα Μαλίχιν: Η οινολόγος που αναβίωσε ένα ολόκληρο χωριό του Ρεθύμνου
- 26 ΜΑΙ 2021
«Μερικοί άνθρωποι έχουν έρθει στον κόσμο για να εκτελέσουν ένα έργο. Δεν είναι μόνο το να φτιάχνεις κρασί. Αυτό που κάνουμε εμείς στις Μέλαμπες και τον Φουρφουρά είναι η διάσωση των παλιών αμπελιών. Δεν μπορείς να πληρωθείς για αυτή την προσπάθεια, αλλά είναι κι ένα έργο που δεν θα το έκανε ο οποιοσδήποτε. Έπρεπε να βρεθεί κάποιος» λέει η ίδια.
Η Ηλιάνα ασχολείται 100% με τη βιολογική καλλιέργεια και τα τελευταία χρόνια πειραματίζεται και με τη βιοδυναμική. Long story short: Με τη μητέρα της να έχει καταγωγή από την Κρήτη, σαν παιδί ζούσε όλο τον χειμώνα με τα βίντεο (ο πατέρας της που δε βρίσκεται πλέον στη ζωή, ήταν κάμεραμαν) που είχε τραβήξει από το χωριό και περίμενε να επιστρέψει ξανά. Πέρασε στη Γεωπονική σχολή στο Ηράκλειο, γνωρίζοντας ότι ήθελε να μεταπηδήσει στην Οινολογία, κάνοντας μεταπτυχιακό. Μιλώντας για τη ζωή της, βλέπω ότι είχε πρόγραμμα – κάπως έτσι εξηγείται ότι έβγαλε το πρώτο της κρασί, το Rizes2 στα 24 της, με τον επίσης νεαρό αμπελουργό από τη Σαντορίνη, Σπύρο Χρυσό.
Η Ηλιάνα δεν είχε «πλάτες» στην αμπελουργία από την οικογένειά της, μόνο ο παππούς της είχε ένα μικρό αμπέλι για οικιακή χρήση, που η ίδια κατάφερε να επεκτείνει. Είχε όμως «κλίση» στη φύση όπως θα πει η ίδια. «Στην Κρήτη ένιωθα μια αίσθηση ελευθερίας που τη νιώθω ακόμα. Ο παππούς μου με έπαιρνε πάντα μαζί του, με είχε ξεχωρίσει παρά το γεγονός ότι είχε ακόμα δύο εγγόνια αγόρια». Κατά τη διάρκεια των σπουδών της, η Ηλιάνα ήταν τόσο καλή φοιτήτρια που ήταν αμειβόμενη. «Δεν αγόραζα ρούχα σαν φοιτήτρια, αλλά χωράφια» λέει γελώντας. Η πρώτη σημαντική στιγμή (σίγουρα σπουδαία για τον οινικό κόσμο) ήταν όταν μέσα από την έρευνα της διπλωματικής της κατάφερε να απομονώσει τις ζύμες του Βιδιανού – κάτι που έγινε για πρώτη φορά στην Ελλάδα.
Πώς γίνεται μια καλλιέργεια βιολογική; «Όταν σταματάς να χρησιμοποιείς χημικά σκευάσματα και αρχίζεις να παρατηρείς καθημερινά και δεν πηγαίνεις μία στο τόσο για να κάνεις κάτι. Πρέπει να εστιάζεις στο αμπέλι όπως ο φακός της κάμερας. Υπάρχουν πολλές βιολογικές καλλιέργειες που δεν είναι πιστοποιημένες λόγω κόστους, αλλά μπορεί αυτοί οι άνθρωποι να κάνουν πολύ καλύτερη δουλειά γιατί πιστεύουν αυτό που κάνουν και δεν έχουν πάρει απλώς μια επιδότηση από το κράτος».
Η Ηλιάνα πειραματίζεται μόνη της με τη βιοδυναμική καλλιέργεια στις Μέλαμπες, περιμένοντας τους κόπους της να αποδώσουν καρπούς. Για όσους ασχολούνται με τη βιοδυναμική οινοποίηση, ο σεληνιακός κύκλος παίζει τον ρόλο του στην όλη διαδικασία. «Στη γέμωση του φεγγαριού, έχω παρατηρήσει ότι τα κρασιά είναι πιο αρωματικά και εκφραστικά. Επίσης, μου έχει συμβεί να είμαι στο οινοποιείο στεναχωρημένη και να ανοίγω τις δεξαμενές, κι αυτές να μυρίζουν τόσο πολύ, σαν να με παρηγορούσαν, να μου μιλούσαν. Ακούγεται τρελό αλλά έτσι το βίωσα».
«Πιστεύω ότι τα φυσικά κρασιά θα μείνουν. Νομίζω έχουν περάσει από τη φάση της μόδας κι έχουν εδραιωθεί, και πιστεύω ότι ο κόσμος αναζητά τρόπους να επιμηκύνει τη ζωή του. Έτσι, αναζητά και κρασιά που είναι φιλικά και προς την υγεία του και προς το περιβάλλον και νομίζω ότι επειδή έχει απομονωθεί πολύ, θα προσπαθήσει να βρει έναν παραγωγό που θα τον νιώσει κοντά του. Δεν θα πάει δηλαδή σε ένα τεράστιο οινοποιείο αλλά θα βρει έναν πιο μικρό που θα μπορεί να ελέγξει τις κινήσεις του και να τον θεωρήσει δικό του άνθρωπο. Και νομίζω ότι υπάρχει μία τάση να γυρίζουμε στο παλιό πλέον για να κρατηθούμε. Οπότε όλοι αυτοί οι οινοποιοί θεωρώ ότι κρατούν ένα παλιό στοιχείο».
Η Ηλιάνα μιλάει για το Ρέθυμνο και τα αμπέλια και χαμογελάει ολόκληρη. Η δημιουργός του Rizes2 και του Βιδιανού έχει στο πόδι ένα ολόκληρο χωριό και μαζί με τον συνέταιρό της, τον Σπύρο, έχει καταφέρει να ενώσει οινικά την Κρήτη με τη Σαντορίνη. «Πιστεύω ότι το Ρέθυμνο είναι όπως στις ταινίες που βγαίνει το υποβρύχιο από τη θάλασσα, κάνει ένα ‘μπαμ’ και ξαφνικά βρίσκεται στην επιφάνεια. Κάπως έτσι είναι το Ρέθυμνο. Πιστεύω ότι είχε κι έχει τεράστια δυναμική αλλά έχει παραγκωνιστεί».
Όταν ξεπούλησε το Rizes2, η Ηλιάνα έψαχνε για νέα αμπέλια και έτσι βρέθηκε στις Μέλαμπες. Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι για ένα κορίτσι να πείσει τους Κρητικούς να αφήσουν πίσω τους όσα γνώριζαν και να την ακολουθήσουν. «Με έβλεπαν πάντα με γαλότσες, μέσα στα χώματα, οπότε νομίζω το είχαν συνηθίσει».
«Το 1975 υπήρχαν 700 στρέμματα Βιδιανό, τεράστιος αριθμός για ένα χωριό, αλλά επειδή εκεί έχουν θέμα με τις πυρκαγιές, κάηκαν τρεις φορές και έμειναν γύρω στα 150, αν και υπάρχουν και κάποια παρατημένα. Τώρα θεωρώ ότι είναι όλη η έκταση ενεργοποιημένη. Την πρώτη χρονιά με αντιμετώπισαν πολύ επιφυλακτικά, τη δεύτερη άρχισαν να ασχολούνται, και τώρα βρίσκονται όλοι σε οργασμό. Έχουμε 60 στρέμματα νέες φυτεύσεις σε μία χρονιά, είναι απίστευτο. Αλλά κι εγώ τα κάνω όλα, τους λύνω τα ψυχολογικά, τα οικογενειακά, τους βοηθάω σε όλη τη διαδικασία, πάω στο χωράφι, τους φυτεύω, ασχολούμαι με τη γραφειοκρατία. Δε γίνεται αλλιώς».
Πώς θέλει τελικά η δημιουργός να απολαμβάνουμε το κρασί που φτιάχνει με τόση αγάπη, μεράκι και κόπο; «Δεν θέλω να βάλω τον κόσμο σε τέτοια στεγανά. Όπως το απολαμβάνει ο καθένας. Και μου αρέσει να έρχονται να μου λένε με τι τους αρέσει. Πρέπει να υπάρχει μία ελευθερία».