Μετά το ξενύχτι “σβήνεις” με την μπουγάτσα του Γιάννη
Η Δώρα Τσαμπάζη παραδίδει μαθήματα μπουγάτσας από τη Θεσσαλονίκη, και συστήνει την "Μπουγάτσα Γιάννης", το πιο διάσημο μπουγατσατζίδικο στη συμπρωτεύουσα.
- 14 ΙΑΝ 2015
Μετά από απαίτηση της διεύθυνσης, ήρθε η στιγμή να ασχοληθώ με την μπουγάτσα και ειδικότερα με την «Μπουγάτσα Γιάννης», αφού στην τελευταία επίσκεψη του Χρήστου Χατζηιωάννου στην Θεσσαλονίκη, η εμπειρία «Γιάννης» του έμεινε αξέχαστη και την περιέγραφε την επόμενη μέρα σαν να μην είχε ξαναφάει ποτέ οτιδήποτε στη ζωή του.
Καταρχήν πριν ξεκινήσω, θα ήθελα να τονίσω στους φίλους εκτός Βορείου Ελλάδος, ότι άλλο τυρόπιτα και άλλο μπουγάτσα. Επειδή τα έχω ακούσει όλα αυτά τα περίεργα στην πρωτεύουσα, θέλω να ξεκινήσω από τα βασικά. Άλλο το φύλλο της μπουγάτσας και άλλο της σφολιάτας ή της κουρού για την τυρόπιτα. Για να συνεχίσεις να διαβάζεις το αυτό το άρθρο, πρέπει να κατανοήσεις επιτέλους αυτήν την ειδοποιό διαφορά.
Στην «Μπουγάτσα Γιάννης» πήγα πρώτη φορά το 2005, φοιτήτρια ούσα, όταν δούλευα σε ένα μπαράκι , και το αφεντικό στις 7 το πρωί μας πήγε να μας κεράσει.
Το σημείο είναι κεντρικότατο, (τέρμα Μητροπόλεως), ωστόσο ακόμα και σήμερα υπάρχει κόσμος που μπορεί να μένει δυτικά και να μην έχει φάει μπουγάτσα «Γιάννης». Να φεύγει δηλαδή κατευθείαν από τη βραδυνή διασκέδαση για το σπίτι του χωρίς να κάνει την απαραίτητη πρωινή στάση που θα απορροφήσει όλο το αλκοόλ και θα τον στείλει για ύπνο σαν πουλάκι.
Κατ’ αρχήν παθαίνεις ένα πολιτισμικό σοκ στις 7 το πρωί, όταν πηγαίνεις και έχει κόσμο και ουρά σαν να πήγες στο καλύτερο after της πόλης. Γίνεται μάχη για ένα τραπεζάκι. Εννοείται ότι περιμένεις από ένα μπουγατσατζίδικο να έχει ώρες αιχμής τις πρωινές ώρες. Αλλά να γίνεται μάχη από τις 3 τα ξημερώματα, δεν το βλέπεις πολύ συχνά.
Αφήνεις πάντα τον έμπειρο της παρέας να παραγγείλει και να κάνει παιχνίδι.
Εσύ απλά σωπαίνεις και περιμένεις. Στα ηχεία ακούγεται πάντα η αγαπημένη τους reggae, ενώ αν είσαι ποδοσφαιρόφιλος μπορείς να ανταλλάξεις δυο κουβέντες με τα παιδιά για το πρωτάθλημα, όση ώρα «σφάζουν» την μπουγάτσα.
Για αρχή παραγγέλνεις ένα σουφλέ, ένα λουκάνικο με μουστάρδα και μία μπουγάτσα με κιμά στην οποία σου έχουν απλώσει στραγγιστό γιαούρτι και την έχουν πασπαλίσει με ρίγανη.
Αν είσαι λάτρης της κλασσικής μπουγάτσας, συνεχίζεις το πρωινό σου παραδοσιακά, αν σου αρέσει το καινούριο, αφήνεσαι στο πασπάλισμα.
Είτε πίτσα έπαιρνα, είτε λουκάνικο, το πασπάλισμα της ρίγανης και της μαγιονέζας ήταν δεδομένο, σαν το κερασάκι στην τούρτα το περίμενα.
Ας επανέλθω στην μπουγάτσα με κιμά με γιαούρτι. Ήμουν πάντα λάτρης της μπουγάτσας με κιμά. Αλλά δεν ξέρω τι πήγαινε στραβά, πάντα μου έπεφτε βαριά για πρωί. Το γιαούρτι ήρθε να δέσει και να λύσει αυτό το πρόβλημα. Δεν μιλάμε μόνο για το απόλυτο ταίριασμα γευστικά, αλλά λύθηκε και το παραπάνω πρόβλημα, καθώς το γιαουρτάκι σε κάνει να νιώθεις ότι μόλις έφαγες κάτι πολύ ελαφρύ και διαιτητικό.
Στο τέλος αφήνεις πάντα το γλυκό.
Μπουγάτσα με κρέμα, μερέντα, άχνη και κανέλα. Όταν απλώνονται, ακούς από την ουρά που περιμένει ένα «ωωωωω». Είναι συγκινητικό τι μπορεί να κάνει ένα κεσεδάκι του κιλού Μερέντα όταν το δεις μπροστά σου, να ανοίγεται και να απλώνεται. Όλα όσα ζητάς λοιπόν σε μια γλυκιά μπουγάτσα είναι εκεί. Αν μπορείς φύγε χωρίς να το δοκιμάσεις.
Μπουγάτσα «Γιάννης»: Μητροπόλεως 106, τηλ. 2310 257375