Ο κριτικός οίνου των NY Times θέλει να δει περισσότερα ελληνικά κρασιά στη Νέα Υόρκη
Ο κριτικός και συγγραφέας, Eric Asimov, εξηγεί στο OneMan τι κάνει ένα κρασί αυθεντικό και περιγράφει το απόλυτο καλοκαιρινό γεύμα.
- 9 ΑΥΓ 2021
«Όσα περισσότερα έμαθε, τόσα λιγότερα γνώριζε και έτσι κατάλαβε μια θεμελιώδη αλήθεια του κρασιού: Όσα και αν μαθαίνουμε γι’ αυτό, όσα κι αν γνωρίζουμε, παραμένει ένα μυστήριο στην καρδιά του». Στο βιβλίο του, How to Love Wine, ο συγγραφέας και κριτικός κρασιού των New York Times, Eric Asimov, προσκαλεί τον αναγνώστη να ξεπεράσει τους φόβους του και να αναπτύξει μια αίσθηση περιπέτειας για να εξερευνήσει τον πολύπλοκο κόσμο του κρασιού. Έναν κόσμο, που ο ίδιος συνεχίζει να ανακαλύπτει και να μοιράζεται με το κοινό του.
Δεν είναι λίγες οι φορές που ο Asimov έχει ξεχωρίσει τα ελληνικά κρασιά. Ο καταξιωμένος δημοσιογράφος έχει μιλήσει για τις αρετές του Ασύρτικου, ενώ έχει συμπεριλάβει ελληνικές ετικέτες και στη διάσημη λίστα των New York Times 20 Wines under $20.
Σε άρθρο του (So Ancient, Yet So New: Gorgeous Red Wines From Greece, 26/2/2021), ο Asimov, γράφει για το πώς η Ελλάδα μπορεί να θεωρείται σήμερα ένας ανερχόμενος παραγωγός κρασιού, πράγμα παράδοξο, αν αναλογιστούμε, όπως λέει, ότι η καλλιέργεια αμπελιών και η παραγωγή οίνου έχουν τις ρίζες τους στην αρχαία Ελλάδα. Για την παγκόσμια αγορά, όμως, η χώρα μας θεωρείται ένας πολύ νέος παίκτης.
«Το ερώτημα δεν είναι πόσο καιρό μια χώρα ή μία περιοχή διατηρεί μια κουλτούρα γύρω από την οινοποίηση, αλλά πόσο πρόσφατα έχουν αρχίσει τα κρασιά της να εμφανίζονται σε μακρινά μέρη του πλανήτη. Σύμφωνα με αυτό το πρότυπο, μόλις τα τελευταία 20 χρόνια, έχει την ευκαιρία ο υπόλοιπος κόσμος ένα μάθει από πρώτο χέρι για την ομορφιά των κρασιών της Ελλάδας ή άλλων αρχαίων πολιτισμών που ασχολήθηκαν με την οινοποίηση, όπως ο Καύκασος και κάποια λιγότερο γνωστά μέρη της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας» σημειώνει ο δημοσιογράφος.
Είναι «ο αυξανόμενος αριθμός συναρπαστικών κρασιών, όχι μόνο από ένα μέρος ή ένα συγκεκριμένο στυλ» όπως λέει ο ίδιος, «αλλά μια μεγάλη ποικιλία, από το Ασύρτικο της Σαντορίνης έως τα κόκκινα και από τα φυσικά κρασιά μέχρι τη ρετσίνα» που κέντρισε το ενδιαφέρον του για τον ελληνικό αμπελώνα. Μπορεί όμως αυτός να σταθεί στην παγκόσμια αγορά, λαμβάνοντας υπόψη μας το hype που έχει δημιουργηθεί γύρω από τα βιοδυναμικά και οργανικά κρασιά;
«Μακάρι να μπορούσε. Η αίσθησή μου είναι ότι καλλιεργείται βιοδυναμικά ή βιολογικά ένα μάλλον μικρό ποσοστό του ελληνικού αμπελώνα» λέει ο Asimov, τονίζοντας ότι πλέον μπορεί να βρει κανείς πολύ μεγαλύτερη ποικιλία σε ελληνικές ετικέτες στη Νέα Υόρκη σε σχέση με δέκα χρόνια πριν. «Ελπίζω να συνεχίσει να αυξάνεται. Θα ήθελα να δω επίσης και πιο ξεχωριστά ελληνικά εστιατόρια στη Νέα Υόρκη, γεγονός που θα συμβάλλει στην επέκταση των ελληνικών κρασιών».
Ο Eric Asimov έχει δει, όπως λέει, αρκετούς καλούς αμπελώνας και κτήματα στην Ελλάδα. Παρόλο που επιλέγει να μην ξεχωρίσει κάποιον, ξέρει σίγουρα πώς θέλει να συνδυάσει τα κρασιά του για το απόλυτο καλοκαιρινό γεύμα.
«Μικρά ψάρια τηγανητά, μια σαλάτα και ένα ποτήρι ασύρτικο ή μια επιλογή μεζέδων και ένα ποτήρι ρετσίνα ή αρνί ψητό στη σούβλα, πατάτες λεμονιού, μια υπέροχη σαλάτα και ένα καλό ξινόμαυρο.
‘Η και τα τρία».
Καταλήγοντας σε αυτή τη συζήτηση, αναρωτιέμαι τι κάνει ένα κρασί «αυθεντικό» για έναν άνθρωπο που έχει εντρυφήσει σε αυτό. «Δεν ανησυχώ πολύ για τον προσδιορισμό της «αυθεντικότητας», αλλά για το αν ένας παραγωγός εργάζεται σεβόμενος την πολιτιστική παράδοση, προσθέτοντας ίσως τη δική του ταυτότητα αντί να αντιδρά σε εξωτερικές δυνάμεις ή επιθυμίες της αγοράς, αυτό μου φαίνεται αρκετά αυθεντικό».