O Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ έβαλε το ποτό πάνω από την ζωή του
- 23 ΝΟΕ 2019
Στα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής του, ο Humphrey Bogart είχε λίγα σχέδια και ακόμα λιγότερες φιλοδοξίες. Έκανε αρκετές δουλειές χαμηλού επιπέδου στη Νέα Υόρκη, όπως εργάτης σε εργοστάσιο μπισκότων, επιθεωρητής ρυμουλκών και διανομέας μηνυμάτων μέχρι να βρει σταθερή απασχόληση ως γραμματέας στο θεατρικό γραφείο του William Brady. Τότε ήταν που έσκασε η ποταπαγόρευση.
Το αλκοόλ μπορεί να ήταν παράνομο, αλλά δεν ήταν δύσκολο να το βρεις στο Μανχάταν. Όταν δεν το κουβαλούσε, καθόταν μόνος του στο Club 21. Κάπνιζε και έπινε scotch, κάνοντας όνειρα να γίνει θεατρικός συγγραφέας. Το γούστο του στο ποτό ήταν το ίδιο με τους περισσότερους εφήβους. Αγαπούσε το Scotch, τα black velvets (ίσα μέρη από μπύρα Guinness και σαμπάνια), τα martinis, την μπύρα και το cocktail Jack Rose.
Ο πρώτος του ρόλος ήταν ένας Ιάπωνας μπάτλερ που σέρβιρε έναν δίσκο με cocktails και οι μεταγενέστεροι του ρόλοι είχαν όλοι σχέση με το αλκοόλ. Οι πρώτες κριτικές του δεν ήταν ιδιαίτερα ελπιδοφόρες, αλλά η κατανάλωση αλκοόλ ήταν πάντα για εκείνον προτεραιότητα και προτιμούσε να πίνει μέχρι το ξημέρωμα.
Ο Bogart παντρεύτηκε την Helen Menken το 1926. Μια ηθοποιό του Broadway κάτι που βοήθησε πολύ την καριέρα του. Και οι δύο επικεντρώθηκαν περισσότερο στη καριέρα τους απ’ ό,τι στον γάμο τους και χώρισαν μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο. Μετά το διαζύγιο, χανόταν μέσα σε κάποιο speakeasy, ενώ όπως θα έλεγε αργότερα: “Είχα αρκετές γυναίκες από τη στιγμή που ήμουν 27 ετών και μετά ώστε να μάθω τι ψάχνω σε μια γυναίκα την επόμενη φορά που παντρεύτηκα”.
Ένα χρόνο αργότερα παντρεύτηκε μια άλλη καταξιωμένη ηθοποιό, την Mary Phillips, ενώ το 1930, στην ηλικία των τριανταενός, ο Bogart υπέγραψε με τα Fox Studios. Πήγε στο Χόλιγουντ για να είναι αστέρι όμως η σύζυγός του παρέμεινε στη Νέα Υόρκη. Μετά από σχεδόν δύο χρόνια γυρίζει στην Νέα Υόρκη για να δει τον πατέρα του να πεθαίνει. Ο Bogart μελαγχόλησε από το γεγονός και βρήκε ξανά καταφύγιο στο αλκοόλ.
Ακολούθησε ένας μεγάλος ρόλος στο Απολιθωμένο Δάσος. Λίγο μετά παντρεύτηκε την Mayo Methot το 1938. Δεν ήταν ένας γάμος όπως τον φανταζόμαστε αλλά ένα μεθυσμένο όργιο. Ένας κριτικός ισχυρίστηκε ότι η ασταθής σχέση τους βοήθησε “να πυροβολήσει τη δράση του”. Επίσης έβαλε φωτιά στο ίδιο τους το σπίτι. Ο συγγραφέας Ρόμπερτ Μάσεϊ και η σύζυγός του είχαν cocktail party με τον Bogart να βρίσκεται στο σαλόνι του όταν έπεσαν πυροβολισμοί. Εκείνος είπε απλά “Ξεχάστε το”, και συνέχισε να πίνει. “Είναι απλώς η Mayo που παίζει με το όπλο της”. Σε μια άλλη περίπτωση, ο Bogart γύρισε σπίτι μετά από ένα ολονύκτιο bar crawling και η γυναίκα του με ένα μαχαίρι κουζίνας, τον μαχαίρωσε στην πλάτη. Κάλεσε αμέσως τον ατζέντη του Sam Jaffe που δεν ήταν γιατρός.
“Sam, έχουμε ένα πρόβλημα.”
“Τι συμβαίνει;”
“Νομίζω ότι πρέπει να έρθεις εδώ.”
“Γιατί;”
“Η Mayo με μαχαίρωσε”.
Ένας γιατρός που τον βοήθησε δωροδοκήθηκε για να μην πει τίποτα στην αστυνομία.
Η είσοδος της Αμερικής στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο δεν φαίνεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην κατανάλωση αλκοόλ από τον Bogart. Ζήτησε να σταλεί στη Βόρεια Αφρική και την Ιταλία για να διασκεδάσει τα στρατεύματα και η Mayo πήγε μαζί του. Η κατανάλωση αλκοόλ συνεχίστηκε και για τους δύο. Σε μια περίπτωση, ένας συνταγματάρχης τον αντιμετώπισε και προσπάθησε να τον ανακρίνει ζητώντας τα στοιχεία του. “Δεν έχω όνομα. Δεν έχω βαθμό. Δεν έχω κανένα σειριακό αριθμό. Και μπορείτε να πάτε στο διάολο”. Αργότερα, ο Bogart ζήτησε συγγνώμη στον συνταγματάρχη δηλώνοντας: “Δεν είχα την πρόθεση να προσβάλω τη στολή. Θέλησα να προσβάλω εσάς.”
Στα επόμενα χρόνια, όταν ο Bogart επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες, κατάφερε να αποκλειστεί από όλα τα εστιατόρια της Νέας Υόρκης για τις ακραίες του συμπεριφορές. Ένας από τους φίλους του είχε πει: “Ο Bogart είναι ένας καλός τύπος μέχρι τις 11:30 μ.μ. Έπειτα, γίνεται θυμωμένος, πεισματάρης ή ακόμα και καταχρηστικός. Παρά την επιφανή καριέρα του, συχνά έφτανε στο σκηνικό μεθυσμένος. Κάποτε εμφανίστηκε με τις πιτζάμες του, αρνούμενος να δουλέψει και περιφερόταν στο στούντιο της Warner Brothers με ποδήλατο”.
Η μακροχρόνια αγάπη του για το ποτό και το κάπνισμα είχε όμως έντονη επίδραση και στην υγεία του τα επόμενα χρόνια, καθώς διαγνώστηκε με καρκίνο το 1956 και πέθανε λίγο αργότερα. Ακόμη και στις τελευταίες του μέρες, θα μπορούσε κάποιος να τον βρει με ένα ποτήρι αλκοόλ στο χέρι. Σύμφωνα με το μύθο, τα τελευταία λόγια του Μπογκαρτ ήταν: “Ποτέ δεν έπρεπε να έχω αλλάξει το Scotch με Martinis”. Αλλά αυτό που είπε πραγματικά ήταν: “Αντίο παιδιά. Πηγαίνετε πίσω στο σπίτι”, καθώς η σύζυγός του βγήκε έξω από το χώρο του νοσοκομείου για να πάρει τα παιδιά τους. Ήταν μια στοργική αλλά εγκόσμια τελική δήλωση από τον άνθρωπο που είχε παραδώσει μερικές από τις πιο αξέχαστες ατάκες στην ιστορία των ταινιών.