FOOD & DRINK

Pan Pan: Συνέντευξη με τον δημιουργό του νέου graffiti στην Πλάκα που μυρίζει ελληνικό καφέ και μας εντυπωσιάζει

Ο εικονογράφος Pan Pan, κατά κόσμον Παναγιώτης Πανταζής, μιλά για το νέο του graffiti που κοσμεί τα στενά της Πλάκας και δίνει τη δική του εκδοχή στις "σχέσεις από καλό χαρμάνι".

Πέμπτη πρωί και η μέρα έξω είναι τόσο ηλιόλουστη που απαιτεί να βγούμε από το σπίτι και να απολαύσουμε τον καφέ μας εκτός σπιτιού. Αυτή τη φορά βρισκόμαστε στη Λα Σουσουρελά, το νέο αγαπημένο μας στέκι στη Πανόρμου, όπου ήδη οι πρώτες παρέες έχουν αρχίσει να το γεμίζουν με τη παρουσία και τα γέλια τους. Όσο ο ελληνικός καφές μας σιγοψήνεται στη χόβολη, εμείς έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε με τον εικονογράφο Pan Pan, κατά κόσμο Παναγιώτη Πανταζή, για το νέο graffiti του που κοσμεί πλέον τα στενά της Πλάκας και δημιουργήθηκε σε συνεργασία με τον Λουμίδης Παπαγάλος.

Όπως μας εξομολογήθηκε, όταν κάποιος περνάει και το βλέπει θέλει να του δημιουργείται ένα χαρούμενο αίσθημα, να νοιώσει ότι του αναλογεί κάποια στιγμή χαλάρωσης μέσα στη μέρα που θα απολαύσει τον καφέ του, όπως οι χαρακτήρες που απεικονίζονται στο Graffiti. 

Τι άλλο όμως κρύβεται πίσω από τις πινελιές του μας αποκαλύπτει παρακάτω.

Τι είναι αυτό που σε ενέπνευσε από τον Λουμίδης Παπαγάλος για τη δημιουργία του συγκεκριμένου Graffiti;

“Ήθελα να δώσω τη δική μου εκδοχή στις “σχέσεις από καλό χαρμάνι”. Αρχικά, οι πρώτες σκέψεις που μου ήρθαν στο μυαλό είναι πώς ο καφές ενώνει κοινωνικά τους ανθρώπους και πώς δημιουργεί μικρούς-μικρούς κρίκους, οι οποίοι με τη σειρά τους φτιάχνουν μια μεγαλύτερη αλυσίδα που δυναμώνει αυτές τις σχέσεις. Γενικότερα, ο καφές θεωρώ βοηθάει να δημιουργηθούνε μικρές συνήθειες, σαν άγκυρες μέσα στην ημέρα που ξέρεις ότι παρά την πίεση, παρά όλο το άγχος ή τις δουλειές, κάποιες στιγμές θα ανήκουν στον καφέ που θα πιείς με κάποιον δικό σου άνθρωπο. Επίσης, οι πρώτες εικόνες που μου ήρθαν ήταν άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας, συγκεκριμένα οι παππούδες και οι γιαγιάδες μου που θα βγαίνανε στο κατώφλι, θα έρχονταν οι γείτονες και θα έπιναν έναν καφέ. Το ίδιο ισχύει και όσο κατεβαίνουμε στις ηλικίες, από ένα ζευγάρι που θα πιούνε τον πρωινό τους καφέ και θα φύγουνε στις δουλειές τους ο καθένας μέχρι φίλους που θα βρεθούν μέσα στη μέρα, θα κάνουν ένα catch up και θα συνεχίσουν τις ζωές τους.

Η σκέψη μου ήταν να δημιουργήσω κάτι ειλικρινές, κάτι δικό μου, πιο άμεσο στις δικές μου παραστάσεις. Ήθελα, ουσιαστικά, να δημιουργήσω μια εικόνα μέσα στην Αθήνα για το πώς ο καφές μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους στον αστικό ιστό, με άλλα λόγια, να κάνω μια παρέμβαση στον αστικό ιστό αντικαθιστώντας την πλατεία, που είναι το κατεξοχήν σημείο συνάντησης, συνάθροισης και κοινωνικής ανάπτυξης με ένα τεράστιο φλιτζάνι ελληνικού καφέ, που γύρω του ενώνονται άνθρωποι όλων των ηλικιών, φύλων, συνηθειών και background”.

Δεν πρόκειται όμως για ένα κλασικό Graffiti, καθώς δεν χρησιμοποίησες σπρέι αλλά πινέλα. Θέλεις να μας πεις λίγα παραπάνω λόγια γι’ αυτό;

“Δεν είναι κάτι πρωτότυπο, πολλές τοιχογραφίες φτιάχνονται με πλαστικά χρώματα, ρολά, πινέλα. Μπορεί το Graffiti στην Ελλάδα να το πρωτομάθαμε και να το ταυτίσαμε με τη χρήση σπρέι, στην πορεία όμως, όπως όλα τα πράγματα, εξελίχθηκε και ο κόσμος ξεκίνησε να χρησιμοποιεί ό, τι υλικό του ταίριαζε. Προσωπικά, θα μπορούσα να έχω χρησιμοποιήσει και σπρέι αλλά με βολεύει και απολαμβάνω περισσότερο τη χρήση του πινέλου γιατί μου δίνει τις υφές που θέλω. Πέρα από την αρχική άνεση, νοιώθω ότι έχω περισσότερο έλεγχο στη γραμμή μου, στις υφές που θέλω να δώσω.

Ο πιο απολαυστικός δρόμος για εμένα είναι το πινέλο, γιατί πάντα όταν τραβάς μια πινελιά εξυπηρετείς τόσο τον σκοπό της γραμμής σου, όσο και την ικανοποίηση σου, ίσως μάλιστα σε ένα φετιχιστικό επίπεδο. Το θέμα είναι τι σε εκφράζει, πώς έχεις εξελιχθεί σαν δημιουργός, τι έχεις βρει να σου αρέσει, ποια είναι τα υλικά σου. Είναι καθαρά θέμα τι επιλέγεις, τι σε κάνει να νοιώθεις πιο άνετα και τι βγάζει πιο γρήγορα από μέσα σου αυτό που ήθελες να επικοινωνήσεις χωρίς να χάνεις χρόνο στη διαδικασία. Για εμένα είναι αυτό: πινέλα και πλαστικά χρώματα. Στο συγκεκριμένο μάλιστα graffiti, χρησιμοποίησα και ρολό στα συννεφάκια και τα γενικά γεμίσματα”.

Πρωταγωνιστής στο έργο σου βλέπουμε ότι είναι η αθηναϊκή πλατεία. Πόσο σημαντική θεωρείς ότι είναι η συμβολή της στη δημιουργία “σχέσεων από καλό χαρμάνι” ανάμεσα στους κατοίκους μια γειτονιάς και όχι μόνο;

“Θεωρώ ότι αυτός είναι ο σκοπός της! Σε πρωταρχικό στάδιο όταν οι άνθρωποι δημιουργούσαν τις πόλεις είπαν ότι χρειαζόμαστε ένα τόπο που δε θα έχουμε κτίρια, έναν χώρο  όπου οι άνθρωποι θα μπορούν να μαζευτούν, να γιορτάσουν ή απλώς να συζητήσουν. Οι πλατείες είναι χώροι που ευνοούν τις κοινωνικές σχέσεις και την ανάπτυξη αυτών, καθώς είναι στο DNA των πλατειών ανεξαρτήτως εμπορικών χρήσεων. Ακόμα κι αν δεν έχει καφετέρια, σε μία πλατεία μπορείς να πας και να κάτσεις με τον καφέ σου στο χέρι και να πάρεις μία ανάσα. Αρχιτεκτονικά μιλώντας, οι πλατείες είναι οι ανάσες του αστικού ιστού κάτι το οποίο συνάδει απόλυτα με τον ρόλο τους που είναι οι κάτοικοι των κατοικημένων περιοχών να σταματάνε εκεί για μία ανάσα. Όταν παίρνεις ανάσα αναπτύσσονται οι σχέσεις σου, οι φιλίες σου, οι γνωριμίες σου και πας παρακάτω”.

Άρα πλατεία=καφές για εσένα;

“Πλατεία ίσων καφές για τους Έλληνες δεδομένου του πόσου καφέ καταναλώνουμε είτε βάση συνήθειας είτε για απόλαυση. Επομένως η πλατεία είναι το κατεξοχήν μέρος που θα πας για να απολαύσεις τον καφέ σου, όπου κι αν είναι αυτό. Ή μια μεγάλη πλατεία ή μια μικρή πλατεία, το συνηθισμένο είναι να πας εκεί να πιείς τον καφέ σου. Μετά το σχολείο πηγαίναμε π.χ. στην πλατεία του Πολυγώνου για καφέ που είτε θα καθόμασταν είτε θα πηγαίναμε σε κάποια από τα café που έχει τριγύρω. Αλλά αυτό που παρατηρώ μεγαλώνοντας είναι ότι οι πλατείες τείνουν να έχουν τους δικούς τους κώδικές, δηλαδή αν εσύ είσαι από μια άλλη γειτονιά και έρθεις στην πλατεία, υπάρχουν άνθρωποι που είναι θαμώνες, όχι απαραίτητα του μαγαζιού αλλά της περιοχής και της πλατείας  για να πιούν το καφέ τους να συναντηθούνε”.


Γιατί επέλεξες τον ελληνικό καφέ και όχι κάποιον άλλον καφέ στο έργο σου;

“Γιατί η πρώτη σκέψη που κάνω όταν σκέφτομαι καφές είναι οι παππούδες και οι γιαγιάδες μου που φτιάχνανε τον καφέ στις διακοπές, που παρόλο που ήμουν σε μικρή ηλικία και δεν έπινα καφέ, αυτή η μυρωδιά του ελληνικού καφέ ήταν όμορφη, το έντονο αυτό άρωμα ήταν κάτι φρέσκο. Ειδικά όταν ήμασταν στο καλοκαιρινό σπίτι, που έψηναν τον αγαπημένο τους Λουμίδης Παπαγάλος στη χόβολη. Τώρα στην καθημερινότητα μου, μου θυμίζει όταν ψήνω ελληνικό καφέ το πρωί στη σύντροφο μου για να ξυπνήσει. Αυτή η μυρωδιά παίζει ακόμα στη ζωή μου”.

Και το δικό σου χαρμάνι, πως δημιουργήθηκε;

“Ζωγράφιζα από μικρός, οι γονείς μου έχουν κρατήσει μέχρι και σχέδια μου από τότε που ήμουν δύο χρονών. Δεν σταμάτησα ποτέ να ζωγραφίζω, κυρίως μου άρεσε να φτιάχνω δικά μου σχέδια, ακόμα και αν έφτιαχνα έναν χαρακτήρα από κάτι άλλο, ήθελα να τον φέρνω στο δικό μου στυλ, να πει μια ιστορία όπως ήθελα να την πω εγώ. Κατά καιρούς μου άρεσε να κάνω πράγματα που έχουν να κάνουν με design, για παράδειγμα σχεδίαζα τα δικά μου “φανταστικά” sneakers. Ενώ ασχολούμουν, λοιπόν, με όλα αυτά τα πράγματα ήρθε η στιγμή να επιλέξω σε ποια σχολή θα σπουδάσω, όπου και διάλεξα την αρχιτεκτονική. Συγκεκριμένα, σπούδασα στην αρχιτεκτονική σχολή του Βόλου και νοιώθω πολύ τυχερός που έτυχε να περάσω εκεί καθώς η σχολή είχε μια πιο καλλιτεχνική κατεύθυνση.

Όταν έφθασα, λοιπόν, να τελειώσω τη σχολή, άρχισα να ασχολούμαι με τα κόμικς. Τα κόμικς είναι κατεξοχήν ένα χαρμάνι γιατί συνδυάζουν λόγο και εικόνα και μάλιστα σε έναν βαθμό που δεν απαιτεί ούτε να είσαι ο καλύτερος ζωγράφος του κόσμου ούτε ο καλύτερος συγγραφέας του κόσμου αλλά να μπορείς να συνδυάσεις αυτά τα δύο με τον σωστό τρόπο, να πεις μια ιστορία που θα συγκινήσει, θα κάνει τον άλλον να γελάσει, να επικοινωνήσει αυτό που θέλεις να επικοινωνήσεις. Που είναι κατεξοχήν θέμα χαρμανιού, δηλαδή δεν σημαίνει ότι βάζεις ίσα μέρη από τα δύο πράγματα, πρέπει να πετύχεις τη σωστή ισορροπία. Επομένως, δεν ασχολήθηκα ποτέ επαγγελματικά με την αρχιτεκτονική γιατί ήταν η συγκυρία τέτοια με τα κόμικς που όταν με βρήκε είπα αυτό θα προσπαθήσω, αυτό θα κάνω, αυτό θέλω να είναι η δουλειά μου. Ρίχτηκα με πάρα πολύ πάθος και σύντομα άρχισα να αμείβομαι από αυτό. Αυτό ξεκίνησε πριν 13-14 χρόνια και έτσι συνεχίζω”.

Με αυτό το πάθος ο Pan Pan συνεχίζει να αφηγείται ιστορίες μέσα από τις ζωγραφιές του, όπως έκανε με το νέο του graffiti με τίτλο “Οι σχέσεις από καλό χαρμάνι” στην Πλάκα, στην οδό Μνησικλέους που περιμένει να το ανακαλύψουμε, να το φωτογραφίσουμε και να μαγευτούμε όχι μόνο από το αποτέλεσμα αλλά και απ’ όλη τη διαδικασία δημιουργίας του στο παρακάτω video

 

Exit mobile version