Πόσο έχει επηρεάσει ο τουρισμός στις Κυκλάδες την αγροτική ζωή
- 5 ΑΥΓ 2024
Τυριά που η φήμη τους έχει ξεπεράσει τα γεωγραφικά σύνορα της χώρας, βραβευμένα κρασιά, αρωματικά βότανα και λαχανικά παράγονται στις Κυκλάδες. Η νοστιμιά τους είναι ταυτισμένη με την ταυτότητα του κάθε τόπου – η παραδοσιακή τυροκομία των Κυκλάδων είναι εγγεγραμμένη στο Εθνικό Ευρετήριο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας – τις παραδόσεις, τις πρακτικές και την τεχνογνωσία των ανθρώπων που βιοπορίζονται από τη γη.
Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, η ταχεία οικοδόμηση των νησιών και ο άνευ ορίων τουρισμός έχουν επηρεάσει την αγροτική ζωή σε τέτοιο βαθμό που πολλά από όσα θεωρούμε δεδομένα, κινδυνεύουν να χαθούν. Οι ακριβές διακοπές στα κυκλαδίτικα νησιά στήνονται πάνω σε μεγάλο βαθμό στις αυθεντικές εμπειρίες, το αφήγημα του να ζήσει κανείς και να φάει σαν ντόπιος. Μόνο που στην πραγματικότητα, φαίνεται να χτίζεται εις βάρος των ντόπιων, στους οποίους στηρίζεται και ο πρωτογενής τομέας.
Το Πάριον τυροκομείο βρίσκεται περίπου 3 χλμ. από τη Μάρπησσα, σε περιοχή που είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτική από το ΠΓΣ. Παρόλα αυτά, η Κατερίνα Μόσχου έχει λάβει ακόμα και εξώδικο από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη τουριστικών καταλυμάτων που είναι χτισμένα σε απόσταση 30 μέτρων από τη μονάδα της, όταν ισχυρίστηκε ότι η περιοχή βλάπτεται από τα ζώα της.
Φυσικά, δεν είναι η μόνη που έχει να μοιραστεί αντίστοιχες ιστορίες. Στη Νάξο, ο Νικόλας Πιτταράς έχει δεχτεί καταγγελίες επειδή ενοχλούσε λόγω οσμών η κτηνοτροφική μονάδα του. Όπως τονίζει ο ίδιος, πριν από 30 χρόνια, που η πλειοψηφία βιοποριζόταν από τη γη και το μισό νησί ήταν άχτιστο, κανείς δεν θα σκεφτόταν να παραπονεθεί για τα ζώα ή την κοπριά στα χωράφια. Στη Σαντορίνη, εργασίες απαραίτητες για το αμπέλι, όπως το κάψιμο κλαδιών σε επιτρεπόμενη περίοδο ή το θειάφισμα τον Μάιο και τον Ιούνιο, για την υγεία των σταφυλιών, καταλήγουν σε διαμάχες. Όπως είχε πει σε συνέντευξή του στο Magazine του News24/7 ο οινολόγος και αμπελουργός Ηλίας Ρουσάκης, πρέπει να εξηγήσεις στον ξενοδόχο που έχτισε δίπλα στον αμπελώνα γιατί αυτή η εργασία έχει προτεραιότητα.
Στην Πάρο, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η οικοδόμηση εκτοξεύθηκε. «Μιλάμε για μέρη μικρά που τα χαρακτήριζε πάντοτε η λιτότητα. Αγχώνομαι για όλες τις Κυκλάδες, όχι μόνο για εμένα και την Πάρο. Όταν χτίζονται τόσο μεγάλα κτίρια, όταν υπάρχουν τόσο μικροί δρόμοι, όχι γιατί δεν έχει η Πάρος οδικό δίκτυο αλλά γιατί δεν μπορεί να αποκτήσει δρόμο με τρεις λωρίδες επειδή είναι νησί, πώς θα συμπέσουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, πώς θα βρεθεί τόσο νερό, τι θα γίνει με τα σκουπίδια;» αναρωτιέται η Κατερίνα Μόσχου, καθώς θεωρεί ότι δεν υπάρχει πια μέτρο.
«Πιστεύω ότι όταν ο κόσμος δεν θα μένει πια ευχαριστημένος από τη διαμονή και τις παροχές δεν θα θέλει να ξανάρθει. Και κυρίως όταν δεν θα έχουμε πια να δείξουμε ρίγανες, θυμάρια, κατσίκες, αγελάδες, μελισσάκια, όλα αυτά για τα οποία αγαπήθηκε το νησί».
Μείζον θέμα για τους κατοίκους των νησιών είναι το νερό καθώς η σπατάλη που προκύπτει από τον υπερτουρισμό και η εμπορευματοποίηση του καλλιεργούν τον φόβο για την επόμενη ημέρα. Για τον Νικόλα Πιτταρά, προτεραιότητα στο νερό έχει ο τουρισμός και όχι οι αγρότες. «Καταλαβαίνω πολύ καλά ότι έρχονται περισσότερα χρήματα αν το νερό χρησιμοποιηθεί και για τον τουρισμό, όμως σαν κοινωνία, σαν Νάξος, σαν Ελλάδα θέλουμε να παρατήσουμε οτιδήποτε άλλο και να θυσιαστούμε στον βωμό του χρήματος; Να μας κάνει ο τουρισμός ό,τι θέλει; Κι αν παρατήσουμε τα πάντα θα συνεχίσουμε να έχουμε τουρισμό;»
Στη Σύρο, η Βιβέτα Καρποντίνη και ο Γιάννης Βενέτης είναι συναγρότες στο βιολογικό αγρόκτημα βίγια, όπου κάθε Σάββατο ανοίγει τις πόρτες του για ντόπιους και μη και οι πωλήσεις γίνονται χέρι με χέρι. Η έλλειψη εργατικών χεριών τους μήνες που η σεζόν είναι στο απόγειό της, ώθησε τη Βιβέτα να χρησιμοποιήσει τη – γνώριμη και στην ίδια – πλατφόρμα Wwoof. Μέσα από αυτή, άνθρωποι από όλο τον κόσμο ταξιδεύουν σε κάθε γωνιά για να εργαστούν για λίγες ώρες σε βιολογικά αγροκτήματα με αντίτιμο διαμονή και διατροφή.
Στα 20 χρόνια που ζει στο νησί, παρατηρεί μεγάλη τουριστική ανάπτυξη, γεγονός που, όπως τονίζει, έχει επιφέρει πια και τρομερή ακρίβεια στο νησί για τους μόνιμους κάτοικους. «Η έλλειψη εργατικών χεριών, η μεγάλη αγωνία για το τι θα συμβεί με το νερό, η υπεράντληση, η τυχόν παράνομες γεωτρήσεις που υπάρχουν στο νησί, έχουν σοβαρό αντίκτυπο σε εμάς. Ένας μεγάλος οπωρώνας που βρίσκεται κοντά μας δεν ξέρω αν θα επιβιώσει. Γενικά δεν ξέρω ποια θα είναι η τύχη τους γενικά στη Μεσόγειο, αν θα μπορούν να φυτεύονται νέοι οπωρώνες ή αν θα κρατηθούν οι ήδη υπάρχοντες».
Η πολυβραβευμένη γραβιέρα Πιτταρά ανήκει στα προϊόντα που εκπροσωπούν επάξια την παραδοσιακή, νησιώτικη τυροκομία. Θα έλεγε κανείς λοιπόν ότι το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων θα έπρεπε να διευκολύνει τη δουλειά των παραγωγών σε κάθε επίπεδο.
«Για πρώτη φορά στην Ελλάδα, χωρίς να είμαι υποχρεωμένος καθώς έχω κάτω από 200 αρμεγόμενα ζώα, κατέθεσα το 2020 μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων για να φτιάξω μονάδα επεξεργασίας για την κοπριά. Τέσσερα χρόνια μετά δεν έχω πάρει ακόμα την άδειά μου. Δεδομένου ότι είμαστε ένα νησί σχεδόν απολύτως τουριστικό, είπα ότι πρέπει να γίνει το καλύτερο δυνατό. Κατέθεσα μια μελέτη για εκσυγχρονισμό και για παρασκευαστήριο ζωοτροφών και ο πρώτος φάκελος με τα τιμολόγια δόθηκε στις 28/4/21 και έφτασε την ίδια χρονιά για πληρωμή στον ΟΠΕΚΕΠΕ. Σήμερα δεν έχω πάρει ακόμα την πληρωμή του πρώτου φακέλου. Οποιοσδήποτε ζητήσει να χτίσει δύο δωμάτια θα του δοθεί η άδεια αμέσως. Βάζουν φρένο σε εμάς που παράγουμε κάτι και μας έχουν σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους υπόλοιπους».
Στην Πάρο, έναν τόπο με περιορισμένη παραγωγή αλλά ιδιαίτερης νοστιμιάς προϊόντα, ο τουρισμός αναπτύσσεται εις βάρος της παράδοσης και του πρωτογενούς τομέα. «Πιστεύω ότι ο τουρίστας θέλει να έρθει και να δοκιμάσει το ντόπιο τυρί, το κρασί που παράγεται εδώ. Διαφωνώ που πλέον θα βρεις ταρτάρ, σεβίτσε και καρπάτσιο στα εστιατόρια και όχι ρεβιθάδα και γούνα. Δεν είμαι οπισθοδρομική απλώς γιατί να γίνουμε κάτι που δεν είμαστε» σχολιάζει η Κατερίνα Μόσχου.
Προφανώς και η περιορισμένη παραγωγή των νησιών δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στη μαζική τουριστική περίοδο και οι αυθεντικές εμπειρίες κοστολογούνται συνήθως πολύ ακριβά. Ακόμα όμως και πολλά από τα μαγαζιά που διατείνονται ότι χρησιμοποιούν τοπικά προϊόντα, επιλέγουν συχνά φθηνότερα εισαγόμενα χωρίς να ρίχνουν τις τιμές τους.
Στη Σαντορίνη, ο τουρισμός υπερτερεί πια της αγροτικής ζωής. Εδώ, όπως και σε πολλά ακόμη κυκλαδίτικα νησιά, το αυθεντικό καλοκαίρι είναι μια μικρογραφία για λίγους την ώρα που τα μπετά εξαπλώνονται εκεί που κάποτε το μάτι έβλεπε τη χρυσή αντανάκλαση του ήλιου στις ξερολιθιές. «Είναι λίγοι και μεγάλοι σε ηλικία αυτοί που ασχολούνται με τα χωράφια» παρατηρεί ο Sebastian Ρήγος – Mielke, που μαζί με τη σύντροφό του έστησαν το Vima Home στο Εμπορειό.
Όταν τους δόθηκε η ευκαιρία να αγοράσουν ένα κτήμα από το γείτονά τους, είπαν αυθόρμητα «ναι», θεωρώντας μεγάλη τιμή να συνεχίσουν μια καρποφόρα προσπάθεια χρόνων. «Νομίζω ότι πρέπει να περάσει η σκυτάλη στη νέα γενιά. Παλιά ο καθένας μπορούσε να μεγαλώσει την οικογένειά του από το δικό του χωράφι» σχολιάζει. Για την ώρα, προσφέρουν τα προϊόντα που καλλιεργούν στους πελάτες τους και περιμένουν να αποφέρουν καρπούς τα μελισσάκια τους.
Για τον Sebastian Ρήγο – Mielke το ζητούμενο είναι να μάθουμε από το παλιό και να το εξελίξουμε σε κάτι καινούργιο. «Όλοι βλέπουν το εύκολο και γρήγορο χρήμα αλλά ξεχνούν τη φύση, που η μοναδικότητά της είναι κι αυτή που έλκει τους τουρίστες». Γεννημένος στο νησί και με τον πατέρα του να διατηρεί μια ψαροταβέρνα από το 1980, έχει δει τη Σαντορίνη να αλλάζει.
«Η φύση, το περιβάλλον και οι άνθρωποι δεν μπορούν να δεχτούν όλον αυτόν τον κόσμο. Θα πρέπει να μπει ένα όριο και να σκεφτούμε τον τουρισμό ως σύνολο, όχι να τα αφήνουμε ανεξέλεγκτα στην τύχη τους. Η Σαντορίνη δεν είναι μόνο η Οία και τα Φηρά. Έχω πελάτες που ρωτούν πού μπορούν να φάνε αυτό που τρώνε οι ντόπιοι ή ποια άλλη σπεσιαλιτέ υπάρχει εκτός από τους ντοματοκεφτέδες και δυσκολεύομαι να απαντήσω. Ακόμα όμως και τους ντοματοκεφτέδες ή τη φάβα, παλιότερα δεν τα έτρωγαν κάθε μέρα στο νησί. Και σίγουρα τα προϊόντα δεν επαρκούν. Θα ήθελα η Σαντορίνη να έχει ένα τυροκομείο ή μία επισκέψιμη φάρμα, ένα σαντορινιό χωράφι» καταλήγει.
Μπορεί στην Ίο, η αγροτική ζωή να μην ενοχλεί ακόμα τον τουρισμό, όμως η γη έχει ήδη εγκαταλειφθεί. «Είναι σε αναπτυσσόμενο στάδιο ο τουρισμός στο νησί, αλλά βάζει φρένο η έλλειψη αεροδρομίου. Γίνονται βέβαια συζητήσεις και γι’ αυτό», λέει η Ελένη Τασιάκου από το παραδοσιακό τυροκομείο Διασέλι. Στη διασταύρωση Ψάθης – Μαγγαναρίου, σε προνομιακό σημείο στο νησί, ο σύζυγός της, Δημήτρης Χάρος συνεχίζει την απαιτητική δουλειά του τυροκόμου, που πέρασε σε αυτόν από τις προηγούμενες γενιές.
«Βέβαια και παίζει ρόλο πόσο μεγάλο είναι το νησί και πόσο πολύ έχει χτιστεί. Μέχρι στιγμής δεν έχουμε τέτοιο πρόβλημα. Όταν όμως πρόκειται για χρήματα κανείς δεν σκέφτεται να βάλει μέτρο στον τουρισμό για να μην επηρέασε την αγροτική ζωή».
Το Κτήμα Διασέλι είναι επισκέψιμο – η ίδια μάλιστα σε ξεναγεί στο λαογραφικό μουσείο που δημιούργησαν παραδίπλα από το τυροκομείο – και μπορείς να προμηθευτείς απευθείας από την πηγή τα εξαιρετικά και δυσεύρετα (για τους κατοίκους της πόλης) τυριά τους. «Οι μικροί παραγωγοί υποφέρουν. Το γεγονός ότι είναι επισκέψιμο το κτήμα μάς έδωσε μία ανάσα. Πιθανότατα να μην είχαμε αντέξει μέσα στις αλλεπάλληλες κρίσεις που περνάμε», καταλήγει η Ελένη Τασιάκου.
Η Βιβέτα Καρποντίνη στέκεται σκεπτική απέναντι στις βιωματικές εμπειρίες, που έχουν ιδιαίτερη πέραση τα τελευταία χρόνια κι αποτελούν ένα επιπλέον έσοδο. «Από τη στιγμή που αποφασίζουμε ότι του χρόνου το καλοκαίρι δεν θα φυτέψουμε λόγω ζέστης και έλλειψης νερού, και φαντάζομαι και άλλοι γεωργοί, τότε τι θα δείχνουν στους τουρίστες; Δεν θα μπορούμε σε λίγο να καλλιεργήσουμε και άρα να φάμε ντόπια λαχανικά, αλλά θα δείχνουν πώς φτιάχνεται η ελληνική σαλάτα και το μπριάμ, με δήθεν ντόπια προϊόντα. Τι ειρωνία!»
Όλοι οι άνθρωποι που είχαν τη διάθεση να συζητήσουμε και να μοιραστούν τις ανησυχίες τους, αγαπούν τον τόπο τους και η πρόθεσή τους δεν είναι να υφάνουν μια αρνητική εικόνα. Το νησί τους όμως είναι το σπίτι τους, ο τόπος που παράγουν τροφή, η οποία δεν είναι μόνο τουριστικό δέλεαρ αλλά είδος πρώτης ανάγκης.
Τα κατσίκια και τα γαϊδουράκια μαζεύουν καρδούλες στο Instagram, μία νησιώτισσα που τυροκομεί είναι #womanpower και μια παρέα αγροτών στα χωράφια το ιδανικό κάδρο #livelikealocal. Μόνο που όλα αυτά δεν είναι απλώς φωτογραφίες στην κάμερα του κινητού μας και εικόνες που παίρνουν μαζί τους οι τουρίστες, αλλά μια πραγματικότητα που έχει πολλή δουλειά που δεν γνωρίζει Κυριακές, αργίες και διακοπές, ξύπνημα αχάραγα, χωράφια που οργώνονται και σηκώνουν σκόνη, μυρωδιές που δεν είναι πάντα ευχάριστες και λασπωμένες γαλότσες.
«Δεν μπορεί να σταματήσει όλη η ζωή και όσα γινόντουσαν τόσα χρόνια επειδή θέλει να χτίσει κάποιος μια βίλα», λέει η Κατερίνα Μόσχου. Δεν μπορεί να μην έχουμε πρωτογενή τομέα και να είμαστε έρμαια του τουρισμού, λένε όλοι με λίγα λόγια. Δεν υπάρχουν αυθεντικά καλοκαίρια σε luxury hotels αλλά στις ελεύθερες παραλίες, στις πλατείες που παίζουν τα παιδιά, στα χωράφια που βόσκουν τα ζώα, στις βουνοπλαγιές που φυτρώνουν τα θυμάρια. Αν χαθούν όλα αυτά, θα έχουμε να δείξουμε μόνο τσιμεντοκονίες και spitz.