Σήκω πήγαινε στο Cinco
Cinco στα ισπανικά σημαίνει πέντε, υπάρχουν όμως περισσότεροι από πέντε λόγοι να επισκεφθείς το tapas bar που γλύτωσε το Κολωνάκι από ακόμη μια ψόφια σεζόν.
- 16 ΜΑΡ 2013
Το Κολωνάκι δεν περνάει καθόλου καλά τελευταία. Με το κέντρο βάρους της νυχτερινής διασκέδασης να έχει μετατοπιστεί σε λιγότερο glamorous γειτονιές, έχει σταματήσει προ πολλού να είναι ο must προορισμός ποτού και φαγητού για το ηλικιακό group 25-40, το οποίο πλέον διασκορπίζεται στα στενά γύρω από την Κολοκοτρώνη, την πλατεία Αγίας Ειρήνης και το Γκάζι. Σίγουρα για εκείνους που “επιμένουν κολωνακιώτικα” υπάρχουν συμπαθητικά μαγαζιά να πιεί κανείς το ποτό του, από το κλασικό Rock ‘n’ Roll στο νέο του spot επάνω στην πλατεία και το Six Pistols που πήρε τη θέση του στη Λουκιανού μέχρι την δροσερή πιάτσα της Ναυαρίνου, το Circus με το σταθερό κοινό του και το διασκεδαστικό Τζιζ ακριβώς απέναντι. Αλλά γενικά είναι μια περιοχή που τα τελευταία χρόνια έχει σταματήσει να ανανεώνεται και έχει χάσει κάτι από την φρεσκάδα και τη νυχτερινή λάμψη της. Με εξαίρεση το Cinco, το all day café-bar-restaurant στη Σκουφά με την Broadway πινακίδα με τα λαμπιόνια, που ζωήρεψε τη Σκουφά και έφερε τους καλομαθημένους 30something πίσω στα τιμημένα εδάφη τους.
Εκ πρώτης όψεως είναι καλοστημένο, καλοδιακοσμημένο και διαφορετικό από την πληθώρα των μαγαζιών στον ίδιο δρόμο – όχι όμως τόσο ώστε να προτείνει κάτι ολότελα νέο, ρισκάροντας να μην είναι φιλόξενο προς το κοινό της περιοχής. Θα μπορούσε να γίνει εκτενέστατη ανάλυση για τα industrial στοιχεία, τα μπρούτζινα φωτιστικά, τις gaudi αγελάδες, το πατάρι με τα ιβηρικά αλλαντικά και τους όμορφα σχεδιασμένους καταλόγους του φαγητού και του ποτού, αλλά μάλλον δεν έχει νόημα, ειδικά αν σκοπεύεις να το επισκεφθείς βράδυ, όπου τα φως είναι χαμηλά και όλα αυτά περνούν απαρατήρητα.
Αν σε ενδιαφέρει το interior design πήγαινε καλύτερα απόγευμα για καφέ, ελαφρύ τσίμπημα και χάζι στην περατζάδα της Σκουφά, διότι αφού πέσει το φως το μόνο που αντιλαμβάνεσαι είναι την ευχάριστη αίσθηση ενός περιποιημένου μπαρ-εστιατορίου γεμάτου με κόσμο που φαίνεται να περνάει καλά, τρώγοντας, συζητώντας (ευτυχώς το επίπεδο των ντεσιμπέλ της μουσικής το επιτρέπει) και απολαμβάνοντας τα ποτά τους.
Τα οποία ποτά είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα, από τα ισπανικά και χιλιανά κρασιά του μενού, μέχρι τα λίγα αλλά γευστικότατα κοκτέιλ. Πλέον η τάση των ευφάνταστων κοκτέιλ είναι τόσο διαδεδομένη που ένας ιδιοκτήτης – ή, στην προκειμένη περίπτωση, πέντε ιδιοκτήτες – θα έπρεπε να είναι κουτός ώστε να μην το λάβει υπόψη.
Οι υπεύθυνοι στη μπάρα είναι επίσης πρόθυμοι να λάβουν custom-made παραγγελίες, ωστόσο τις φορτωμένες μέρες τρέχουν πανικόβλητοι και ίσως να μην πετύχουν το αποτέλεσμα που θες, μέσα στο χρόνο που το περιμένεις.
Η κουζίνα τώρα, η οποία σε μεγάλο βαθμό έχει μεταφερθεί στο μπαρ χάρη στη λογική tapas bar, αποτελείται από λίγα πιάτα και αρκετές πεντανόστιμες μπουκίτσες, επιμελημένες από τον πολυβραβευμένο σεφ Δόξη Μπεκρή (executive chef του Costa Navarino). Κάθε ένα από αυτά τα πιάτα, όπως και οι πιατέλες αλλαντικών που παρουσιάζονται χαριτωμένες με λαβίδα σερβιρίσματος, συστήνουν στο ελληνικό κοινό πειραγμένα best of της ισπανικής κουζίνας.
Οι χοντροκομμένες Patatas Bravas με γλυκιά πάπρικα και αγιολί είναι πεντανόστιμες και με το που τις δοκίμασα άρχισα να σκέφτομαι πως θα τις φτιάξω την άλλη μέρα σπίτι μου, ενώ το λαβράκι με κρούστα από τσίλι και λεμόνι και την burrata με καπνιστό σιρόπι ντομάτας και βασιλικού δεν θα δοκιμάσω να το φτιάξω σπίτι μου αλλά σίγουρα θα ξαναέρθω εδώ για να τα τιμήσω.
Οι τιμές, βέβαια, είναι κάπως υψηλές για tapas bar (γύρω στα €7-€8 το πιάτο, γύρω στα €30 το άτομο ο τελικός λογαριασμός), αλλά ας μην ξεχνάμε πως δεν πρόκειται για εύκολα παραδοσιακά tapas με απλά υλικά και χωρίς τεχνική, αλλά για μικρές gourmet δημιουργίες που απλά μετουσιώνουν τα βασικά γαστρονομικά στοιχεία της Ισπανίας σε κάτι ολότελα νέο.
Τα ποτά λοιπόν είναι καλά, η κουζίνα ενδιαφέρουσα, η μουσική μάλλον αδιάφορη, καθώς κινείται σε mainstream επίπεδα. Τι είναι εκείνο λοιπόν που κάνει το Cinco να ξεχωρίζει τόσο; Μάλλον η συνολική του ατμόσφαιρα, το περιβάλλον που ως γνωστόν δεν το φτιάχνουν ούτε η διακόσμηση ούτε τα ποτά, ούτε οι γεύσεις αλλά πάντα, μα πάντα, καταλήγει να είναι υπόθεση των θαμώνων, που στην προκειμένη περίπτωση είναι τα κορίτσια και τα αγόρια εκείνα που κάποτε αγάπησαν ειλικρινά το Κολωνάκι, αλλά στην πορεία το εγκατέλειψαν γιατί κατάλαβαν πως έχει γεράσει και δεν έχει κάτι καινούργιο να προσφέρει.
Και τώρα, όλο αυτό το υποψιασμένο κοινό, επιστρέφει σε αυτό το μικρό μαγαζί που συμβιβάζει κάτι από το sleek παρελθόν της περιοχής αλλά και μια νέα, χαλαρή, προσγειωμένη διάθεση, όπως επιτάσσουν οι καιροί. Για αυτό και μόνο, για την επιτυχία του να βάζεις ξανά μια περιοχή που βρίσκεται στα down της στον χάρτη της διασκέδασης, το Cinco αξίζει συγχαρητήρια.