Στο Bella Vespa φάγαμε γάλα τίγρης
Καταβροχθίσαμε (σχεδόν) όλες τις άγνωστες λέξεις που εντοπίσαμε στο menu του ιταλικού εστιατορίου.
- 23 ΦΕΒ 2018
”Εμείς για μία πίτσα ήρθαμε”, ήταν η ατάκα που είπα ξέπνοα στον σερβιτόρο, όταν ‘πάρκαρε’ μπροστά μας ένα tiramisu κι ένα calzone σοκολάτα. Ακούμπησα τα χέρια πάνω στην πρησμένη κοιλιά και έγειρα το κεφάλι σ’ έναν από τους τοίχους της μέσα αίθουσας του Bella Vespa, έτοιμος να πέσω σε πολύωρο λήθαργο, ο οποίος θα βοηθούσε να κατακάτσουν μέσα μου, κυριολεκτικά και μεταφορικά, όσα είχα γευτεί τις προηγούμενες ώρες.
Το απόγευμα μιας καθημερινής βγήκαμε με τον Κωνσταντίνο από τα γραφεία του Oneman στη Συγγρού προκειμένου να δοκιμάσουμε το νέο menu του μαγαζιού, το οποίο βρίσκεται στο 30 της Σπευσίππου στο Κολωνάκι. Στο ενδιάμεσο, παρέλασαν από το τραπέζι μας πάπιες, μυλοκόπια, μιζούνα, ceviche. Α ναι. Και μία πίτσα.
(Φωτογραφίες: Θεοφύλακτος Μιχαήλ)
Στο Bella Vespa δεν είχα ξαναπάει. Ούτε σε αυτό της Γλυφάδας (Κύπρου 11), ούτε σε αυτό του Κολωνακίου. Το μόνο που γνώριζα για το μαγαζί ήταν αυτό που προδίδει το όνομά του. Ότι πρόκειται για ιταλικό. Για αυτό, όταν μας κάλεσαν από το συγκεκριμένο εστιατόριο προκειμένου να δοκιμάσουμε τα νέα του πιάτα, είχα το εξής δίλημμα: ‘πίτσα με λεπτή ζύμη ώστε να μην βαρύνω και να μπορέσω να συνεχίσω το γράψιμο στην επιστροφή στο γραφείο ή καμιά πικάντικη μακαρονάδα προκειμένου να πάρω τηλέφωνο στη δουλειά χωρίς τύψεις δηλώνοντας κλινήρης’;
Μόλις ο σερβιτόρος -ναι, ο ίδιος που στο φινάλε του γεύματος ‘πάρκαρε’ μπροστά μας τα γλυκά- μάς έδωσε το menu, πήραμε με τον Κωνσταντίνο μια ριψοκίνδυνη απόφαση, η οποία (σχεδόν) αχρήστευσε το προναφερθέν δίλημμα.
Θα δοκιμάζαμε ό,τι -τουλάχιστον στο λεξιλόγιο μας- δεν έμοιαζε ιταλικό. Δεν είχαμε κάτι με τα ιταλικά φαγητά, απλώς μπροστά μας πλέον βρίσκονταν δεκάδες πιάτα αποτελούμενα από άγνωστα συστατικά τα οποία δεν έμοιαζαν ιταλικά και αν δεν τα δοκιμάζαμε εκεί, δεν γνωρίζαμε πού αλλού θα μάς δινόταν αντίστοιχη ευκαιρία. Καλού κακού, παραγγείλαμε και μία πίτσα.
Αρχίσαμε με μία σαλάτα. Από αυτές που είχαμε και στο χωριό μας. Με πάπια, καρπάτσιο ανανά, μιζούνα, καβουρδισμένα φουντούκια και δροσερό dressing δαμάσκηνο με κατεβασμένο Porto.
Όταν ο σερβιτόρος άφησε το πιάτο στο τραπέζι, μισόκλεισα τα μάτια, κάθισα βαθιά στον καναπέ και τρίβοντας με το δεξί χέρι το λιγοστό μου μούσι, τον ρώτησα: ”πώς λέγεται το χορταρικό (βλάχος) που περιέχει η σαλάτα;”. ”Μιζούνα”, μου απάντησε και γέμισα γρήγορα με μια χορταστική πιρουνιά το στόμα μου, προκειμένου να μην χρειαστεί να συνεχίσουμε ένα διάλογο που σύντομα θα μ’ έφερνε σε δύσκολη θέση. Δεν ξέρω σε ποιο χωριό φυτρώνει η μιζούνα, αλλά σίγουρα πρόκειται για άγιο τόπο.
(Ο Κωνσταντίνος στην πρώτη του επαφή με τη μιζούνα)
Από ορεκτικά, παραγγείλαμε ένα ceviche μυλοκόπι με aji amarillo, γάλα τίγρης, κόλιανδρο, καλαμπόκι και καραμελωμένη γλυκοπατάτα κι ένα carpaccio από μοσχαρίσιο φιλέτο, λαδολέμονο λευκής τρούφας, άγρια ρόκα και flakes παρμεζάνα.
(Σε αυτό το πιάτο θα βρεις το γάλα τίγρης)
Θέλαμε ξεκάθαρα να παραγγείλουμε σκέτο γάλα τίγρης, αλλά το υπόλοιπο ceviche και το carpaccio τα ζητήσαμε από ντροπή. Όπως ο τύπος, στο γνωστό ανέκδοτο ο οποίος έλεγε ”κι ένα κουτί depon” για κάθε πακέτο προφυλακτικά που ζητούσε από τον περιπτερά.
Αυτό που μάθαμε, όταν έφτασαν τα πιάτα- πέρα από το ότι το ceviche είναι ένα δροσερό όξινο πιάτο, ιδανικό για να σε προετοιμάσει για το κυρίως φαγητό- είναι το τι κρύβεται πίσω από το γάλα τίγρης.
Ομολογώ πως απογοητευτήκαμε λίγο όταν μάθαμε πως η συνταγή δεν περιλάμβανε άρμεγμα τίγρης, αλλά χαλάλι. Πρόκειται για περουβιανή σάλτσα, η οποία περιέχει μοσχολέμονο, κρεμμύδι, καυτερή πιπεριά, αλάτι, πιπέρι και ζωμό από μυλοκόπι. Κοινώς, άγια σάλτσα.
Ξεπαστρέψαμε τα ορεκτικά με συνοπτικές διαδικασίες και μείναμε καθισμένοι στον καναπέ περιμένοντας τα κυρίως. Το μυλοκόπι με πουρέ σελινόριζας, σπαράγγια κι αρωματική σάλτσα μοσχολέμονου και το steak τόνου με βελούδινο πουρέ καρότου και σταμναγκάθι. Εδώ, ευτυχώς/δυστυχώς οι άγνωστες λέξεις ήταν λιγότερες.
(Μαχαιρώνοντας το μυλοκόπι)
Πέσαμε στα ψάρια με όρεξη και με τη γνώση πως ακόμα κι αν δεν κατάφερναν να μάς χορτάσουν, μια πίτσα prosciutto παραμόνευε. Μετά από δέκα λεπτά, όσα δηλαδή χρειάστηκε για ν’ αδειάσουμε τα πιάτα, καταλήξαμε πως αυτά ήταν τα αγαπημένα μας από όσα δοκιμάσαμε. Η δική μου ψήφος πήγε στο steak τόνου και του Κωνσταντίνου στο μυλοκόπι.
(Το Tiramisu πριν το πάρουμε χαμπάρι)
Βρισκόμασταν πλέον σ’ εκείνο το σημείο όπου είχαμε αντιληφθεί πως είχαμε χορτάσει και κάθε επιπλέον μπουκιά θα αποτελούσε υπερβολή. Παρ’ όλα αυτά, φάγαμε κι από δύο κομμάτια πίτσα. Στη συνέχεια, ο σερβιτόρος ‘πάρκαρε’ μπροστά μας ένα tiramisu κι ένα calzone σοκολάτα.
Ευχαριστούμε το Bella Vespa, Σπευσίππου 30 στο Κολωνάκι, για τη φιλοξενία. Τηλέφωνο: 210 7237297